Η πολιτική, κοινωνική και στρατιωτική κατάσταση της σημερινής Τουρκίας αρχίζει πλέον να θυμίζει την περίοδο κατάρρευσης της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα την δεκαετία του 1970.
Τον
Νοέμβριο του 1973 ο στρατιωτικός Δημήτρης Ιωαννίδης (επονομαζόμενος «αόρατος
δικτάτωρ»), ανέτρεψε με δικό του πραξικόπημα τον «συνάδελφο» δικτάτορα Γεώργιο
Παπαδόπουλο ο οποίος υπήρξε ο ιθύνων νους της στρατιωτικής δικτατορίας που
επιβλήθηκε στην Ελλάδα την 21η Απριλίου 1967.
Λίγους
μήνες αργότερα ο Ιωαννίδης, με την εμπειρία παλαιότερης θητείας του στην
μεγαλόνησο, οργάνωσε την ανατροπή του εκλεγμένου Προέδρου της Κυπριακής
Δημοκρατίας Μακαρίου Γ΄ με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 και τον
«διορισμό» του Νίκου Σαμψών σαν «Προέδρου» της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι
αυθαίρετες και μονομερείς αυτές ενέργειες που έγιναν στην Κύπρο, δεν έθεσαν μόνο σε κίνδυνο
τις σχέσεις Ελλάδος – Κύπρου με πολλές χώρες του κόσμου που διαθέτουν ισχυρή
επιρροή, αλλά έδωσαν και θαυμάσια ευκαιρία στην Τουρκία να εισβάλει στην
Κυπριακή Δημοκρατία με το πρόσχημα της
δήθεν προστασίας Κυπρίων μουσουλμάνων, οι οποίοι αποτελούσαν (μαζί με όλους
τους ξένους) το 18% του συνολικού πληθυσμού της Κύπρου.
Ουσιαστικά,
η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 διευκολύνθηκε, καθοδηγήθηκε
και υποστηρίχτηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Μ. Βρετανία και άλλες
ισχυρές δυνάμεις, οι οποίες θεώρησαν πως τα τεράστια γεωπολιτικά τους
συμφέροντα θα κινδυνεύσουν άμεσα από τον πλήρη έλεγχο της Κυπριακής
Δημοκρατίας από την Ελλάδα.
Το
αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Κύπρου και η τεράστια γεωπολιτική αξία του, δεν
συνέφερε με κανένα τρόπο να ελέγχεται μόνο από την Ελλάδα. Τι και αν το 82%
των κατοίκων του νησιού ήταν Έλληνες; Έπρεπε οπωσδήποτε να εφαρμοστεί ο
κλασσικός κανόνας των μεγάλων δυνάμεων του «διαίρει και βασίλευε». Για
τους λόγους ακριβώς
αυτούς,
5 μόλις μέρες μετά τον «διορισμό» Σαμψών στην προεδρία της Κυπριακής
Δημοκρατίας (20 Ιουλίου 1974), ξεκίνησε η τουρκική εισβολή με την
παράλληλη «παγίδευση» κάθε σοβαρής ελληνικής αντίδρασης από τους ίδιους τους
συμμάχους μας, οδηγώντας στην άνευ ουσιαστικής αντίστασης, διχοτόμηση της
Κύπρου η οποία ήδη διαρκεί πενήντα περίπου χρόνια.
Στις
δεκαετίες όμως που πέρασαν από τότε, άλλαξαν πολλά.
Η
πολιτική, στρατιωτική και οικονομική αξία της μεγαλονήσου, από την
ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση σαν πλήρες κράτος-μέλος (2003) και την ανακάλυψη
γιγαντιαίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, αυξήθηκε δραματικά όχι μόνο για
τους πολίτες της, αλλά και για κάθε μεγάλη χώρα της περιοχής και του πλανήτη
μας.
Δύο
περίπου δεκαετίες μετά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, δημιουργείται
πλέον η αίσθηση πως στην Κύπρο, η ιστορία επαναλαμβάνεται – αυτή την
φορά αντίστροφα.
Στην
Τουρκία, ένας εκλεγμένος πολιτικός εξελίχτηκε μετά από δύο περίπου δεκαετίες
στην εξουσία, σε ένα αδίστακτο δικτάτορα – όπως ο Αδόλφος Χίτλερ.
Μετέτρεψε
την Τουρκία σε ένα κράτος-μαφία με στηρίγματα τους φασίστες των
γκρίζων λύκων και τις οργανωμένους συμμορίτες του τουρκικού υπόκοσμου.
Επί
πλέον, άρχισε να δημιουργεί και να καλλιεργεί αυταπάτες, σαν να
αποτελούν πραγματικότητα. Διακηρύσσει την νεκρανάσταση της (πεθαμένης)
οθωμανικής αυτοκρατορίας και φαντάζεται την Τουρκία σαν υπερδύναμη,
ικανή να επιβάλλει σε μικρούς και μεγάλους την θέληση της – όσο αυθαίρετη
και επικίνδυνη και να είναι για τα συμφέροντα τους ή για την διεθνή έννομη
τάξη. Διακηρύσσει διαρκώς επέκταση της Τουρκίας σε βάρος των γειτόνων
της -και όχι μόνο, μέσα σε μια προκλητική ρητορική μεγαλομανίας του
ιδίου και σύσσωμης της «αυλής» του.
Φαντάζεται
και «διαρρέει» συναντήσεις (όπως με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ ή τον Έλληνα
πρωθυπουργό) που δεν πραγματοποιούνται ή επισκέψεις (όπως η έκτακτη
επίσκεψη στην Λιβύη στις 15 Οκτωβρίου 2021) που δεν γίνονται ή εξαγγέλλει βαρύγδουπες
και ομαδικές απελάσεις δυτικών διπλωματών που δεν εφαρμόζονται.
Στην
Κύπρο, η Τουρκία εξαγγέλλει το δόγμα των «2 κρατών», σαν ένα πρώτο βήμα
για τον πλήρη έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με
πολλές άλλες αυθαίρετες, ύπουλες και μονομερείς ενέργειες («επέλαση» στα Βαρώσια,
εισβολές σε Συρία, επιδρομές σε Ιράκ, στρατιωτικές παρουσίες σε
Λιβύη, χώρες Αφρικής, Καύκασο κ.α.π.) σήμαναν κόκκινο συναγερμό σε όλες τις ισχυρές
χώρες του πλανήτη.
Αν
γεωπολιτικά συμφέροντα κινδύνευαν θεωρητικά από τον πλήρη έλεγχο της
Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ελλάδα το 1974, είναι βέβαιο πως πολλαπλάσια
γεωπολιτικά συμφέροντα πολλών ισχυρών χωρών κινδυνεύουν άμεσα από τις τουρκικές
φαντασιώσεις ανασύστασης οθωμανικής αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα την
κινητοποίηση τους:
Οι
Η.Π.Α επιβάλλουν στην Τουρκία κυρώσεις για τους ρωσικούς
πυραύλους S-400,
αρνούνται την παράδοση μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς ή την
συντήρηση υφιστάμενων μαχητικών αμερικανικής προέλευσης, αντιτίθενται σε
στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον Κούρδων στην Συρία, καλούν την Τουρκία να εγκαταλείψει
την Λιβύη, ανανεώνουν και επεκτείνουν την συμφωνία στρατιωτικής
συνεργασίας με την Ελλάδα, ασκούν πίεση για την απροκάλυπτη καταπάτηση των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων στην Τουρκία, καταδικάζουν απερίφραστα τις τουρκικές
αυθαιρεσίες στην Ελληνική και Κυπριακή ΑΟΖ καθώς και στην απροκάλυπτη «εισβολή»
στα Βαρώσια και απειλούν έμμεσα με καταστροφή την παραπαίουσα τουρκική
οικονομία με την απόρριψη έφεσης της Halkbank (κατηγορείται από τις
αμερικανικές αρχές για σκόπιμη παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν,
για ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.α.π). Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα του
κατώτατου επιπέδου των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας αποτελεί η κατ΄ επανάληψη άρνηση του
Αμερικανού προέδρου να συναντήσει τον τούρκο πρόεδρο στις ΗΠΑ, σε εύγλωττη
αντίθεση της άμεσης συνάντησης του
με την ΑΘΠ, τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο στην Ουάσιγκτον (Οκτώβριος
2021).
Η
Γαλλία, περισσότερο από κάθε άλλη χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Αυστρία,
Ολλανδία, Ιταλία κ.α.), αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο για την ειρήνη και
την ασφάλεια που εγκυμονεί η μεγαλομανία και οι φαντασιώσεις του Ρ.Τ.
Ερντογάν και σπεύδει να εξασφαλίσει ισχυρούς πολιτικούς και
στρατιωτικούς δεσμούς με την Ελλάδα, την Κύπρο και άλλες χώρες-στόχους του
τουρκικού επεκτατισμού.
Η
Αίγυπτος και πολλές ισχυρές Αραβικές χώρες οι οποίες αντιμετωπίζουν
τον κατευθυνόμενο από την Τουρκία κίνδυνο των «Αδελφών Μουσουλμάνων» καθώς και
τον απροκάλυπτο τουρκικό επεκτατισμό, δημιουργούν ισχυρούς πολιτικούς
και στρατιωτικούς δεσμούς με την Ελλάδα, την Κυπριακή Δημοκρατία και το
Ισραήλ.
Το
Ισραήλ, μετά από μισό και πλέον αιώνα σταθερών και ισχυρών δεσμών με την
Τουρκία, άρχισε να δέχεται μια σφοδρή λεκτική επίθεση διαρκείας από τους
ισλαμιστές του Ερντογάν και τους φασίστες του Μπαχτσελή, με έντονα στοιχεία λαϊκισμού
και μόχλευσης θρησκευτικών αντιθέσεων. Σαν φυσική συνέπεια, το κράτος
του Ισραήλ ενίσχυσε εντυπωσιακά τους πολιτικούς, στρατιωτικούς και
οικονομικούς δεσμούς του με την Ελλάδα και την Κύπρο, θέτοντας απέναντι ή στο
περιθώριο την αγνώμονα Τουρκία.
Η
Συρία, το Ιράκ και η Λιβύη καλούν την Τουρκία να φύγει από
τα εδάφη τους στα οποία μονομερώς εισέβαλε με διάφορες, ευφάνταστες
δικαιολογίες.
Η
Ρωσία αξιοποιεί με μαεστρία την μεγαλομανία και τις αυταπάτες
της τουρκικής ισλαμοφασιστικής εξουσίας, πουλώντας όπλα και κλονίζοντας την
συνοχή του ΝΑΤΟ, αλλά δεν διστάζει να μοιράζει επικίνδυνα τελεσίγραφα
όταν ξεπερνιούνται οι κόκκινες γραμμές που η ίδια έχει χαράξει.
Ακόμα
και στην Γερμανία, παραδοσιακό πολιτικό φίλο της Άγκυρας, μετά την
πολιτική αλλαγή και την συμμετοχή των πράσινων στην Γερμανική κυβέρνηση, η
άνεση του Ερντογάν να εξασφαλίζει ότι επιθυμεί, πρέπει να θεωρείται ότι αποτελεί
παρελθόν.
Με
άλλα λόγια οι ενέργειες και οι πρακτικές της Τουρκίας, ξεσήκωσαν εναντίον
της παγκόσμια αντίδραση – όπως περίπου συνέβη και στην περίπτωση Ελλάδος-Κύπρου
πριν από πενήντα περίπου χρόνια. Δηλαδή βλέπουμε την ιστορία να
επαναλαμβάνεται - αυτή την φορά αντίστροφα αν και οι σημερινές
ενέργειες της Τουρκίας γίνονται σε πολύ ευρύτερη κλίμακα και είναι πολλαπλάσια
επικίνδυνες για την διεθνή έννομη πράξη.
Σ
Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α: Ο
τουρκικός επεκτατισμός και η αρπακτική μανία των Τούρκων ισλαμιστών θίγουν
τεράστια συμφέροντα, δημιουργώντας ανέλπιστα καλές προϋποθέσεις πλήρους
ανατροπής όλων των τουρκικών σχεδιασμών που γίνονται από το 1974 μέχρι
σήμερα, απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο.
Η
επερχόμενη, πιθανότατα αιματηρή, κατάρρευση του τουρκικού καθεστώτος,
αποτελούν μοναδική ευκαιρία για
Ελλάδα και Κύπρο.
Την
κατάλληλη στιγμή,
με την αντίστοιχη ουσιαστική και πρακτική υποστήριξη όλων των συμμάχων
τα μεγάλα συμφέροντα των οποίων θίγονται βάναυσα από τις
αυθαίρετες και μονομερείς ενέργειες της Τουρκίας, η Ελλάδα με μια μονομερή διακήρυξη, όπως
επιβάλλει το διεθνές δίκαιο, θα πρέπει να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα
12 ναυτικά μίλια σε ολόκληρο το Αιγαίο και σε ολόκληρη την Κρήτη (από
τις αρχές του 2021 τα 12 ναυτικά μίλια ισχύουν στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου
Πελάγους και των Ιονίων Νήσων ως το Ακρωτήριο Ταίναρο στην Πελοπόννησο).
Αμέσως
μετά Ελλάδα, Κύπρος
και Αίγυπτος θα πρέπει να είναι έτοιμες, να οριοθετήσουν την μεταξύ τους ΑΟΖ,
βάζοντας οριστικά ταφόπλακα στις νέο-οθωμανικές φαντασιώσεις.
Στην
περίπτωση της Κύπρου, η αποχώριση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής, η
κατάργηση των παρωχημένων «εγγυήσεων» και η επέκταση του ελέγχου της Κυπριακής
Δημοκρατίας σε ολόκληρο το νησί, αποτελούν την αυτονόητη, μοναδική λύση
που θα εφαρμοστεί αργά ή γρήγορα. Οι τουρκικές φαντασιώσεις δεν
συμφέρουν κανέναν από τις ισχυρές χώρες της περιοχής – και όχι
μόνο, και αναπόφευκτα θα αποτύχουν.
Ο
σοβαρός κίνδυνος
που θα παραμένει είναι η πληθυσμιακή αλλοίωση του νησιού από τις
εκατοντάδες χιλιάδες εποίκων που φρόντισε να στείλει η Άγκυρα στην κατεχόμενη
Κύπρο καθώς και η «ελαστικότητα» στις τελικές ρυθμίσεις λειτουργίας της ενιαίας
Κυπριακής Δημοκρατίας, ώστε να διατηρηθεί έμμεσα το «διαίρει και βασίλευε»
που επιδιώκουν οι πολύ ισχυρές χώρες.
Η
ευκαιρία που διαγράφεται θα είναι μοναδική, η αξιοποίηση της όμως είναι και στο
δικό μας χέρι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου