Ο
δεύτερος της τριάδας των Ιεραρχών και
της τριάδας των Θεολόγων Γρηγόριος ο
Ναζιανζηνός, με τη δυναμική παρουσία
του στη Βασιλεύουσα πόλη το 380 μ. Χ., έκανε
πραγματικότητα αυτό που φάνταζε
ακατόρθωτο.
Οι αιρετικές παραφυάδες
του Αρειανισμού (όμοιοι, ανόμοιοι,
ομοιουσιανοί κ.λ.π.), με την υποστήριξη
αρειανών αυτοκρατόρων και του Ιουλιανού
του Παραβάτη, είχαν επικρατήσει σχεδόν
παντού. Στην Κωνσταντινούπολη δεν είχε
απομείνει ούτε ένας ναός στα χέρια των
Ορθοδόξων. Σε αυτή τη χαλεπή για την
Εκκλησία στιγμή ο φιλομόναχος και
εραστής της ησυχίας, αλλά και μέγας
ρήτορας και σοφός διδάσκαλος Γρηγόριος,
κλήθηκε στην πρωτεύουσα, παρά τη θέλησή
του, να αγωνιστεί για την ορθή διδασκαλία
της Εκκλησίας.
Η
κατάσταση που βρήκε στην Κωνσταντινούπολη
ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Μη έχοντας ναό
για να αρχίσει τον πνευματικό του αγώνα
για την αναστήλωση της Ορθοδοξίας,
μετέτρεψε ένα σπίτι σε πρόχειρη εκκλησία
και εκεί εκφώνησε τους πέντε θεολογικούς
του λόγους, πέντε περίτεχνα έργα ρητορικής
και μνημειώδη κείμενα θεολογίας, που
ήταν ικανά να μεταστρέψουν τις καρδιές
των ανθρώπων στην ορθή πίστη της
Εκκλησίας. Η οικία όπου κήρυττε ονομάστηκε
ναός της αγίας Αναστασίας, γιατί εκεί
ο υψιπετής αετός Γρηγόριος ανέστησε
ξανά την Ορθοδοξία.
Οι
αιρετικοί αρειανοί θορυβήθηκαν.
Προσπάθησαν να αντιδράσουν με τη βία,
τον συνήθη τρόπο του ψεύδους κα του
σκότους, αλλά εις μάτην. Ο καλός ποιμένας
Γρηγόριος με τον ποιμενικό αυλό της
θεολογίας του φανέρωσε στις ανθρώπινες
ψυχές τα βάθη του Πνεύματος και με τα
κάλλη του φθέγματός του, με την καλλιέπεια
δηλαδή των λόγων του, τις φώτισε και τις
στερέωσε στη σωτήρια πίστη της Εκκλησίας.
Από
τους υπέροχους πέντε θεολογικούς λόγους
του αγίου Γρηγορίου, θα απολαύσουμε ένα
μικρό απόσπασμα. Είναι η αρχή του α΄
θεολογικού λόγου του και αναφέρεται
στο μέγα ζήτημα περί
του τρόπου αναζήτησης του Θεού.
Ακολουθώντας τη θεολογία της Εκκλησίας
ο μέγας πατήρ, διδάσκει ότι η αναζήτηση
του Θεού δεν είναι υπόθεση συζητήσεων
του καφενείου, που γίνονται από τους
τυχόντες. Από όσους δεν έχουν καθαρότητα
καρδιάς, αλλά είναι υπόδουλοι στα πάθη
τους. Για τον Θεό μπορούν να μιλήσουν
μόνο όσοι έχουν καθαρθεί ή τουλάχιστον
διανύουν το στάδιο της κάθαρσης. Είναι
το πρώτο στάδιο στην πνευματική πορεία
του χριστιανού. Την κάθαρση από τα πάθη
ακολουθούν ο φωτισμός και η θέωση
(τελείωση).
Λέγει
λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος:
«Ου
παντός, ω ούτοι, το περί Θεού φιλοσοφείν,
ου παντός».
Δεν
είναι δουλειά του καθενός, ταλαίπωροι,
να φιλοσοφεί περί Θεού. Δεν είναι του
καθενός. Δεν είναι τόσο φτηνό το πράγμα.
Ούτε γι’ αυτούς που σύρονται κατά γης.
Ούτε πάντοτε. Ούτε για όλους. Ούτε μπορεί
να εξιχνιασθεί από κάθε πλευρά. Αλλά
μόνο μερικές φορές. Και μόνο από μερικούς
και σε περιορισμένο μέτρο.
Και
δεν είναι σε όλους
κατορθωτό,
επειδή είναι για εκείνους μόνο που
υπερέβησαν τα συνηθισμένα πνευματικά
μέτρα και έφτασαν στη «θεωρία»
(=θέα
του Θεού). Για εκείνους που
έχουν ήδη καθαρθεί ή τουλάχιστον
καθαίρονται.
Δεν είναι τόσο ακίνδυνο στον ακάθαρτο
να εγγίζει τον Καθαρό, όπως ακριβώς και
στο άρρωστο μάτι να βλέπει κατευθείαν
την ηλιακή ακτίνα.
Και
πότε;
Όταν
έχουμε ελευθερωθεί από τον βούρκο και
την ταραχή που μας έρχονται απ’ έξω
(από την αιχμαλωσία των ηδονών και των
παθών). Ναι! Πρέπει να σχολάσουμε πράγματι,
να ηρεμήσουμε από αυτά, για να γνωρίσουμε
τον Θεό. Να «λάβουμε καιρό», για να
θεολογήσουμε.
Και
σε ποιους;
Σ’
εκείνους που ασχολούνται με το θέμα
αυτό σοβαρά. Όχι σε κείνους που φλυαρούν
γι’ αυτό με τον τρόπο που φλυαρούν και
για χίλια-δυο άλλα πράγματα, απλώς για
να διασκεδάσουν μετά τον ιππόδρομο και
το θέατρο και τα τραγούδια και τη γαστέρα
και όσα βρίσκονται κάτω από τη γαστέρα.
Γιατί πολλοί διασκεδάζουν και έτσι: Να
λένε ανοησίες γύρω από το θέμα αυτό
διατυπώνοντας έξυπνους (τάχα) αντιθετικούς
συλλογισμούς.
Και
για ποια θέματα και για πόσο διάστημα
να φιλοσοφούμε; Για
όσα μας είναι εφικτά. Και για όσο αντέχει
ο ακροατής να ακούει. Γιατί αλλιώς, οι
δυνατοί συλλογισμοί θα καταπονήσουν
τους ακροατές κάνοντάς τους να χάσουν
και τη (λίγη) δύναμη που είχαν αρχικά,
όπως οι υπερβολικές φωνές και τροφές
βλάπτουν την ακοή και τα σώματα, όπως
τα πολύ μεγάλα φορτία συντρίβουν εκείνους
που τα βαστάζουν και όπως οι παραπανίσιες
βροχές ζημιώνουν τη γη.
Δεν
λέγω καθόλου ότι δεν πρέπει να ενθυμούμαστε
πάντα τον Θεό. «Μνημονευτέον
γαρ Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
Περισσότερο
πρέπει να μνημονεύουμε τον Θεό παρά να
αναπνέουμε. Θα έλεγα, να μην κάνουμε
τίποτε άλλο, παρά μόνο αυτό! Επαινώ και
εγώ αυτά που λέγει ο λόγος (της Γραφής),
να μελετούμε «ημέρας
και νυκτός» και
να διηγούμαστε «εσπέρας
και πρωί και μεσημβρίας»
και να δοξολογούμε τον Κύριο «εν
παντί καιρώ».
Και όταν ξαπλώνουμε και όταν σηκωνόμαστε
και όταν περπατούμε και όταν κάνουμε
οτιδήποτε. Και με την ανάμνηση αυτή να
εντυπώνεται μέσα μας η καθαρότητα.
Επομένως:
Δεν
σας εμποδίζω από το να θυμάστε διαρκώς
τον Θεό, αλλά από το να θεολογείτε.
Και όχι από τη θεολογία, σαν να ήταν κάτι
το ασεβές, αλλά από το παράκαιρο του
πράγματος. Και όχι από το να διδάσκετε,
αλλά από την άμετρη διδασκαλία. Γιατί
ο κορεσμός, ακόμα και με μέλι, προκαλεί
εμετό. Και συμφωνώ με αυτό που λέγει ο
Σολομών, «καιρός
τω παντί πράγματι».
Για το καθετί υπάρχει ο κατάλληλος
καιρός να πραγματοποιηθεί. «Και
το καλόν ου καλόν, όταν μη καλώς γίνηται».
Και
το καλό δεν είναι καλό, όταν δεν γίνεται
με καλό τρόπο. Έτσι φαίνονται εντελώς
παράκαιρα πράγματα το λουλούδι μέσα
στα χιόνια, ο ανδρικός στολισμός στις
γυναίκες, ή ο γυναικείος στους άνδρες,
εν ώρα πένθους να μιλάμε για γεωμετρία,
ή όταν γλεντάμε σε συμπόσιο να κλαίμε.
Μόνο
εδώ λοιπόν (στη συζήτηση περί Θεού) θα
παραθεωρήσουμε τον κατάλληλο καιρό,
εδώ που πρέπει να τον αναζητούμε
περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα;
(Λόγος
ΚΖ΄ [Θεολογικός Α΄, Προς Ευνομιανούς
Προδιάλεξις], 3-4).
Τελικό
συμπέρασμα:
Κατά
τον μέγα Ιεράρχη και σοφό Θεολόγο
Γρηγόριο, τον οικουμενικό διδάσκαλο
της Εκκλησίας, γνωρίζουμε τον Θεό μόνο
όταν μπούμε στη διαδικασία της κάθαρσης
από τα πάθη μας. «Μέγα
το περί Θεού λαλείν, αλλά μείζον
το εαυτόν καθαίρειν Θεώ,
επειδή εις κακότεχνον ψυχήν σοφία ουκ
εισελεύσεται…
Ει
δε έτι νήπιος ει και χαμερπής την διάνοιαν
και
ανίκανος να εισδύσεις στα υψηλότερα,
γενού
Κορίνθιος, να
τρέφεσαι με γάλα» (Λόγος
ΛΒ΄, 12-13).
Ο
δρόμος της ταπεινής αναζήτησης του Θεού
είναι ο δρόμος των αγίων μας, ο δρόμος
που οδηγεί στον θείο φωτισμό.
(Για
την παρουσίαση του αποσπάσματος του
Αγ. Γρηγορίου χρησιμοποιήθηκε η έκδοση
Άπαντα
Αγίων Πατέρων, Γρηγορίου του Θεολόγου,
τ. 1, σε μετάφραση του [τότε Αρχιμ. και
μετέπειτα Μητροπ. Νικοπόλεως] Μελετίου
Καλαμαρά, Εκδόσεις Ωφελίμου Βιβλίου,
Αθήνα 1976).
Εορτή
Τριών Ιεραρχών
30
Ιανουαρίου 2018
Ἀ
ν τ ι ύ λ η
Ἱ.
Ναὸς Ἁγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ.
26820 25861/23075/6980 898 504
Διαδίδω
τὴν
«Ἀ
ν τ ι ύ λ η»
Ἐκτυπώνω/προωθῶ
σὲ φιλικά μου
e-mails
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου