http://kourdistoportocali.com/news-desk/ekdikisi-tou-tsipra-gia-ti-gata-imala%CE%90on/
Ο Στέφανος Στεφανόπουλος, υποψήφιος πρωθυπουργός των Αποστατών φθάνει στο Καστρί για να συναντήσει τον Χρήστο Λαμπάκη ο οποίος προσπαθεί να αποφύγει τον φωτογραφικό φακό.
Ηταν η ατιμωτική παράδοση του Ψυχάρη που ξεχείλισε το ποτήρι;
Εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίοι κατευθύνονται στην Μιχαλοκοπούλου για να πάρουν στα χέρια τους το πρώτο φύλλο των ΝΕΩΝ με Διοικητή τον Μουλόπουλο. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ταπεινώνοντας τον Σταύρο Ψυχάρη αλά Οτσαλάν παίρνει την εκδίκησή του για την Γάτα των Ιμαλαίων. Αγνοεί όμως επικίνδυνα την Ιστορία που τον περιμένει στην γωνία…
“Ο θεωρητικός της Χούντας και υφυπουργός παρά τω προθυπουργώ, Γεώργιος Γεωργαλάς, περνούσε πολλά μηνύματα που άρεσαν σε κομμάτι του κόσμου. Ήταν ο άνθρωπος που είχε το μεγαλύτερο ρόλο στον τομέα της λογοκρισίας. Είχε μόνιμη εκπομπή στην τηλεόραση όπου προωθούσε την χουντική προπαγάνδα, κάτι σαν ένα μάθημα δικτατορικής διαπαιδαγώγησης. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια αναπαράγουν τις ομιλίες τους. Οργώνει την Ελλάδα και επιδιώκει τη διείσδυση στη νεολαία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο ίδιος και η οικογένεια του είχαν έντονο κομμουνιστικό παρελθόν, χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του σε βάρος των συντρόφων του…”
Στην καρδιά του καλοκαιριού του 2014, πίσω από τις ημίκλειστες γρίλιες του παραθύρου ενός κομματικού γραφείου, ένας ανερχόμενος πολιτικός ηγέτης, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μια χώρα της ευρωζώνης, που είχε μόλις κατορθώσει να κερδίσει τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου 2014 και ετοιμαζόταν να εισέλθει στην τελική ευθεία για τη δημοκρατική… «κατάληψη» της εξουσίας, συζητούσε προβληματισμένος με έναν από τους εξ απορρήτων συνομιλητές του.
Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος
– «Αυτός ο ιστορικός εκδότης ζήτησε πάλι να με συναντήσει. Δέχτηκα, συναντηθήκαμε και μιλήσαμε για όλα».
– «Και τι σας ζήτησε, κύριε πρόεδρε;».
– «Το πιστεύεις ότι δεν μου ζήτησε τίποτα; Αντίθετα, του έδωσα εγώ…».
– «Τι του δώσατε;».
– «Του είπα πως όταν κερδίσουμε την εξουσία θα του χαρίσω τα δάνεια της εκδοτικής επιχείρησής του και επίσης θα δώσω στον ίδιο ολόκληρο το κανάλι στο οποίο συμμετέχει. Αλλά παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να μη με υποστηρίζει, ούτε με τις εφημερίδες ούτε με το κανάλι του. Τι άλλο να κάνω;».
***
Η ειρωνεία της Ιστορίας
Η συνάντηση του εκδότη με τον ανερχόμενο πολιτικό ηγέτη είχε λάβει χώρα λίγες ημέρες νωρίτερα, το μεσημέρι της 4ης Ιουλίου 2014. Η 4η Ιουλίου είναι η Ημέρα της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Οι πρεσβείες των ΗΠΑ σε ολόκληρο τον κόσμο διοργανώνουν δεξιώσεις στις οποίες προσκαλούν τους επιφανείς της πολιτικής, της οικονομίας, του Στρατού, της Εκκλησίας, της Δικαιοσύνης και των Τεχνών. Ηταν μια… μικρή ειρωνεία της Ιστορίας το γεγονός ότι η μυστική συνάντηση έγινε στο κέντρο της πρωτεύουσας της χώρας αυτής, σε ένα διαμέρισμα που βρίσκεται πολύ κοντά στην αμερικανική πρεσβεία. Αραγε μπορεί το διαμέρισμα αυτό να είχε ποτέ παγιδευτεί και να παρακολουθούνταν ως… γόνιμη εστία παραγωγής απόρρητων πολιτικών πληροφοριών; Ο εκδότης αναλογίστηκε το ενδεχόμενο, αλλά δεν τον προβλημάτισε. Αλλωστε, όπως διαχρονικά διαβεβαιώνουν πολιτικοί όλων των κυβερνήσεων που έχουν συναντηθεί μαζί του, ο ίδιος δεν ζητεί ποτέ τίποτα. «Δέχομαι αιτήματα, δεν καταθέτω αιτήματα» απαντούσε απότομα σε όποιον τολμούσε να τον ρωτήσει αν έχει κάποιο συγκεκριμένο αίτημα να μεταφέρει στον εκάστοτε πολιτικό που θα συναντούσε.
Το διαμέρισμα της συνάντησης, νεόδμητο, σε πολυκατοικία του 2011, ανήκε σε στενή φίλη του ηγέτη. Του το παραχωρούσε για τις επαφές του με προσωπικότητες της δημόσιας ζωής, κυρίως σημαίνοντες επιχειρηματίες, που δεν έπρεπε να δημοσιοποιηθούν. Δεν ήταν η πρώτη συνάντηση του πολιτικού με τον εκδότη. Ηταν η τέταρτη από την αρχή του 2014. Οι άλλες τρεις που είχαν προηγηθεί είχαν πραγματοποιηθεί επίσης υπό συνθήκες μυστικότητας, σχεδόν με τήρηση κανόνων συνωμοτικότητας, στα βόρεια προάστια της πρωτεύουσας, στο σπίτι ενός προσώπου που χαίρει της απολύτου εμπιστοσύνης και των δύο ανδρών, ενός υψηλόβαθμου κομματικού στελέχους με μακρά θητεία στις εκδόσεις που επιχειρούσε να… στερεώσει αυτόν τον ιδιότυπο «πολιτικό αρραβώνα». Ηταν τρία κρύα απογεύματα, συνήθως μετά τις 6, μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου 2014. Τρεις συναντήσεις «για να σπάσει ο πάγος», με καφέ φίλτρου και μπισκότα βουτύρου, που εξαντλήθηκαν σε γενικές και «ανώδυνες» συζητήσεις για την επικαιρότητα, τις απόψεις και τα σχέδια του πολιτικού, ενώ δεν έλειψαν οι συμβουλές και οι… πατρικές νουθεσίες του εκδότη. Στους λίγους που γνώριζαν τις συναντήσεις αυτές, δήλωναν κατόπιν και οι δύο ενθουσιασμένοι. Παρά τη σημαντική διαφορά ηλικίας, είχε διαμορφωθεί από την πρώτη στιγμή ένα κλίμα αποδοχής, άνεσης και αλληλοκατανόησης. «Είχα ακούσει ότι είναι απότομος και αυστηρός, αλλά η συζήτηση μαζί του με εντυπωσίασε» έλεγε ο πολιτικός στους έμπιστους συνομιλητές του. «Δεν είναι καθόλου ακραίος. Είναι ένας έξυπνος και μετριοπαθής πολιτικός» έλεγε ο εκδότης στους στενούς συνεργάτες του.
***
Το παρ’ ολίγον ατύχημα
Η τέταρτη συνάντηση έγινε και αυτή έπειτα από αίτημα του εκδότη. «Θέλω να τον συναντήσω για να συζητήσουμε όσα συμβαίνουν, αλλά αυτή τη φορά θα ήθελα να είμαστε οι δυο μας» ζήτησε ο εκδότης να διαμηνυθεί στον πολιτικό. Ο πολιτικός ασφαλώς δέχθηκε και πρότεινε ως τόπο συνάντησης το φιλικό διαμέρισμα. «Η πολυκατοικία στην οποία βρίσκεται το διαμέρισμα διαθέτει υπόγειο γκαράζ. Το αυτοκίνητο του εκδότη θα κατέβει στο υπόγειο γκαράζ και ο εκδότης θα ανέβει με το ασανσέρ στον όροφο του διαμερίσματος» ήταν η ευγενική παράκληση του πολιτικού. «Ετσι δεν θα αναγκαστεί να παρκάρει στον δρόμο και δεν θα τον δει κανείς». Στη μία το μεσημέρι ακριβώς η θωρακισμένη λιμουζίνα του εκδότη έφθασε στη συμφωνημένη διεύθυνση και οι φρουροί του πολιτικού, ο οποίος βρισκόταν ήδη στο διαμέρισμα, έσπευσαν να ανοίξουν την αυτόματη πόρτα του γκαράζ. Εκείνη τη στιγμή όμως ο επικεφαλής της ασφαλείας του εκδότη που βρισκόταν μέσα στη λιμουζίνα μαζί με τον εκδότη, μόλις είδε την πόρτα του γκαράζ να ανοίγει, διέταξε αμέσως τον οδηγό να σταματήσει. «Δεν είναι ράμπα γκαράζ, είναι ασανσέρ αυτοκινήτων» είπε. «Αυτά τα ασανσέρ αντέχουν αυτοκίνητα μέχρι δύο τόνων. Η λιμουζίνα είναι θωρακισμένη και ζυγίζει πεντέμισι τόνους. Αν μπούμε θα εγκλωβιστούμε στο ασανσέρ». Και έτσι το αυτοκίνητο δεν προχώρησε. Σταμάτησε στην πιλοτή. «Αν μπαίναμε θα παγιδευόμασταν και θα χρειάζονταν δύο μέρες για να μας απεγκλωβίσουν» είπε ο επικεφαλής της ασφαλείας του εκδότη που μόλις είχε αποτρέψει ένα απροσδόκητο και ατυχέστατο περιστατικό, που αν γινόταν θα… έμενε στην Ιστορία.
Η μυστική οδηγία του πολιτικού έπρεπε αναγκαστικά να παραβιαστεί. Αλλωστε ο δρόμος, παρά τη γειτνίασή του με την αμερικανική πρεσβεία και ορισμένα σημαίνοντα δημόσια κτίρια, ήταν σχεδόν άδειος εκείνη την ώρα. Μόνο τρεις εργάτες μαστόρευαν σε ένα κτίσμα λίγα μέτρα διαγώνια απέναντι, αλλά μάλλον δεν είχαν δώσει σημασία (ή έτσι άφηναν να φαίνεται…) στην κινητικότητα και στους λίγους αστυνομικούς με πολιτικά που λίγη ώρα νωρίτερα είχαν συνοδεύσει τον πολιτικό και στέκονταν στον δρόμο με τα ακουστικά τους στα αφτιά. Ο ιστορικός εκδότης, που φορούσε πουκάμισο με λεπτή κόκκινη ρίγα, τιράντες, κόκκινη γραβάτα και μπλε κοστούμι, κατέβηκε, περπάτησε με γρήγορα βήματα προς την γκρίζα μεταλλική είσοδο, την οποία ξεκλείδωσε ένας φρουρός του πολιτικού. Κατευθύνθηκαν στο ασανσέρ και πάτησαν το κουμπί του πρώτου ορόφου. Βγήκαν σε έναν σκοτεινό διάδρομο. Ο φρουρός χτύπησε ένα κουδούνι χωρίς όνομα δίπλα σε μια γκρίζα πόρτα. Ο πολιτικός άνοιξε την πόρτα ο ίδιος. «Καλώς ήλθατε». Ηταν ευδιάθετος, ευγενικός και φιλόξενος, όπως πάντα. Φορούσε λευκό πουκάμισο και μπλε κοστούμι. Δεν ήταν όμως μόνος του στο μικρό αυτό ευήλιο διαμέρισμα με τους φρεσκοβαμμένους γκρίζους και βαθυπράσινους τοίχους, την καλαίσθητη διακόσμηση και τα όμορφα έπιπλα σε απλή σχεδίαση. Μετά την εγκάρδια και ζεστή χειραψία, οδήγησε τον επισκέπτη προς το μικρό σαλόνι. Αλλά ο εκδότης κοντοστάθηκε για λίγο γιατί παρατήρησε μια γάτα. Μια γάτα των Ιμαλαΐων, με μακρύ εντυπωσιακό τρίχωμα, ελαφρώς εύσωμη, με μάτια γαλάζια, αυστηρή και μεγαλοπρεπής. Καθόταν επάνω σε ένα ευμέγεθες μαξιλάρι και παρατηρούσε έντονα τον εκδότη χωρίς να κουνηθεί από τη θέση της. «Ανήκει στη φίλη μου που έχει αυτό το σπίτι» εξήγησε ο πολιτικός χαμογελώντας. «Θέλετε έναν εσπρέσο;» ρώτησε. «Θα τον φτιάξω ο ίδιος γιατί δεν υπάρχει κανένας άλλος στο σπίτι».
Μέσα σε λιγότερο από δύο λεπτά ο πολιτικός και ο εκδότης απολάμβαναν τον καφέ τους στο μικρό και όμορφο καθιστικό, και άρχισαν να μιλούν σχεδόν σαν να ήταν πατέρας και γιος, που είχαν χαθεί για χρόνια και «ανακάλυψαν» τυχαία ο ένας τον άλλον. «Συγχαρητήρια για τη νίκη σου. Θα κερδίσεις σίγουρα και τις εθνικές εκλογές» είπε ο εκδότης. «Ευχαριστώ πολύ. Θα ήταν σημαντικό να έχω την υποστήριξη του πιο ιστορικού συγκροτήματος Τύπου» απάντησε ο πολιτικός. Η συζήτηση πέρασε στα θέματα της επικαιρότητας, η οποία είχε αρχίσει να επιβραδύνεται για να προσαρμοστεί στους θερινούς ρυθμούς της… γνώριμης ακινησίας. Ο πολιτικός ηγέτης ανέλυσε στον εκδότη την άποψή του ότι η κυβέρνηση δεν θα κατόρθωνε να ανακάμψει και ότι πλέον οι ξένοι σύμμαχοι της χώρας, ανάμεσα στους οποίους και οι ΗΠΑ, διάκεινται φιλικά προς το κόμμα του. Η μυστική συνάντηση, η μοναδική στην οποία ήταν απολύτως μόνοι τους, διήρκεσε ακριβώς μία ώρα. Οι δύο άνδρες εγκατέλειψαν το διαμέρισμα σε διαφορετική ώρα, με πρώτο τον εκδότη.
Οσα άκουσε ο «μάρτυρας»
Ο μοναδικός μάρτυρας της συνομιλίας ήταν αυτή η γάτα των Ιμαλαΐων, η οποία μάλιστα μετέδιδε μια αίσθηση «κυριότητος του χώρου». Αυτή μόνο είχε το προνόμιο να ακούσει το αίτημα του πολιτικού προς τον εκδότη για μια… σχέση αποκλειστικότητας, για μια σταθερότερη σχέση επωφελούς αλληλοϋποστήριξης. Στο μυαλό αυτής της σπάνιας γάτας καταγράφηκε με μορφή ανεξιχνίαστου κώδικα ένα εξίσου σπάνιο ιστορικό στιγμιότυπο. Μια γάτα σιωπηλή που έδειχνε αφοσιωμένη σε μια φιλική συζήτηση δύο ανθρώπων περί πολιτικής και ισχύος, μια λευκή γάτα μακρύτριχη που τα έντονα γαλανά μάτια της όπως εξείχαν σχεδόν μέσα από το σκουρόχρωμο τρίχωμα του προσώπου της, την έκαναν να μοιάζει αυστηρή και αινιγματική. Οπως αινιγματικές θα αποδεικνύονταν πολλές από τις πτυχές και τις ανατροπές της Ιστορίας αυτής της πολύπαθης χώρας που έμελλε να ακολουθήσουν…
Τι απαντά το Μαξίμου
Τι απαντά το Μαξίμου
Το Μέγαρο μαξίμου εξέδωσε ανακοίνωση το βράδυ του Σαββάτου στην οποία κάνει το άσπρο μαύρο. Η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Η δικαιοσύνη θα ενεργήσει απερίσπαστη και τα τηλεοπτικά ΜΜΕ θα αδειοδοτηθούν νόμιμα»
Το Κεντρικό δημοσίευμα της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ είναι άκρως αποκαλυπτικό.
Φανερώνει ότι ο εκδότης Στ. Ψυχάρης ζητούσε επίμονα από τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ πολύ πριν τις εκλογές του Γενάρη του 2015,τη διαγραφή των δανείων του καθώς και πολιτική διαμεσολάβηση για την απόκτηση της συνολικής ιδιοκτησίας του MEGA.
Όπως άπαντες αντιλαμβάνονται κανένα από τα δυο αιτήματα δεν έγινε δεκτό.
Ο Πρωθυπουργός δεσμεύτηκε στον Ελληνικό λαό να μη χαριστεί σε κανέναν και δεν χαρίζεται σε κανέναν.
Η δικαιοσύνη ενεργεί απερίσπαστη και τα Τηλεοπτικά Μέσα θα αδειοδοτηθούν για πρώτη φορά με ανοιχτό και αδιάβλητο διεθνή διαγωνισμό.
Τι ανακοινώνει το «Βήμα της Κυριακής»
Η απάντηση του «Βήματος της Κυριακής» στην ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού
Η απάντηση του «Βήματος της Κυριακής» στην ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού
«Δεν προκαλεί έκπληξη ότι το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να κάνει το «άσπρο – μαύρο». Είναι η συνήθης πρακτική που εσχάτως ακολουθείται. Καλούμε τους ιθύνοντες του Γραφείου Πρωθυπουργού να ξαναδιαβάσουν το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για να κατανοήσουν, να συνειδητοποιήσουν (και να θυμηθούν…) ποιος προσέφερε, πότε και τι, ποιος ζητούσε πολιτική υποστήριξη με κάθε ευκαιρία χωρίς τίποτα και ποτέ να του έχει ζητηθεί. Πέραν τούτων, το Μέγαρο Μαξίμου λησμονεί το νόμο της δημοσιογραφίας περί χρυσών εφεδρειών. Θα έχουν την ευκαιρία να τον πληροφορηθούν».
Από τις πρώτες ώρες της ελληνικής Επανάστασης και τους Βαλκανικούς Πολέμους, ως τη χούντα του Μεταξά, την Κατοχή και τη δικτατορία των συνταγματαρχών, η Ελλάδα έχει γνωρίσει αμέτρητες φορές φαινόμενα λογοκρισίας, φίμωσης και δίωξης “αιρετικών”. Χιλιάδες εξ αυτών τιμωρήθηκαν με τον σκληρότερο τρόπο για τις σκέψεις και τις απόψεις που αποτύπωσαν πάνω στο χαρτί.
Ο μεγάλος Ρωμαίος σατιρικός Γιουβενάλης ειρωνευόμενος την απαγόρευση δημοσίευσης οποιουδήποτε είδους κριτικής στην πλούσια Ελίτ της Ρώμης έγραψε ότι “Ο λογοκριτής αθωώνει τα κοράκια και καταδικάζει τα περιστέρια”. Μία φράση, που το νόημά της έμεινε αναλλοίωτο για πάνω από 2.000 χρόνια.
Σάλπιγξ Ελληνική |
Η ιστορία της λογοκρισίας του Τύπου στη νεότερη Ελλάδα ξεκινά από το 1821. Η χώρα ζει τον πυρετό της Επανάστασης ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και η πρώτη σύγχρονη εφημερίδα κάνει την εμφάνισή της. Ονομάζεται “Σάλπιγξ Ελληνική” και εκδίδεται την 1 Αυγούστου του 1821 στην επαναστατημένη Καλαμάτα. Τυπώνεται στο μικρό τυπογραφείο που είχε φέρει ο Δημήτριος Υψηλάντης από την Τεργέστη και “Επιστάτης και Εκδότης” της ορίζεται ο ιερωμένος Θεόκλητος Φαρμακίδης, με προϋπηρεσία στον Τύπο και πανεπιστημιακή μόρφωση.
Στο πρώτο του άρθρο ο Φαρμακίδης σημειώνει: “Εις τας παρούσας περιστάσεις της Ελλάδος, ότε το ελληνικόν γένος, μη υπομένον τον βαρύν της τυραννίας ζυγόν, τον οποίο φέρει αναξίως αιώνας ολόκληρους, απεφάσισε υπό την προστασία της Θείας Πρόνοιας, να πιάση τα όπλα. Δια να αναλάβει την οποίαν απώλεσεν αυτονομίαν, είναι αναγκαιοτάτη εφημερίς εις την Ελλάδα εκδιδομένη”.
Η “Σάλπιγξ Ελληνική” δημοσιεύει, μεταξύ άλλων, και την προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη που είχε απευθύνει από το Ιάσιο στις 24 Φεβρουαρίου του 1821 για την επανάσταση στην Μολδοβλαχία.
Ο βίος της εφημερίδας, θα αποδειχθεί βραχύβιος. Μόλις τρία φύλλα πρόλαβαν να εκδοθούν, αυτά της 1ης, 5ης και 20ης Αυγούστου του 1821, μιας και ο Φαρμακίδης δεν άντεξε τις συνεχόμενες επεμβάσεις “προληπτικής δημοσιογραφίας”: “Δεν ενέδωσα εις το δεσποτικόν μέτρον της προεξετάσεως” είχε πει. Το σχόλιο αφορούσε την προσπάθεια ελέγχου της εφημερίδας από τον Υψηλάντη.
Δέκα χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 1831, λίγους μήνες έπειτα από την επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους, επιβάλλεται για πρώτη φορά γενικευμένη λογοκρισία στον Τύπο αλλά και στην αλληλογραφία. Η σύγκρουση του Ιωάννη Καποδίστρια με τους πολιτικούς του αντιπάλους, που λίγους μήνες μετά θα κατέληγε στη δολοφονία του, οδηγεί σε μία σειρά από αυταρχικές αποφάσεις της κυβέρνησής του.
Με την πάροδο των χρόνων και τη βελτίωσης της τεχνολογίας της τυπογραφίας, όλο και περισσότερες εφημερίδες κάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα. Η εξάπλωση του Τύπου, μοιραία, επέφερε και τις προσπάθειες περιορισμού της ελευθερίας του.
Ο Ύπατος Αρμοστής της επαναστατημένης Κρήτης των αρχών του 20ου αιώνα, Πρίγκιπας Γεώργιος, είχε τοποθετηθεί ως τοποτηρητής των λεγόμενων Μεγάλων Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για να επιβλέπει για λογαριασμό τους τη μετάβαση της αυτονόμησης του νησιού. Η κρητική “Ηνωμένη Αντιπολίτευση”, υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, διακηρύσσει στις 26 Φλεβάρη του 1905, ότι μόνη λύση είναι η Ένωση με την υπόλοιπη ελεύθερη Ελλάδα. Το ψήφισμα που δόθηκε ένα μήνα μετά στις Μεγάλες Δυνάμεις, έστρεψε τον Ύπατο Αρμοστή ενάντια στο κίνημα φυλακίζοντας αντικαθεστωτικούς και επιβάλλοντας γενικευμένη λογοκρισία στον τοπικό Τύπο.
Λίγα χρόνια μετά, το 1915, οι Βαλκανικοί πόλεμοι έχουν τελειώσει, ο Μεγάλος Πόλεμος έχει ήδη ξεσπάσει και η Γαλλική στρατιά, μαζί με βρετανικές δυνάμεις, βρίσκεται στην Μακεδονία για να επιβάλλει του όρους της Αντάντ, σχηματίζοντας το λεγόμενο “Μακεδονικό Μέτωπο”. Η αποκαθήλωση του Ελευθέριου Βενιζέλου και η αποχή του κόμματος των Φιλελευθέρων από τις εκλογές του 1915 βρίσκει την πλευρά των βασιλικών να ελέγχει τις ελληνικές εξελίξεις. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αλλάζει πλήρως την κρατική μηχανή, όμως οι αντιπαραθέσεις με την πλευρά των Μεγάλων Δυνάμεων δεν λείπουν.
Μία από αυτές θα οδηγήσει στη σύγκρουση με τον επικεφαλής της Γαλλικής Στρατιάς της Ανατολής και Αρχιστράτηγου των συμμαχικών δυνάμεων του Μακεδονικού Μετώπου, Μωρίς Σαράιγ. Με την εισβολή των βουλγαρικών δυνάμεων στην Ανατολική Μακεδονία ο Σαράιγ επιβάλλει, τον Μάιο του 1916, Στρατιωτικό Νόμο και λογοκρισία στον Τύπο και την αλληλογραφία και κλείνει δια της βίας δύο εφημερίδες. Πρόκειται για την πρώτη γενικευμένη φίμωση της ελευθεροτυπίας και της έκφρασης που προέρχεται απευθείας από ξένους παράγοντες.
1917: Ριζοσπάστης |
Το 1916 εκδίδεται στην Θεσσαλονίκη η εφημερίδα “Ο Ριζοσπάστης”. Το 1917 μεταφέρεται στην Αθήνα, όπου λίγα χρόνια μετά θα απαγορευτεί για πρώτη φορά η κυκλοφορία της από τον δικτάτορα Θεόδωρο Πάγκαλο.
Η δεκαετία του 1920 αποτελεί την απαρχή της γέννησης νέων πολιτικών αποκλεισμών και κατηγοριοποιήσεων της Ελλάδας του Μεσοπολέμου. Η διακίνηση ιδεών και εντύπων περιορίζεται και η σύγκρουση μεταξύ συντηρητικών και φιλελευθέρων αποκτά έναν νέο, στενά οριοθετημένο, πόλο. Τον κομμουνισμό. Τον Ιούλιο του 1929 ψηφίζεται από τη βουλή το περίφημο “Ιδιώνυμο”. Πρόκειται για το Νόμο 4229 με τίτλο “Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και της προστασίας των πολιτών”. Πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Μεταξύ άλλων, το Ιδιώνυμο εφαρμόστηκε εναντίον όσων θεωρήθηκε ότι ασκούν προσηλυτισμό με σκοπό την εφαρμογή “ανατρεπτικών ιδεών”. Ως εκ τούτου στο στόχαστρο βρέθηκε και ο Τύπος. Στην περίπτωση που “το αδίκημα ετελείτο δια του τύπου”, οι ποινές μπορούσαν να συμπαρασύρουν τους δημοσιογράφους, τους διευθυντές των εντύπων, άλλους συντελεστές της έκδοσης και κατ’ επέκταση το ίδιο το έντυπο.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 η συστηματοποιημένη λογοκρισία στον Τύπο στρέφεται ενάντια σε όλα τα έντυπα αριστερής ιδεολογίας. Η αυτολογοκρισία εναλλάσσεται με την υποχρεωτική λογοκρισία και για πρώτη φορά κάνουν την εμφάνισή τους τα παράνομα έντυπα. Πρόκειται για περιορισμένης ύλης εφημερίδες, οι οποίες διακινούνταν μυστικά από χέρι σε χέρι, συχνά παρανόμως. Συνήθως είναι χειρόγραφες και προέρχονται από οργανώσεις νεολαίας. Στους νεοσύλλεκτους κληρωτούς δίνονταν τα έντυπα “Κόκκινος Φαντάρος” και “Κόκκινος Ναύτης”, ενώ από παράνομους εργατικούς κομματικούς πυρήνες κυκλοφορούσαν φύλλα όπως το “Ο Λιμενεργάτης”. Στις πανεπιστημιακές σχολές διανέμονταν κρυφά οι εφημερίδες “Επανάσταση” της Φιλοσοφικής και “Επαναστατικό Δίκηο” στην Νομική της Αθήνας.
Η δικτατορία του στρατηγού Θεοδώρου Πάγκαλου τη διετία 1925 – 1926 αποτέλεσε την, έως τότε, σκληρότερη στάση των διοικούντων απέναντι στον Τύπο. Μετά το διάταγμα της 13ης Ιουλίου του 1925 για την “κατοχύρωση του Δημοκρατικού Πολιτεύματος” παραπέμπονταν σε στρατοδικεία όσοι μετέδιδαν ειδήσεις που “διατάρασσαν την δημόσια τάξη” ή στρέφονταν ενάντια της κυβέρνησης. Διώξεις ασκούνται σε δημοσιογράφους της Εστίας και της Καθημερινής, ενώ απαγορεύεται η κυκλοφορία του Ριζοσπάστη. Εξόριστοι σε ξερονήσια και πολιτικοί κρατούμενοι των φυλακών, αποτελούν τα θύματα της φίμωσης της ελευθεροτυπίας και της ελεύθερης έκφρασης.
Ο δικτάτρας Μεταξάς |
Η δικτατορία του 1936, υπό τον Ιωάννη Μεταξά, έφερε το επίπεδο της λογοκρισίας του Τύπου σε πρωτοφανή επίπεδα. Όπως σε κάθε πόλεμο το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια, έτσι και στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου η ελευθεροτυπία διώκεται μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά. Κάθε κείμενο που περιείχε τη λέξη “ελευθερία” θεωρούνταν ύποπτο. Κάθε πρόταση που είχε την ίδια τη λέξη ή παράγωγά της λογοκρινόταν και οι συγγραφείς της διώκονταν. Η φίμωση του Τύπου έρχεται με μία σειρά από καθεστωτικά “απαγορεύεται”:
“Απαγορεύεται η εμφάνιση λευκού εις τα στήλας των εφημερίδων. Απαγορεύεται απολύτως η αναγραφή πληροφορίας η οποία να αποκαλύπτει την άσκησιν προληπτικής λογοκρισίας. Απαγορεύεται οποιαδήποτε κρίση περί του έργου της κυβερνήσεως εκτός αν είναι ευμενής. Απαγορεύεται η αναγραφή οιασδήποτε κυκλοφορίας αφορούσης πολιτικά κόμματα και πολιτευομένους εν γένει, ως και η αναγραφή των ονομάτων αυτών. Εν γένει οι εφημερίδες δέον όπως εκθύμως και ενθουσιωδώς δι’ άρθρων, σχολίων και πάσης φύσεων δημοσιευμάτων, συμβάλλωσι εις το αναμορφωτικόν και δημιουργικόν έργον της κυβερνήσεως”.
Οι εφημερίδες της εποχής δεν είχαν πολλές επιλογές. Ή έπρεπε να συμβιβαστούν, ή να κλείσουν, ή να περάσουν στην παρανομία. Η επόμενη ημέρα της 4ης Αυγούστου 1936 βρήκε τις εφημερίδες «Ανεξάρτητος» του Δημήτρη Πουρνάρα, «Χρόνος» του Σπύρου Μεταξά και «Πατρίς» του Σπύρου Σίμου, να αναστέλλουν την κυκλοφορία τους· τις «Καθημερινή» του Γεωργίου Βλάχου, «Πρωία» των αδελφών Πεσμαζόγλου και «Ελεύθερον Βήμα» του Δημητρίου Λαμπράκη, παρά τις αντιρρήσεις τους για το νέο καθεστώς, να συνεχίζουν την κυκλοφορία τους· οι πιο θερμοί υποστηρικτές της δικτατορίας ανάμεσα στις εφημερίδες της εποχής ήταν η «Βραδυνή» και ο «Τύπος». Θεωρείται αυτονόητο ότι ο «Ριζοσπάστης» πέρασε ξανά στην παρανομία.
5/8/1936 Βραδυνή |
Η “Νέα Εποχή” για την Ελλάδα του Ιωάννη Μεταξά βρίσκει όλα τα κείμενα των εφημερίδων να περνούν από έγκριση προτού δημοσιευτούν. Το ρόλο της λογοκρισίας αλλά και του ιδεολογικού προσανατολισμού του Τύπου, είχε αναλάβει το Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού με επικεφαλής τον δημοσιογράφο Θεολόγο Νικολούδη, ο οποίος στην κυριολεξία έκανε ό,τι ήθελε και φυσικά εκμεταλλευόταν αυτή του την ισχύ και για πιο προσωπικές εξυπηρετήσεις. Ο Γεώργιος Βλάχος της «Καθημερινής» έγραφε σχετικά το 1945: “Ο Νικολούδης έστελλε εις τας εφημερίδας και την φωτογραφίαν μιας ανεψιάς του με τον σκύλον της ως “υποχρεωτικόν δημοσίευμα”.
Το Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού είχε ιδρυθεί στις 31 Αυγούστου του 1936 με τον Αναγκαστικό Νόμο 45 κι ένα από τα άρθρα του είναι το “Περί συστάσεως Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού” που διευκρινίζει κάθε λεπτομέρεια:
“Το Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού διέπει και ρυθμίζει άπαντα τα ζητήματα τα αφορώντα εις την διαφώτισιν της δημοσίας γνώμης, ήτοι τα ζητήματα τα αναγόμενα εις τον ελληνικόν και ξένον ημερήσιον και περιοδικόν τύπον, τα πάσης φύσεως Συνέδρια και Εκθέσεις, το Θέατρον, τον κινηματογράφον, τας πλάκας γραμμοφώνου, τας παντός είδους διαφημίσεις, τας διαλέξεις, τας εκδόσεις, και εν γένει τας πάσης φύσεως εντύπους, διά ζώσης και διά μηχανημάτων εκδηλώσεις, ίνα αύται ευρίσκωνται εντός του πλαισίου των εθνικών παραδόσεων και ιδεωδών, μετέχον και του ελέγχου των ραδιοφωνικών εκπομπών.”
Χαρακτηριστική περιγραφή της τραγελαφικής κατάστασης που υπήρχε τότε στον ελληνικό Τύπο έχουμε από τον δημοσιογράφο και συγγραφέα θεατρικών έργων Πάνο Παπαδούκα:
Δείγμα μεταξικής προπαγάνδας |
«Σύμφωνα με τα δημοσιευόμενα στον Τύπο της ωραίας εκείνης εποχής, η Ελλάς ήταν το ευτυχέστερο κράτος της υφηλίου, υπό την αρχηγίαν του Πρώτου Στρατιώτου, πρώτου Εργάτου, πρώτου Στρατηγού, πρώτου Αγρότου και πρώτου Αθλητού της Ελλάδος. Ούτε καταιγίδες καταστροφικές εσημειώνοντο, ούτε ποτάμια επλημμύριζαν, ούτε χάλαζα μεγέθους λεπτοκαρύου έπεφτε, ούτε δάκος πείραζε τις ελιές, ούτε ξηρασία τα σπαρτά, ούτε επιζωστία τα ζώα. Αυτά δεν επιτρεπόταν να γραφούν, επί απειλή διακοπής της εκτυπώσεως. Η λογοκρισία τα έσβηνε. Γιατί όλα αυτά τα φυσικά φαινόμενα εσέβοντο το καθεστώς της δικτατορίας και επεφυλάσσοντο να επιπέσουν σε περίοδο ελευθεροτυπίας».
Ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα λογοκρισίας του Τύπου από την δικτατορία του Μεταξά αφορά μια επίσκεψή του στο χωριό Προβατά. Οι αρχισυντάκτες των εφημερίδων περίμεναν το γνωστό σε όλους κείμενο της “θερμής υποδοχής από πλήθος κόσμου” που πάντοτε ακολουθούσε αυτήν την “πορεία προς τον λαό” από τον δικτάτορα. Στο κείμενο αυτό οι κάτοικοι του χωριού μετατράπηκαν σε… “πρόβατα” και η μεταξική περιοδεία απέκτησε μια αξεπέραστη σουρεαλιστική περιγραφή: «Ως πρόβατα οι κάτοικοι ήλθαν εις τον σταθμόν, διά να υποδεχτούν τον πρώτον Αγρότην. Ως πρόβατα εξέσπασαν εις ζητωκραυγάς. Ως πρόβατα άνδρες και γυναίκες…».
Η λογοκρισία της δικτατορίας του Μεταξά δεν αφορούσε, φυσικά, μόνο τις εφημερίδες, αλλά και το ραδιόφωνο, το μέσο που αποτελούσε την “τηλεόραση της εποχής”. Σε ένα έγγραφο περιγράφεται η ανάγκη μίας… ξεκούραστης λογοκρισίας, τοποθετώντας έναν υπάλληλο του υφυπουργείου Τύπου δίπλα στον ραδιοφωνικό παραγωγό, με την εντολή να κόψει ανά πάσα στιγμή την εκπομπή στον αέρα, εφόσον τα λόγια του δεν ήταν εγκεκριμένα:
“Προς τον διευθυντή μουσικών εκτελέσεων, ρυθμιστήν του τόνου και μηχανικών ραδιοφωνικών θαλάμων. Ενταύθα.
Κατά το διαρρεύσαν χρονικόν διάστημα της λειτουργίας του Ραδιοφωνικού Σταθμού, κατέστη έκδηλος η ανάγκη της παρακολουθήσεως των εκπομπών προς πρόληψιν πάσης μεταδόσεως δυνάμενης καθ’ οιονδήποτε τρόπον να βλάψει τα συμφέροντα του κράτους και του ραδιοφωνικού σταθμού.
Επειδή όμως διεπιστώθη ότι υμείς, λόγω της φύσεως της υπηρεσίας σας, απαιτούσης απόλυτον προσοχήν διά την ρύθμιση του ήχου, δεν δύνασθε να παρακολουθήσετε και το περιεχόμενον της εκπομπής, διά τούτο η υπηρεσία ημών ανέθεσεν την άσκησιν της υπηρεσίας ταύτης εις υπαλλήλους αποκλειστικώς απασχολούμενους με την παρακολούθησιν της εκπομπής.
Κατά συνέπειαν επειδή ενδέχεται εν απολύτω ανάγκη να απαιτηθεί και διακοπή της εκπομπής, παρακαλούμεν υμάς όπως εν τοιαύτη περιπτώσει τόσον κατ’ αίτησιν του υπαλλήλου ελέγχου όσον και υμείς εν ενδεχομένη περιστάσει προβείται εις την διακοπήν της εκπομπής.
Εντολή Γενικού Διευθυντού
Ο επόπτης ασφαλείας ΥΠΕ Διον. Μπαζίνας”
Ο περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης δεν αφορούσε, βέβαια, μόνο τον Τύπο, αλλά και τις τέχνες και τα γράμματα. Τραγούδια και ποιήματα απαγορεύονται και ομάδες λεγόμενων “συνειδητοποιημένων πολιτών” ή απλώς… “κατοίκων” καίνε σε πλατείες και δημόσιους χώρους αμέτρητα βιβλία.
Οι ανακοινώσεις που καλούσαν ήδη από τις 16 Αυγούστου 1936 τον κόσμο στον δημόσιο αυτό κανιβαλισμό, προκαλούν ακόμα και σήμερα ανατριχίλα:
«Η Εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς, προβαίνουσα εις την εξαφάνισην ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχήν Κυριακήν ώρα 8 μ.μ. εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς, προσκαλεί άπαντες τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν».
«Καλούνται άπαντες οι εθνικόφρονες γονείς της πόλεως Πειραιώς όπως προσέλθουν κομίζοντας μεθ’ εαυτών άπαντα τα κομμουνιστικά διδακτικά βιβλία των σχολείων, ίνα καώσι ομού μετά σειράς ολοκλήρου κομμουνιστικών εντύπων τη ενέργεια της Εθνικής Φοιτητικής Νεολαίας Πειραιώς
Επιτροπή Γονέων Πειραιώς».
Ο δικτάτορας Μεταξάς, για να καταφέρει να πείσει τους δημοσιογράφους της εποχής, αυτοπαρουσιάζεται κι εκείνος ως “συνάδελφος δημοσιογράφος”, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που είχε παρουσιαστεί και ο Γκέμπελς τον Μάρτιο του 1933. Στο λόγο που εκφώνησε για τους δημοσιογράφους στην Θεσσαλονίκη στις 25 Οκτωβρίου 1936, ο Μεταξάς δήλωσε ότι, ως δημοσιογράφος, είχε επίγνωση όλων των προβλημάτων και δυσκολιών της δημοσιογραφίας, καθώς και της σπουδαίας αποστολής τους. Ισχυρίστηκε, ωστόσο, ότι περισσότερο από δημοσιογράφος ήταν πολιτικός, και με αυτή την ιδιότητα ενδιαφερόταν να διαμορφώσει, μάλλον, την κοινή γνώμη παρά να την εκφράσει λέγοντας ότι:
Αφίσα δικτατορικής νεολαίας |
“Είναι πράγμα σπουδαιότατο, για έναν που κυβερνάει έναν τόπο, να έχη τον Τύπο βοηθό. Γιατί ναι μεν δεν ημπορούμε να πούμε ότι εμείς μορφώνουμε την κοινή γνώμη, γιατί σήμερα μορφώνεται μοναχή της από τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα της κοινωνίας, αλλά την εκδηλώνουμε όμως την κοινή γνώμη […] με τον ημερήσιο Τύπο. Γι’ αυτό εννοείτε πολύ καλά τι όργανο μεγάλο είναι ο Τύπος, όταν είναι στη διάθεση μιας Εθνικής Κυβερνήσεως […] για την υποστήριξη του έργου της.”
Η στάση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου σκληραίνει στις 22 Φλεβάρη του 1938 με τον Αναγκαστικό Νόμο 1092 “Περί Τύπου”. Εισήγαγε αυστηρότατους κανονισμούς ως προς την κάλυψη των ειδήσεων και επέβαλε υψηλά πρόστιμα για τα άρθρα που δημοσιεύονταν “άνευ εγκρίσεως”. Οι εφημερίδες ήταν υποχρεωμένες να δημοσιεύουν όλο το υλικό του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού που έφερε την ένδειξη “υποχρεωτικό” και στο οποίο συμπεριλαμβάνονται πολλές ειδήσεις από το εξωτερικό και κυρίως την Γερμανία, στα πλαίσια μιας πολύ καλά ενορχηστρωμένης εκστρατείας της γερμανικής προπαγάνδας.
Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, που εργαζόταν τότε στο νεοσύστατο Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού, σχολιάζει το ρόλο των δημοσιογραφικών οργάνων του καθεστώτος:
“Μοίραζαν στις εφημερίδες τους λόγους των επισήμων ή των φίλων τους, με ακριβή προσδιορισμό της θέσης και του τρόπου που θα δημοσιευότανε· εντολές για τα διάφορα σχόλια, ή το κύριο άρθρο, που γραφότανε τη νύχτα αδιάφορα και νυσταλέα. Αυτά γινότανε όπως-όπως και τους ήταν αρκετά. «Γιατί θα βγάλουμε δική μας εφημερίδα, αφού όλες οι εφημερίδες του πανελληνίου είναι δικές μας;» […]. Έπειτα ο βαθύτερος φόβος τους ήταν πως η κυκλοφορία μιας εφημερίδας είναι ένα καθημερινό δημοψήφισμα – και δεν είχαν καμιά διάθεση να το κάνουν.”
Η πλήρης συνεργασία των ιδιοκτητών και αρχισυντακτών των εφημερίδων της εποχής απέφερε πολλά προνόμια αλλά κι ακόμη περισσότερα κέρδη. Ο επαρχιακός τύπος αναβαθμίζεται και τεράστια κρατικά κονδύλια ενισχύουν την κυβερνητική προπαγάνδα σε όλη την Ελλάδα, ενώ οι περισσότερες από τις εφημερίδες του εξωτερικού εκθειάζουν το καθεστώς Μεταξά για την αντίστασή του στον κομμουνισμό.
Της επικείμενης ιταλικής επίθεσης του 1940 προηγήθηκε μια επιφανειακή ενωτική κίνηση μπροστά στην έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αρκετές πολιτικές προσωπικότητες που είχαν χαρακτηριστεί “αντιφρονούντες” αποφυλακίζονται ή επιστρέφουν από τις εξορίες εφόσον δήλωναν πρώτα υποστηρικτές της “εθνικής υπόθεσης” της δικτατορίας Μεταξά. Ακόμη και ο φυλακισμένος Νίκος Ζαχαριάδης είχε στείλει επιστολή υποστήριξης στον “κυβερνήτη”. Παρόλα αυτά, οι κομμουνιστές δεν εξαιρέθηκαν από τις ευεργετικές διατάξεις του δικτάτορα.
Όταν τα γερμανικά στρατεύματα έμπαιναν στις 27 Απριλίου του 1941 στην Αθήνα, ο ραδιοφωνικός σταθμός των Αθηνών μετά από λίγο αλλάζει χέρια. Όλα τα μέσα ενημέρωσης της Ελλάδας μπαίνουν στον έλεγχο των Γερμανών κατακτητών. Καμία φωνή πέρα από αυτή των ναζί δεν αναμεταδίδεται, ούτε γράφεται στις εφημερίδες και τα περιοδικά.
Η Εθνική Αντίσταση απλώθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα με γοργούς ρυθμούς. Ζωτικής σημασίας εργαλείο της ήταν τα δεκάδες παράνομα έντυπα που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι κρυφά από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Στήνονται χειροκίνητοι πολύγραφοι και παλιά αυτοσχέδια τυπογραφεία. Εφημερίδες και περιοδικά, δελτία ειδήσεων και πληροφοριών, μονόφυλλα, τρύκ και προκηρύξεις ανεξαρτήτου πολιτικού χρώματος αλλάζουν χέρια με μεγάλη ταχύτητα.
Ο Ριζοσπάστης της Παλιάς Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κυκλοφορεί μέχρι το καλοκαίρι του 1941 προτάσσοντας την ανάγκη ενός Εθνικού Μετώπου Απελευθέρωσης και το “Ξύπνημα” μεταφέρει τον λόγο της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ. Μετά την ίδρυση του ΕΑΜ εκδίδονται οι εφημερίδες Μάχη, Εργατικό Βήμα και Εθνική Αλληλεγγύη ενώ το Εθνικό Ενωτικό Κόμμα κυκλοφορεί την εφημερίδα “Μεγάλη Ελλάς”.
Οι Γερμανοί βρήκαν ένα οργανωμένο σύστημα λογοκρισίας στην Ελλάδα. Στην αρχή δεν έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον να αλλάξουν τα πράγματα που ήδη ίσχυαν, ενώ λίγο αργότερα έδωσαν στην κυβέρνηση Τσολάκογλου την αρμοδιότητα να ελέγχει τον ελληνικό Τύπο. Με την έναρξη της Κατοχής διακόπτεται η κυκλοφορία της εφημερίδας “το Έθνος”, κυρίως για την εκμετάλλευση των εγκαταστάσεων της για την έκδοση της ιταλόγλωσσης “Giornale d’ Italia” και της γερμανόγλωσσης “Deutsche Nachrichten fur Griechenland”.
Ιδρύονται τρεις εταιρίες για τον έλεγχο του ελληνικού Τύπου και, περισσότερο με προθυμία παρά υπό καθεστώς βίας, οι Έλληνες επιχειρηματίες λαμβάνουν μέρος συνυπογράφοντας τα ιδρυτικά καταστατικά με τους απεσταλμένου του Γκέμπελς και του Ρίμπερντροπ. Το γεγονός αυτής της εκούσιας συνεργασίας των επιχειρηματιών του Τύπου καταδικάστηκε μετά την απελευθέρωση. Ωστόσο, οι εφημερίδες που ανήκαν στο γερμανικό κατοχικό συγκρότημα Τύπου, το λεγόμενο “Mundus”, παρόλο που δεν επανεκδόθηκαν ως είχαν, αλλάζουν τα ονόματά τους. Έτσι ο Δημήτρης Λαμπράκης μετονομάζει τα “Αθηναϊκά Νέα” σε “Νέα” και το “Αθηναϊκό Βήμα” σε “Βήμα”.
Ακόμη και η χρήση υλικού για την αναμετάδοση μη εγκεκριμένων πληροφοριών και ειδήσεων, τιμωρείται από τους κατακτητές με θάνατο. Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση της εκτέλεσης του Αθηναίου Ηλία Κανάρη από την εφημερίδα Καθημερινή, στις 28 Φλεβάρη 1943:
“Δι΄ αποφάσεως υπο ημερομηνίαν 4.1.43 ο Ελλην πολίτης Ηλίας Κανάρης εξ Αθηνών γενηθείς το 1901 κατεδικάσθη εις θάνατον, λόγω απόπειρας φόνου, απηγορευμένης κατοχής όπλων και συσκευής ασυρμάτου. Ο καταδικασθείς ήτο, παρά τας σχετικάς απαγορευτικάς διατάξεις, κάτοχος πιστολίου έτοιμου προς βολήν, συσκευής ασυρμάτου και λείας πολέμου. Κατα την πρώτην σύλληψίν του εδραπέτευσαι και προέβη εις απόπειραν φόνου.
Η απόφασις εξετελέσθη την 24.2.1943 δια τυφεκισμού.”
Το 1944 ο ΕΑΜικός συνασπισμός εκδίδει στην επικράτεια 116 τίτλους, μεταξύ των οποίων η “Ελεύθερη Ελλάδα και ο “Απελευθερωτής”, η απογευματινή εφημερίδα “Λαοκρατία” και τα “Ραδιοφωνικά Νέα” του ΕΑΜ Αθήνας. Το ΚΚΕ εκδίδει 93 τίτλους, μεταξύ των οποίων τον “Ριζοσπάστη” και το “Εσωκομματικό Δελτίο”. Στην άλλη πολιτική πλευρά, η κινητικότητα είναι ανύπαρκτη. Ο διχασμός που είχε ήδη σχηματιστεί λίγο πριν το τέλος του πολέμου είχε οδηγήσει σε έναν αντικομμουνιστικό λόγο, ο οποίος διακινούνταν κυρίως με τη μορφή συνθημάτων και σποραδικών περιορισμένων εκδόσεων.
Δεκάδες τα παράνομα κατοχικά φύλλα |
Ο εμφύλιος πόλεμος βγάζει στην παρανομία χιλιάδες Έλληνες. Οι αντάρτες της Κατοχής διώκονται ως πράκτορες των κομμουνιστών. Ο νόμος 509 της 27ης Σεπτεμβρίου 1947, θέτει εκτός νόμου το ΚΚΕ και ο νόμος 516 της 8ης Ιανουαρίου 1948 στηρίζει το θεσμό των “πιστοποιητικών νομιμοφροσύνης”. Η ελευθερία της έκφρασης καταργείται και οι εμπλεκόμενοι στα αριστερά μέσα ενημέρωσης της περιόδου της Κατοχής οδηγούνται στα στρατοδικεία. Όλοι οι Έλληνες πολίτες θεωρούνται εν δυνάμει ύποπτοι εκτέλεσης παράνομων πράξεων.
Έναν από τους ελάχιστους τρόπους δημόσιας έκφρασης μέσα από κωδικοποιημένα μηνύματα αποτελεί το ρεμπέτικο τραγούδι. Η κυκλοφορία “παράνομων” ιδεών διώκεται και το ρεμπέτικο αποτελεί το στήριγμα όσων νιώθουν ότι πνίγονται από ένα καθεστώς φόβου και βίας. Μία σειρά από “απαγορευμένα ρεμπέτικα” που ήδη διώκονταν πριν από την περίοδο του πολέμου, αναβιώνουν στα τέλη του εμφυλίου πολέμου και στην μετεμφυλιοπολεμική Ελλάδα.
Το 1948 ο Βασίλης Τσιτσάνης γράφει το “Κάνε λιγάκι υπομονή” ή αλλιώς “Μην απελπίζεσαι”. Ο Τσιτσάνης, θέλοντας να παραπλανήσει τη λογοκρισία, βάζει στο τραγούδι του ερωτικά στοιχεία, αλλά ουσιαστικά εκφράζει την ελπίδα ότι πολύ σύντομα η Ελλάδα θα έβγαινε από το αδιέξοδο και θα απαλλασσόταν από τα δεινά της δεκαετίας του 1940.
Το 1951 το “Κάνε λιγάκι υπομονή” περιλαμβάνεται στον κατάλογο των απαγορευμένων ρεμπέτικων που εξέδωσε η Γενική Ασφάλεια Αθηνών. Ο φόβος και οι πολιτικές διώξεις φιμώνουν τον Τύπο και οι εφημερίδες της εποχής προάγουν έναν έντονο αντικομμουνισμό, στηρίζοντας τις ελληνικές κυβερνήσεις με όλες τους τις δυνάμεις.
Τα φοιτητικά κινήματα των τελών της δεκαετίας του 1950 και αρχές του ’60 αλλά και οι δυναμικές απεργίες της εποχής αλλάζουν το πολιτικό κλίμα. Η εκτόξευση της ΕΔΑ αναθαρρεί τους συντάκτες των εφημερίδων και τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς, την ώρα που το δεξιό παρακράτος, ελεγχόμενο κατά ένα μεγάλο ποσοστό από την ίδια την κυβέρνηση, χτυπά ανελέητα κάθε πολιτική δραστηριότητα.
Στις 24 Αυγούστου του 1952 είχε πρωτοκυκλοφορήσει η εφημερίδα “Η Αυγή”, στην αρχή ως όργανο της ΕΔΑ κι έπειτα ως όργανο του ΚΚΕ Εσωτερικού. Η εφημερίδα ασκεί σκληρή κριτική στις αυταρχικές διαθέσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ιδίως μετά τις εκλογές νοθείας και βίας του 1956 και του 1961. Εκτεταμένες διώξεις και εκτοπίσεις αριστερών λαμβάνουν χώρα υπό την ευλογία των Ανακτόρων, ενώ τα γραπτά που δεν είναι αρεστά στην κυβέρνηση θεωρούνται ως υποκίνηση στον κομμουνισμό. Στις θέσεις κλειδιά των σωμάτων ασφαλείας έχουν τοποθετηθεί ακροδεξιά στοιχεία, ενώ ροπαλοφόροι ξυλοκοπούν δημοσιογράφους και άλλες διάσημες αντικυβερνητικές φωνές. Η περίοδος 1955 ως 1963 δημιούργησε ένα πρωτοφανές αστυνομικό κράτος με τους έμμισθους πράκτορες της ΚΥΠ να φτάνουν τους 60.000, ξεπερνώντας σε αναλογία με το σύνολο του πληθυσμού, ακόμη και την ανατολικογερμανική Στάζι.
Χαρακτηριστικές είναι οι απαγορεύσεις θεατρικών παραστάσεων όπως οι Όρνιθες του Καρόλου Κουν στο Ηρώδειο το 1959, και η κινηματογραφική ταινία “Συνοικία το όνειρο” του Αλέκου Αλεξανδράκη, η οποία προκαλεί τεράστιες πολιτικές αντιδράσεις και τελικά λογοκρίνεται από την κυβέρνηση Καραμανλή. Η κριτική του Τύπου κάνει την κυβέρνηση να αναθεωρήσει την απόφασή της και να επιτρέψει την προβολή της ταινίας μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μέχρι τη στιγμή που ακούγονται από τα ραδιόφωνα οι απαγορεύσεις της χούντας των συνταγματαρχών.
Ο ερχομός της Χούντας φέρει για μία ακόμη φορά πολιτικές διώξεις, λογοκρισία και φίμωση του Τύπου. Η εφημερίδα Αυγή είναι από τις πρώτες που απαγορεύεται η κυκλοφορία τους, ενώ από την 21η Απριλίου του 1967 επιβάλλεται προληπτική λογοκρισία στα μέσα ενημέρωσης, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και το τραγούδι. Ιδρύεται η τηλεοπτική Υπηρεσία Ενημερώσεως Ενόπλων Δυνάμεων, ή αλλιώς ΥΕΝΕΔ, η οποία προβάλλει ημερησίως δικτατορική προπαγάνδα. Κάθε λογής έργα, αληθινά ή ψεύτικα, αμέτρητες γιορτές για κάθε περίσταση κι ένα κλίμα ευφορίας και ανάπτυξης προβάλλεται καθημερινά στις τηλεοράσεις. Οι εφημερίδες Καθημερινή, Μεσημβρινή και Ελευθερία κλείνουν, ενώ οι λογοτέχνες και οι ποιητές, ιδίως όσοι έχουν αγωνιστικό παρελθόν, παύουν να εκδίδουν τα γραπτά τους, ακολουθώντας μια άτυπη “σιγή ασυρμάτου”.
Πανεπιστημιακά συγγράμματα λογοκρίνονται εξασφαλίζοντας στους δικτάτορες ολοκληρωτικό έλεγχο στις ανώτατες σχολές ενώ ο Αναγκαστικός Νόμος 129/67 “Περί Οργάνωσης και Διοίκησης Γενικής Εκπαίδευσης” που προωθήθηκε τον Αύγουστο του 1967 αποσκοπούσε στην άσκηση των μαθητών στα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και το φρονηματισμό των μαθητών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης.
Τα Νέα 24/4/1967 |
Ένοπλοι αξιωματικοί εισβάλουν στις εφημερίδες και ελέγχουν κάθε κίνηση των δημοσιογράφων. Ταγματάρχες και συνταγματάρχες επισκέπτονται συχνά τα συντακτικά γραφεία, ενώ ο δικτάτορας Παπαδόπουλος έλεγε ότι… “επιτρεπόταν η κριτική και οι εισηγήσεις επί εθνικών θεμάτων, αλλά όχι η δημαγωγία”.
Οι σκληρότερη περίοδος της λογοκρισίας ήταν η τριετία 1967 – 1969. Σε κατασκευασμένο ρεπορτάζ της εποχής γράφεται ότι “Η 21η Απριλίου απήλλαξε τον λαόν από το άγχος”. Στις 3.10.1968 κηδεύεται ο Γεώργιος Παπανδρέου και η χούντα επιτρέπει την κάλυψη της. Η πορεία του κόσμου εξελίσσεται σε μια τεράστια αντιδικτατορική πορεία. Κι όμως, τα δημοσιεύματα της επόμενης μέρας γράφουν ότι: “Το αποτέλεσμα ήτο απογοητευτικόν δια του εκ συστήματος καπήλους. Ο λαός δεν ανταποκρίθει εις τα κελεύσματά των. Αντιθέτως οι ίδιοι προέβησαν εις αυτοαναίρεσιν του ισχυρισμού των περί δικτατορίας εν Ελλάδι. Το προϋπολογισθέν “μέγα” πλήθος περιωρίσθη εις ωργανωμένας νησίδας αξιοθρήνητων κεκρακτών”. Τα κινηματογραφικά “Επίκαιρα” της εποχής, δεν έδειξαν ούτε ένα πλάνο από την κηδεία. Ο Παντελής Βούλγαρης κατέγραψε με δική του κάμερα τη τεράστια αυτή συγκέντρωση, που ο Τύπος της εποχής φίμωσε.
Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της περιόδου της χούντας ήταν η δίκη του Αλέκου Παναγούλη μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου, η οποία πραγματοποιήθηκε μία μέρα μετά την κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου. Ένας από τους περίφημους λογοκριτές της εποχής, ο Συνταγματάρχης Βρυώνης, έκοψε ακόμη και το δελτίο τύπου της δίκης που το συνέταξαν οι δικοί του άνθρωποι. Στο φιλμ της δίκης δεν προβάλλεται κανένα σημείο της απολογίας του Παναγούλη. Ένα βίντεο χωρίς ήχο που αποκαλύφθηκε πολύ αργότερα, δείχνει τον Παναγούλη να φωνάζει στους χουντικούς ότι είναι ντροπή που έφεραν ψευδομάρτυρα. Αψηφά τους φρουρούς που τον κρατούν γερά και τα βάζει με ολόκληρο το καθεστώς.
Μερικοί από τους λογοκριτές της χούντας των Συνταγματαρχών ήταν δημοσιογράφοι, πολλοί εκ των οποίων είχαν ανασυρθεί από τη μηχανή λογοκρισίας του δικτάτορα Μεταξά. Είχαν κυρίως ρόλο βοηθητικό στο έργο των στρατιωτικών. Ο ίδιος ο δικτάτορας Παπαδόπουλος έλεγε ότι τα άτομα που είχε τοποθετήσει ως λογοκριτές ήταν “ζώα και ηλίθιοι”. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι η λογοκρισία δεν ίσχυε για τους ξένους ανταποκριτές, οι οποίοι μπορούσαν να δημοσιεύσουν κριτική στο καθεστώς, υπό τον κίνδυνο, βέβαια, να απελαθούν αν κι εφόσον τα γραπτά τους δεν ήταν αρεστά στους δικτάτορες.
Ο θεωρητικός της Χούντας και υφυπουργός παρά τω προθυπουργώ, Γεώργιος Γεωργαλάς, περνούσε πολλά μηνύματα που άρεσαν σε κομμάτι του κόσμου. Ήταν ο άνθρωπος που είχε το μεγαλύτερο ρόλο στον τομέα της λογοκρισίας. Είχε μόνιμη εκπομπή στην τηλεόραση όπου προωθούσε την χουντική προπαγάνδα, κάτι σαν ένα μάθημα δικτατορικής διαπαιδαγώγησης. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια αναπαράγουν τις ομιλίες τους. Οργώνει την Ελλάδα και επιδιώκει τη διείσδυση στη νεολαία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο ίδιος και η οικογένεια του είχαν έντονο κομμουνιστικό παρελθόν, χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του σε βάρος των συντρόφων του.
Τον Αύγουστο του ΄65 η πολιτική κρίση έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της. Ο πρώτος αποστάτης, ο Πρόεδρος της Βουλής, ο Γεώργιος Αθανασιάδης Νόβας αδυνατεί να σχηματίσει κυβέρνηση με τους αποστάτες που τον ακολούθησαν και τη ψήφο ανοχής της ΕΡΕ και των Προοδευτικών.
Το Παλάτι και οι Αμερικανοί ετοιμάζονται να ρίξουν στη μάχη τον Στέφανο Στεφανόπουλο, πρωτοκλασάτο στέλεχος της ΕΚ. Πρέπει να φτιάξουν όμως και το κατάλληλο κλίμα.
Οι εφημερίδες του ΔΟΛ (ΤΑ ΝΕΑ και ΤΟ ΒΗΜΑ), η «Αθηναϊκή» του Παπαγεωργίου και το συγκρότημα Βελλίδη (Μακεδονία, Θεσσαλονίκη) αρχίζουν να καλοβλέπουν τη λύση Στεφανόπουλου. Άλλωστε οι τρεις εκδότες μετέχουν στις συζητήσεις που γίνονται.
Ο Στέφανος Στεφανόπουλος, υποψήφιος πρωθυπουργός των Αποστατών φθάνει στο Καστρί για να συναντήσει τον Χρήστο Λαμπάκη ο οποίος προσπαθεί να αποφύγει τον φωτογραφικό φακό.
Αποκορύφωνα αποτελεί η επίσκεψη του Στέφανου Στεφανόπουλου στο Καστρί για να συναντήσει τον Γεώργιο Παπανδρέου. Δίπλα του βρίσκεται ο ΧρήστοςΛαμπράκης.
Έξαλλοι οι οπαδοί της Ενώσεως Κέντρου καίνε τις εφημερίδες του ΔΟΛ και την Αθηναϊκή.
Η «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα που λόγω των σχέσεων που είχε με τον Μητσοτάκη πρωταγωνίστησε στην Αποστασία έχει αναλυτικό (και αποκαλυπτικό) ρεπορτάζ.
Το «Εθνος» την Δευτέρα 10 Αυγούστου δεν μιλά για τις άλλες εφημερίδες. Αρκείται να δημοσιεύσει τις εκδηλώσεις λατρείας του πλήθους προς την εφημερίδα
Η «Αυγή» πάλι, όργανο της ΕΔΑ που στηρίζει τον Παπανδρέου δημοσιεύσει απλά μια φωτογραφία
Τα γεγονότα πάντως φόβισαν τους εκδότες που έμειναν πιστοί στη γραμμή τους στηρίζοντας τον Γεώργιο Παπανδρέου στη διαμάχη του με το Παλάτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου