Της Αρχοντίας Παπαδοπούλου*
Η Μαγνησία του Σιπύλου είναι κτισμένη σε υψόμετρο 50 μέτρων από τη θάλασσα και σε απόσταση 41 χλμ βορειανατολικά της Σμύρνης. Απλώνεται στις βόρειες πλαγιές του όρους Σιπύλου και επάνω στη σπουδαιότατη από οικονομικής, εμπορικής, στρατιωτικής άποψης, σιδηροδρομική γραμμή Σμύρνης – Αφιόν Καραχισάρ – ‘Αδανα. Ανήκε διοικητικά στο Βιλαέτι ή Βαλελίκι (νομό) Σμύρνης και αποτελούσε ένα από τα πέντε Σαντζάκια της Επαρχίας Σμύρνης.
Αποτελεί αποικία των Μαγνήτων της Θεσσαλίας που την ίδρυσαν μεταξύ των ετών 975 – 800 π.Χ. στη μικρασιατική Λυδία (αργότερα συμπεριελήφθη στην περιοχή Ιωνίας) επάνω στην προϊστορική Τανταλίδα, το βασίλειο του Ταντάλου που βασίλευσε στα Ύστερα χρόνια της Εποχής του Χαλκού (1600 – 1100 π.Χ). Η πόλη Σίπυλος ή Τανταλίς, η μετέπειτα Μαγνησία, βρίσκεται στο επίκεντρο των απαρχών του αρχαιοελληνικού Μυθολογικού αιτιολογικού και κοσμογονικού Κύκλου. Συνενώνει τρεις ιστορικές περιοχές τη Μικρά Ασία, την Πελοπόννησο και τη Θήβα, καθώς και τις τέσσερις βασικές τραγικές οικογένειες Τανταλιδών, Ατρειδών, Νηλειδών, Λαβδακιδών, αλλά και τους γενάρχες των Αργείων και Πελασγών.
Ο Πέλοπας, γιος του Τάνταλου, έφθασε στην Ήλιδα έδωσε το όνομά του στην Πελοπόννησο και ίδρυσε την Οικογένεια των Πελοπιδών – Ατρειδών. Η θυγατέρα του Νιόβη παντρεύτηκε τον βασιλιά της Θήβας Αμφίωνα. Απέκτησε επτά κόρες και επτά γιους. Εξαιτίας της ύβρεως της απέναντι στη Λητώ ότι αυτή απέκτησε 14 παιδιά και η Λητώ μόνο δύο, ο Απόλλων και η Άρτεμις φόνευσαν τα παιδιά της Νιόβης εκτός από μία θυγατέρα και έναν γιο της. Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή μύθου απέκτησε από τον Δία δύο γιους τον Άργο γενάρχη των Αργείων και τον Πελασγό γενάρχη των Πελασγών. Η κόρη της Μελία παντρεύτηκε τον βασιλιά του Άργους Ίναχο, κατά ένα άλλο μύθο γέννησε τον Φορίωνα που οργάνωσε την πρώτη κοινωνία ανθρώπων μετά την καταστροφή του Ωγύγη, ενώ γιος της Μελίας είναι ο πατέρας του Νέστορα.
Καθ’ όλη την αρχαιότητα η Μαγνησία αναδείχθηκε σε σημαντική πόλη που έκοβε νομίσματα. Ανέπτυξε τον πολιτισμό και τα Γράμματα λειτουργώντας 12 Βιβλιοθήκες. Διοικητικά της όργανα: Βουλή, Γερουσία, πέντε Άρχοντες, Ταμίας, Αρχηγοί φυλών, Στρατηγοί, Γυμνασίαρχος. Υπήρχαν «Γυναικονόμοι», επειδή οι γυναίκες είχαν ενεργή ανάμειξη σε όλες τις μορφές του κοινωνικού και δημοσίου βίου. Κατά τη Ρωμαιοκρατία υπήρξε Συγκλητική Επαρχία και διατήρησε την κοπή νομισμάτων.
Από τις αρχές του Βυζαντίου εκκλησιαστικά ανήκε στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Εφέσου. Ο Μητροπολίτης είχε τον τίτλο «Ο Εφέσου Υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Ασίας» με Έδρα του τη Μαγνησία και το Κορδελιό. Από τη Μαγνησία κατάγονται σπουδαίοι εκκλησιαστικοί άνδρες μεταξύ αυτών ο Επίσκοπος της Μακάριος Μάγνης και ο τελευταίος Μητροπολίτης Κυδωνιών άγιος Γρηγόριος Ωρολογάς που καταγόταν από την Μαγνησία και βρήκε φρικτό θάνατο από τους Τούρκους τον Σεπτέμβριο του 1922. Στη Μαγνησία, επίσης γεννήθηκε και εκτελέστηκε κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού ο άγιος Χαράλαμπος.
Κατά τη Βυζαντινή περίοδο ανήκε στο Θέμα Θρακησίων και κατόπιν Νεοκάστρων. Η θέση της, την καθιστούσε σπουδαίο στρατιωτικό, εμπορικό και οικονομικό κέντρο, επειδή βρισκόταν στη στρατηγικότατη οδό που ένωνε τη βορειοδυτική μικρασιατική παραλία με τη νοτιοδυτική. Από εκεί περνούσαν τα εμπορικά καραβάνια.
Η Μαγνησία με την ευρύτερη περιοχή εντάχθηκε στην Αυτοκρατορία Νικαίας και ο αυτοκράτορας Ιωάννης Δούκας Βατάτζης τη μετέτρεψε σε θερινή πρωτεύουσα του Κράτους. Την κατέστησε κέντρο αποθήκευσης και διανομής τροφίμων που συγκεντρώνονταν εκεί από την Ανατολή, την Αίγυπτο, τις Ινδίες και όλο τον Κόσμο. Προέβη, επίσης, σε απογραφή των ακτημόνων και τους μοίρασε γη για να καλλιεργούν. Το σώμα του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, επτά χρόνια μετά τον θάνατό του, μεταφέρθηκε στη Μαγνησία και τοποθετήθηκε σε λάρνακα μέσα στον ομώνυμο ναό που έκτισαν οι κάτοικοι. Είναι ο προστάτης άγιος της πόλης.
Κατά τον 13ο – 14ο αιώνα η Μαγνησία καταστράφηκε από τις επιδρομές Τουρκομάνων, Μογγόλων, Τούρκων, Καταλανών και άλλων, ενώ οι κάτοικοί της άλλοι σφαγιάσθηκαν και άλλοι πωλήθηκαν ως δούλοι.
Οι Έλληνες της Μαγνησίας, όπως και εκατοντάδες άλλοι από τις πόλεις της Ελληνικής Ανατολής, με την έκρηξη του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα μας, ήρθαν στη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα να πολεμήσουν για την «Ελευθερία της κοινής Πατρίδας», όπως γράφουν οι αγωνιστές αυτοί στις αιτήσεις τους προς τις Εξεταστικές Επιτροπές, με τις οποίες αιτούνταν σύνταξη «ώστε να μην αποθάνουν της πείνας».
Από τον 16ο αιώνα και μετά άρχισε η πνευματική της ανάκαμψη. Το 1860 λειτουργούσαν: Νηπιαγωγείο, δύο Αλληλοδιδακτικά, Κορασιακό ( παρθεναγωγείο), Ελληνική Σχολή. Το 1875 υπήρχαν Τριτάξιο Σχολαρχείο, Οκτατάξια Κεντρική Αλληλοδιδακτική Σχολή, Οκτατάξια Αλληλοδιδακτική Σχολή του Νοσοκομείου, Οκτατάξια Αλληλοδιδακτική σχολή, Κεντρικό Παρθεναγωγείο, δύο Οκτατάξια Παρθεναγωγεία. Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν αυτά των σχολείων του Ελληνικού Κράτους. Αρχές 20ου αι. συναντούμε τρία νηπιαγωγεία Φροεβελιανής μεθόδου, δύο Δημοτικά (αρρένων – θηλέων), δύο εξατάξιες Αστικές Σχολές αρρένων και δύο θηλέων, Επτατάξιο Αρρεναγωγείο, δύο ημιγυμνάσια ( αρρένων- θηλέων ), ένα Παρθεναγωγείο. Στην πόλη λειτουργούσαν νοσοκομείο, ψυχιατρείο, φαρμακεία.
Μητροπολιτικός ναός ήταν ο άγιος Αθανάσιος και οι ναοί του αγίου Δημητρίου, αγίων Θεοδώρων, ο κοιμητηριακός ναός της Ζωοδόχου Πηγής, Τριών Ιεραρχών που είχαν μετατρέψει σε τζαμί οι Τούρκοι, όπως και του αγίου Ιωάννου. Στο κοντινό Χορόσκιοϊ λειτουργούσε ο ναός της αγίας Αναστασίας Φαρμακολυτρίας περιώνυμος σε ολόκληρη τη Μ. Ασία.
Οι Έλληνες κάτοικοι αριθμούσαν περισσότεροι από 30.000 και ομιλούσαν μόνο την ελληνική. Ασχολούνταν με το εμπόριο, τη γεωργία, την αμπελουργία με την περίφημη σουλτανίνα σταφίδα, την ελαιοκομία, την κτηνοτροφία, την καλλιέργεια οπωροκηπευτικών. Η πόλη διέθετε κάθε είδους επαγγέλματα και καταστήματα.
Στις 12/ 25 Μαΐου 1919 εισήλθε στην πόλη το 5ο Σύνταγμα Πεζικού και Πυροβολικού με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Κ. Τσάκαλο κρατώντας την Ελληνική Σημαία. Ηγείτο δύο ταγμάτων Πεζικού, ενός ουλαμού Ιππικού και ενός ουλαμού Πυροβολικού. Την πόλη χρησιμοποίησε ως Έδρα του το Σώμα Στρατού Σμύρνης. Τον ελληνικό στρατό υποδέχθηκαν 0 Μητροπολίτης, ο κλήρος και οι Έλληνες με παραλήρημα ενθουσιασμού και την γαλανόλευκη στα μπαλκόνια τους.
Στην περιοχή γύρω από τον Έρμο ποταμό εγκαταστάθηκε η 5η Μοίρα ορεινού πυροβολικού και όταν το μεγαλύτερο μέρος του στρατού προχώρησε προς το βάθος, παρέμεινε η 13η Μεραρχία με Διοικητή τον Υποστράτηγο Ιάκωβο Νεγρεπόντη. Επίσης το Σύνταγμα 5/42 του Ν. Πλαστήρα στρατωνίστηκε μέσα στην πόλη. Οι Μαγνησαλίδες κατατάχθηκαν αθρόα στον ελληνικό στρατό, ιδρύθηκε η Φανέλα του Στρατιώτου και η Άμυνα με πρώτους τους προσκόπους και με εκπαιδευτές Έλληνες αξιωματικούς.
Οι Τούρκοι όταν μπήκαν στην πόλη τον Αύγουστο του 1922 αιχμαλώτισαν και έσφαξαν όσους από τους κατοίκους δεν πρόλαβαν να φύγουν. Σύμφωνα με τον Ηλία Βενέζη (αιχμάλωτος και ο ίδιος, από τους λιγοστούς που επέστρεψαν στην Ελλάδα) περίπου 40.000 Έλληνες, μεταξύ τους και οι εναπομείναντες Μαγνησαλίδες, εκτελέστηκαν σε χαράδρες του Σίπυλου.
(*) Αρχοντία Παπαδοπούλου, Ιστορικός – Φιλόλογος, Πρόεδρος της Ενώσεως Μαγνησίας Μ. Ασίας, πρ. Δ/ντρια Δ/νσης Β/θμιας Εκπ/σης Πειραιά. Πηγή: Από το βιβλίο Αρχοντίας Παπαδοπούλου «Η Μικρασιατική Μαγνησία του Σιπύλου (975 π.Χ. – 1922 μ.Χ.)
______________________________
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του ΙΗΑ εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς – μέλη του ΙΗΑ. Η ιστοσελίδα του ΙΗΑ δεν λογοκρίνει, ούτε επεμβαίνει σε άρθρα – κείμενα των μελών του ΙΗΑ.
______________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου