Τάμα του Έθνους
Συμπλήρωμα εις την Ομιλία της 7.11.2021
(Ναύπλιον «Βουλευτικόν»)
Η Πρόσφορά του Ιδρύματος Προασπίσεως Ηθικών και Πνευματικών Αξιών προς την Εκκλησία
29.11.2021
Λόγω συνεχῶν διακοπῶν καί ὀχλήσεων ὁ Πρόεδρος δέν ἠδυνήθη νὰ ὁλοκληρώσῃ τά σπουδαῖα καὶ θεμελιώδη ἱστορικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα παρατίθενται κατωτέρω:
« Τό Τάμα τοῦ Ἔθνους »
(Μνημεῖον Δοξολογίας, Εὐγνωμοσύνης, Παρακλήσεως)
Παρ’ ὅλον πού γνωρίζω ὅτι διὰ τούς «νοῦν ἔχοντας» ἀποτελεῖ «Κοινόν Τόπον» τό θέμα διὰ τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς ἀπασχολήσω, ἐν τούτοις ὑποβάλλω τὴν παροῦσαν ὡς ἐκδήλωσιν ψυχικῆς μου ἀνάγκης, ὑπότὴν Ἔποψιν ὅτι εἶναι Ἠθική μου Προσφορά, δίκην κοδράντη (ρωμαϊκὸν νόμισμα ποὺ ἀντιστοιχοῦσε εἰς τὸ 1/64 τοῦ Ἀσημένιου Ρωμαϊκοῦ Δηναρίου καὶ εἰς τὸ 1/1600 τοῦ Χρυσοῦ Δηναρίου) τῆς χήρας τοῦ Εὐαγγελίου.
Α΄
Ὁ 19ος Αἰὼν ἦτο Αἰὼν Προόδου τῶν Ἐπιστημῶν, τῶν Τεχνῶν καὶ τῶν Γραμμάτων. Ἦτο ὅμως καὶ Αἰών ἑνὸς τῶν Μεγαλυτέρων Θαυμάτων εἰς τὴν Ἱστορίαν τῆς Πορείας τοῦ Ἀνθρωπίνου Γένους.
Τοῦ Θαύματος τῆς Ἑλληνικῆς Έπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὅταν ὁλόκληρος Εὐρώπη ἔτρεμε πρὸ τῆς Πανισχύρου Ὀθωμανικής Αὐτοκρατορίας, τῆς Βαρβάρου καὶ Ἀνηλεοῦς Σπάθης της. Ὅταν ὁ Πατριάρχης, ἀναλογιζόμενος τὴν τραγωδίαν καὶ τὸν κίνδυνον ἐξαφανισμοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους εἰς περίπτωσιν ἀποτυχίας, ἀφώριζε τὴν Ἐπανάστασιν (ὄντως εἶναι γεγονὸς ὁ ἀφορισμός, δι’ ὅνπερ ὁ Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ Κρέμασε τὸν Πατριάρχην καὶ ὄχι εἰκονικῶς – ἄς θυμηθοῦμε λίγο τὸν Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτην, ὁ ὁποῖος ἀπήγγειλε συγκλονιστικὰ τὸ ποίημά του «Τὸ σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη»:
«Πῶς μᾶς θωρεῖς ἀκίνητος;… ποῦ τρέχει ὁ λογισμός σου…»
«ΤΟ ΣΧΟΙΝΙ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ»
ΠΟΙΗΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΒΑΛΑΩΡΙΤΟΥ
ἐκ Λευκάδος (1824-1879)
ΔΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΝ ΤΟΝ Ε΄
ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ἀπαγγελθὲν κατὰ τὴν τελετὴν ἀποκαλυπτηρίων τοῦ ἀνδριάντος αὐτοῦ εἰς τὰ προπύλαια τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (σημερινὸν Ἐθνικὸν & Καποδιστριακὸν Πανεπιστήμιον Ἀθηνῶν) *
Πῶς μᾶς θωρεῖς ἀκίνητος;… Ποῦ τρέχει ὁ λογισμός σου,
τὰ φτερωτά σου ὄνειρα;… Γιατὶ στὸ μέτωπό σου
νὰ μὴ φυτρώνουν, γέροντα, τόσαις χρυσαῖς ἀχτίδες,
ὅσαις μᾶς δίδ’ ἡ ὄψη σου παρηγοριαῖς κ’ ἐλπίδες;…
Γιατὶ στὰ οὐράνια χείλη σου νὰ μὴ γλυκοχαράζῃ,
πατέρα, ἕνα χαμόγελο;… Γιατὶ νὰ μὴ σπαράζῃ
μὲσα στὰ στήθη σου ἡ καρδιά, καὶ πῶς στὸ βλέφαρό σου
οὔτ’ ἕνα δάκρυ ἐπρόβαλε, οὔτ’ ἔλαμψε τὸ φῶς σου;…
Ὁλόγυρά σου τὰ βουνὰ κ’ οἱ λόγγοι στολισμένοι
τὸ λυτρωτή τους χαιρετοῦν… Ἡ θάλασσ’ ἀγριωμένη
ἀπὸ μακρὰ σ’ ἐγνώρισε καὶ μ’ ἀφρισμένο στόμα
ποὺ σὲ κρατεῖ στὰ σπλάχνα του… Θυμᾶται τὴν ἡμέρα,
ὁποὺ κι’ αὐτὴ στὸν κόρφο της, σὰν τρυφερὴ μητέρα,
πατέρα μου, σ’ ἐδέχτηκε… Θυμᾶται στὸ λαιμό σου
τὸ ματωμένο τὸ σχοινί, καὶ στ’ ἅγιο πρόσωπό σου
τ’ ἄτιμα τὰ ραπίσματα… τὸ βόγγο… τὴ λαχτάρα…
τοῦ κόσμου τὴν ποδοβολή… Θυμᾶται τὴν ἀντάρα…
τὴν πέτρα, ποὺ σοῦ κρέμασαν… τὴ γύμνια τοῦ νεκροῦ σου…
τὸ φοβερὸ τὸ ἀνάβρασμα τοῦ καταποντισμοῦ σου…
Δὲν ἐλησμόνησε τὴ γῆ ποὺ σὤγινε πατρίδα,
οὔτε τὸ χέρι ποὺ εὔσπλαχνο μ’ ὁλόχρυση χλαμύδα
τὴ σάρκα σου ἐσαβάνωσε τὴ θαλασσοδερμένη,
ὅταν, πατέρα μου, ἄκαρδοι, γονατισμέν’ οἱ ξένοι
τὸ αἶμά σου ἔγλυφαν κρυφὰ στὰ νύχια τοῦ φονιᾶ σου…
Τώρα σὲ βλέπει γίγαντα, πατέρα, ἡ θάλασσά σου…
Τὸ λείψανό σου τὸ φτωχό, τὸ ποδοπατημένο,
τ’ ἀνάστησε ἡ ἀγάπη μας κ’ ἐδῶ μαρμαρωμένο
θὰ στέκῃ ὁλόρθο, ἀκλόνητο κ’ αἰώνιο θὰ νὰ ζήσῃ,
νἆναι φοβέρα ἀδιάκοπη σ’ Ἀνατολὴ καὶ Δύση…
Πενῆντα χρόνοι πέρασαν σὰν νἄτανε μιὰ μέρα!…
Γιὰ σᾶς ποὺ εἶσθε ἀθάνατοι φεύγουν γλυκειαῖς, πατέρα,
πετοῦν ἡ ὥραις ἀμέτρηταις στοῦ τάφου τὸ λιμάνι…
Γιὰ μᾶς… καὶ μόνη μιὰ στιγμὴ ἀρκεῖ νὰ μᾶς μαράνῃ…
Πενῆντα χρόνοι πέρασαν κι’ ἀκόμη ἡ ἀνατριχίλα
βαθειὰ μᾶς βόσκει τὴν καρδιά… Μὲ τὰ χλωρὰ τὰ φύλλα
ἀνθοβολεῖ κι’ ὁ τὰφος σου καὶ στὸ μνημόσυνό σου
ὑψώνεται στὸν οὐρανὸ τὸ νεκρολίβανό σου
μὲ τῶν ἀνθῶν τὴ μυρωδιὰ καὶ μὲ τὸ καρδιοχτύπι
τοῦ κόσμου,, ποὺ ἐζωντάνεψες… Γέροντα, τὶ σοῦ λείπει;…
Πῶς μᾶς θωρεῖς ἀκίνητος;… Ποῦ τρέχει ὁ λογισμός σου;…
Ποιός εἶν’ ὁ πόθος σου ὁ κρυφὸς καὶ ποιό τὸ μυστικό σου;…
Εἶχαν ξυπνήσει ἀνέλπιστα οἱ νεκρωμένοι δοῦλοι
κι’ ἀπὸ τὸ γέρο Δούναβη ὡς τ’ ἄγριο Κακοσοῦλι
ἔβαζε γῆ καὶ θάλασσα… Σεισμός, φωτιά, τρομάρα,
σπαθὶ καὶ ψυχομάχημα καὶ δάκρυ καὶ κατάρα.
Ἐβρόντουν κι’ ἄστραφταν παντοῦ τὰ κλέφτικα λημέρια…
Γοργὰ τοῦ Χάρου ἐθέριζαν τ’ ἀχόρταγα τὰ χέρια,
κ’ ἦταν ὁ πόλεμος χαρά, τὰ φονικὰ παιχνίδια…
Μὲ μιᾶς θολώνουν τοῦ Ὄλυμπου τὰ χιονισμένα φρύδια
καὶ μαῦρα νέφη ἁπλώνονται στοῦ Κίσσαβου τὴ ράχη…
Ἀνατριχιάζουν τὰ κλαριὰ καὶ τὰ νερὰ κ’ οἱ βράζοι
μένουν παράλυτα, νεκρά, σὰν νἆχε διαπεράσει
κρυφὸ μαχαίρι αὐτὴ τὴ γῆ κ’ ἐσκότωσε τὴν πλάση…
Εἶχε προβάλει ἀπὸ μακρὰ πουλὶ κυνηγημένο
σὰ σύγνεφο μὲ τὸ βορειᾶ καὶ μαυροφορεμένο,
σκοτείδιασε τὸν οὐρανὸ μὲ τὰ πλατειὰ φτερά του,
καὶ μὲ φωνή, ποὺ ἐξέσχιζε σκληρὰ τὰ σωθικά του,
ἐρρέκαξε κ’ ἐβρόντησε… «Χτυπᾶτε, πολεμάρχοι!…
Ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ὁ χαλσμός… Κρεμοῦν τὸν Πατριάρχη!…
Τοῦ μυστικοῦ διαλαλητῆ πέφτει στὴ γῆ, στὸ κῦμα
τὸ φλογερὸ τὸ μήνυμα κι’ ἀπὸ ἕνα τέτοιο κρῖμα
ἐφύτρωσε ἄσβεστη φωτιὰ καὶ μὲ τὴ δύναμή σου
ἐθέριεψε, ἐζωντάνεψε τ’ ἄτιμο τὸ σχοινί σου
κ’ ἔγεινε φίδι φτερωτὸ στὸν κόρφο τοῦ φονιᾶ σου…
Καλόγερε, πῶς δὲν ξυπνᾷς νὰ ἰδῇς τὰ θαύματά σου;…
Ἀναστηλώνεται ὁ Μωρηᾶς… Ἡ Ρούμελη μουγκρίζει…
Ἱδρώνουν αἷμα τὰ βουνά, τὸ δάκρυ πλημμυρίζει…
Παντοῦ παράπονο βαθὺ καί ἀλαλαγμοὶ καὶ θρῆνοι…
Διαβαίνει μαύρ’ ἡ ἄνοιξη. Τὰ ρόδα σας, οἱ κρίνοι
λησμονημένοι τήκονται καὶ τὰ πουλιὰ σκιασμένα
ἀφίνουν ἔρμη τὴ φωλιὰ καὶ φεύγουνε στὰ ξένα…
Στοῦ Γερμανοῦ τὸ μέτωπο κρυφὰ γλυκοχαράζει
τοῦ Γένους τὸ ξημέρωμα… Πᾶσα ματιά σου σφάζει…
Διωγμέν’ ἀπὸ τὸν Κάλαμο, μὲ τὴν ψυχὴ στὸ στόμα,
χιλιάδες γυναικόπαιδα δὲ βρίσκουν φοῦχτα χῶμα
νὰ μείνουν ἀκυνήγητα… κι’ ὁ Χάρος δεκατίζει…
Ρυάζεται ὁ Βάλτος, σὰ θεριὸ τὴ χαίτη του ἀνεμίζει…
Φλόγα παντοῦ καὶ σίδερο… δὲν θ’ ἀπομείνῃ λόθρα…
Στὴν Κιάφα νεκρανάσταση… στοῦ Πέτα καταβόθρα…
Πέτρα δὲ μένει ἀσάλευτη… κλαρὶ χωρὶς κρεμάλα…
Ἐρμιὰ καὶ ξεθεμέλιωμα στὴν Τρίπολη, στοῦ Λάλα…
Κι’ ὅταν τὸ χέρι ἐχόρταινε κ’ ἔπεφτε στομωμένο
νὰ ξανασάνῃ τὸ σπαθὶ στὴ θήκη ξαπλωμένο,
ἐφώναζε ὁ ἀντίλαλος… «Χτυπᾶτε, πολεμάρχοι!…
Ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ὁ χαλασμός… Κρεμοῦν τὸν Πατριάρχη!»…
Φριμάζουν τὰ Καλάβρυτα… Καπνίζει τὸ Ζητοῦνι…
κ’ ἡ Μάνη ἡ ἀνυπόμονη τεντώνει τὸ ρουθοῦνι
σὰν τὸ καθάριο τἄλογο, νὰ μυριστῇ τ’ ἀγέρι
πού, ταχυδρόμος τ’ οὐρανοῦ, μὲ τὰ φτερά του φέρει
τοῦ Διάκου τὴ σπιθοβολὴ καὶ τὴν ἀναλαμπή του…
Ὁ γυιὸς τ’ Ἀνδρούστου στὴ Γραβιὰ στηλώνει τὸ κορμί του
κ’ ἐπάνω του, σὰ νἄτανε θεόχτιστο κοτρῶνι,
συντρίβεται ἡ Ἀρβανιτιὰ μὲ τὸν Ὀμὲρ Βρυώνη…
Φεγγοβολοῦν τὰ πέλαγα στὴν Τένεδο, στὴν Σάμο
καὶ κάθε κῦμα πὤρχεται νὰ ξαπλωθῇ στὴν ἄμμο
ξερνῶντας αἷμα καὶ φωτιά, φωνάζει… «Πολεμάρχοι!…
Ἐκδίκηση… ἄσπλαχνη… παντοῦ… Κρεμοῦν τὸν Πατριάρχη!».
Τὸ Σοῦλι τὸ ἀνυπόμονο ψηλὰ στὸ Καρπενῆσι
τοῦ Βότδαρή σου τὴν ψυχὴ γιὰ νὰ σὲ προσκυνήσῃ
σοῦ στέλλει αἱματοστάλαχτη… Στὸν τάφο του κλεισμένο
τὸ Μισολόγγι σκέλεθρο, γυμνό, ξεσαρκωμένο,
δὲν παραδίδει τἄρματα, δὲ γέρνει τὸ κεφάλι…
Κρατεῖ γιὰ νεκροθάφτη του τὸ Χρῆστο τὸν Καψάλη,
τὸ ράσο τοῦ Δεσπότη του φορεῖ γιὰ σάβανό του,
καί φλογερὸ μετέωρο πετᾷ στὸν οὐρανό του
καὶ θάφτεται ὁλοζώντανο… Στὸ διάβα του τρομάζουν
τ’ ἀστέρια ποὺ τὸ κύτταζαν, καὶ ταπεινὰ μεριάζουν…
Κλαρὶ δὲ φαίνεται χλωρὸ καὶ τὸ στερνὸ χορτάρι,
πὤμεινε ἀκόμα πράσινο, τ’ ἀράπικο ποδάρι
τὸ μάρανε, τὸ σκότωσε… Χορτάσαν οἱ κοράκοι…
Στὴ Ράχωβα, στὸ Δίστομο μὲ τὸν Καραϊσκάκη
ἀδελφωμένο πολεμᾷ τῆς Λιάκουρας τὸ χιόνι…
Θερίζει τ’ ἄσπλαχνο σπαθὶ κι’ ὁ πάγος σαβανώνει…
Πλαταίνει πάντα ἡ ἐρημιὰ καὶ τὸ σχονί σου σφίγγει
τοῦ λύκου μας τοῦ ἑφτάψυχου τ’ ἀχόρταγο λαρύγγι…
Ὁ κόσμος ἀνταριάζεται… Καὶ τὰ σκυλόδοντά του
ξερριζωμένα πνίγονται μὲ τὰ ρυάσματά του
στοῦ Ναβαρίνου τὰ νερά… καὶ φεύγει… Ἀνάθεμά τον!…
Ἐσκόρπισαν τὰ σύγνεφα μὲ τ ἀστραπόβροντά των
καὶ κούφια ἀπέμεινε ἡ βοὴ τοῦ μαύρου καταρράχτη…
Μ’ αὐτά… μ’ αὐτὰ τὰ κόκκαλα, τὰ τρίμματα, τὴ στάχτη
ἐχτίσαμε, πατέρα μου, τὴ φτωχικὴ φωλειά μας,
κ’ ἐκεῖθε ἐφύτρωσε ἡ μυρτιὰ καὶ τὰ δαφνόκλαρά μας,
π’ ἀνθοβολοῦν τριγύρω σου… Γιατὶ τὰ δάχτυλά σου
ἀκίνηταα δὲν εὐλογοῦν τὰ μαῦρα τὰ παιδιά σου;…
Στ’ ἀνδρειωμένα σπλάχνα σου, μακρ’ ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα
ἐρρίζωσε τόσο βαθειὰ τοῦ Χάρου ἡ φαρμακάδα,
π’ οὔτε τοῦ Ρήγα ἡ συντροφιά, καλόγερε, δὲ φθάνει
τὰ σφραγισμένα χείλη σου ν’ ἀνοίξῃ, νὰ γλυκάνῃ…
οὔτε τὸ φῶς τὸ ἀκοίμητο ποὺ στὸ πλευρό σου χύνει
αὐτὸ μας τὸ περήφανο, τὸ φλογερὸ καμίνι;…
οὔτε τὰ δέντρα, τὰ πουλιά, τὰ πράσινα χορτάρια…
οὔτε τὰ βασιλόπουλα, τοῦ Θρόνου μας βλαστάρια,
που θἄρχωνται νὰ χαιρετοῦν τοῦ ποιητῆ τὴ λύρα,
καὶ νὰ ρωτοῦν πῶς ἔγεινε τὸ ράσο σου πορφύρα;…
Τί θέλεις, γέροντ’ ἀπὸ μᾶς;… Δὲ νοιώθεις μιὰ ματιά σου
πόσαις θὰ ἐφλόγιζε καρδιαῖς κι’ ἀπὸ τὰ σωθικά σου
πόση θα ἐβλάστενε ζωή;… Πῶς δὲν ξυπνᾷς, πατέρα;…
Δὲ φέγγει μὲς στὸ μνῆμά σου οὔτε μιὰ τέτοια μέρα;…
Τὸ μάρμαρο μένει βουβό… Καὶ θὰ νὰ μείνῃ ἀκόμα
ποιός ξέρει ὡς πότ’ ἀμίλητο τὸ νεκρικό του στόμα…
Κοιμᾶται κι’ ὀνειρεύεται… καὶ τότε θὰ ξυπνήσῃ,
ὅταν στὰ δάση, στὰ βουνά, στὰ πέλαγα, βροντήσῃ
τὸ φοβερό μας κήρυγμα… «Χτυπᾶτε, πολεμάρχοι!…
Μὴ λησμονεῖτε τὸ σχοινί, παιδιά, τοῦ Πατριάρχη!»…
https://www.youtube.com/watch?v=s6C3Y43SGJI
*Περισσσότερες λεπτομέρειες εὶς τὸ πανηγυρικὸ τεῦχος τῆς «Φωτεινῆς Γραμμῆς» ἔτους 2021
τὴν 25ην Ἀπριλίου 1871 κατὰ τὰ ἀποκαλυπτήρια τοῦ ἀνδριάντος τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ εἰς τὰ Προπύλαια τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Ὅταν οί Εὐρωπαῖοι ἐχλεύαζον τοὺς Ἕλληνες ὡς τρελούς. Τόσα καὶ τόσα ὅταν!!!!!!!!!!
Ἔγινε τὸ μέγα Θαῦμα.Ἡ πίστις μας εἰς τὸν Θεὸν Δίκαιον μετέτρεψε τὴν Διαλεκτικὴν τῆς Ἀπαισιοδοξίας ποὺ ἐπεκράτει πρὸ τῆς Ἐπαναστάσεως εἰς Διαλεκτικὴν Αἰσιοδοξίας. Εἰς Δύναμιν τοῦ Πνευματικοῦ Ἀγῶνος τῶν Ἑλλήνων τὸ 1821. «Ὅταν ἀποφασίσαμεν νὰ κάνωμεν τὴν Ἐπανάστασιν, δέν Ἐσυλλογίσγημεν οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πὼς δὲν ἔχομεν Ἅρματα, οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι Βαστοῦσαν τὰ Κάστρα καὶ τὰς Πόλεις, οὔτε κανένας Φρόνιμος μᾶς εἶπεν «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὰ Σιταροκάραβα Βασσέλα…».
«Φυλάξατε τὴν πίστιν σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ Ἅρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ Πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος»!!!!!!!!!!
Ὅσοι διαθέτουν Κόκκον Κριτικῆς Σκέψεως ἐννοοῦν τὸ Μέγεθος καὶ τὸ Βάθος τῶν Λόγων αὐτῶν τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ πρὸς Μαθητὰς τοῦ Ἑλληνικοῦ Γυμνασίου στὴν Πνύκα.
Εἶναι ἕνα Σάλπισμα περὶ τῶν Πνευματικῶν Δυνάμεων.
Ὁ Ναὸς τοῦ Σωτῆρος πρέπει νὰ εἶναι ὄχι ἕνα Μουσεῖον, ἀλλὰ Ζωντανὸς Ὀργανισμός, τοῦ ὁποίου ἡ Φωνὴ νὰ ἀκούεται νυχθημερὸν εἰς τὰ πέρατα τῆς Γῆς.
Καί ὅπως λέγει ὁ Ἐθνικός μας ποιητής:
« Μὲ φωνὴ πούὺ καταπείθει προχωρώντας ὁμιλεῖς:
Σήμερα, ἄπιστοι, ἐγεννήθη,
ναί, τοῦ Κόσμου ὁ Λυτρωτής (97)»
«Αὐτὸς λέγει…Ἀφογκρασθῆτε:
Ἐγὼ ἐἶμ’ Ἄλφα, Ὠμέγα Ἐγώ,
Πέστε, ποῦ θὰ ἀποκρυφθῆτε
ἐσεῖς ὅλοι, ἄν ὀργισθῶ»;;;;;;;;; (98)
Εἶναι ἕνα Ἠθικὸν Ράπισμα κατ’ ἐκείνων ὅλων, ποὺ ὅλως παραδόξως συκοφαντοῦν τὴν ἁγνοτέραν τῶν Ἐπαναστάσεων, ἀποδεικνύοντες εἴτε Παντελῆ Ἄγνοιαν, εἴτε Διαστρέφοντες τὰ Ἱστορικὰ Γεγονότα ἀπὸ Φθόνον καὶ Ἰδιοτελῆ Ὑστεροβουλίαν Ἀνθελληνισμοῦ, Πράγματα Ἰσοδυναμοῦντα μὲ Ἀχαριστίαν καὶ Ἔλλειψιν Σεβασμοῦ πρὸς τὴν Πνευματικήν «Τροφόν καὶ Μητέρα των»!!!!!!!!!!
Β’
Φρονοῦμεν ὅτι:
Ἡ Ἐκπλήρωσις τοῦ Τάματος πρέπεινὰ ἔχῃ Πρισματικὸν Σκοπόν:
-Θρησκευτικόν,
-Ἐθνικόν,
-Πολιτιστικόν.
Πρῶτον Θρησκευτικόν: Ὑπὸ τὴν Ἔποψιν ὅτι ἡ Ἐκπλήρωσις δὲν θὰ Ἀποτελῇ ἕνα Τρόπον Ἀποφυγῆς τῆς «Ὕβρεως» τῆς Ὀργῆς τοῦ Θεοῦ. Οἱονεί «τὴν Ἀνάγκην Φιλοτιμίαν Ποιούμενοι».
Οἱ Ἕλληνες αὐτεθυσιάσθηκαν – ἔγιναν Μάρτυρες – διότι οἱ καρδιές των ἐφλέγοντο «Πρῶτον ὑπὲρ Πίστεως καὶ ὕστερα ὑπὲρ Πατρίδος».
Ἐκεῖ εἰς τὰ Δερβενάκια, στὸν Ἅγιον Σώστη, ὥρκισε τοὺς Ἕλληνες ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ Γιὰ νὰ Δοξάζουν τὸν Θεόν, νὰ Νηστεύουν τὶς Ἡμέρες αὐτὲς καὶ νὰ Κτίσουν Ναὸν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Αὐτὸς ὁ Πόθος καί αὐτὸ τὸ Τάμα ἐδόνει τὴν Ψυχὴν τῶν Ἑλλήνων, ἀτσάλωνε τὶς Λυγισμένες Καρδιές των ἀπὸ τὶς Συμφορές, τὴν Φωτιά, τὴν Σπάθην καὶ τὰ Ὁλοκαυτώματα.
Ἔτσι ἡ 4η Ἐθνικὴ Συνέλευσις τῶν Ἑλλήνων εἰς τὸ Ἄργος εἰς τὸ ἀπὸ 31.7.1829 Η’ Ψήφισμά της δηλοῖ:
«Ἡ 4η Συνέλευσις τῶν Ἑλλήνων Νομίζει ἑαυτὴν Εὐτυχῆ Γενομένη Ὄργανον, δι’ οὗ τὸ Ἔθνος Ἐκπληροῖ τὸ πλέον Εὔθετον τῶν Χρεῶν του, τὸ νὰ Ἀναπέμψῃ τὴν Εὐγνωμοσύνην του πρὸς τὸν Θεόν, ὅστις ἔδειξεν τοιαῦτα Θαύματα διὰ τὴν Σωτηρίαν του».
Τὸ δὲ Ἄρθρον 1 τοῦ Ἰδίου Ψηφίσματος ρητῶς ὁρίζει: «Ὅταν ἤ τοπική Περιφέρεια τῆς Έλλάδος καὶ ἡ Καθέδρα τῆς Κυβερνήσεως Καταστῶσιν Ὁριστικῶς καὶ οἱ Οἰκονομικοὶ Πόροι τοῦ Κράτους Ἐπιτρέψουν, θέλει Ἀνεγερθῆ, κατὰ Διαταγὴν τῆς Κυβερνήσεως εἰς τὴν Καθέδραν αὐτῆς Ναὸς τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν».
Διὰ δὲ τοῦ 3.4.1838 Διατάγματος ἀναγνωρίζεται ὅτι «ὁ Ναὸς τοῦ Σωτῆρος θὰ θεωρῆται ὡς Ἐθνικὸν Μνημεῖον, ἐκφράζον τὴν πρὸς τὸν Ὕψιστον Εὐγνωμοσύνην τοῦ Ἔθνους. Μὲ τὴν Ἐλπίδα ὅτι κάθε Ἕλλην θέλει φιλοτιμηθῆ νὰ συνεισφέρῃ εἰς τὸ Θεάρεστον τοῦτο Ἔργον».
Ἐπειδὴ πολὺ συχνὰ όμιλοῦμεν περὶ Θαυμάτων καὶ διὰ νὰ θεμελιώσω τοῦτο, θὰ ἀναφέρω τοῦτο μόνον:
Ὁ Φωτάκος περιγράφει ὅτι ὁ Δράμαλης στρατήγημα- τικῶς δὲν ἔσφαλεν. Εἶχεν λαμπρὸν σχέδιον καὶ ὅτι ἡ συμφορά του ύπῆρξεν ἀνεξάρτητος τῆς φρονήσεώς του, τῆς γενναιότητός του καὶ τῆς Θελήσεως αὐτοῦ καὶ τοῦ Στρατοῦ του.
Ὁ Δράμαλης εἶχε Λαμπρὸν Σχέδιον (σελ. 298, Τόμος Β).
Ἡ Σωτηρία τῆς ΙΙατρίδος Ὀφείλεται καὶ εἰς τὴν Εὐφυΐαν τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, ἀλλὰ κυρίως εἰς τὴν Θείαν Πρόνοιαν. «Ὁ Χρόνος ἐκεῖνος κατ’ Ἐξαίρεσιν ἦτο Ἄβροχος καὶ εἰς τὸν Κάμπον τοῦ Ἄργους ἡ ξηρασία Μοναδική. Τροφές {διὰ ζῶα καὶ ἀνθρώπους} δὲν ὑπῆρχαν…». «Ἔστυψαν τὰ Κεφαλάρια καὶ τὰ Πηγάδια Ἐβάθυναν καὶ δὲν ἐχόρταιναν Νερόν. Αὐτὸ διὰ τὰ ξένα Στρατεύματα εἶναι θάνατος…» (σελ. 300, Τόμος Β ).
«Ὁ Θεὸς Ὑπέγραψεν τὴν Ἐλευθερίαν τῶν Ἑλλήνων καὶ τὴν Ὑπογραφήν του δὲν τὴν ἀνακαλεῖ πίσω».
Τὸ ἀνωτέρω Γεγονὸς δὲν ἦτο Χέρι Θεοῦ;;;;;;;;;
Ὅθεν, ἡ Ἐκπλήρωσις τοῦ Τάματος θὰ ἀποτελῇ διὰ τοὺς Ἐπερχομένους μίαν ζωντανὴν Ὑπόμνησιν, ὅτι «ὁ λαβὼν πᾶσαν ἐξουσίαν ἐν Οὐρανῷ καὶ ἐπὶ Γῆς» ὥρισε τὸν Προστεταγμένον Καιρὸν τῆς Παλλιγγενεσίας τῶν Ἑλλήνων (Παῦλος εἰς τὸν Ἄρειον Πάγον).
Τὸ ἔργον πρέπει νὰ εἶναι Πηγὴ Φωτεινῆς Ἀκτινοβολίας τῆς Δυνάμεως τοῦ Θεοῦ (καὶ ὄχι Λαϊκὴ Πανήγυρις).
Δεύτερον Ἐθνικόν: Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις ἀποτελεῖ διὰ τοὺς Ἱστορικοὺς μέγα δίδαγμα. Ἡ Ἑλλὰς νὰ δίδῃ εἰς τὸν Κόσμον καὶ πάλιν τὸ Δίδαγμα, ὅτι οἱ Νεώτεροι Ἕλληνες εἶναι Γνήσιοι Ἀπόγονοι τοῦ Λεωνίδα, τοῦ Θεμιστοκλέους, τοῦ Ἀθανασίου Διάκου, τοῦ Ὀδυσσέως Ἀνδρούτσου!!!!!!!!!!
Τρίτον Ἐκπολιτιστικόν: Ὁ Ναὸς τοῦ Σωτῆρος πρέπει νὰ ἔχῃ Ραδιοφωνικὸν καὶ Τηλεοπτικὸν Σταθμὸν Παγκοσμίου Ἐμβελείας διὰ Δορυφόρου, δι’ οὗ θὰ Ἐκπέμπωνται ἐπὶ 24ώρου Βάσεως ἡ Ἁγία Γραφὴ εἰς Ὅλας τὰς Γλώσσας τοῦ Κόσμου. Ἀκόμη καὶ εἰς τὴν Ζούγκλαν, ἵνα πραγματοποιηθῇ ἡ Πρόρρησις πρὸς τὴν Σαμαρείτιδα: «…ἔρχεται Ὥρα ὅτε οὔτε ἐντῷ Ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱερουσαλύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί … » ( Ἰωάν. Δ).
Νὰ πλαισιοῦται ὑπὸ Κτισμάτων ποὺ θὰ Στεγάζουν Ἱδρύματα Διακονίας τῶν Πνευματικῶν Ἀξιῶν, ὡς Ἀκαδημίαν, Χριστιανικὸν Θέατρον, Βιβλιοθήκας, Μουσεῖον Χριστιανικῶν Κειμηλίων, Αἴθουσαν Διεθνῶν Χριστιανικῶν Συνεδρίων κλπ. κλπ!!!!!!!!!
Συνελόντι, δι’ εἰπεῖν, ἡ Ἀνέγερσις ἑνός τοιούτου Ἱ. Ναοῦ μετὰ Ἱκανοῦ Ἀριθμοῦ καὶ Ἱκανῶν Διαστάσεων Κτισμάτων χρήζει τῆς Συνεργασίας, οὐχὶ μόνον Ἀρχιτεκτόνων, Ναοδομίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἐθελουσίας Προσφορᾶς Πολλῶν Εἰδικῶν Ταλαντούχων Ἄλλων Τομέων.
Ὁ Ἱ. Ναὸς πρέπει νὰ κεῖται εἰς Κατάλληλον Χῶρον μὲ Δίκτυον Συγκοινωνιῶν διὰ Πρόσβασιν εἰς Θάλασσαν, διά Περιηγήσεις Ἑλλήνων καὶ Ξένων πρὸς τὰ Νησιά μας μὲ τὴν Πληθὺν Χριστιανικῶν Προσκυνημάτων. Τὸ Τάμα πρέπει νὰ Ἀπηχῇ τὸ Μήνυμα ὅτι ἡ Ἑλλὰς ἀνὰ τοὺς Αἰώνας Ἀπετέλεσεν καὶ θὰ Ἀποτελῇ τὸν Λίκνον τῶν Πνευματικῶν Ἀξιῶν, τῶν Ἀρετῶν ποὺ κάνουν αὐτὸ τὸ Δίπουν Ἄπτερον ὄν νὰ εἶναι ὄντως κατ’ Εἰκόνα καὶ Ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ. Ἔργον βεβαίως ποὺ θὰ ἀπαιτήσῃ Κόπους, Μόχθους καὶ Θυσίας οὐχὶ μόνον μιᾶς Γενεᾶς!!!!!!!!!
Γ
Διακατεχόμενοι ἀπὸ τὰς Σκέψεις ταύτας κάνομε ἔκκλησιν εἰς πάντα ἁρμόδιον νὰ μᾶς δεχθῇ εἰς Ἀκρόασιν διὰ τὴν Ἔκθεσιν τῶν ἀπόψεών μας ὡς πρὸς τὴν ἐπιλογὴν τοῦ Καταλλήλου Χώρου διὰ τὴν Ἀνέγερσιν τοῦ Ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τὴν ἐν γένει κατασκευὴν αὐτοῦ.
Διευκρινίζομε ἐπίσης ὅτι τό Ἵδρυμά μας (Ἵδρυμα Προασπίσεως Ἠθικῶν καὶ Πνευματικῶν Ἀξιῶν) προτίθεται νὰ Δωρήσῃ Πανοραμικὸν Λόφον εἰς τὴν Μείζονα Περιοχὴν τῶν Ἀθηνῶν, ἀπ’ ὅπου τό «Τάμα τοῦ Γένους» θὰ εἶναι ὁρατὸν ἀπὸ τὴν Κάρυστον μέχρι καὶ τὴν Αἴγιναν!!!!!!!!!
Τὸν ἐν λόγῳ λόφον ἐπεσκέφθη ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κυρὸς Χριστόδουλος καὶ τὸν ἐνέκρινε, ἀναφωνῶν «…καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι·» (Ματθ. 17, 5). .
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ τηλ. 210 3254321
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου