https://olympia.gr/2018/08/16/η-μάχη-της-ελ-δυ-κ-σωτήρης-σταυριανά/
«Ακόμη κι αν περάσουν από πάνω μας τα τανκς εμείς θα μείνουμε για να χτυπήσουμε το πεζικό που τα ακολουθεί. Δεν θα υποχωρήσουμε, είμαστε Έλληνες και πολεμάμε για την Ελλάδα».
Μ’ αυτά τα λόγια εμψύχωνε, μέχρι την τελευταία του πνοή τους στρατιώτες του ο Λοχαγός (ΜΗΧ.) Σωτήρης Σταυριανάκος από το Σκουτάρι της Κάτω Μάνης.
«Ακόμη κι αν περάσουν από πάνω μας τα τανκς εμείς θα μείνουμε για να χτυπήσουμε το πεζικό που τα ακολουθεί. Δεν θα υποχωρήσουμε, είμαστε Έλληνες και πολεμάμε για την Ελλάδα».
Γεννήθηκε στις 11/1/1941 και το τούρκικο βόλι τον βρήκε το πρωινό της 16/8/1974. Νυμφευμένος, με δυο παιδιά, ο Σωτήρης Σταυριανάκος λίγο πριν την τουρκική εισβολή είχε μετατεθεί – αρνήθηκε όμως να φύγει από την Κύπρο λέγοντας στη σύζυγό του πως δεν μπορούσε ν’ αφήσει «τα μεγάλα του παιδιά», εννοώντας τους Στρατιώτες του!
Δίκαια λοιπόν εκείνοι, όσοι επέζησαν, όπου βρεθούν κι όπου σταθούν – πολλοί τραυματίες μάλιστα από τις συγκρούσεις εκείνες – μιλούν με συγκίνηση και περηφάνια για το Λοχαγό τους…
Αντί άλλου δημοσιεύουμε ποίημα του Κύπριου Κώστα Σωκράτους, ποίημα που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 15/4/1976 με τίτλο «Η Μάχη της ΕΛ.ΔΥ.Κ.» (αφιερωμένο στον φίλο Ήρωα λοχαγόν Σωτήριο Σταυριανάκο)
«Μπόρα βαρεία και όλεθρος και σίφουνας και σκόνη
και αντηχάει και βροντά το τούρκικο κανόνι
και εσύ αητός ακοίμητος εις τα στενά κει κάτου
ακούεις τα πατήματα του φοβερού θανάτου,
κι όμως πατάεις δεν δειλιάς, κι έχεις στον κόρφο Ελλάδα
κι έχεις της Μάνης τη φωνή ορθόστητη λαμπάδα.
και αντηχάει και βροντά το τούρκικο κανόνι
και εσύ αητός ακοίμητος εις τα στενά κει κάτου
ακούεις τα πατήματα του φοβερού θανάτου,
κι όμως πατάεις δεν δειλιάς, κι έχεις στον κόρφο Ελλάδα
κι έχεις της Μάνης τη φωνή ορθόστητη λαμπάδα.
«Δεν θα περάσουν!» αντηχεί φωνή αντρειωμένη
και βάζεις βουνό τα στήθια σου και σ’ ανεμίζει η χλαίνη.
Κοχλάζει αφρός το αίμα σου και η ψυχή σου φλόγα
βγαίνει ψηλά στον ουρανό της Λευτεριάς μας ρόγα
να πιουν εδώ θείο κρασί όσοι διψάν Πατρίδα
όσοι διψάν στην σκοτεινιά τη λαμπερή λιαχτίδα.
και βάζεις βουνό τα στήθια σου και σ’ ανεμίζει η χλαίνη.
Κοχλάζει αφρός το αίμα σου και η ψυχή σου φλόγα
βγαίνει ψηλά στον ουρανό της Λευτεριάς μας ρόγα
να πιουν εδώ θείο κρασί όσοι διψάν Πατρίδα
όσοι διψάν στην σκοτεινιά τη λαμπερή λιαχτίδα.
Πόσο το σίδερο βαστά εις το γυμνό το χέρι
πόσο η σάρκα σου κρατά κι αντέχει το μαχαίρι
κι εσύ ο λιονταρόψυχος δεν τον δειλιάς τον δράκο
δεν τον δειλιάς του χάροντα τον ανοιγμένο λάκκο,
κι ας καίουν γύρω οι φωτιές και τα αστραποβρόντια,
θάλασσα οι Τούρκοι χύνονται κι αστράφτουν γύρω οι λόφοι
βαριαστενάζουν τα βουνά του χάροντα συντρόφοι
και συ Ακρίτας στέκεσαι και λες «δεν θα περάσουν»
και η Κύπρος η αιματόβρεκτος στέκει κι αυτή κοντά σου.
πόσο η σάρκα σου κρατά κι αντέχει το μαχαίρι
κι εσύ ο λιονταρόψυχος δεν τον δειλιάς τον δράκο
δεν τον δειλιάς του χάροντα τον ανοιγμένο λάκκο,
κι ας καίουν γύρω οι φωτιές και τα αστραποβρόντια,
θάλασσα οι Τούρκοι χύνονται κι αστράφτουν γύρω οι λόφοι
βαριαστενάζουν τα βουνά του χάροντα συντρόφοι
και συ Ακρίτας στέκεσαι και λες «δεν θα περάσουν»
και η Κύπρος η αιματόβρεκτος στέκει κι αυτή κοντά σου.
Δεν θα περάσουν, χάνονται, μάρχονται κι άλλοι
έρχονται πλήθος άμετρο βροντή κι ανεμοζάλη.
Δεν θα περάσουν, να, βαστά το χέρι του τη δάδα
και την καρφώνεις στα βουνά να μας φωτά Ελλάδα.
Σωτήρη, ακρίτα λευτεριάς, θάρθει εκείνη ώρα
το φως σου το ανέσπερο να μας φωτά τη χώρα.
έρχονται πλήθος άμετρο βροντή κι ανεμοζάλη.
Δεν θα περάσουν, να, βαστά το χέρι του τη δάδα
και την καρφώνεις στα βουνά να μας φωτά Ελλάδα.
Σωτήρη, ακρίτα λευτεριάς, θάρθει εκείνη ώρα
το φως σου το ανέσπερο να μας φωτά τη χώρα.
Θάρθει η ώρα η τρανή όλοι εκεί στο μνήμα
να βγήτε στρατός ανίκητος μ’ ανδρειωμένο βήμα
να πάρετε πάλι τα βουνά βήμα το βήμα ως πέρα
φωνή τρανή της Λευτεριάς να σμίξη στον αγέρα.
να βγήτε στρατός ανίκητος μ’ ανδρειωμένο βήμα
να πάρετε πάλι τα βουνά βήμα το βήμα ως πέρα
φωνή τρανή της Λευτεριάς να σμίξη στον αγέρα.
Εμπρός, εμπρός στα χέρια σας πάρτε ξανά τη νιότη
να δη το φως τ’ ανέσπερο η ψεύτρα Ανθρωπότη.
Εμπρός, εμπρός τα στήθια σας σηκώστε ως τα άστρα
να γίνουν φωτιά και σίδερο και ατσαλένια κάστρα.
Εμπρός, εμπρός το δρόμο σας ας πάρει η πατρίδα
τώρα που εσάς τ’ αδέλφια μου νεκρούς εδώ σας είδα!»
να δη το φως τ’ ανέσπερο η ψεύτρα Ανθρωπότη.
Εμπρός, εμπρός τα στήθια σας σηκώστε ως τα άστρα
να γίνουν φωτιά και σίδερο και ατσαλένια κάστρα.
Εμπρός, εμπρός το δρόμο σας ας πάρει η πατρίδα
τώρα που εσάς τ’ αδέλφια μου νεκρούς εδώ σας είδα!»
«Σωτήρη καλώς όρισες ξανά στο χωριό σου» είπε στην ομιλία του o στρατηγός Ζαφείρης Δεμέστιχας, κατά τη διάρκεια λαμπρής εκδήλωσης που έγινε στο Σκουτάρι της Κάτω Μάνης τον Αύγουστο του 2002. Με πρωτοβουλία του Συλλόγου «Η Βορδώνα» μαζεύτηκαν τα απαιτούμενα χρήματα και κατασκευάστηκε προτομή (από το Μανιάτη γλύπτη Πέτρο Γεωργαρίου) του ήρωα της Κύπρου Σωτήρη Σταυριανάκου.
Υπόψη ότι το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ στη Κύπρο φέρει το όνομα του Μανιάτη ήρωα Λοχαγού Σωτήρη Σταυριανάκου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου