https://www.pemptousia.gr/2019/02/ischie-polikarpe-ke-andrizou-agios-polikarpos-episkopos-smirnis/
Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης, θεολόγος
1. Εβραίους 12,2.
Γενναίοι και μακάριοι είναι υπήρξαν όλοι οι Μάρτυρες, οι οποίοι έδωσαν ότι πιο πολύτιμο είχαν, το ίδιό τους το αίμα, για την ακλόνητη τους πίστη στον αρχηγό και τελειωτή της πίστεώς μας Ιησού Χριστό [1]. Ένας από αυτούς τους Μάρτυρες, του οποίου η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του σήμερα, είναι ο Άγιος Πολύκαρπος, ο οποίος κατέστη Αποστολικός Πατήρ της Εκκλησίας, αφού σύμφωνα και με τον ιερό υμνογράφο υπήρξε «και τρόπων μέτοχος και θρόνων διάδοχος των Αποστόλων». Η Εκκλησία πανηγυρίζει λαμπροφόρα τους Μάρτυρές της και δεν τους πενθεί. Για την Εκκλησία το μαρτύριο είναι ο στέφανος και η αυτοβεβαίωσή της.
Ο Άγιος Πολύκαρπος γεννήθηκε περίπου το 60 μ.Χ. στην Έφεσο της Μικράς Ασίας. Γονείς του ήταν ο Παγκράτιος και η Θεοδώρα, άνθρωποι με φόβο Θεού, Χριστιανοί, ευσεβείς, ελεήμονες και οικτίρμονες. Τους διέβαλαν, δυστυχώς, στον Ρωμαίο διοικητή της Εφέσου Μαρκίωνα, λόγω του ότι αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τα είδωλα. Έτσι, ο Μαρκίωνας έστειλε στρατιώτες τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν ενώπιόν του. Όταν τους αντίκρυσε άρχισε να τους ανακρίνει γιατί δεν υπακούν στα βασιλικά προστάγματα και προσκυνούν τον Ιησού Χριστό. Οι γονείς με τόλμη και παρρησία ομολόγησαν την πίστη τους στον Τριαδικό Θεό και δεν πρόκειται να την αρνηθούν. Τότε ο εξουσιαστής διέταξε να τους φυλακίσουν και να τους βασανίσουν σκληρά. Στη φυλακή γέννησε η Θεοδώρα τον Πολύκαρπο. Ο Παγκράτιος και η Θεοδώρα οδηγήθηκαν από στρατιώτες έξω της Εφέσου, όπου εκεί τους αποκεφάλισαν ένεκα της παραμονής τους στην Ορθόδοξο πίστη.
Ο Πανάγιος Θεός, ως καρδιογνώστης των ανθρώπων, προέβλεψε ότι ο Μαρκίωνας θα ζητούσε το βρέφος για να το αναθρέψει και να το διδάξει την δική του πλάνη, απέστειλε Άγγελο εκ του ουρανού στην φυλακή, για να θεραπεύσει τις πληγές των γονέων του Αγίου, να τους ενδυναμώσει και να τους ενθαρρύνει στο μαρτύριο για τον Ιησού Χριστό. Κατόπιν, παρέλαβε το βρέφος και το πήγε σε κάποια γυναίκα χήρα Χριστιανή στην οποία υπέδειξε να το βαπτίσει και να το αναθρέψει «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», χωρίς να το γνωρίζει κανείς. Η χήρα βάπτισε το παιδί και του έδωσε το όνομα του πατρός του, Παγκράτιος, για να τιμήσει τον δι’ αποκεφαλισμού τελειωθέντα πατέρα του.
Σε ηλικία 20 ετών γνώρισε τον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, ο οποίος την εποχή αυτή κήρυττε το Ευαγγέλιο του Χριστού στη Μικρά Ασία [2]. Σαγηνευμένος από το πύρινο κήρυγμα και την ιεραποστολική δράση του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου έγινε μαθητής και συνοδοιπόρος του μαζί και με δύο άλλους πνευματικούς άνδρες, τον Ιγνάτιο τον Θεοφόρο [3], ο οποίος έγινε αργότερα Επίσκοπος Αντιοχείας, και τον Επίσκοπο Σμύρνης Βουκόλο. Όταν όμως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εξορίστηκε στο νησί της Πάτμου από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Δομετιανό, ο Πολύκαρπος έμεινε κοντά στον Επίσκοπο Βουκόλο, ο οποίος εκτιμώντας τις σπάνιες αρετές του τον χειροτόνησε ιερέα και του ανέθεσε το έργο του ορφανοτρόφου. Μετά τον θάνατο του Βουκόλου και σύμφωνα με την επιθυμία του πριν την κοίμησή του, τη θέση στο αξίωμα του Επισκόπου Σμύρνης κατέλαβε ο Πολύκαρπος, ο οποίος αναδείχθηκε στοργικός και φιλάνθρωπος ποιμενάρχης, αλλά και ακούραστος εργάτης του Ευαγγελίου του Χριστού.
Η δράση του Αγίου Πολυκάρπου υπήρξε πολυποίκιλη. Υπήρξε ο κατεξοχήν φορέας της Αποστολικής Παραδόσεως [4]. Το σημαντικότερο σημείο της δράσεώς του ήταν οι αντιαιρετικοί του αγώνες, με αποτέλεσμα να επαναφέρει πολλούς ανθρώπους από τις αιρέσεις των Γνωστικών, του Μαρκιωνιτισμού και του Βαλεντινιασμού [5].
Ο Άγιος Πολύκαρπος αναδείχθηκε φλογερός και ακαταπόνητος διδάσκαλος της χριστιανικής αλήθειας και ανέλαβε να υπερασπισθεί σθεναρά τη χριστιανική πίστη απέναντι στις πλάνες και τις αιρέσεις της εποχής του. Γι’ αυτό και αποφάσισε και πήγε στη Ρώμη, για να διευθετήσει το θέμα που είχε ανακύψει από τη διαφορετική ημέρα εορτασμού του Πάσχα. Την εποχή αυτή στη Ρώμη δρούσε ο αιρεσιάρχης Μαρκίωνας. Όταν μία ημέρα τον συνάντησε στον δρόμο και ο Πολύκαρπος δεν τον χαιρέτησε, ο Μαρκίωνας τον ρώτησε τον λόγο που δεν τον χαιρετά σαν να μην τον γνωρίζει. Τότε ο Πολύκαρπος του απάντησε ότι τον γνωρίζει ως τον πρωτότοκο γιο του Σατανά.
Καθώς έµπαινε στο αµφιθέατρο ο Πολύκαρπος για να ανακριθεί, ακούσθηκε φωνή από τον ουρανό πού έλεγε «Ίσχυε, Πολύκαρπε, και άνδρίζου». Και εκείνον πού µίλησε κανένας δεν τον είδε, αλλά τη φωνή την άκουσαν οι δικοί µας που βρίσκονταν εκεί. «Όταν, λοιπόν, οδηγήθηκε εκεί, έγινε µεγαλύτερη η οχλοβοή, διότι ο λαός έµαθε ότι ο Πολύκαρπος είχε συλληφθεί. Στεκόµενος µπροστά στο βήµα του, ο ανθύπατος άρχισε να τον ανακρίνει. Πρώτα τον ρώτησε αν ήταν ό ίδιος ο Πολύκαρπος και σαν εκείνος το εβεβαίωσε, βάλθηκε ο ανθύπατος να τον πείσει να αρνηθεί την πίστη του, λέγοντας «Λυπήσου τα χρόνια σου και άλλα παρόµοια που συνηθίζουν οι εθνικοί δικασταί, όπως: Αναγνώρισε τη θεία δύναµη του Καίσαρος, άλλαξε γνώµη, πες να λείψουν οι άθεοι». Ο Πολύκαρπος τότε µε γαλήνια κι άτροµη όψη γυρόφερε το βλέµµα στις κερκίδες που ήταν σκεπασµένες από τους ανόµους εθνικούς, σήκωσε το χέρι εναντίον τους µε τροµερή κίνηση, αναστέναξε και αναβλέποντας τέλος στον ουρανό είπε «Ας λείψουν οι άθεοι»! Τότε εξοργίσθηκε ο ανθύπατος και άρχισε τις απειλές, ότι θα τον έριχνε στα θηρία, θα τον άναβε σαν λαμπάδα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος έμενε στην πίστη του και ομολογούσε τον Κύριο Ιησού Χριστό. Με πνευματική ανδρεία στις ερωτήσεις του ανθυπάτου απάντησε ότι υπηρετεί τον Χριστό 86 έτη χωρίς να Τον εγκαταλείψει. Πώς μπορεί αυτή την στιγμή να τον εγκαταλείψει και να τον βλασφημήσει, ρώτησε.
Ο όχλος των ειδολολατρών που μαζεύτηκε από όλη την Σμύρνη μόλις άκουσε την ομολογία του Πολυκάρπου, ούρλιαζε και πρόσταζε να τον κάψουν ζωντανό. Πριν τον ρίξουν στη φωτιά ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό και προσευχήθηκε προς τον Θεό τον Παντοκράτορα. Μόλις τελείωσε την προσευχή του, έβαλαν φωτιά στα ξύλα. Και τότε ω του Θαύματος! Οι φλόγες έφτιαξαν ένα είδος καμάρας και περιτείχισαν το σώμα του Μάρτυρος. Αυτός ήταν στο κέντρο. Όταν είδαν ότι δεν καιγόταν το σώμα του Αγίου, πρόσταξαν ένα κομφέκτορα να τον κτυπήσει με το ξίφος. Μόλις τον κτύπησε, ευθύς ανέβλυσε τόσο αίμα ώστε η φωτιά έσβησε. Ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο το 156 μ.Χ., στις ημέρες του αυτοκράτορα Αντωνίνου Πίου. Στη συνέχεια, ο εκατόνταρχος έβαλε το λείψανο στη μέση και κατά τη συνήθεια των ειδωλολατρών το έκαψε. Τότε οι πιστοί μάζεψαν τα ακριβότερα από πέτρες πολύτιμες και καθαρότερα από το χρυσάφι οστά του Αγίου Πολυκάρπου [6]. Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Πολυκάρπου σώζεται σε εγκύκλιο επιστολή της Εκκλησίας Σμύρνης προς την Εκκλησία Φιλομηλίου της Φρυγίας.
Ας έχουμε τις πρεσβείες του και ευχές του και να τον μιμηθούμε στην ακλόνητη και σταθερή του πίστη προς τον Σωτήρα Χριστό, αλλά και στην ομολογία του ενώπιον των αιρετικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου