ΓΙΟΡΤΗ ΣΗΜΕΡΑ: Α' χαιρετισμοί της Παναγίας. Η αφορμή για να θεσπισθεί ο Ακάθιστος Ύμνος ως ακολουθία της Εκκλησίας (Χαιρετισμοί) στάθηκε η εκστρατεία του αυτοκράτορα Ηράκλειου εναντίον των Περσών. Οι Πέρσες είχαν κυριαρχήσει σε πολλές περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μεταξύ των οποίων και η Παλαιστίνη. Από κει άρπαξαν τον Τίμιο Σταυρό και αιχμαλώτισαν πολλούς χριστιανούς, μεταξύ των οποίων και τον Πατριάρχη Ζαχαρία.

Έχοντας αρκετά οικονομικά προβλήματα ο αυτοκράτορας, βρήκε ως αφορμή την αρπαγή αυτή προκειμένου να εκστρατεύσει εναντίον του Πέρση βασιλιά Χοσρόη, με τον οποίο είχε κι άλλα προηγούμενα. Στις μάχες που έγιναν ο βυζαντινός στρατός φάνηκε ότι θα έβγαινε νικητής στον πόλεμο αυτόν.

Τότε ο Χοσρόης, για να δημιουργήσει αντιπερισπασμό στον Ηράκλειο, ήρθε σε συνεννόηση με έναν λαό που ζούσε στα βόρεια του Βυζαντίου. Έτσι οι Άβαροι, ένας λαός που δεν υπάρχει σήμερα, έστειλαν τα πλοία τους και τον στρατό τους και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη από ξηρά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι υπερασπιστές της Πόλης στήριξαν την ελπίδα τους στην Θεοτόκο. Ο πατριάρχης Σέργιος πήρε την εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών και την περιέφερε στα τείχη, εμψυχώνοντας τους στρατιώτες. Σύμφωνα με την παράδοση το όραμα της σεμνοφορεμένης γυναίκας, που βάδιζε ανάλαφρα στα τείχη, της Παναγίας, έκανε τους Αβάρους πρώτα να απορήσουν και μετά να φοβηθούν. Το ίδιο όραμα έδινε θάρρος στους υπερασπιστές της Πόλης. Η πολιορκία λύθηκε, ενώ συγχρόνως στη θάλασσα σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία και τα πλοία των Αβάρων καταποντίσθηκαν ή έπαθαν σοβαρές ζημιές.

Ο λαός, κλαίγοντας από χαρά για τη σωτηρία του έτρεξε στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών – που σώζεται μέχρι σήμερα – και με βαθιά κατάνυξη έψαλε όρθιος ύμνους προς την Υπέρμαχο Στρατηγό (δηλαδή την στρατηγό που πολέμησε στο πλευρό τους). Μεταξύ αυτών πιο δημοφιλής υπήρξε ο ύμνος «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…», στον οποίο από τότε δόθηκε ο χαρακτηρισμός «Ακάθιστος». Είναι εγκωμιαστικός και ευχαριστήριος ύμνος και απευθύνεται στην Παναγία μας ως εξής: «Σε σένα Θεοτόκε, που είσαι η υπέρμαχος στρατηγός, επειδή λυτρώθηκα από τον φόβο των εχθρών, εγώ, η Πόλη σου, σου αφιερώνω τις τιμές της νίκης και σε ευχαριστώ που μας βοήθησες. Κι επειδή έχεις δύναμη που δεν μπορεί να νικηθεί, ελευθέρωσέ με από κάθε κίνδυνο, για να σου ψάλλω “Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε”.

Πότε ψάλλεται

Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.

Σήμερα 3 Μαρτίου εορτάζουμε την Α’ στάση των χαιρετισμών (Α-Ζ)

γγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ’ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι’ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι’ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι’ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.

χουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.