Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Καί βλάσφημος ὁ ἔμπορος τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἰησοῦ (Γράφει ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος, ἐφημέριος Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Πατρῶν)

 https://orthodoxia.gr/2023/06/12/kai-vlasfimos-o-emporos-ton-epistolon-toy-iisoy/

Ὁ Κυριάκος Βελόπουλος στὸ βιβλίο του «ΙΗΣΟΥΣ  ή  ΔΙΑΣ  (και Βούδας);

«ΩΣ ΕΔΩ», Εκάς οι βέβηλοι…» ἀνατρέπει τὴν πίστη τῶν Ὀρθοδόξων

 

Ἄραγε θὰ σιωπήσει ἡ Ἱερὰ Σύνοδος καὶ οἱ Ἱεράρχες;

Γράφει ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος

ἐφημέριος Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Πατρῶν

Οι Πατέρες της Εκκλησίας προσδιορίζοντας τη σοβαρότητα και το πολυεύθυνο της ποιμαντικής διακονίας των χριστιανών κληρικών, επισκόπων και ιερέων, παραπέμπουν στα λόγια του Θεού προς  τον Προφήτη Ιεζεκιήλ: «Υἱὲ ἀνθρώπου, σκοπὸν δέδωκά σε τῷ οἴκῳ ᾿Ισραήλ» και στις συνεπαγόμενες ευθύνες και συνέπειες αν εξ αιτίας της ραθυμίας και της αμέλειας του κληρικού κάποιος πιστός πλανηθεί από την αλήθεια: «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω» (Ιεζ. 3, 17-18)!

Αυτό σημαίνει ότι ως Ορθόδοξοι ιερείς ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ να ενημερώνουμε το λαό του Θεού για τους κάθε είδους «λύκους που έρχονται με ένδυμα προβάτου» είτε είναι αιρετικοί είτε πλανεμένοι είτε χριστέμποροι!  Ως Ορθόδοξοι κληρικοί οφείλουμε να διακηρύττουμε την Αλήθεια του Ευαγγελίου προς όλους τους ανθρώπους. Είμαστε υποχρεωμένοι να μιλάμε στο λαό του Θεού με ευαγγελική ειλικρίνεια και όχι με βάση τις σκοπιμότητες (οικονομικές, κοινωνικές, κομματικές κοκ). Νόμος, κανόνας και εντολέας μας δεν είναι το Κράτος, τα όργανά του και οι αποφάσεις τους αλλά αποκλειστικά και μόνο η εκκλησιαστική μας παράδοση, όπως αυτή εκφράζεται μέσω του Ευαγγελίου, των θεουμένων Αγίων και των ορθοτομούντων τον λόγο της αληθείας  επισκόπων μας.

Ασφαλώς η Αλήθεια δεν μπορεί να γινεί αποδεκτή από όλους. Ήταν, είναι και θα είναι «σημείον αντιλεγόμενον», γιατί είναι ο ίδιος ο Χριστός!». Εμείς όμως οι κληρικοί, ως εντολοδόχοι της ΧριστοΑλήθειας δεν μπορούμε παρά να επαναλαμβάνουμε το σαφή λόγο του Θεού στον προφήτη Ιεζεκιήλ απαντώντας στις άμεσες ή έμμεσες πιέσεις και απειλές που δεχόμαστε από τους εχθρούς Της: «καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, μὴ φοβηθῇς αὐτοὺς μηδὲ ἐκστῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν· διότι παροιστρήσουσι καὶ ἐπισυστήσονται ἐπὶ σὲ κύκλῳ, καὶ ἐν μέσῳ σκορπίων σὺ κατοικεῖς· τοὺς λόγους αὐτῶν μὴ φοβηθῇς καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτῶν μὴ ἐκστῇς, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί» (Ιεζεκ. 2, 6)!  Ο νοών νοείτω!

Τελικά, πρέπει όλοι να αντιληφθούν ότι είμαστε υποχρεωμένοι ως Ορθόδοξοι παπάδες και Έλληνες πολίτες να υπηρετούμε την Αλήθεια, δηλαδή τον Χριστό, υπακούοντας στο λόγο Του και κηρύττοντάς Την στο λαό Του: «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς».

Στο ανωτέρω λοιπόν πλαίσιο της ποιμαντικής μου διακονίας και ευθύνης για ενημέρωση των πιστών, μελέτησα επισταμένως το ογκώδες έργο του Κυρ. Βελόπουλου με τίτλο «Ιησούς και Δίας, Ορθοδοξία και Δωδεκάθεο, Εκάς οι Βέβηλοι», νέα εμπλουτισμένη έκδοση, εκδόσεις Κάδμος,  Θεσσαλονίκη (αχρονολόγητο) σσ. 112+473. Άλλωστε ο Βελόπουλος παλαιότερα ως ιδιώτης, εκδότης και τηλεπωλητής, εμπορευόταν  ακόμα και  τις  -ανύπαρκτες, βέβαια, για την Εκκλησία και την επιστήμη- «ιδιόχειρες επιστολές του Ιησού» ενώ πολύ πρόσφατα ως αρχηγός πολιτικού κόμματος  εμφανίστηκε υπερασπιστής της παράδοσης και της Ορθόδοξης πίστης μας.

Βέβαια, τα όσα αναγράφει στην ανωτέρω έκδοση, όπως θα καταδειχθεί στη συνεχεία, είναι όχι απλώς ξένα προς την ευαγγελική και εκκλησιαστική αλήθεια αλλά αποτελούν ανιστόρητες, κακόδοξες, ασεβείς και βλάσφημες επινοήσεις κατά του προσώπου του Κυρίου, της Θεοτόκου και των Αγίων μας. Αν ο Βελόπουλος πιστεύει πραγματικά αυτά τα όποια γράφει και δεν ενεργεί απλώς ως εκδότης και έμπορος βιβλίων  -αυτό μόνο ο ίδιος το γνωρίζει- τότε επιβεβαιώνει αυτό που πριν από 40 χρόνια διακήρυττε προφητικά ο αείμνηστος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος: «οι παλαιές αιρέσεις προσπαθούσαν να βγάλουν τον πιστό από την Εκκλησία. Οι σύγχρονες αιρέσεις και γενικότερα η Νέα Εποχή θέλουν ο πιστός να παραμένει στην Εκκλησία αλλά με αλλοιωμένο το φρόνημα. Έτσι θα νομίζει πως βρίσκεται εντός της Εκκλησίας αλλά ουσιαστικά θα είναι πολύ μακριά της». Αυτό ακριβώς συμβαίνει με τον Βελόπουλο: Γραφεί, δημοσιεύει και αναδημοσιεύει απίθανες ανοησίες, αστήρικτους ισχυρισμούς, αντιεπιστημονικές εικασίες και προπαντός ύβρεις και βλασφημίες κατά του προσώπου του Κυρίου και της Θεοτόκου και της Ορθόδοξης Εκκλησίας που έχουν καταδικαστεί από την εκκλησιαστική μας παράδοση και ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι πιστεύει και ευλαβείται το Χριστό και αποδέχεται την αλήθεια της Ορθοδοξίας! Ο απόλυτος πνευματικός παραλογισμός!

Είναι, λοιπόν, απολύτως σαφές ότι ως κληρικός δεν έχω απλώς το δικαίωμα αλλά έχω υποχρέωση να ασχολούμαι με τα πνευματικά αυτά ζητήματα στο μέτρο των δυνατοτήτων μου και να ενημερώνω υπεύθυνα το Σώμα του Χριστού. Ιδιαιτέρως μάλιστα όταν ο συγγραφέας επικαλείται την Ορθόδοξη πίστη  για να τύχει της εμπιστοσύνης των πιστών και να ανεβεί στα βουλευτικά έδρανα και πάλι.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον κ. Βελόπουλο και το βιβλίο του:

  1. Η Ορθόδοξη πίστη για την Αγ. Τριάδα ταυτίζεται με τις δοξασίες της Ορφικής λατρείας !

  2. α. Ο Ιησούς ήταν Έλληνας!

β. Ο Κύριός μας ήταν νόθο παιδί Έλληνα στρατιώτη!

γ. Ο πατέρας του Ιησού πότε δεν παντρεύτηκε τη Μαρία (την Παναγία)!

  1. Ο Σταυρός και η Ανάσταση του Κυρίου αντιστοιχούν στο θάνατο του θεού Διονύσου, του Άδωνι και του Υακίνθου!

  2. Ακόμα και ο Βούδας μοιάζει με το Χριστό, αλλά έχει και κάποιες διαφορές! Ο Χριστός πάντως… υπερτερεί του Βούδα, κατά τον κ. Βελόπουλο!

  3. Η Ανάσταση του Λαζάρου ήταν μύηση!

  4. Η Θ. Ευχαριστία παραπέμπει στα μυστήρια της αρχαιότητας (Καβείρια, Ελευσίνια, Δελφικά, Διονύσια, Δωδωναία)!

  5. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν Πυθαγόρειος! Το ίδιο και η Αποκάλυψη! Ταυτόχρονα όμως ήταν και σιωνιστής!

  6. Τα Μυστήριά της η Εκκλησία μας τα δανείστηκε από την αρχαιοελληνική λατρεία.

  7. Τα αρχαία μαντεία χορηγούσαν την αυθεντική θεία Χάρη!

  8. Η Παλαιά Διαθήκη, δεν έπρεπε να ενταχθεί στην Αγία Γραφή!

  9. Δεν έπρεπε οι Άγιοι να καταδικάσουν τους Γνωστικούς!

  10. Δεν επιτρέπεται να πιστεύουμε ότι η πίστη μας είναι «εξ αποκαλύψεως»! Αυτή η αντίληψη προκαλεί μισαλλοδοξία!

Ο Βελόπουλος στην επανέκδοση του βιβλίου προσπάθησε να δικαιολογηθεί αλλά δυστυχώς παρά την κριτική που του έγινε επέμεινε πεισματικά στους βλάσφημους και ανιστόρητους ισχυρισμούς του, δηλώνοντας ρητά στον τύπο:  «“Το  βιβλίο είναι παρά πολύ καλό, είναι ιστορικό και όχι θρησκευτικό»  (σ. Α-12) και «πεποίθησή μου είναι ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό» (σ. Α-13)!

Είμαι βέβαιος ότι η δημοσίευση της παρούσης θα εγείρει διαμαρτυρίες από κομματικά στελέχη και φανερούς ή αφανείς υποστηρικτές του Βελόπουλου με την μονότονη επωδό: «Η Εκκλησία δεν πρέπει να ανακατεύεται στην πολιτική! Τι δουλειά έχει ένας παπάς να μιλάει για τους πολιτικούς;»…

Απαντώ πάλιν και πολλάκις: Ο Ορθόδοξος Έλληνας παπάς οφείλει να υπηρετεί και να διακηρύττει την Αλήθεια, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό!

Αυτή η Αλήθεια είθε να ελευθερώσει και τον λαό και την πατρίδα μας.

Μήπως αυτό φοβούνται κάποιοι;

Μήπως γι’ αυτό και τρέμουν τον λόγο της Εκκλησίας;

Στο συνημμένο Παράρτημα παρέχεται αναλυτική τεκμηρίωση των όσων αναφέρουμε πιο πάνω παραπέμποντας στην έκδοση  του κ. Βελόπουλου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Α. Σύντομο ιστορικό

Ο Κυρ. Βελόπουλος  κυκλοφόρησε το Φεβρουάριο 2003 εργασία του με τίτλο «Ιησούς και Δίας, Ορθοδοξία ή Δωδεκάθεο, Εκάς οι Βέβηλοι», εκδόσεις Κάδμος, Θεσσαλονίκη, αχρονολόγητο.

Λόγω του περιεχόμενου του (απίθανοι και ανιστόρητοι ισχυρισμοί, ύβρεις και βλασφημίες κατά του προσώπου του Κυρίου, της Παναγίας και της Ορθόδοξης πίστης μας) υπήρξε έντονη καταδίκη από επισκόπους και σοβαρούς θεολόγους, οι όποιοι κατέδειξαν ορισμένα από τα πολλά απαράδεκτα, υβριστικά και προσβλητικά για την Ορθόδοξη πίστη  που περιέχει η έκδοση αυτή. Δεν είναι απαραίτητο να έχει κάποιος πτυχίο θεολογίας ή να είναι κληρικός για να αντιληφθεί ότι όποιος πιστεύει και δημοσιεύει τέτοια κείμενα δεν μπορεί να έχει την παραμικρή σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Βελόπουλος είχε προγραμματίσει  στις 28.2.2003 παρουσίαση του βιβλίου του σε εκδήλωση στο Βελλίδειο της Θεσσαλονίκης. Λόγω όμως των αντιδράσεων η παρουσίαση μετατράπηκε σε επίσημη ανακοίνωση της απόσυρσης της έκδοσης, παρουσία των στενών συνεργατών του και του Άδωνι Γεωργιάδη!

Ο Βελόπουλος αντί να συναισθανθεί τους σοβαρότατους πνευματικούς κινδύνους από την έκδοση αυτή  μετά από λίγους μήνες επανεξέδωσε τη μελέτη του με ελαφρώς τροποποιημένο τον τίτλο «Ιησούς και Δίας, Ορθοδοξία και Δωδεκάθεο, Εκάς οι Βέβηλοι», νέα εμπλουτισμένη έκδοση, εκδ. Κάδμος, Θεσσαλονίκη αχρονολόγητο. Προτάσσει της εκδόσεως  «Προσθήκη» 112 σελίδων, με τίτλο «Απολογητικά»,  στην όποια προσπαθεί αφ’ ενός μεν να δικαιολογήσει κάποια από τα απαράδεκτα και βλάσφημα που δημοσίευσε και αφ’ ετέρου να διατρανώσει με έντονο τρόπο την πίστη και την προσήλωσή του στην Ορθόδοξη πίστη.

Παραδίδω, λοιπόν, ως έχω υποχρέωση έναντι της Εκκλησίας και της συνειδήσεώς μου, τη σύντομη αυτή μελέτη στους πιστούς μας Χριστιανούς προς ενημέρωση τους.

Οι παραπομπές στο έργο του Βελόπουλου καταγράφονται με πλάγια (italics) μπλε γράμματα και είναι από την έκδοση Κυρ. Βελόπουλος, Ιησούς και Δίας, Ορθοδοξία και Δωδεκάθεο, Εκάς οι Βέβηλοι, νέα εμπλουτισμένη έκδοση, εκδ. Κάδμος, αχρονολόγητο. Επειδή, όπως ήδη ανέφερα, στην έκδοση αυτή, προηγείται του αρχικού κειμένου «προσθήκη» με αρίθμηση 1-112 και ακολουθεί το κείμενο της πρώτης εκδόσεως με αρίθμηση 1-473, για να μην υπάρχει σύγχυση στην αρίθμηση των σελίδων, στις παραπομπές της «προσθήκης» προηγείται του αριθμού σελίδας το γράμμα Α- και έπεται ο αριθμός της σελίδας.

Β. Αντιεπιστημονική και πρόχειρη η μελέτη του Βελόπουλου.

Παρά το γεγονός ότι είναι ήσσονος σημασίας επισημαίνω κατ’ αρχάς την σοβαρή έλλειψη επιστημονικού χαρακτήρα της μελέτης:

  1. Βιβλιογραφία: και οι δυο βιβλιογραφικοί κατάλογοι (σ. 153-154, 471-473) στερούνται σοβαρότητας αφ’ ενός με ως προς τη μορφή και αφ’ ετέρου ως προς το περιεχόμενό τους. Ενώ η εργασία αναφέρεται σε σοβαρά επιστημονικά θεολογικά, φιλολογικά, ιστορικά και φιλοσοφικά ζητήματα για τα όποια έχουν γραφεί σοβαρές μελέτες (ακόμα και διδακτορικά) που έχουν δημοσιευθεί σε έγκριτα και σοβαρά επιστημονικά περιοδικά ο Βελόπουλος παραπέμπει κυρίως σε δωδεκαθεϊστικά και αποκρυφιστικά περιοδικά  [ενδεικτικά: Δαυλός (σ. 166, 203, 222), «έγκριτο περιοδικό Απολλώνειο Φως» (σ. 182), «Φαινόμενα» (σ. 275), «Τρίτο Μάτι» (σ. 369), «Ορφικά» (σ. 203)]! Του αυτού επιπέδου επιστημοσύνης είναι και οι περισσότεροι συγγραφείς στους οποίους παραπέμπει. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι ο απoκρυφιστής, μεγαλομασόνος και θεοσοφιστής Rudolf Steiner (σ. 54) και ο Ευ. Τρίγκας με τις γελοιότητες που έχει δημοσιεύσει: π.χ. «στην Αρκαδία δημιουργήθηκε η πρώτη πόλη του κόσμου πριν εμφανιστεί η σελήνη στο στερέωμα του ουρανού» ή «Η Σαμοθράκη αποτελούσε το αρχαιότατο βιολογικό και γενετικό εργαστήριο της γης, όπου διαμορφώθηκε και τελειοποιήθηκε, από Έλληνες βιολόγους – γενετιστές, ο άνθρωπος του πλανήτη μας, με τη μορφή που έχει σήμερα» ή «Ο Δίας δεν μπορεί να είναι «διοικητής» ολόκληρου του Γαλαξία μας, αλλά … μιας μικρής «γειτονιάς» του Γαλαξία μας . είναι υποδιοικητής της δικής μας «γειτονιάς» και πιθανόν να κατοικεί σε κάποιον πλανήτη του Ηλίου Σείριου του αστερισμού του Κυνός» ή «εάν ο Δίας επισκέπτεται κάθε χρόνο από ένα ηλιακό σύστημα, τότε τον πλανήτη μας μπορεί να τον επισκέπτεται κάθε 100.000.000.000  χρόνια» ή «ο Δίας απέθανε και ετάφη στην Κρήτη, όπου δείχνουν τον τάφο του μέχρι σήμερα … αλλά δεν έπαψε γι΄ αυτό να είναι θεός και να ζει σε άλλον πλανήτη» ή «Ο Ιησούς πίστευε στον Δία»!   Αυτές τις ανοησίες τις έχει δημοσιεύσει ο Ευ. Τρίγκας και αυτή τη φαιδρή περίπτωση αρχαιολάτρη ο Βελόπουλος, που αυτοσυστήνεται ως Ορθόδοξος, τη θεωρεί αξιόπιστο επιστήμονα για να μας “διαφωτίσει” για την Ελληνική καταγωγή του Χριστού! Γι’ αυτό και  δημοσίευσε πολυσέλιδη συνέντευξη του από το «έγκριτο περιοδικό Απολλώνειο Φως» (σ. 182-188)!
  2. Παραπομπές: Δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες παραπομπές σε πηγές σε βαθμό που κανένας δεν μπορεί να ελέγξει την ακρίβεια των ισχυρισμών του Βελόπουλου.
  3. Ο τρόπος, το ύφος γραφής και η γλώσσα του κειμένου προδίδει ότι πρόκειται για συρραφή κειμένων διαφόρων συγγραφέων που εμφορούνται από δωδεκα-θεϊστικές, αποκρυφιστικές και νεογνωστικές αντιλήψεις.

 

Γ. Ανιστόρητοι, αθεολόγητοι, κακόδοξοι και βλάσφημοι οι ισχυρισμοί του Βελόπουλου.

Μεταφέρω επακριβώς τα κείμενα (με γράμματα μπλε italics) του Βελόπουλου άνευ σχολιασμού, διότι είναι απολύτως σαφή για όποιον έχει στοιχειώδη σχέση με την πίστη και τη ζωή της Εκκλησίας. Σχολιάζω μόνο όπου είναι πολύ απαραίτητος ο σχολιασμός τους.

Εκζητώ τη συγγνώμη των αναγνωστών και το έλεος του Κυρίου, διότι αναγκάζομαι να δημοσιεύσω τις βλασφημίες του Βελόπουλου.

 

  1. Η Ορθόδοξη πίστη για την Αγ. Τριάδα ταυτίζεται με τις δοξασίες της Ορφικής λατρείας !

«Υπάρχει, λοιπόν, αναμφισβήτητη ταυτότητα ως προς την Τριαδικότητα του Θεού (σσ. μεταξύ Ορφικής λατρείας και Χριστιανικής πίστης)» (σ. 48).

«Οι θεωρίες των Νεοπλατωνικών και των Στωικών προσέφεραν το μεταφυσικό υλικό, για να διατυπωθεί το Δόγμα της Αγίας Τριάδος, που αποτελεί τη βασική θεολογία της Ορθοδοξίας» (σ. 87).

«Αξίζει να σταματήσει κανείς στον Αριστοτέλη, τις απόψεις του οποίου περί θεού ακολουθεί απολύτως η Ορθόδοξη Εκκλησία… Παρόμοια επιστημονική σύλληψη της εννοίας του όντος, του θεού, δεν συναντά κανείς στην “Παλαιά Διαθήκη”, όπου ο θεός παρουσιάζεται να ασχολείται επί μακρόν με απίθανα πράγματα» (σ. 205).

 

  1. α. Ο Ιησούς ήταν Έλληνας!

β. Ο Κύριός μας ήταν νόθο παιδί Έλληνα στρατιώτη!

γ. Ο πατέρας του Ιησού ποτέ δεν παντρεύτηκε τη Μαρία (την Παναγία)!

Θα πρέπει να σημειωθεί με ιδιαίτερη έμφαση ότι οι βλασφημίες που θα επισημανθούν στην παράγραφο αυτή για την κατ’  άνθρωπο καταγωγή του Κυρίου  προέρχονται από το  Εβραϊκό Ταλμούδ και το εβραϊκό Toledot Yeshu που είναι αναμενόμενο να πολεμούν τον Κύριο μας και την Εκκλησία Του! Τις εβραϊκές αυτές βλασφημίες επεξεργάστηκε για λογαριασμό του Γ’ Ράιχ ο καταδικασμένος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας θεωρητικός του ναζισμού Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ (1896-1946) στο περιβόητο πόνημα του «Ο μύθος του 20ού αιώνα». Στις ημέρες μας ανανεώνονται μέσω του δωδεκαθεϊσμού και της ελληνολατρίας και σερβίρονται στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό με επίφαση σοβαρότητας από τους Τρίγκα, Βελόπουλο και τους ομοϊδεάτες τους!

 

 

Κατά τον Βελόπουλο, λοιπόν, ο Ιησούς Χριστός είναι Έλληνας στην καταγωγή, ο δε πατέρας του είναι ένας Έλληνας στρατιώτης ονόματι Πανδίρας, ο όποιος δεν παντρεύτηκε ποτέ την Παναγία Μητέρα Του! Δημοσιεύεται επί λέξει στο βιβλίο του ο Βελόπουλος: «Ο πατέρας (σσ. του Ιησού), ο στρατιώτης του Ρωμαϊκού στρατού, Πανδίρας, δεν παντρεύτηκε ποτέ τη μητέρα του Μαρία (σσ. την Παναγία)… έκαναν ελεύθερα παιδιά με διαφορές γυναίκες χωρίς παρεξήγηση!!! όπως και ο πατέρας του Χριστού με τη μητέρα του, τη Μαρία. Μάλιστα τα παιδιά αυτά χωρίς γάμο -όπως ο Χριστός- … τα ανέτρεφαν οι Εσσαίοι με τα έθιμα τους» (σ. 187). Τις βλασφημίες αυτές τις αναπαράγει ο Βελόπουλος  άνευ σχολιασμού στο βιβλίο του από συνέντευξη που έδωσε ο Ευ. Τρίγκας στο -κατά τον κ. Βελόπουλο- «έγκριτο περιοδικό Απολλώνειο Φως» (σ. 182-188).

Στην επανέκδοση ο Βελόπουλος προσπαθώντας να δικαιολογηθεί ισχυρίζεται ότι απλώς μετέφερε τις απόψεις του κ. Τρίγκα αλλά δεν τις αποδέχεται (σ. 13-14). Σημειώνω όμως με ιδιαίτερη έμφαση ότι κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από το κείμενό του. Δεν διαφοροποιείται καθόλου ο Βελόπουλος από τις βλάσφημες και ανιστόρητες αυτές απόψεις, ενώ για άλλα ήσσονος σημασίας σημεία της συνέντευξης Τρίγκα εκφράζει σε υποσημειώσεις τη διαφωνία του (σ. 188) ή παρέχει διευκρινίσεις  (σ. 186).

Επιπλέον, σε πολλά σημεία της εργασίας του ο ίδιος ο Βελόπουλος ταυτίζεται απολύτως με τον Τρίγκα και υποστηρίζει τις ανόητες και βλάσφημες απόψεις περί ελληνικής καταγωγής του Κυρίου. Ενδεικτικά γράφει:

«Αυθεντικές μαρτυρίες.  Δεν είναι του παρόντος να εξεταστεί αν ο Ιησούς Χριστός ήταν εβραϊκής ή Ελληνικής καταγωγής, μολονότι αρκετά επιχειρήματα συνηγορούν υπέρ της δεύτερης άποψης…» (σ. 136).

«Όλες οι ενδείξεις συνηγορούν ότι είναι ελληνικής καταγωγής. Είναι γνωστό σε όλους ότι ο Χριστός ήταν Γαλιλαίος “μη ανήκων εις τινα των δώδεκα φυλών του Ισραήλ”» (σ. 171).

Επιγράφει τίτλο κεφαλαίου ο Βελόπουλος: «Ελληνική η καταγωγή του Ιησού; Οι Εσσαίοι ήταν Έλληνες, ο Χριστός ήταν Έλληνας;» Και συνεχίζει:  Την καταγωγή του Ιησού για αιώνες οι άνθρωποι την θεωρούσαν δεδομένη (στη νόηση των περισσότερων ανθρώπων κατείχε τη θέση Του ως Ιουδαίος), με αποτέλεσμα να μην τεθούν ορισμένα ερωτήματα περί αυτής, ερωτήματα που κάθε έλλογο ον θέτει στα πλαίσια της αναζήτησης της αληθείας του εαυτού του και της ζωής. Όμως τα θεμέλια αυτής της δεδομένης “ταυτότητας” του Θεανθρώπου τα τελευταία χρόνια κλονίστηκαν, εξαιτίας (ή χάρη) σε μια προβληματική που αναπτύχθηκε (κι αναπτύσσεται), στα πλαίσια της οποίας τίθενται επιτέλους βασικά και λογικά ερωτήματα: Αυτή η δεδομένη πίστη, που αφορά την ιουδαϊκή “ταυτότητα” του Ιησού, πρέπει να παραμείνει ακλόνητη και στους επόμενους αιώνες; Είναι ο Ιησούς Ιουδαίος; Αν ναι, ποια ή ποιες πηγές εδραιώνουν τέτοια βεβαιότητα; Υπάρχουν σημάδια, έστω μικρά, που δηλώνουν τη διαφοροποίησή Του από το λαό των Ιουδαίων;» (σ. 173). Είναι απολύτως σαφής ο Βελόπουλος ως προς το τι ο ίδιος πιστεύει για τον Κύριό μας… Πάντως πρέπει να τονίσουμε ότι κανένας σοβαρός επιστήμονας, θεολόγος ή ιστορικός, δεν θέτει σε αμφισβήτηση την κατ’  άνθρωπο εβραϊκή καταγωγή του Κυρίου μας. Μόνο φαιδρές περιπτώσεις …

«Κι αφού γίνεται λόγος περί της καταγωγής του Ιησού, είναι αναγκαίο να κατατεθούν κάποιες ακόμα απόψεις που τον ανωτέρω προβληματισμό για την ιουδαϊκή “ταυτότητα” του Θεανθρώπου τον αναδεικνύουν ως επιτακτικό ώστε η αλήθεια και η πραγματικότητα κάποτε να ταυτιστούν» (σ. 174).

«Κάνει πολλούς Εβραίους μελετητές να πιστεύουν ότι ο Χριστός περισσότερο μπορεί να ήταν Έλληνας παρά Εβραίος» (σ. 175).

«Θα ήταν αρκετό για το έλλογο ον, ώστε να θέσει ερωτήματα: Ήταν μήπως η καταγωγή του Χριστού Ελληνική;» (σ. 176). Προφανώς, για τον Βελόπουλο,  όποιος αποδέχεται την 2.000χρονη παράδοση της Εκκλησίας μας δεν είναι…   «έλλογο ον»!

«Έστω και αν η καταγωγή του Ιησού για αιώνες θεωρούνταν (και θεωρείται) δεδομένη» (σ. 180).

«Με την σκέψη και την αναζήτηση της πραγματικής καταγωγής του Ιησού» (σ. 181).

«Υποστηρίζεται η άποψη ότι η ελληνική επιγραφή επί του Σταυρού του Μαρτυρίου και του θείου Πάθους είναι δηλωτική της ελληνικής καταγωγής του Ιησού Χριστού. Την ανωτέρω άποψη δεν μπορεί να απορρίψει κανείς αβασάνιστα και ανεξέταστα, καθώς η εβραϊκή αριστοκρατία και η ρωμαϊκή αρχή αναγνώριζαν την ελληνική καταγωγή του Ιησού Χριστού. Οι τρεις επιγραφές επί του Τιμίου Σταυρού δεν είναι τυχαίες, αλλά αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Έτσι, η εβραϊκή επιγραφή δηλώνει το θρήσκευμα, η ελληνική την καταγωγή και η ρωμαϊκή την υπηκοότητα» (σ. 218). Εντελώς αυθαίρετος και ανιστόρητος ισχυρισμός. Κανένας επιστήμονας  δεν υποστηρίζει τέτοιες ανοησίες. Και φυσικά ο Χριστός δεν είχε ρωμαϊκή υπηκοότητα!

«Διαφορετική καταγωγή του από τους Ιουδαίους, και άρα δεν ήταν Ιουδαίος» (σ. 219).

 

  1. Ο Σταυρός και η Ανάσταση του Κυρίου αντιστοιχούν στο θάνατο του θεού Διονύσου, του Άδωνι και του Υακίνθου!

«Η Σταυρική θυσία του Κυρίου, η ταφή και η ένδοξος Αυτού Ανάσταση έχει το προηγούμενό της στα πρόσωπα του Διονύσου, του Αδώνιδος και του Υακίνθου, καθώς και αυτοί απέθανον, ετάφησαν και ανέστησαν, γενόμενοι κήρυκες της Νέας Ζωής, της Αιώνιου Ζωής. Το θέμα του θανάτου ενός Θεού νέου στην ηλικία, που επανέρχεται στη ζωή και επαγγέλλεται (υπόσχεται) τη χορηγία μιας Νέας Ζωής είναι συνδεδεμένο με την παράδοση που αναφέρεται στο Διόνυσο… Παρόμοιες είναι οι περιπτώσεις του Αδώνιδος και του Υακίνθου» (σ. 68).

«Το γεγονός ότι ο Διόνυσος, υιός του Διός και της θνητής Σεμέλης, κατατεμαχίστηκε από τους Τιτάνες και ετάφη στους Δελφούς, ενώ ακολούθως, επανήλθε στη ζωή, εντελώς φυσικά και αβίαστα, μας οδηγεί στο Σταυρικό Πάθος, στην ταφή και την μετά τριήμερον Ανάστασιν του Κύριου» (σ. 35).

«Χρειάζεται να πληροφορηθούμε ότι η αντιστοιχία της Εβδομάδας των Παθών είναι η αρχαία εορτή των Θεσμοφορίων, τριήμερης διαρκείας» (σ. 66).

«Ο παραδοσιακός λαμπριάτικος οβελίας, δηλαδή το σουβλιστό αρνί, σχετίζεται με τις θυσίες των αρχαίων προγόνων μας προς τιμήν των θεών, και με το συμπόσιο (=το τσιμπούσι) που επακολουθούσε» (σ. 71). Ο Βελόπουλος δεν προβληματίζεται μήπως το πασχαλινό αρνί συνδέεται με το πασχάλιο ιουδαϊκό έθιμο που αναγράφεται στην Π.Δ.  Αποφεύγει μάλιστα να αναφέρει τη λέξη Πάσχα, καθόσον είναι εβραϊκή λέξη…

«Ο Σταυρός του Γολγοθά είναι η Μυστηριακή λατρεία της αρχαιότητας συμπυκνωμένη σε ένα γεγονός. Κατά πρώτον, ο Σταυρός ανακαλύπτεται στις αρχαίες κοσμογονίες» (σ. 301).

 

  1. Ακόμα και ο Βούδας μοιάζει με το Χριστό, αλλά έχει και κάποιες διαφορές! Ο Χριστός πάντως… υπερτερεί του Βούδα, κατά τον κ. Βελόπουλο!

Ο Βελόπουλος ισχυρίζεται ότι με το έργο του θέλησε να καταδείξει τη συνέχεια του αρχαιοελληνικού τρόπου σκέψης και ζωής στο Χριστιανικό (σ. Α-112). Διερωτώμαι όμως, πού και πώς εντάσσεται σε αυτή τη συλλογιστική ο Βούδας;  Μήπως ήταν αρχαίος Έλληνας; Ασφαλώς όχι. Τότε, τι δουλειά έχει ο Βούδας στην εργασία αυτή; Απλούστατα, η προσπάθεια αυτή της συσχετίσεως ειδωλολατρίας και Ορθοδοξίας εντάσσεται στο ευρύτερο πνευματικό περιβάλλον και τη στόχευση της Νέας Εποχής, της θεοσοφίας και της αναβίωσης των παγανιστικών θρησκειών. Δηλαδή, ουσιαστικά δεν ενδιαφέρει ο αρχαιοελληνικός τρόπος ζωής αλλά η σχετικοποίηση της αληθείας της Εκκλησίας, και ο υποβιβασμός του προσώπου του Κυρίου Ιησού Χριστού ως ενός από τους πολλούς μύστες που εμφανίστηκαν στην ανθρώπινη ιστορία.

Η παράγραφος αυτή με την εκτενή αναφορά στη σύγκριση Ιησού και Βούδα καταδεικνύει πέραν πάσης αμφισβητήσεως ότι η εργασία του Βελόπουλου εδράζεται και αντλεί περιεχόμενο από τη διδασκαλία της Νέας Εποχής, του αποκρυφισμού και της θεοσοφίας για τον Θεό, τον κόσμο, τον άνθρωπο, τη σωτηρία. Πιο συγκεκριμένα γράφει ο κ. Βελόπουλος:

«Η ζωή του Βούδα τελείωσε μεγαλοπρεπώς… Πέθανε μεταμορφωμένος, ως ένα σώμα φωτός, λέγοντας: ”Τίποτα δεν διαρκεί”!… Ο θάνατος του Βούδα αντιστοιχεί στη μεταμόρφωση του Ιησού…. Η γήινη ζωή του Βούδα τελειώνει στο σημείο αυτό, αλλά εδώ ακριβώς είναι που αρχίζει  το πλέον σημαντικό τμήμα της ζωής του Ιησού, τα πάθη του, ο θάνατος και η ανάσταση! Αυτή είναι και η διαφορά ανάμεσα στο Βούδα και στον Ιησού» (σ. 353).

« Για εκείνους που έχουν αναγνωρίσει τη θεία φύση τους, ο Βούδας και ο Ιησούς είναι μυημένοι με την πλέον υψηλή έννοια. Ο Ιησούς είναι ένας μυημένος μέσω της εγκατοίκησης της Ύπαρξης του Χριστού μέσα του. … Στη ζωή, όμως, του Ιησού εμπεριέχονται περισσότερα από όσα στη ζωή του Βούδα . η ζωή του Βούδα τελειώνει με τη μεταμόρφωση . το πλέον μνημειώδες τμήμα της ζωής του Ιησού αρχίζει μετά τη Μεταμόρφωση… Στη γλώσσα των μυημένων αυτό σημαίνει πως ο Βούδας έφτασε στο σημείο οπού το θείο φως αρχίζει να λάμπει μέσα στους ανθρώπους… Ο Ιησούς πηγαίνει μακρύτερα. Αυτός δεν πεθαίνει σωματικά, τη στιγμή που το κοσμικό φως λάμπει, μέσω αυτού. Τη στιγμή αυτή εκείνος (σσ. ο Χριστός) είναι ένας ΒούδαςΌμως, την ιδία στιγμή εισέρχεται σε μια φάση που βρίσκει έκφραση σε ένα ανώτερο βαθμό μύησης. Αυτός υποφέρει και πεθαίνει. Το γήινο στοιχείο εξαφανίζεται. Όχι, όμως, και το πνευματικό στοιχείο, το κοσμικό φως! Ακολουθεί η ανάστασή του. Αυτός αποκαλύπτεται σε όσους τον ακολουθούν ως Χριστός» (σ. 354). Υπερβαίνοντας τις βλασφημίες με τη σύγκριση Βούδα και Ιησού αξίζει μια επισήμανση: Για όσους έχουν μελετήσει τη διδασκαλία της Νέας Εποχής είναι πρόδηλος ο επηρεασμός του Βελόπουλου:  άλλο πράγμα ο Ιησούς και άλλο ο Χριστός,  δηλαδή η «Χριστική εμπειρία»-ιδιότητα (σ. 356), η όποια «εγκατοίκησε στην Ύπαρξη του Ιησού». Αυτή η ίδια «Χριστική εμπειρία»-ιδιότητα μπορεί να «εγκατοικήσει» και σε άλλους ανθρώπους και να τους κάνει και αυτούς «Χριστό» της εποχής τους! Απόλυτη διαστροφή της πίστης μας… Έτσι μπορεί να λέει ο γκουρού Σάι Μπάμπα στους “χριστιανούς” οπαδούς του: «Εσείς οι Χριστιανοί να προσεύχεσθε στο Χριστό γιατί τελικά σε μένα προσεύχεσθε, διότι εγώ είμαι ο Χριστός της σημερινής εποχής». Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να γράφει ο κ. Βελόπουλος: «Ο Χριστός και ο Ιησούς πρέπει να έρθουν σε σχέση ο ένας με τον άλλον» (σ. 291). Δηλαδή άλλο ο Χριστός και άλλο ο Ιησούς! Νεστοριανισμός αποκρυφιστικής προέλευσης!

Αυτή η νεοεποχητική προσέγγιση του είναι εμφανής εκτός των άλλων και από τη χρήση της λέξης  “ατραπός” για να δηλωθεί η πνευματική πορεία του ανθρώπου προς τον Θεό (π.χ. «κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, η έρευνα για τον εντοπισμό που οδηγούσε στην θεία ατραπό, ήταν ένα ζήτημα περισσότερο προσωπικό» (σ. 289) και  «να δώσει ένα εικονογράφημα των ατραπών που πρέπει να ακολουθήσει η ψυχή που επιθυμεί ν’ ανακαλύψει το Θεό» (σ. 298).

Και συνεχίζει για τη σχέση Ιησού-Βούδα ο Βελόπουλος: «Ο Βούδας, τη στιγμή της Μεταμόρφωσής του, ρέει μέσα στη μακαρία ζωή του Συμπαντικού Πνεύματος. Ο Χριστός αφυπνίζει το Συμπαντικό Πνεύμα για άλλη μια φορά, αλλά σε ανθρώπινη μορφή, σε παρούσα ύπαρξη…. Εκείνοι που μυούνται στο πνεύμα του μύθου του Όσιρι, πετύχαιναν μια τέτοια ανάσταση στη συνείδησή τους, ως μια εικονογραφική εμπειρία.

Στη ζωή του Ιησού, αυτή η  “μεγάλη” μύηση προστέθηκε στη μύηση του Βούδα, όχι ως μια φανταστική εμπειρία, αλλά ως πραγματικότητα. Ο Βούδας έδειξε με τη ζωή του ότι ο άνθρωπος  είναι Λόγος, και ότι αυτός επιστρέφει στο Λόγο, στο φως, όταν το γήινο τμήμα του πεθαίνει. Στον Ιησού, ο Λόγος ο ίδιος ενανθρωπίστηκε. Σε αυτόν ο Λόγος ενσαρκώθηκε!» (σ. 354).

«Οι Μυστικιστές επεδίωκαν να γινούν θεϊκοί και εύχονταν να βιώσουν την θεότητα. Ο Ιησούς κατέστη θείος . εμείς οφείλουμε να είμαστε πιστοί σε  Εκείνον, και τότε θα γινούμε συμμέτοχοι της θεότητάς Του, στην κοινότητα που θεμελιώθηκε από Αυτόν…  Στη Χριστική εμπειρία πρέπει να γίνει αντιληπτή μια ορισμένη φάση μύησης. Όταν ο μυστικιστής των προχριστιανικών χρόνων διερχόταν αυτή τη Χριστική εμπειρία, βρισκόταν μέσω της μύησης του, σε μια κατάσταση που τον καθιστούσε ικανό να αντιληφθεί πνευματικώς, στους ανώτερους κόσμους, κάτι στο όποιο δεν αντιστοιχούσε κανένα γεγονός από αυτά του κόσμου που γίνεται αντιληπτός με τις αισθήσεις. Βίωνε αυτό που περιλαμβάνει το Μυστήριο του Γολγοθά στον ανώτερο κόσμο. Αν ο Χριστιανός μυστικιστής διέρχεται την εμπειρία αυτή μέσω της μύησης, βλέπει το ιστορικό γεγονός που συνέβη στον Γολγοθά και ταυτοχρόνως γνωρίζει ότι το γεγονός αυτό που επισυμβαίνει  στο φυσικό κόσμο, έχει το πνευματικό περιεχόμενο που προηγουμένως θα μπορούσε να βρεθεί μόνο στα υπεραισθητά γεγονότα των Μυστηρίων. Με τον τρόπο αυτό εκπορευόταν στη Χριστιανική κοινότητα μέσω του μυστηρίου του Γολγοθά, αυτό που εκπορευόταν πριν στους μυστικιστές εντός των ναών» (σ. 356). Για τον Βελόπουλο η «Χριστιανική κοινότητα μέσω του μυστηρίου του Γολγοθά» συμμετείχε στην ίδια πνευματική εμπειρία «που εκπορευόταν πριν στους μυστικιστές εντός των ναών»!

«Οι Βουδιστές να αφηγούνται τη ζωή του Βούδα σχεδόν κατά τον τρόπο που οι Ευαγγελιστές αφηγούνται τη ζωή του Ιησού Χριστού, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και διαφορές» (σ. 245).

 

  1. Η Ανάσταση του Λαζάρου ήταν μύηση!

«Ο “Αιώνιος Λόγος” εισήλθε στο Λάζαρο. Στη γλώσσα των Μυστηρίων, αυτός έγινε ένας μυημένος, και το συμβάν του γίνεται αφήγηση για μας, δεν πρέπει να αποτελεί παρά μια πράξη μύησης!… Ο Ιησούς αγάπησε το Λάζαρο, γιατί τον έκρινε ώριμο για την αφύπνιση του “Λόγου” μέσα του!» (σ. 256).

«Το σώμα του Λαζάρου πέρασε για τρεις μέρες σε κατάσταση υπνοβατική… Ο Πατήρ “ήκουσε” τον Ιησού, γιατί ο Λάζαρος είχε φθάσει στην τελική πράξη του μεγάλου δράματος της επίτευξης της γνώσης. Γνώριζε, δηλαδή, πώς επιτυγχάνεται η ανάσταση. Μια μύηση στα μυστήρια ολοκληρώθηκε. Ήταν μια μύηση έτσι όπως γινόταν αντιληπτή σε ολόκληρη την αρχαιότητα, και την ολοκλήρωσε ο Ιησούς ως Μυητής!» (σ. 257).

«Ο Χριστιανισμός μέσω του γεγονότος αυτού (σσ. της Ανάστασης του Λαζάρου), συνδέεται με τα Μυστήρια. Ο Λάζαρος έγινε ένας μυημένος (μύστης), μέσω του ιδίου του Ιησού Χριστού, κι έτσι έγινε και κατάλληλος, για να εισέλθει στους ανώτερους κόσμους! Μπορεί, μάλιστα, να λεχθεί ότι υπήρξε ταυτοχρόνως ο πρώτος Χριστιανός μυημένος και ο πρώτος που μυήθηκε από τον ίδιο το Χριστό! Με τη μύησή του αυτή ο Λάζαρος απέκτησε την ικανότητα να αναγνωρίσει ότι ο “Λόγος” που αφυπνίστηκε μέσα του, προσωποποιήθηκε στον Ιησού Χριστό, και συνεπώς ήταν εκεί μπροστά του, με τη μορφή του αφυπνιστή του, της ιδίας δύναμης που εκδηλώθηκε πνευματικά μέσα του» (σ. 258).

 

  1. Η Θ. Ευχαριστία παραπέμπει στα μυστήρια της αρχαιότητας (Καβείρια, Ελευσίνια, Δελφικά, Διονύσια, Δωδωναία)!

«Οι μύστες με την πόσιν αίματος του θυσιασθέντος ταύρου, πίστευαν ότι κοινωνούν της σαρκός του θεού Διονύσου, της ουσίας αυτού, και ότι εξ αυτής της κοινωνίας αρύονται (αντλούν) από αυτόν δύναμιν! Αλλά αυτή ακριβώς η πίστη ισχύει και για τους Χριστιανούς!» (σ. 69).

«Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας μας παραπέμπει στα Μυστήρια της Αρχαίας Ελλάδας, Καβείρια, Ελευσίνια, Δελφικά, Διονύσια, Δωδωναία κ.λ.π. … Το βαθύτερο νόημα αυτών των τελετών δηλώνει την “μέθεξιν” του πιστού (μύστη) στη θεϊκή φύση του Διονύσου… Και τι άλλο μπορεί να σημαίνει η Θεία Ευχαριστία (Κοινωνία) για τον Χριστιανό, παρά ότι μετέχει του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, που είναι η Αλήθεια και η Ζωή;» (σ. 28).

«Είναι αδιάσειστες οι αποδείξεις ομοιότητας μεταξύ του λατρευτικού αυτού εθίμου της αρχαίας θρησκείας και του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας των Χριστιανών. Τόσο ο Ιησούς Χριστός, όσο και ο Διόνυσος σημαίνουν την αρχή μιας Νέας Ζωής, την όποια εγκαινιάζει η Ανάστασή τους, η Αναγέννησή τους» (σ. 143).

«Μέσα από τη μυστηριοποίηση της Μεταληπτικής Κοινωνίας (σσ. Θ. Κοινωνίας), που ταυτίζει το αίμα του Κυρίου με το αίμα της σταφυλής, τα σύμβολα του κλήματος και του κρασιού κυριεύουν τη νέα θρησκεία» (σ. 87).

 

  1. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν Πυθαγόρειος! Το ίδιο και η Αποκάλυψη! Ταυτόχρονα όμως ήταν και σιωνιστής!

Ο Ευαγ. Ιωάννης «είχε το χάρισμα να είναι Πυθαγόρειος!… Την Πυθαγόρεια Κοσμογονία ο ευαγγελιστής Ιωάννης την εκφράζει με τις παραπάνω δυο συμβολικές λέξεις, όπως έγραψε και ο Ιπποκράτης Δανόγλου στο περιοδικό “ΔΑΥΛΟΣ”, στις 12/93, σε ένα εξαίρετο άρθρο του με τίτλο “Πυθαγόρειες κοσμολογικές αλήθειες στα κείμενα της Χριστιανικής θρησκείας”» (σ. 207).

«Πυθαγόρεια γνώση έχει εντοπιστεί στο βιβλίο της Αποκάλυψης του ευαγγελιστή Ιωάννη» (σ. 211).

«Οι τέσσερις ευαγγελιστές προέρχονται από τέσσερις διαφορετικές μυστηριακές παραδόσεις» (σ. 245).

«Ίσως θα ξενίσει και θα προβληματίσει πολλούς το γεγονός ότι οι πεποιθήσεις των Ιουδαίων για το Μεσσία περιέχονται στην “Αποκάλυψη”. Γιατί; Πράγματι, στην “Αποκάλυψη” ο Μεσσίας καθιστά τους Εβραίους κυριάρχους στον κόσμο. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μεσσιανικές αυτές αντιλήψεις είναι προϊόντα της επιρροής των Εβραιοχριστιανών, και εκπηγάζουν από τις αποτυχημένες επαναστάσεις των Ιουδαίων κατά Ρωμαίων (70-130 μ.Χ.).

  Ο συγγράψας την “Αποκάλυψη” προσήλθε στο Χριστιανισμό, κυριαρχούμενος από μεσσιανικά οράματα. Γι’ αυτό, άλλωστε, αναφερόμενος στον Ιησού Χριστό, τον εμφανίζει να κάθεται πλάι στο θρόνο του Θεού, χωρίς να του αποδίδει θεία ιδιότητα, κι ούτε να τον ονομάζει Υιόν του Θεού» (σ. 217).

«Ο αφανισμός της ανθρωπότητας αντίκειται στο χριστιανικό πνεύμα, καθώς προβάλλει ολοφάνερη η ιουδαϊκή εικόνα του Θεού (Γιαχβέ) ως εκδικητή! Το γεγονός, επίσης, ότι οι … σεσωσμένοι θα είναι όλοι Εβραίοι, μας παραπέμπει κατευθείαν στην ιουδαϊκή αντίληψη ότι οι Εβραίοι είναι ο “περιούσιος” λαός!» (σ. 217).

«Πράγματι, οι όποιες ενστάσεις διατυπώνονται ως προς το περιεχόμενο της “Αποκάλυψης” οδήγησαν πολλούς στην άποψη ότι ο Ιωάννης ο θεολόγος δεν είναι ο συγγράψας την “Αποκάλυψη”, η όποια απηχεί σαφώς ιουδαϊκές αντιλήψεις. Γι’  αυτό, ακριβώς, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο είτε της παραχάραξης του περιεχόμενου, είτε και της αυθαίρετης ενσωμάτωσης του κειμένου αυτού στη χορεία των ιερών βιβλίων της Χριστιανικής Θρησκείας!!» (σ. 218).

 

  1. Τα Μυστήριά της η Εκκλησία μας τα δανείστηκε από την αρχαιο-ελληνική λατρεία.

«Η διαίρεση των Μυστηρίων, όπως και τα ιδία τα Μυστήρια, είναι δάνεια στοιχεία από την αρχαιοελληνική λατρεία» (σ. 52).

«Αξιόλογες είναι οι παρατηρήσεις του Rudolf Steiner … Ο χριστιανισμός ως πράξη μυστική είναι ένα είδος εξελίξεως στη σοφία των Μυστηρίων» (σ. 54).

 

  1. Τα αρχαία μαντεία χορηγούσαν την αυθεντική θεία Χάρη!

«Δεν μπορεί να νοηθεί Μαντική τέχνη χωρίς την επενέργεια του Θείου. Πρόκειται για “θεοληψία” στα ελληνικά Μαντεία, δηλαδή για αυθεντική επενέργεια του θείου!» (σ. 384).

«Οπωσδήποτε, θα ήταν ουσιαστική παράλειψη  να μην σημειωθεί ότι στα αρχαιοελληνικά Μαντεία κατόρθωναν και έφθαναν στη Θεία Χάρη» (σ. 390).

«Και στη σύγχρονη εποχή, οι γυναίκες είναι κατ’ εξοχήν τα ενδιάμεσα (μέντιουμ). “Και τότε, όπως και σήμερον,… η γυνή είναι επιδεκτικωτέρα διά την μετά του Θείου επικοινωνίαν“» (σ. 387).

«Το Θείον δεν έχει προτιμήσεις, προαιρέσεις και επιλογές, και οπωσδήποτε δεν επηρεάζεται από τις ποικίλες προσφωνήσεις και επιλογές, ούτε από τις ποικίλες προσφωνήσεις και επικλήσεις. Δηλαδή, είναι αδιάφορον, απαθές και ανεπηρέαστον, αν προσφωνείται  “Ζευς”, “Απόλλων” ή “Ιησούς Χριστός” ή ό,τι άλλο! Η παρουσία της Θείας Χάριτος επέρχεται όταν φθάσει κανείς σ’ αυτήν με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο μπορεί» (σ. 390).

«Επίλογος… Ο χριστιανός ιερέας μυσταγωγεί κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας, καθώς επίσης και όταν τελεί τα Μυστήρια (βάπτιση, γάμος, εξομολόγηση, θεία κοινωνία). Κατά τούτο, πολύ λίγο απέχει, ή ελάχιστα, από τον αρχαίο μυσταγωγό. Οι διαφορές είναι περισσότερο εξωτερικές, ιεροτελεστικές, και λιγότερο εσωτερικές και ουσιαστικές, είτε το θέλουν είτε όχι οι λογής μισαλλόδοξοι, οι “βόσκοντες” στα λιβάδια του δωδεκαθεϊσμού ή στους λειμώνες του χριστιανικού φανατισμού» (σ. 456).    

 

  1. Ο Βελόπουλος καταφέρεται κατά της Παλαιάς Διαθήκης, ακολου-θώντας τους αρχαιολάτρες!

«Ειδωλολάτρες και πολυθεϊστές ήταν αυτοί που αναφέρονται στην “Παλαιά Διαθηκη”… Οι Εβραίοι της “Παλαιάς Διαθήκης” ως πολυθεϊστές που ήσαν… Δεν προκύπτει από πουθενά, ότι οι Εβραίοι της Παλαιάς Διαθήκης ήσαν μονοθεϊστές» (σ. 206).

«Οι Εβραίοι πιστεύουν ότι ο δικός τους Θεός, ο Γιαχβε είναι εικόνα και ομοίωση του ανθρώπου, ενώ το αντίθετο ισχύει στο Χριστιανισμό (ο άνθρωπος είναι “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν” του Θεού). Παρατηρείται, λοιπόν, ευθύς εξ αρχής ότι οι θεωρίες περί Θεού των Ορφικοπυθαγορείων, του Πλάτωνα, των Στωικών ανάγονται σε ανώτερες πνευματικές σφαίρες…. Κατά συνέπεια, είναι ευχερές να διακρίνει κανείς ότι ο Χριστιανισμός συμπλέει με την αρχαιοελληνική αντίληψη περί της εννοίας του θείου…   Είναι ψεύδος, ότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ειδωλολάτρες και ότι πίστευαν σε πολλούς θεούς, ενώ δήθεν οι Εβραίοι ήταν μονοθεϊστές. Η αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες ήταν εκείνοι, οι όποιοι πρώτοι έδωσαν στον κόσμο το μονοθεϊσμό» (σ. 202).

«Ο Χριστιανισμός δέχεται ως προπομπό τής Καινής Διαθήκης την παλαιά Διαθήκη, αν και η αποδοχή αυτή έχει γίνει σήμερα επίμαχο σημείο. Πολλοί αρνούνται το κύρος της Π.Δ., επειδή προέρχεται από την Εβραϊκή Βίβλο, αν και μεταξύ τους υφίστανται ουσιώδεις διαφορές» (σ. 198). Σχόλιο: Ποια είναι η «Εβραϊκή Βίβλος» από την όποια «προέρχεται η Π. Διαθήκη» μόνο ο Βελόπουλος και οι ομοϊδεάτες του αρχαιολάτρες το γνωρίζουν…

«Υποστηρίζεται η άποψη ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας, με τη δογματοποίηση της πίστης, εμπόδισαν την εντονότερη επίδραση της παλαιάς θρησκείας στο Χριστιανισμό. Αν δε συνέβαινε αυτό, τότε ίσως δε θα συμπεριλαμβανόταν η Παλαιά Διαθήκη στη νέα Θρησκεία» (σ. 358).

«Αξίζει να σταματήσει κανείς στον Αριστοτέλη, τις απόψεις τού οποίου περί θεού ακολουθεί απολύτως η Ορθόδοξη Εκκλησία… Παρόμοια επιστημονική σύλληψη της εννοίας του όντος, του θεού, δεν συναντά κανείς στην “Παλαιά Διαθήκη”, όπου ο θεός παρουσιάζεται να ασχολείται επί μακρόν με απίθανα πράγματα» (σ. 205).

 

  1. Κατά τον Βελόπουλο δεν έπρεπε οι Άγιοι να καταδικάσουν τους Γνωστικούς!

Αναφέρει τους αιρετικούς Γνωστικούς Μαρκίωνα, Σατουρνίνο, Βαλεντίνο, Νοητό (σ. 199-200) και τις διδασκαλίες τους και σχολιάζει: «Σχετικώς με τα όσα διατύπωσαν οι ελληνοτραφείς και ελληνοπρεπείς αυτοί μελετητές, θα αναγνωρίσουμε ότι είναι ακατανόητο να τα απορρίψει η επίσημη Εκκλησία και να καταδικάσει τις απόψεις τους ως “αιρετικές”! Εντούτοις, “άλλως έδοξε τη επισήμω Εκκλησία”» (σ. 200). Αφού «είναι ακατανόητο» για τον Βελόπουλο, δεν έπρεπε να το κάνει η Εκκλησία…

«Για να απαντηθεί όμως το γιατί η επίσημη Εκκλησία χαρακτήρισε “αιρετικές” τις απόψεις των ελληνοτραφών λογίων, οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψη το κριτήριο της στάσης αυτής… φοβηθήκαν μήπως εξωθήσουν τους σημιτικής καταγωγής Χριστιανούς σε απόσχιση από την Εκκλησία… Η επίσημη Εκκλησία έκρινε προτιμότερο να στηριχθεί στην Εβραϊκή Βίβλο, της οποίας οι θέσεις ήταν πιο κατανοητές και προσιτές στην πλειοψηφία του λαού, παρά στις φιλοσοφικές θεωρίες των αρχαίων Ελλήνων» (σ. 201).

 

  1. Κατά τον Βελόπουλο δεν επιτρέπεται να πιστεύουμε ότι η πίστη μας είναι «εξ αποκαλύψεως»! Αυτή η αντίληψη προκαλεί «μισαλλοδοξία»!

«Κατά την ιδία  αντίληψη (σσ. την Ιουδαϊκή), ο Χριστιανισμός είναι θρησκεία εκ θείας Αποκαλύψεως, η όποια περικλείει την πλήρη και οριστική αλήθεια, αποκλείοντας οποιαδήποτε τροποποίηση… Επομένως, αυτή η στεγανοποίηση και η περιχαράκωση δεν αντιστοιχούν στον ελεύθερο ελληνικό στοχασμό. Είναι φυσική συνέπεια να εκπηγάζει από το δογματισμό αυτό η μισαλλοδοξία και να χαρακτηρίζονται όλες οι άλλες θρησκείες ως απατηλά επινοήματα» (σ. 197). Συνεπώς κατά τον Βελόπουλο, η Χριστιανική πίστη δεν είναι εξ αποκαλύψεως επειδή αυτό «δεν αντιστοιχεί στον ελεύθερο ελληνικό στοχασμό»!

 

Δ.  Οι διευκρινίσεις του Βελόπουλου για τις κακοδοξίες και βλασφημίες του.

Όπως ήδη ανέφερα, η έκδοση του βιβλίου τού Βελόπουλου προκάλεσε την εκκλησιαστική συνείδηση των πιστών και ασκήθηκε κριτική από επισκόπους και σοβαρούς θεολόγους, οι όποιοι άλλοι συνοπτικά και άλλοι με αναλυτική τεκμηρίωση κατέδειξαν ορισμένα από τα πολλά απαράδεκτα, υβριστικά και προσβλητικά για την Ορθόδοξη πίστη  που περιέχει η έκδοση αύτη.

Δυστυχώς ο Βελόπουλος όχι μόνο δεν κατάλαβε το πνευματικό του ολίσθημα αλλά παρέμεινε στις απόψεις του και δήλωσε στον τύπο:  “Το  βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό, είναι ιστορικό και όχι θρησκευτικό”»  (σ. Α-12) και «πεποίθησή μου είναι ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό» (σ. Α-13)!

Μάλιστα, επανεξέδωσε την εργασία του προτάσσοντας «Προσθήκη» 112 σελίδων. Στην πολυσέλιδη «Προσθήκη»:

  1. Τονίζει διά πολλών την πίστη και την προσήλωσή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία (ενδεικτικά: σελ. Α-13, Α-14, Α-15, Α-16, Α-21). Όμως, όπως ανέφερα πιο πάνω (σελ. 2) η διακήρυξη αυτή -ακόμα και αν είναι ειλικρινής- δεν είναι αρκετή σήμερα με την τόση πνευματική σύγχυση που επικρατεί. Επί πλέον δε, όταν κάποιος έχει δημοσιεύσει τόσες ύβρεις, βλασφημίες και κακοδοξίες και ταυτόχρονα διακηρύσσει την πίστη του στην Ορθοδοξία ή δεν καταλαβαίνει τι λέει ή προσπαθεί να εξαπατήσει τους πιστούς προς ίδιον οφελος ή απλώς επιβεβαιώνει τη ρήση του αειμνήστου π. Αντ. Αλεβιζόπουλου (πιο πάνω, σελ. 2).

 

  1. Ισχυρίζεται ότι δεν είχε την πρόθεση να προσβάλει την πίστη μας αλλά θέλησε να «βρεθούν τα όμοια σημεία σκέψης και συμπεριφοράς των αρχαίων και νέων Ελλήνων» (σ. Α-112) για να αντιμετωπίσει η Ελλάδα τους κινδύνους που την απειλούν. Γράφει στον «Επίλογο»: «Συνέλληνες, οι κίνδυνοι που απειλούν την Ελλάδα ολοένα και πυκνώνουν, οι προκλήσεις αυξάνονται, η προπαγάνδα των παγκοσμιο-ποιητών ναρκοθετεί τα όσια και τα ιερά της φυλής. Όμως παρόλα τα δεινά και τους κινδύνους, η Ελλάδα είναι από το Θεό προορισμένη να ζήσει και να μεγαλουργήσει, κι αυτό θα είναι γεγονός, γεγονός πανηγυρικό, με θριαμβευτή το αθάνατο ελληνικό πνεύμα που εκπολιτίζει και εξανθρωπίζει. Έσεται Ήμαρ» (σ. 457).

Ίσως αυτό είναι το σοβαρότερο πνευματικό πρόβλημα του Βελόπουλου: υποβιβάζει την Ορθόδοξη πίστη, νοθεύει το Ευαγγέλιο του Χριστού, εργαλειοποιεί την Εκκλησία: Το Άχραντο Σώμα του Κυρίου Ιησού Χριστού που συστήθηκε για να σώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα, όλα τα έθνη και τους λαούς, αποκτά άλλο προορισμό περιορίζεται σε ένα λαό και μετατρέπεται σε θεραπαινίδα της Ελλάδας με σκοπό να την σώσει. Ουσιαστικά η προσέγγιση του αυτή ακυρώνει την καθολικότητα της Ορθοδοξίας.

 

  1. Ζητά συγγνώμη από όσους σκανδαλίστηκαν με την έκδοση του. Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι πουθενά δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένες κακοδοξίες. Μόνο γενικολογίες και συχνή επανάληψη: «ίσως», «πιθανά», «αν» κ.ο.κ. Ενδεικτικά γράφει ο κ. Βελόπουλος:

«ίσως έκαμα κατά τη συγγραφή του έργου πιθανά φραστικά λάθη… Αν έσφαλα, αν επέλεξα λέξεις που προκαλέσαν σύγχυση, αν δεν διευκρίνισα» (σ. Α-8).

«φραστικά ή όποια άλλα λάθη έπραξα (ή δεν έπραξα, αλλά μου τα καταλόγισαν…)» (Α-10).

«Κι ίσως, το λάθος που έπραξα ήταν… Ίσως έπρεπε να πω» (Α-14).

«Ίσως φραστικά θα έπρεπε διαφορετικό τρόπο« (σ. Α-16).

«Ίσως, στην προσπάθεια μου … να φαίνεται πως έγινα ακραία ελληνολάτρης και αρχαιολάτρης»  (σ. Α-18).

«Αν δεχθούμε ότι χρησιμοποίησα λανθασμένες λέξεις σε λανθασμένες προτάσεις» (σ. Α-31).

«πιθανά δικά μου λάθη» (σ. Α-46).

Είναι θλιβερό για ένα συγγραφέα να μη θέλει ή να αδυνατεί να αντιληφθεί το μέγεθος της αστοχίας του σε τόσο καίριας σημασίας ζητήματα -όταν, μάλιστα, του το υποδεικνύουν αρμόδιοι κληρικοί και θεολόγοι- και να αναφέρεται απλώς σε «πιθανά φραστικά λάθη» ή «λέξεις που προκαλέσαν σύγχυση»  ή «λανθασμένες λέξεις»  ή «λανθασμένες προτάσεις»!

 

  1. Προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως θύμα της «μισαλλοδοξίας» και του «θρησκευτικού φανατισμού» εκ μέρους όσων επισκόπων και θεολόγων που του άσκησαν κριτική. Όμως δεν προσκόμισε το παραμικρό στοιχείο, ούτε καν ένδειξη, προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του περί «μισαλλοδοξίας» και «θρησκευτικού φανατισμού». Δυστυχώς γι’  αυτόν την απλή κριτική τη χαρακτηρίζει «μισαλλοδοξία»  και του «θρησκευτικό φανατισμό» Γράφει συγκεκριμένα:

«ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟ Και ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ Το ΕΝΑΝΤΙΟΝ Μου ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟ… από παραθρησκευτικές οργανώσεις που δρουν δυστυχώς ανεξέλεγκτα, κάνοντας κακό στην Εκκλησία μας»  (σ. Α-10).

«Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις που συνάντησε η έκδοση του βιβλίου, ο συγγραφέας Κυριάκος Βελόπουλος, εμμένει στην άποψη του ότι “το  βιβλίο είναι παρά πολύ καλό, είναι ιστορικό και όχι θρησκευτικό». (σ. Α-12).

«”Έγραψα” λέει ο ίδιος “ένα βιβλίο με καλή πρόθεση! Κάποιοι ακραίοι και παραθρησκευτικοί κύκλοι δεν αντιλήφθηκαν την καλή πρόθεση … Και πεποίθησή μου είναι ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό»  (σ. Α-13).

«Γιατί λοιπόν οι κατήγοροι μου έσπευσαν να με καταδικάσουν  ως βλάσφημο; Γιατί το γραπτό μου είναι το βλασφημότερο που γράφτηκε ποτέ;» (σ. Α-15).

«οι κακοπροαίρετοι να μην “αρπάξουν” σκόπιμα κάποια σημεία του έργου για να στραφούν εναντίον μου» (σ. Α-16).

«Εγώ, ένας απλός χριστιανός Έλληνας…. κατηγορήθηκα με βάναυσο, αντιχριστιανικό και αντιδημοκρατικό τρόπο» (σ. Α-85).

«άδικα και αψυχολόγητα με κατηγόρησαν για το βιβλίο» (σ. Α-28).

«άδικα με υβρίζουν ως αιρετικό και ψεύτη» (σ. Α-46).

  1. Τέλος, Δεν ανασκευάζει καμιά από τις κακοδοξίες και βλασφημίες που δημοσίευσε! Τις αναδημοσίευσε και στην «νέα εμπλουτισμένη έκδοση» ως είχαν, χωρίς την παραμικρή τροποποίηση!

 

Είναι πασιφανές ότι ο κ. Βελόπουλος εμμένει πεισματικά στις απόψεις του παραμένοντας αμετανόητος στους βλάσφημους και ανιστόρητους ισχυρισμούς του. Δηλώνει ρητά σε εφημερίδα:  «“Το  βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό, είναι ιστορικό και όχι θρησκευτικό»  (σ. Α-12) και «πεποίθησή μου είναι ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι πάρα πολύ καλό» (σ. Α-13)!

Αυτό ας το γνωρίζουμε οι Χριστιανοί… Σε αυτό και μόνο αποβλέπει η εργασία αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου


Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Recent Posts

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου