Υποβαθμισμένα και ακριβά πανεπιστήμια
Στις 110 σελίδες και τα 75 άρθρα του προσχεδίου για την αναδιάρθρωση των ΑΕΙ και ΤΕΙ πιστοποιείται η ληξιαρχική πράξη θανάτου των πανεπιστημίων όπως τα γνωρίζαμε έως σήμερα, με τις κατακτήσεις που έχουν πετύχει μεταπολιτευτικά, οι οποίες ισοπεδώνονται και ακυρώνονται στο όνομα των στρεβλώσεων, στη λογική τού «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι».
Από τη διάρθρωση και το περιεχόμενο των σπουδών έως τη διοίκηση και τη χρηματοδότηση των ιδρυμάτων, το σύστημα που περιγράφει το σχέδιο νόμου είναι ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας στα πρότυπα και τους κανόνες της αγοράς που έκανε ήδη τους πρυτάνεις να αποφανθούν ότι εδώ πρόκειται για τη «μετατροπή του πανεπιστημίου σε εταιρεία», κάτι που, εκτός των άλλων, θα...
μετακυλίσει το κόστος λειτουργίας του στην ελληνική οικογένεια.Αν το πανεπιστήμιο κατηγορήθηκε για «χαλαρότητα» και «ασυδοσία» τα προηγούμενα χρόνια, όταν διά της διολίσθησης είχε αρχίσει η κατρακύλα και αλλοίωση της φυσιογνωμίας του και η μετατροπή του σε επιχείρηση (ως επί το πλείστον από τους ίδιους ανθρώπους που στη συνέχεια συμμετείχαν στην εκστρατεία συκοφάντησής του από την τρέχουσα και τις προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες), σήμερα περνάει στο αντίθετο άκρο, αυτό της αυταρχοποίησης. Η χρηματοδότηση τελειώνει, οι φοιτητές και το ακαδημαϊκό - εκπαιδευτικό προσωπικό αποδυναμώνονται, εξαθλιώνονται και τελούν υπό την ασφυκτική παρακολούθηση των Συμβουλίων Διοίκησης. Τα τελευταία, τα μισά σχεδόν μέλη των οποίων είναι εξωτερικά προς το ίδρυμα, στην ουσία αναλαμβάνουν υπερεξουσίες, καθώς χειρίζονται από τη χρηματοδότηση και την περιουσία των ιδρυμάτων μέχρι τη χάραξη στρατηγικής και την παύση ή τον διορισμό των άλλων οργάνων (πρύτανη, κοσμητόρων).
Στελεχώνονται δε με διαδικασίες οι οποίες, σύμφωνα με τους πρυτάνεις, «ενέχουν μεγάλο κίνδυνο συναλλαγής, ελέγχου από ξένα προς το πανεπιστήμιο κέντρα εξουσίας και επικράτησης ομάδων συμφερόντων». Αν και στο τελικό σχέδιο τα μέλη του συμβουλίου δεν διορίζονται, προσδιορίζεται ότι τα εσωτερικά μέλη έχουν δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας εφόσον έχουν αξιολογηθεί θετικά από την αρμόδια αρχή (χωρίς κάτι να διασφαλίζει ότι δεν θα είναι οι «αρεστοί» του υπουργείου), και εκλέγουν και τα εξωτερικά μέλη, όλα αυτά με φανερές ψηφοφορίες!
Ο πρύτανης, του οποίου ο ρόλος ούτως ή άλλως περιορίζεται σημαντικά, εκλέγεται στο πλαίσιο διεθνούς διαγωνισμού! Στο μεταξύ, φυτεύονται ξένοι προς την εκάστοτε ακαδημαϊκή κοινότητα και τα συμφέροντά της παράγοντες με τον χαρακτήρα των «διεθνώς αναγνωρισμένων προσωπικοτήτων». Το ποιοι άραγε διακεκριμένοι επιστήμονες θα σπεύσουν να συνδέσουν το όνομά τους με την αβαρία της μερικής απασχόλησης σε ένα υποβαθμισμένο ελληνικό πανεπιστήμιο ή κατά πόσο αυτές οι προσωπικότητες δεν θα είναι προερχόμενες ή συνδεδεμένες με τους πιο ισχυρούς κύκλους της αγοράς, είναι ένα ερώτημα.
Στο μεταξύ, ολόκληρα επιστημονικά αντικείμενα (πολιτικές επιστήμες, ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές, φιλολογίες) απειλούνται με εξαφάνιση αν η χρηματοδότηση και άρα η επιβίωσή τους εξαρτηθεί από την αγορά (ανταγωνιστικότητα), ενώ, τέλος, και το (πρακτικά και ρητορικά κατασυκοφαντημένο) πανεπιστημιακό άσυλο καταργείται.
Χρηματοδότηση τέλος
Ειδικά όσον αφορά τη δημόσια χρηματοδότηση, αυτή τίθεται υπό αίρεση καθώς, χωρίς να έχει αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος, ορίζονται όροι και προϋποθέσεις βάσει κριτηρίων και δεικτών που καταρτίζονται στα πρότυπα του ΟΟΣΑ. Επιπρόσθετα, προβλέπεται η χρηματοδότηση από ιδιωτικούς φορείς «της Ελλάδας και του εξωτερικού» με βάση «συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ του πρύτανη, μετά από έγκριση του Συμβουλίου του ιδρύματος και του φορέα». Έπειτα δε από 30 χρόνια επανέρχεται ο θεσμός της έδρας, που καταργήθηκε ως αναχρονιστικός και αντιδημοκρατικός το ’82 με τον νόμο - πλαίσιο 1268/82.
Ήδη πρυτάνεις και πανεπιστημιακοί στις τοποθετήσεις του υπουργείου ότι η πολιτεία δεν αποσύρεται από τις υποχρεώσεις της, επισημαίνουν ότι «η κρατική επιχορήγηση των Πανεπιστημίων μειώθηκε το 2010-2011 έως 50% και το 2011-2012 16% επιπλέον, όταν ακόμη και στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα από το οποίο δοκιμάζεται η ελληνική κοινωνία, η μείωση του κρατικού προϋπολογισμού για το Υπουργείο Παιδείας δεν ξεπερνά το 7%».
Στην ουσία, οι «αλλαγές» δεν αποτελούν βελτιώσεις, αλλά ανατροπή του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα, ο οποίος θα περιοριστεί όσο δεν παίρνει, προσφέροντας, στον βαθμό που υφίσταται, χαμηλής ποιότητας ατομικά πτυχία, όπως υπαγορεύει το πλαίσιο των πιστωτικών μονάδων που θα επιτρέπει στον κάθε φοιτητή να διαμορφώσει το δικό του πτυχίο. Άλλο που το ατομικό πτυχίο στη συνέχεια, μη υπαγόμενο σε κάποια από τις λεγόμενες επιστημονικές πειθαρχίες (ολοκληρωμένα επιστημονικά αντικείμενα), δεν θα μπορεί να συνδεθεί με αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα.
Για πλούσιους
Το υπό διαμόρφωση πανεπιστήμιο απευθύνεται σε όλο και μικρότερο τμήμα των αποφοίτων Λυκείου, ξεπέφτει στην πλειονότητά του - σύμφωνα με την επίσημη κριτική που ασκείται από την αντιπολίτευση και μεγάλο τμήμα της πανεπιστημιακής κοινότητας - στο επίπεδο της μεταλυκειακής εκπαίδευσης και παράγει όχι ολοκληρωμένους επιστήμονες, αλλά «καταρτισμένους» αποφοίτους προορισμένους για την επάνδρωση των υπό γενίκευση ελαστικοποιημένων θέσεων εργασίας. Οι ίσες δε δυνατότητες και ευκαιρίες για σπουδές καταστρατηγούνται μέσα από την ανάδειξη Κέντρων Αριστείας, των πανεπιστημίων δηλαδή που θα καταφέρνουν είτε να διαφυλάξουν το επίπεδό τους είτε να μπουν στη χορεία των ανταγωνιστικών πανεπιστημίων διεθνώς. Όμως, ακόμα και για τα χαμηλής ποιότητας τριετή προγράμματα επιπέδου Bachelor (των οποίων τα αποτελέσματα στην Αγγλία τίθενται σε αμφισβήτηση) ο φορολογούμενος νοικοκύρης θα εξακολουθήσει να βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη, αν μπορεί, ήδη από τη φάση της εισαγωγής στο πρώτο έτος.
Από το εντατικοποιημένο Λύκειο δηλαδή, το οποίο, σύμφωνα με τη διάρθρωση του «Νέου λυκείου», ενισχύει την παραπαιδεία, έως το εντατικοποιημένο πανεπιστήμιο, χωρίς καθολική και αξιοπρεπή φοιτητική μέριμνα (με όλο και μεγαλύτερη την επιβάρυνση των οικογενειακών προϋπολογισμών σε συνθήκες ακραίων περικοπών στα εισοδήματα και εκτεταμένης ανεργίας), και ως τη δωρεάν χορήγηση ακόμα και αυτού του «μοναδικού συγγράμματος» υπό την αίρεση του «ηλεκτρονικού βιβλίου».
Κι αν δεν υπάρχει δυνατότητα για την ανάληψη του κόστους σπουδών από την οικογένεια, οι τράπεζες είναι εδώ, για να προσφέρουν «φοιτητικά δάνεια», φορτώνοντας τους αποφοίτους με χρέη και τα συναφή δεσμά που επιβάλλει η αποπληρωμή τους.
Εν ολίγοις, ακόμα και τα κουρελόχαρτα θα κοστίζουν ακριβά. Ούτε λόγος για το κόστος των σπουδών για όποιον επιθυμεί να συνεχίσει στον δεύτερο και τον τρίτο κύκλο σπουδών, για εξειδίκευση ή ακαδημαϊκή καριέρα (μεταπτυχιακά, διδακοτρικό). Εκεί πλέον τα δίδακτρα είναι μονόδρομος και το κόστος σπουδών εκτοξεύεται.
"Το Ποντίκι"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου