Μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις που κάποιο ΜΜΕ κατάφερε- έστω διά μέσω τρίτων- να προσεγγίσει την ζωή του Εθνάρχη Καραμανλή ήταν όταν η Χριστίνα Κοραή ταξίδεψε στην Μύκονο με ξεναγούς (στη ζωή του Εθνάρχη) τον Μιχάλη Λιάπη και τον Θόδωρο Χαριτόπουλο.
Το ρεπορτάζ της Χριστίνας Κοραή και η διάθεση του Θοδωρή Χαριτόπουλου να μιλήσει δίνουν την δυνατότητα στον αναγνώστη να γνωρίσει τον Εθνάρχη ακόμη και με τις πυτζάμες του.
«Τις προσωπικές του ώρες, που ήθελε να κάνει κάτι, δεν αισθανόταν άνετα με τα κορίτσια που είχαμε. Ήθελε εμένα».
Ξεκίνησε σαν ένα ταξίδι στη Μύκονο των Καραμανλήδων, αλλά πήρε και λίγο άρωμα Παρισιού, εκεί όπου έζησε 11,5 χρόνια ο πολιτικός ηγέτης που σφράγισε τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Όπου κι αν βρισκόταν -στην παραλία του Ορνού, στο προεδρικό μέγαρο ή στην οδό Μονμορασί- ένα στοιχείο της προσωπικότητάς του τον συνόδευε: ήταν «προγραμματισμένος» σε όλα του. Ακόμη και ένα νευρικό φτάρνισμα που τον βασάνισε κάποτε στο Παρίσι, την ίδια ώρα τον έπιανε! Η τότε σύζυγός του Αμαλία κοίταζε το δείκτη του ρολογιού να πλησιάζει έξι το απόγευμα και έλεγε στο Θόδωρο του προέδρου: «Άκου, τώρα θα φταρνιστεί». Και φταρνιζόταν…
Πολύτιμος οδηγός σ’ αυτό το συναρπαστικό ταξίδι των μαρτυριών που φωτίζουν πτυχές της άγνωστης ανθρώπινης και πολιτικής πλευράς του Κωνσταντίνου Καραμανλή είναι ένα πρόσωπο-κλειδί: ο Θόδωρος Χαριτόπουλος, γνωστός στο πανελλήνιον ως ο «Θόδωρος του Καραμανλή», που μας αποκαλύπτεται, σε μια από τις σπάνιες μαρτυρίες του.
Τον συνάντησα ένα απόγευμα στη Μύκονο. Το νησί έκρυβε κι άλλες εκπλήξεις. Όπως ότι η μητέρα του σημερινού προέδρου της Ν.Δ., Αλίκη Καραμανλή, που είναι Μυκονιάτισσα, έχει κληρονομήσει μαζί με άλλους συγγενείς της το μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα στο Μαράθι.
«Άγκυρα» έχει ρίξει στη Μύκονο και ο άλλος ανεψιός του προέδρου. Αγάπησε το νησί από τις διακοπές του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και έχτισε εκεί σπίτι, στην περιοχή Κούνδουρος, μακριά από την πόλη.
«Η Μύκονος των Καραμανλήδων δεν έχει καμία σχέση με τις γνωστές κοσμικότητες» λέει. «Ο πρόεδρος δεν κατέβαινε σχεδόν ποτέ στα πολυσύχναστα σοκάκια της πόλης. Ο Κώστας και η Νατάσα προτιμούν διακοπές σε πιο ήσυχα νησιά. Προσωπικά προτιμώ τις αποδράσεις με το φουσκωτό μου σε ερημικές παραλίες γύρω από τη Μύκονο».
Καθόμαστε στο «τραπέζι του προέδρου», όπως ακόμα και σήμερα το ξέρουν οι θαμώνες, στην ταβέρνα «Pigal» του Ηλία Χαριτόπουλου, αδελφού του Θόδωρου, στην παραλία του Ορνού. Ο Μιχάλης Λιάπης λέει ότι ο όρος «ο άνθρωπος του προέδρου» είναι ο πλέον ακριβής όταν μιλάμε για το Θόδωρο. «Ηταν κοντά του όχι μόνο στις καλές στιγμές, αλλά και στις δύσκολες, όπως στο Παρίσι, όπου ο πρόεδρος ήταν μόνος. Εγώ έτυχε να μείνω μαζί του την περίοδο ’72-’74 που ήμουν φοιτητής. Αλλά ο άνθρωπος με τον οποίο συζητούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ ήταν ο Θόδωρος. Αυτή η σχέση συνεχίστηκε και μετά. Ο πρόεδρος ρωτούσε το Θόδωρο για πολλά πράγματα. Ήθελε να ακούει τη γνώμη ενός ανθρώπου του λαού. Και τον εμπιστευόταν απόλυτα. Ο Θόδωρος ήταν ο μόνος ο οποίος ήξερε τα πάντα για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ποιους έβλεπε, ποιους δεν έβλεπε, τι σκεφτόταν. Και πάντα είχε κλειστό το στόμα του. Δεν του έπαιρνε κανείς κουβέντα. Μεγάλη υπόθεση η εχεμύθειά του».
«’Ενα ιστορικό βιβλίο που δεν έχει γραφτεί ακόμη είστε» λέω στο Θόδωρο. «Εγώ δεν ξέρω τίποτα. Δεν άκουσα, δεν είδα» απαντάει. Κάποια στιγμή έρχεται κοντά μας η Πίγκα. Είναι η γυναίκα του. Και εκείνη δούλευε κοντά στον πρόεδρο, πριν καν γνωρίσει το Θόδωρο. Την πήρε μαζί του, μετά από ένα ταξίδι στη Ρόδο. Ήθελε μια κοπέλα να τον φροντίζει, κι ένας φίλος του του συνέστησε την οικογένεια της Πίγκας.
Με τον ίδιο τρόπο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, λίγο καιρό μετά, γνώρισε και το Θόδωρο Χαριτόπουλο. Ήταν γύρω στο ’60. Είχε πάει στη Μύκονο και έμενε στο ξενοδοχείο «Λητώ». «Η μητέρα μου -ζει ακόμη, όπως και ο πατέρας μου- περιποιήθηκε τον πρόεδρο» διηγείται ο Θόδωρος. «Εκείνος ευχαριστήθηκε και της είπε: “Θέλω κάποιον να μαγειρεύει ωραία σαν κι εσένα”. “Εγώ δεν μπορώ, θα σου στείλω όμως το γιο μου” του είπε, καθώς εγώ από μικρός είχα ασχοληθεί με τη μαγειρική γιατί μου άρεσε. Ημουν 20 χρονών τότε, υπηρετούσα ναύτης. Με αναζήτησε ο Καραμανλής και με πήρε κοντά του, όπου και έμεινα μέχρι το τέλος».
Η «ιστορική αλήθεια» είναι ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άρχισε να κάνει διακοπές στη Μύκονο εξαιτίας του Θόδωρου. «Στην Αθήνα, η οικογένειά του έμενε στα 10 χιλιόμετρα, αλλά εκείνος ήταν συνεχώς με τον πρόεδρο, μέρα και νύχτα» λέει ο Μιχάλης Λιάπης. «Δεν τον άφηνε να κάνει ρούπι. Ούτε όμως και ο Θόδωρος ήθελε να φεύγει τα βράδια». «Μα αφού ο πρόεδρος δεν είχε άλλον δικό του άνθρωπο κοντά» παρεμβαίνει ο Θόδωρος.
-Αισθανόταν ανασφάλεια;
«Όχι. Απλώς, τις προσωπικές του ώρες, που ήθελε να κάνει κάτι, δεν αισθανόταν άνετα με τα κορίτσια που είχαμε. Ήθελε εμένα».
«Το καλοκαίρι ήταν ευνόητο ο Θόδωρος να θέλει να περάσει κάποιες μέρες με την οικογένειά του” συνεχίζει ο Μιχάλης Λιάπης. «Ο πρόεδρος το καταλάβαινε και άλλαξε τον τόπο των διακοπών του. Επίσης, εμείς οι συγγενείς του και οι φίλοι του που τον συντροφεύαμε στις διακοπές του περνάγαμε καλά. Σε όλους μας άρεσε η Μύκονος. Ετσι, ο πρόεδρος ήταν κι αυτός ευχαριστημένος. Είχε και τον Ηλία, τον αδελφό του Θόδωρου, που του ετοίμαζε φρέσκο ψάρι, και αισθανόταν σαν στο σπίτι του».
Από το καλοκαίρι του ’86 -μετά από μια εγχείρηση χολής που έκανε ξαφνικά ενώ βρισκόταν σε διακοπές στο Ρευματονήσι των Γουλανδρήδων- άρχισε να έρχεται ανελλιπώς στη Μύκονο και να μένει ένα μήνα, από αρχές Ιουλίου μέχρι αρχές Αυγούστου, θυμάται ο επί 11 χρόνια δήμρχος Χρήστος Βερώνης, 47 χρόνων, πολιτικός μηχανικός. Την πρώτη χρονιά έμεινε στο μικρό ξενοδοχείο του Θόδωρου, στο «Pigal», που βρίσκεται δίπλα στην ταβέρνα. Το δωμάτιό του ήταν μικρό και λιτό. Ένα κρεβάτι, ένα κομοδίνο, μια πολυθρόνα. Για να τηλεφωνεί, να διαβάζει τις εφημερίδες του και να κάνει συναντήσεις, χρησιμοποιούσε το μικρό σαλόνι που επικοινωνούσε με το δωμάτιο. Από το παράθυρό του όμως, η θέα στον όρμο του Ορνού ήταν μαγική.
Τα επόμενα χρόνια μετακόμισε στο σπίτι της Ειρήνης και του Θόδωρου Νικολαΐδη, που είναι οι ιδιοκτήτες της εφημερίδας το «Φως». Και αυτό βρίσκεται στην ίδια περιοχή του Ορνού, διακρίνεται καθαρά από το «Pigal».
Τα βράδια ο Καραμανλής έτρωγε με την παρέα του στην ταβέρνα του Ηλία Χαριτόπουλου. Την πρώτη χρονιά, ο σημερινός δήμαρχος, πολύ νεαρός τότε, με τους φίλους του ήθελαν να τον δουν από κοντά και να βγουν μια φωτογραφία μαζί του. «Πιάσαμε ένα μεγάλο τραπέζι κοντά στου προέδρου και περιμέναμε» θυμάται. «Γύρω στις 11.30 το βράδυ σηκώθηκε να φύγει. Ποιος θα του το έλεγε όμως; Κανένας δεν τολμούσε να πάρει την πρωτοβουλία, ούτε ο Θόδωρος. Τελικά μας έκανε το χατίρι ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς και του μίλησε. Δέχθηκε και τον πλησιάσαμε. Εκεί που είχε σταθεί ήταν στενός ο χώρος και αρχίσαμε να σπρωχνόμαστε ποιος θα φτάσει δίπλα του. Ο Καραμανλής, με το ιδιότυπο χιούμορ που τον διέκρινε, μαζί και λίγο θυμωμένα, είπε: “Νομίζω ότι στο τέλος ο μόνος που δεν θα είναι μέσα στη φωτογραφία θα είμαι εγώ”».
-Ποιο ήταν το πρόγραμμα του προέδρου στις διακοπές; ρωτώ το Θόδωρο.
«Το πρόγραμμά του δεν άλλαζε ποτέ και με τίποτα. Ηταν σαν “κουρδισμένος”. Να το πιστέψετε. Ηταν μετρημένες ακόμη και οι μπουκιές του. Αν του έβαζες 15 μπουκίτσες παστίτσιο, θα έτρωγε τις 14. Και μετά από ένα μήνα να του ξαναέβαζες παστίτσιο, πάλι 14 μπουκιές θα έτρωγε».
-Το πρωί τι ώρα ξυπνούσε;
«Πριν από τις εφτά. Επαιρνε το πρωινό του με τις εφημερίδες, έκλεινε τα ραντεβού του για το μεσημέρι και γύριζε στο δωμάτιό του».
-Πόσο χρόνο αφιέρωνε στο διάβασμα των εφημερίδων;
«Μπορεί και 2-3 ώρες, αν υπήρχαν σοβαρά θέματα ή έβρισκε άλλα πράγματα που τον ενδιέφεραν».
-Βιβλία έφερνε μαζί του από την Αθήνα στη Μύκονο;
Θόδωρος: «Πάντα. Κυρίως πολιτικά».
Μιχάλης Λ.: «Στο Παρίσι, μου είχε κάνει εντύπωση ότι είχε μελετήσει τους κλασικούς. Τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, όλους τους ήξερε απέξω».
-Κρασί έπινε;
Θόδωρος: «Μόνο ουίσκι. Πάντα με το φαγητό του».
-Είχε κάποια ιδιορρυθμία πολύ χαρακτηριστική;
Μιχάλης Λ.: «Με τα ρούχα του. Ο Θόδωρος θα σου πει».
-Εσείς του ψωνίζατε;
Θόδωρος: «Όχι, μόνος του. Στο Παρίσι πήγαινε στα μαγαζιά και αγόραζε ό,τι του άρεσε. Εδώ ραβόταν στου Χρηστάκη. Είχαμε ένα ράφτη, τον Ησαΐα. Πολύ τον τυραννούσε. Μπορεί να έραβε και να ξήλωνε 30-40 φορές ένα σακάκι».
-Αλλαξε ποτέ το νούμερό του;
Μιχάλης Λ.: «Όχι. Κρατούσε ρούχα 20-30 χρόνια».
Θόδωρος: «Είχα στις ντουλάπες ρούχα του από το ’60. Ήταν πάντα 74 κιλά με ύψος 1,81. Όταν έπαιρνε λίγο, από μόνος του έκανε μια δίαιτα. Μου έλεγε “θα μου φτιάξεις ένα τσάι”. Ήταν λιτοδίαιτος».
-Τι του άρεσε να τρώει;
«Δεν ζητούσε τίποτα το ιδιαίτερο. Του άρεσε το ψάρι, καμιά πιτούλα, χόρτα πάντα».
-Γλυκά;
«Μια ζωή την έβγαλε με κομπόστα. Όταν έβγαινε έξω, μπορεί να έτρωγε λίγο γλυκό».
Μιχάλης Λ.: «Θυμάμαι ότι, όταν ήμασταν σε κάποιο εστιατόριο και κάποιος από την παρέα έτρωγε λίγο, του έλεγε: “Τη δίαιτα δεν την κάνεις έξω, την κάνεις στο σπίτι σου”».
Θόδωρος: «Αν όμως έπαιρνε κάποιος για δεύτερη φορά φαγητό, του έλεγε: “Εδώ ήρθες να χορτάσεις;”. Εκείνος που την πλήρωνε πάντα ήταν ο καημένος ο Ιάσων Ρίζος. Μια φορά, εδώ στη Μύκονο, είχε στην τσέπη του καθαρισμένα σκόρδα. Τα έβγαζε ένα ένα και τα έτρωγε. “Τι κάνεις εκεί;” τον μάλωσε. “Εφαγες ένα, δύο… Δεν σου ‘φταναν;”».
-Ακουγε;
Μιχάλης Λ.: «Στο σπίτι όχι, διότι ο πρόεδρος είχε πρόβλημα με τα αφτιά του. Άκουγε όμως στο αυτοκίνητο και συνήθως στη διαπασών».
-Από παλιά είχε το πρόβλημα με τ’ αφτιά;
Θόδωρος: «Από πολύ παλιά. Το ’50 έκανε μια εγχείρηση, αλλά αντί να πάει καλύτερα πήγε χειρότερα. Γι’ αυτό και φορούσε πάντα το ακουστικό του».
-Με τις αρρώστιες πώς τα πήγαινε;
«Έλεγε “εμένα δεν με νοιάζει να πάθω τίποτα”. Όταν όμως είχε κάποια, έστω μικρή, ενόχληση, ήθελε το γιατρό».
-Τηλεόραση έβλεπε;
Μιχάλης Λ.: «Α, ναι. Του άρεσαν πολύ τα καουμπόικα».
Θόδωρος: «Κάθε βράδυ έβλεπε όλα τα νέα και μετά του βάζαμε μια ταινία καουμπόικη μέχρι τη 01.00. Ο Τζον Γουέιν ήταν από τους αγαπημένους του».
Ο Μιχάλης Λιάπης και ο Θόδωρος αναπολούν στιγμές και πρόσωπα από τις μυκονιάτικες παρέες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Καταρχήν ήταν οι αδελφοί του, ο Αχιλλέας με την οικογένειά του, που ερχόταν με το σκάφος του, ο Αλέκος και η Αλίκη και μερικές φορές και ο Γραμμένος. Αυτός που πάντα του έφτιαχνε τη διάθεση ήταν ο Τάκης Λαμπρίας. Φρόντιζε να χάνει στο τάβλι και να του λέει ανέκδοτα. Τα περισσότερα ήταν σόκιν. «Κύριε πρόεδρε, θα ήθελα να σας πω κι ένα σόκιν. Μπορώ;» του έλεγε. «Πες, πες» του απαντούσε κοφτά ο Καραμανλής.
Εναλλάσσονταν και ορισμένοι πολιτικοί φίλοι του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Μιλτιάδης Εβερτ, ο Αναστάσης Παπαληγούρας, που ήταν ο εισηγητής της Ν.Δ. στο φάκελο της Κύπρου, ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς. Επίσης ο Μιχάλης Βρανόπουλος, ο Σπύρος Μεταξάς. Φυσικά, οι οικογένειες του πρέσβη Πέτρου Μολυβιάτη και του Προκόπη Παυλόπουλου, με τους οποίους περνούσε πολλές ώρες συζητώντας. Σχεδόν πάντα τον ακολουθούσε και η γραμματέας του, Λένα Τριανταφύλλη. «Αν εγώ ήμουν στην άκρη του τραπεζιού με τον Χορν και συζητάγαμε, θυμάται ο Μ. Λιάπης, ο πρόεδρος ρωτούσε “Τι λέτε εσείς εκεί;”. Ηθελε όλα να τα μάθει, να ελέγχει όλο το τραπέζι».
Τα πρωινά του στη Μύκονο έκανε κάποιες, λίγες, συναντήσεις. Τις περισσότερες ώρες όμως τις περνούσε μόνος στο δωμάτιό του.
-Απρόσκλητους δεχόταν; ρωτώ το Θόδωρο.
«Ποτέ».
-Ούτε το Μιχάλη Λιάπη, που ήταν ανεψιός του;
Θόδωρος: «Άλλο ο Μιχάλης. Κάποια πρόσωπα τα έβλεπε και χωρίς να τα καλέσει εκείνος. Αυτός ο κύκλος όμως ήταν πολύ στενός. Κανένας δεν τολμούσε να τον πλησιάσει αν δεν του έδινε το δικαίωμα εκείνος. Είχαν ένα δέος απέναντί του. Εβλεπα τους προέδρους και τους πρωθυπουργούς στις χώρες που επισκεπτόμασταν. Μεγάλο σεβασμό τού έδειχναν. Ιδιαίτερα στα τότε κομμουνιστικά μέρη».
Μιχάλης Λ.: «Είχε και προσωπικές σχέσεις ο πρόεδρος. Θυμάμαι τον Ζίβκοφ. Και βεβαίως με τον Ζισκάρ Ντ’ Εστέν ήταν πολύ φίλοι. Του διέθεσε και το αεροπλάνο για να επιστρέψει στην Ελλάδα από το Παρίσι».
Εκείνη την ιστορική βραδιά του ’74, ο Θόδωρος βρισκόταν στη Μύκονο. Είχε έρθει για λίγες ημέρες να δει την οικογένειά του. «Κάθισε ο Μιχάλης στο πόδι μου με τον πρόεδρο και γύρισε μαζί του με το αεροπλάνο» λέει. «Εφυγα με ένα κρις κραφτ για την Τήνο και από εκεί για τον Πειραιά. Ίσα ίσα πρόλαβα να φτάσω στη “Μεγάλη Βρεταννία” λίγο πριν από τον πρόεδρο. Στις έξι το πρωί, την ώρα που έλυνε τη γραβάτα του, με είδε μπροστά του και τρελάθηκε. Και τι δεν μου έλεγε… Ιστορικές στιγμές». Εκείνη τη νύχτα έκλεινε και ο κύκλος του Παρισιού. Η ζωή τους εκεί ήταν δύσκολη. «Είχαμε τη βαλίτσα πίσω από την πόρτα έτοιμη για να φύγουμε και μείναμε τελικά 11,5 χρόνια» λέει ο Θόδωρος.
-Τι χαρακτηριστικό στιγμιότυπο θυμάστε;
«Μια φορά είδα τον Ωνάση τυχαία και μου λέει: “Μπορώ να σας δώσω ένα ωραίο, μεγάλο διαμέρισμα στην Αβενί Φος, να σου στείλω και μια καινούρια Τζάγκουαρ να τη χρησιμοποιείτε”. Μόλις το είπα στον πρόεδρο, μη σας περιγράψω τι άκουσα. “Και πώς τον συνάντησες;” και “Γιατί τον άκουσες;”, χίλια δυο μου είπε. Μύγα δεν σήκωνε στο σπαθί του».
Επειδή η επέτειος της αποκατάστασης της δημοκρατίας συνέπιπτε πάντα με τις διακοπές του στη Μύκονο, όταν ήταν πρόεδρος πήγαινε με το ελικόπτερο στην Αθήνα για τη δεξίωση στους κήπους του προεδρικού μεγάρου και την επομένη επέστρεφε. Στις 24 Ιουλίου του ’89 (δεν ήταν τότε πρόεδρος) τον θυμούνται να βλέπει σκεφτικός τηλεόραση στην ταβέρνα του Ηλία. Δυο τρεις γυναίκες μεγάλης ηλικίας, ανάμεσά τους και η μητέρα του δημάρχου, του πρόσφεραν ένα βασιλικό. Ο «σκληρός» Καραμανλής δάκρυσε.
Το 1990 πρότειναν στο Θόδωρο Χαριτόπουλο να κατεβεί υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στη Μύκονο. Μόλις το έμαθε ο πρόεδρος γκρίνιαξε. «Τι θες εσύ και μπερδεύεσαι μ’ αυτά τα πράγματα; Εσύ είσαι με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας» του είπε. «Δεν μπορώ να κάνω πίσω, με βάλανε» επέμεινε ο Θόδωρος, που αγαπάει το νησί του (συνεχίζει να εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος). «Το έγραψε και η εφημερίδα, δεν είναι σωστό να κάνω πίσω» ήταν το επιχείρημά του. Τελικά ο Καραμανλής σταμάτησε να μουρμουράει.
-Όταν εκλεχτήκατε όμως, χάρηκε.
«Ναι, βέβαια. Αλλά ποτέ δεν με ρώτησε αν πηγαίνω στα δημοτικά συμβούλια. Εγώ όμως συμβούλιο παρά συμβούλιο έπρεπε να έρθω στη Μύκονο. Προσπαθούσα λοιπόν να βρω δικαιολογίες ότι θα λείψω για τη μια ή την άλλη δουλειά. Έπαιρνα το αεροπλάνο, έδινα παρών στο συμβούλιο και το ξανάπαιρνα για να γυρίσω πίσω. Μαραθώνιος. “Πού ήσουνα;” με ρωτούσε. “Είπες θα γυρίσεις στις 8.30 και πήγε 10 το βράδυ”. Μου κρατούσε μούτρα δυο τρεις ημέρες μέχρι να του περάσει».
Το καλοκαίρι του ’91 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, ανακηρύσσεται επίτιμος δημότης Μυκόνου. «Δεν θέλησε να έρθει στο δημαρχείο να παραλάβει τα εύσημα και πήγαμε εμείς στο σπίτι του Θόδωρου Νικολαΐδη να του τα παραδώσουμε» λέει ο δήμαρχος. «Καθώς ήμουν νέος, ο πρόεδρος φοβήθηκε μην τα χάσω και μου είπε: “Δήμαρχε, απλά τα θέλω”. Έτσι όμως που σ’ το έλεγε, σε άφηνε άφωνο και δεν ήξερες τι να πεις. Πάντως, όταν του είπα τα δυο λόγια που είχα ετοιμάσει, μου είπε: “Δεν είσαι μόνο καλός δήμαρχος, αλλά και ρήτορας”. Είχε το δικό του τρόπο με τους ανθρώπους». Ζητώ να μου περιγράψουν με δυο λέξεις τον πρόεδρο.
Θόδωρος: «Ο πρόεδρος ήταν ένας άνθρωπος πολύ σκληρός με τον εαυτό του. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η κατάσταση στον τόπο».
Μιχάλης Λ.: «Η πιο δόκιμη λέξη που θα τον περιέγραφε είναι “αυστηρός”».
-Λένε ότι ήταν και αυταρχικός.
Μιχάλης Λ.: «Εγώ, εκτός από ανεψιός του, ήμουν και συνεργάτης του, διευθυντής του πολιτικού του γραφείου στην προεδρία της δημοκρατίας. Νομίζω ότι υπάρχει μια υπερβολή σ’ αυτό που λέγεται για την αυταρχικότητά του. Παλιά, επί ΕΡΕ, ίσως να είχε κάποιες ακραίες συμπεριφορές. Μετά όμως έζησε στο Παρίσι, πήρε το ευρωπαϊκό στιλ, διάβασε πολύ, ηρέμησε αρκετά».
Θόδωρος: «Παλιά ήταν πιο αυστηρός. Ο τότε πρόεδρος της Βουλής, ο Τάκης Ροδόπουλος, και τι δεν άκουγε… Και από τον καλύτερο υπουργό είχε παράπονα».
-Οταν έπαιρνε τους υπουργούς του από το πορτοκαλί τηλέφωνο, τι τους έλεγε;
Θόδωρος: «Δεν χρησιμοποιούσε βαριές κουβέντες. Αλλά καμιά φορά σε κάποιους έβαζε τις φωνές».
Μιχάλης Λ.: «Ηταν όμως ακριβοδίκαιος ο πρόεδρος. Αυτό είναι το μεγαλείο του ηγέτη».
-Η ιστορία που έχω ακούσει είναι από τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ο Μιλτιάδης Εβερτ, νέος υπουργός του Καραμανλή τότε, είχε πεταχτεί για ένα Σαββατοκύριακο στη Μύκονο. Πρόσεχε να μη μαυρίσει, μην τυχόν και τον ρωτήσει ο πρωθυπουργός πού ήταν και δεν δούλευε.
Μιχάλης Λ. «Παρατηρήσεις, όντως, έκανε. Μπορεί να ρωτούσε επίμονα κάποιον συνεργάτη του “πού ήσουνα;”, “τι έκανες;”, “πώς είσαι ντυμένος;”, “πώς τρως έτσι;”. Δεν τη χάριζε σε κανέναν. Οπως ήταν άψογος σε όλα εκείνος, το ίδιο απαιτητικός ήταν και από τους άλλους. Στο βάθος όμως ο πρόεδρος ήταν ένας γλυκός άνθρωπος. Νοιαζόταν για τους ανθρώπους του, είχε στιγμές τρυφερότητας. Απλώς δεν έδειχνε πάντα τα συναισθήματά του».
-Το καλοκαίρι στη Μύκονο, μετά το χειμώνα που παραιτήθηκε από την προεδρία της δημοκρατίας, ήταν στενοχωρημένος που ο Παπανδρέου δεν τον πρότεινε για πρόεδρο;
Θόδωρος: «Το περίμενε. Πάντως, αν εγώ ποτέ τολμούσα να κάνω κάποιο αρνητικό σχόλιο για τον Παπανδρέου, έβρισκα τον μπελά μου. “Είναι ο πρωθυπουργός” μου έλεγε».
Μιχάλης Λ.: «Σεβόταν τους θεσμούς. Επίσης δεν του άρεσαν τα πολιτικά κουτσομπολιά. Μην έκανε κάποιος το λάθος να του πει “εκείνος έκανε αυτό ή το άλλο”. Θύμωνε. Πολιτική κριτική άκουγε, χαρακτηρισμούς ποτέ. Ούτε καν από εμάς τους συγγενείς του και τους φίλους του».
-Η πολιτική τον απασχολούσε έντονα και στις διακοπές του στη Μύκονο;
«Οταν ήταν χαλαρός και κεφάτος, τον θυμάμαι που ερχόταν στην ταβέρνα του Ηλία και μας έλεγε: “Σήμερα δεν θα κάνουμε πολιτική συζήτηση”. “Μπράβο, πρόεδρε” του λέγαμε κι αρχίζαμε τα ανέκδοτα. Σε λίγα λεπτά βαριότανε και ξεκινούσε ο ίδιος την πολιτική συζήτηση».
Ο δήμαρχος Μυκόνου μια φορά τον ρώτησε για το Σκοπιανό, που ήταν σε έξαρση τότε. «Μου είπε “ανοίξαμε ένα λάκκο και πέσαμε μέσα”, χωρίς άλλες εξηγήσεις. Άλλη μια φορά είχε πει για το Κυπριακό ότι “άλλα συμφωνούσαμε μέσα κι άλλα έκαναν έξω”, αναφερόμενος στις ηγεσίες της Κύπρου» (προφανώς εννοούσε το Μακάριο).
Ο σημερινός πρόεδρος της Ν.Δ., Κώστας Καραμανλής, πήγαινε παρέα στο θείο του, στη Μύκονο, τα πρώτα χρόνια, πριν εκλεγεί βουλευτής. Κάποια βράδια ο πρόεδρος καλούσε το δήμαρχο με μέλη του δημοτικού συμβουλίου της Μυκόνου. «Πριν καθίσουμε στο τραπέζι, μας δεχόταν σ’ ένα σαλονάκι και μας ρωτούσε για το νησί, τι προβλήματα έχουμε, τι προχώρησε, τι όχι» λέει ο Χρήστος Βερώνης. «Σ’ αυτές τις συναντήσεις είχε δίπλα του και τον Κώστα».
Μιχάλης Λ.: «Ο πατέρας του Κώστα, ο Αλέκος, ερχόταν στη Μύκονο πολλά χρόνια πριν τον πρόεδρο επειδή η Αλίκη είναι από δω. Περνούσε στο νησί ένα δυο μήνες κάθε καλοκαίρι. Ηταν πολύ αγαπητός, είχε αναπτύξει σχέσεις με αρκετούς Μυκονιάτες».
Θόδωρος: «Ο κ. Αλέκος ήταν ήσυχος άνθρωπος, τον αγαπούσε πολύ ο πρόεδρος. Και στο Παρίσι που ήμασταν, εκείνος ρύθμιζε τις υποθέσεις μας».
Πηγαίνω στην πλατεία Γομενιού της Μυκόνου, όπου βρίσκεται το σπίτι της Αλίκης Καραμανλή. Είναι κλειστό. Τα τελευταία χρόνια το ζευγάρι προτιμάει την άνεση του ξενοδοχείου «Λητώ». Ιδιοκτήτης είναι ο Μπάμπης Πανταζόπουλος, που έχει παντρευτεί εξαδέλφη της Αλίκης.
Η παλιά γειτόνισσά τους, κα Καλλιόπη Ξυδάκη, λέει τα καλύτερα λόγια. «Ηταν πολύ καλοί άνθρωποι, απλοί. Ο πατέρας του νοικάρη μου είχε πάθος με τη Ν.Δ. Μόλις έβλεπε να ανοίγει το σπίτι, έτρεχε. “Ηρθε ο Καραμανλής, πάμε να τον δούμε” φώναζε». Ο Μπάμπης Πανταζόπουλος μου λέει χαρακτηριστικά: «Τον Αλέκο Καραμανλή τον κάναμε σώγαμπρο στη Μύκονο, το αγάπησε πολύ το νησί».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου