http://hellasforce.com/2015/10/26/%CE%B8%CE%B5%CE%B5-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%B7%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%85-%CE%B2%CE%BF%CE%B7%CE%B8%CE%B5%CE%B9-%CE%BC%CE%B1%CF%83/
Σήμερα εἶνε ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ χιλιάδες κόσμος ἑορτάζει. Ἑορτάζουν πολλὰ χωριὰ καὶ πόλεις, γιατὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ προσφιλῆ καὶ ἀγαπητὰ ὀνόματα στὴν Ὀρθοδοξία.
* * *
Τί ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος; Καλόγερος; Ὄχι. Τί ἤτανε; Παπᾶς καὶ δεσπότης; Ὄχι. Λαϊκὸς ἦταν. Ἤτανε στρατιώτης. Καὶ ὅμως ἁγίασε. Αὐτὸ τί σημαίνει; Ὅτι κανένα ἐπάγγελμα δὲν ἐμποδίζει ὥστε νὰ γίνῃ κάποιος Χριστιανὸς καὶ ν᾿ ἁγιάσῃ. Οἱ ἅγιοι εἶνε ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα.
Ἅγιος λοιπὸν ἤτανε ὁ Δημήτριος. Μὰ τί θὰ πῇ ἅγιος; Ἅγιος θὰ πῇ ἥρωας. Ὄχι στὴ μικρὰ καὶ ταπεινὴ ἔννοια, ποὺ δίνει ὁ κόσμος. Ἥρωα λέει ὁ κόσμος ἕναν, ποὺ πῆρε τὰ ὅπλα, ἀνέβηκε στὰ βουνά, πολέμησε καὶ σκότωσε. Αὐτοὺς θεωρεῖ ἥρωες καὶ τιμᾷ ὁ κόσμος. Ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τοὺς ἥρωες αὐτούς, ποὺ νικοῦν στὰ πεδία τῶν μαχῶν, ὑπάρχουν ἄλλοι ἥρωες. Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν, ὅτι «τὸ νὰ νικᾷ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, αὐτό εἶνε ἡ ὑψίστη νίκη». Μπορεῖ κάποιος νὰ ὑποτάξῃ τὸν κόσμο ὅλο, ὅπως ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, καὶ ὅμως νὰ εἶνε δοῦλος τῶν παθῶν του. Ἥρωας λοιπὸν εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει τὰ ἐλαττώματά του, νικάει τὰ πάθη του, τὶς κακίες, τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο ποὺ ἔχει μέσα στὴν καρδιά του. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει, ὅπως λένε οἱ πατέρες, «κόσμον, σάρκα καὶ διάβολον». Αὐτὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο εἶδος ἡρωϊσμοῦ.
Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἄποψι ἦταν ἥρωας ὁ ἅγιος Δημήτριος. Καὶ ἦταν ἅγιος γιατί; Πρῶτα – πρῶτα πίστευε στὸ Χριστό. Καὶ τὴν πίστι του αὐτὴ δὲν τὴν ἔκρυβε· δὲν ἦταν κρυπτοχριστιανός. Ὅποιος ἔχει ἕνα τέτοιο βαθὺ αἴσθημα, δὲν τὸ κρύβει, ἀλλὰ τὸ φανερώνει, τὸ ἐκδηλώνει, τὸ κηρύττει. Αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Δὲν ἔκρυβε μόνο μέσα στὴν καρδιά του τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ τὸ φανέρωνε, τὸ κήρυττε παντοῦ, ὅπου καὶ νὰ εὑρίσκετο.
Μέσα στὴν πόλι τῆς Θεσσαλονίκης προσπαθοῦσε καὶ ἄλλους ἀνθρώπους νὰ κάνῃ Χριστιανούς. Δὲν ἡσύχαζε, ἂν δὲν ἔκανε τοὺς εἰδωλολάτρες Χριστιανούς. Ἰδιαίτερα εἶχε στρέψει τὴν προσοχή του στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς νέους. Αὐτοὺς προσπαθοῦσε νὰ κερδίσῃ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ σ᾿ αὐτοὺς ἐκήρυττε τακτικὰ τὸ Χριστό. Ὅπως σήμερα ἕνας κατηχητὴς χτυπᾷ τὴν καμπάνα καὶ μαζεύει τὰ παιδιὰ καὶ κάνει κατηχητικὸ σχολεῖο, ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἦταν ἕνας λαμπρὸς κατηχητής, ἕνας λαμπρὸς κήρυκας τῆς ἀληθείας. Μέσα στὴ Θεσσαλονίκη εἶχε μαζέψει παιδιὰ καὶ ἐφήβους καὶ νέους, ποὺ τοὺς κατηχοῦσε. Μιὰ ἱερὰ φάλαγγα εἶχε κοντά του ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ ἐκπαίδευε σὰν ἀξιωματικὸς στὰ στρατόπεδα, εἶχε καὶ ἕναν ἄλλο στρατό, εἰρηνικό, πειθαρχικὸ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ· καὶ αὐτὸς ἦταν τὰ παιδιὰ ποὺ κατηχοῦσε.
Γι᾿ αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ δρᾶσι, ποὺ ἀνέπτυσσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, ξεσήκωσε τὴν ἀντιπάθεια τῶν εἰδωλολατρῶν. Τὸν κατηγόρησαν, τὸν συνέλαβαν, τὸν καθῄρεσαν ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του, καὶ τὸν ἔρριξαν στὴ φυλακή.
Μεταξὺ ἐκείνων ποὺ κατηχοῦσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, τὸ λαμπρότερο καὶ ἡρωϊκώτερο παιδὶ ἦταν ὁ Νέστωρ. Τὶς ἡμέρες δὲ ἐκεῖνες στὸ μεγάλο στάδιο τῆς Θεσσαλονίκης θὰ ἐγίνοντο ἀγῶνες. Καὶ γιὰ νὰ δῇ τοὺς ἀγῶνες εἶχε μαζευτῆ χιλιάδες κόσμος. Ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ βασιλιᾶδες καὶ οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ στρατιωτικοί. Τότε παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος, ἕνας ἄντρας πελώριος, ὕψος τρία μέτρα, γίγαντας γυμνασμένος. Ἦταν θηρίο, μὲ δύναμι τεραστία, καὶ ἀπειλοῦσε τὸν κόσμο ὅλο. Αὐτὸς ὁ βάρβαρος βλαστημοῦσε τὸ Χριστό, καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν πειράξῃ. Ὅπως τὸ λιοντάρι, ὅταν ξεφύγῃ ἀπὸ τὸ κλουβί του, τὸ τρέμουν ὅλοι καὶ κρύβονται ἀπὸ τὸ φόβο, ἔτσι καὶ ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος τρομοκράτησε ὅλους τοὺς ἀθλητὰς καὶ δὲν τολμοῦσε κανένας νὰ ξεμυτίσῃ καὶ νὰ βγῇ μπροστά του.
Ὁ Νέστορας ὅμως, παιδὶ 17 χρονῶν, εἶπε· Ἐγὼ θὰ πολεμήσω τὸ Λυαῖο, καὶ θὰ τὸ νικήσω! Ματαίως τοῦ λέγανε· Τί κάνεις; τὸ θάνατό σου θέλεις; αὐτὸς εἶνε λιοντάρι ὁλόκληρο· ποιός μπορεῖ νὰ τὰ βάλῃ μαζί του;… Ὁ Νέστορας πῆγε στὸ κελλὶ τοῦ δασκάλου του, τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ἦταν δεμένος μέσα στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, καὶ γονάτισε μπροστά του. Ζήτησε τὴν προσευχή του. Ὁ ἅγιος Δημήτριος τὸν ἐσταύρωσε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ εἶπε τὰ ἑξῆς περίφημα λόγια. «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Παιδί μου, τοῦ λέει, καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσῃς καὶ γιὰ τὸ Χριστὸ θὰ μαρτυρήσῃς.
Πράγματι ὁ Νέστωρ πῆγε στὸ στάδιο καὶ ἄρχισε ἡ μάχη. Ὅταν τὸν εἶδε ὁ Λυαῖος γέλασε… Ἀλλὰ ὁ Νέστωρ, γεμᾶτος θάρρος, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φώναξε· «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι». Ἀστραπιαίως ἔπεσε πάνω στὸ γίγαντα, τὸν ἔρριξε κάτω, καὶ τὸν ἐνίκησε. Ὁ βασιλιᾶς Μαξιμιανὸς ὠργίστηκε πολὺ γιὰ τὴν ἧττα τοῦ Λυαίου. Δὲν θέλησε νὰ παραδεχθῇ τὸ θαυμαστὸ ἀποτέλεσμα. Διέταξε νὰ θανατώσουν τὸ Νέστορα. Ἔτσι ὁ Νέστωρ μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.
Καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος; Τὸ τέλος του ἦταν ἐπίσης μαρτυρικό. Ὅπως μαρτύρησε ὁ Νέστωρ, μαρτύρησε καὶ αὐτός. Ὄχι μόνο μὲ τὸ στόμα του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ αἷμα του. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…», ποὺ ἀκοῦμε στὴ θεία λειτουργία, δὲν εἶνε γραμμένο μὲ μελάνι καὶ μὲ πέννα. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» εἶνε, ἀδελφοί μου, γραμμένο μὲ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» τὸ ὑπέγραψε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος μὲ τὸ αἷμα του.
Πῆγαν στὴ φυλακή, ποὺ βρισκόταν, βγάλανε τὰ σπαθιὰ οἱ στρατιῶτες, καὶ ὅπως τὸ Χριστὸ τὸν κέντησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἄχραντο ἐκείνη πλευρὰ βγῆκε αἷμα καὶ ὕδωρ, ἔτσι κέντησαν καὶ αὐτόν, καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Δημητρίου βγῆκε μύρο, μύρο ἀθάνατο.
Τί ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος; Καλόγερος; Ὄχι. Τί ἤτανε; Παπᾶς καὶ δεσπότης; Ὄχι. Λαϊκὸς ἦταν. Ἤτανε στρατιώτης. Καὶ ὅμως ἁγίασε. Αὐτὸ τί σημαίνει; Ὅτι κανένα ἐπάγγελμα δὲν ἐμποδίζει ὥστε νὰ γίνῃ κάποιος Χριστιανὸς καὶ ν᾿ ἁγιάσῃ. Οἱ ἅγιοι εἶνε ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα.
Ἅγιος λοιπὸν ἤτανε ὁ Δημήτριος. Μὰ τί θὰ πῇ ἅγιος; Ἅγιος θὰ πῇ ἥρωας. Ὄχι στὴ μικρὰ καὶ ταπεινὴ ἔννοια, ποὺ δίνει ὁ κόσμος. Ἥρωα λέει ὁ κόσμος ἕναν, ποὺ πῆρε τὰ ὅπλα, ἀνέβηκε στὰ βουνά, πολέμησε καὶ σκότωσε. Αὐτοὺς θεωρεῖ ἥρωες καὶ τιμᾷ ὁ κόσμος. Ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τοὺς ἥρωες αὐτούς, ποὺ νικοῦν στὰ πεδία τῶν μαχῶν, ὑπάρχουν ἄλλοι ἥρωες. Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν, ὅτι «τὸ νὰ νικᾷ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, αὐτό εἶνε ἡ ὑψίστη νίκη». Μπορεῖ κάποιος νὰ ὑποτάξῃ τὸν κόσμο ὅλο, ὅπως ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, καὶ ὅμως νὰ εἶνε δοῦλος τῶν παθῶν του. Ἥρωας λοιπὸν εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει τὰ ἐλαττώματά του, νικάει τὰ πάθη του, τὶς κακίες, τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο ποὺ ἔχει μέσα στὴν καρδιά του. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει, ὅπως λένε οἱ πατέρες, «κόσμον, σάρκα καὶ διάβολον». Αὐτὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο εἶδος ἡρωϊσμοῦ.
Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἄποψι ἦταν ἥρωας ὁ ἅγιος Δημήτριος. Καὶ ἦταν ἅγιος γιατί; Πρῶτα – πρῶτα πίστευε στὸ Χριστό. Καὶ τὴν πίστι του αὐτὴ δὲν τὴν ἔκρυβε· δὲν ἦταν κρυπτοχριστιανός. Ὅποιος ἔχει ἕνα τέτοιο βαθὺ αἴσθημα, δὲν τὸ κρύβει, ἀλλὰ τὸ φανερώνει, τὸ ἐκδηλώνει, τὸ κηρύττει. Αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Δὲν ἔκρυβε μόνο μέσα στὴν καρδιά του τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ τὸ φανέρωνε, τὸ κήρυττε παντοῦ, ὅπου καὶ νὰ εὑρίσκετο.
Μέσα στὴν πόλι τῆς Θεσσαλονίκης προσπαθοῦσε καὶ ἄλλους ἀνθρώπους νὰ κάνῃ Χριστιανούς. Δὲν ἡσύχαζε, ἂν δὲν ἔκανε τοὺς εἰδωλολάτρες Χριστιανούς. Ἰδιαίτερα εἶχε στρέψει τὴν προσοχή του στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς νέους. Αὐτοὺς προσπαθοῦσε νὰ κερδίσῃ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ σ᾿ αὐτοὺς ἐκήρυττε τακτικὰ τὸ Χριστό. Ὅπως σήμερα ἕνας κατηχητὴς χτυπᾷ τὴν καμπάνα καὶ μαζεύει τὰ παιδιὰ καὶ κάνει κατηχητικὸ σχολεῖο, ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἦταν ἕνας λαμπρὸς κατηχητής, ἕνας λαμπρὸς κήρυκας τῆς ἀληθείας. Μέσα στὴ Θεσσαλονίκη εἶχε μαζέψει παιδιὰ καὶ ἐφήβους καὶ νέους, ποὺ τοὺς κατηχοῦσε. Μιὰ ἱερὰ φάλαγγα εἶχε κοντά του ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ ἐκπαίδευε σὰν ἀξιωματικὸς στὰ στρατόπεδα, εἶχε καὶ ἕναν ἄλλο στρατό, εἰρηνικό, πειθαρχικὸ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ· καὶ αὐτὸς ἦταν τὰ παιδιὰ ποὺ κατηχοῦσε.
Γι᾿ αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ δρᾶσι, ποὺ ἀνέπτυσσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, ξεσήκωσε τὴν ἀντιπάθεια τῶν εἰδωλολατρῶν. Τὸν κατηγόρησαν, τὸν συνέλαβαν, τὸν καθῄρεσαν ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του, καὶ τὸν ἔρριξαν στὴ φυλακή.
Μεταξὺ ἐκείνων ποὺ κατηχοῦσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, τὸ λαμπρότερο καὶ ἡρωϊκώτερο παιδὶ ἦταν ὁ Νέστωρ. Τὶς ἡμέρες δὲ ἐκεῖνες στὸ μεγάλο στάδιο τῆς Θεσσαλονίκης θὰ ἐγίνοντο ἀγῶνες. Καὶ γιὰ νὰ δῇ τοὺς ἀγῶνες εἶχε μαζευτῆ χιλιάδες κόσμος. Ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ βασιλιᾶδες καὶ οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ στρατιωτικοί. Τότε παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος, ἕνας ἄντρας πελώριος, ὕψος τρία μέτρα, γίγαντας γυμνασμένος. Ἦταν θηρίο, μὲ δύναμι τεραστία, καὶ ἀπειλοῦσε τὸν κόσμο ὅλο. Αὐτὸς ὁ βάρβαρος βλαστημοῦσε τὸ Χριστό, καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν πειράξῃ. Ὅπως τὸ λιοντάρι, ὅταν ξεφύγῃ ἀπὸ τὸ κλουβί του, τὸ τρέμουν ὅλοι καὶ κρύβονται ἀπὸ τὸ φόβο, ἔτσι καὶ ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος τρομοκράτησε ὅλους τοὺς ἀθλητὰς καὶ δὲν τολμοῦσε κανένας νὰ ξεμυτίσῃ καὶ νὰ βγῇ μπροστά του.
Ὁ Νέστορας ὅμως, παιδὶ 17 χρονῶν, εἶπε· Ἐγὼ θὰ πολεμήσω τὸ Λυαῖο, καὶ θὰ τὸ νικήσω! Ματαίως τοῦ λέγανε· Τί κάνεις; τὸ θάνατό σου θέλεις; αὐτὸς εἶνε λιοντάρι ὁλόκληρο· ποιός μπορεῖ νὰ τὰ βάλῃ μαζί του;… Ὁ Νέστορας πῆγε στὸ κελλὶ τοῦ δασκάλου του, τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ἦταν δεμένος μέσα στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, καὶ γονάτισε μπροστά του. Ζήτησε τὴν προσευχή του. Ὁ ἅγιος Δημήτριος τὸν ἐσταύρωσε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ εἶπε τὰ ἑξῆς περίφημα λόγια. «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Παιδί μου, τοῦ λέει, καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσῃς καὶ γιὰ τὸ Χριστὸ θὰ μαρτυρήσῃς.
Πράγματι ὁ Νέστωρ πῆγε στὸ στάδιο καὶ ἄρχισε ἡ μάχη. Ὅταν τὸν εἶδε ὁ Λυαῖος γέλασε… Ἀλλὰ ὁ Νέστωρ, γεμᾶτος θάρρος, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φώναξε· «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι». Ἀστραπιαίως ἔπεσε πάνω στὸ γίγαντα, τὸν ἔρριξε κάτω, καὶ τὸν ἐνίκησε. Ὁ βασιλιᾶς Μαξιμιανὸς ὠργίστηκε πολὺ γιὰ τὴν ἧττα τοῦ Λυαίου. Δὲν θέλησε νὰ παραδεχθῇ τὸ θαυμαστὸ ἀποτέλεσμα. Διέταξε νὰ θανατώσουν τὸ Νέστορα. Ἔτσι ὁ Νέστωρ μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.
Καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος; Τὸ τέλος του ἦταν ἐπίσης μαρτυρικό. Ὅπως μαρτύρησε ὁ Νέστωρ, μαρτύρησε καὶ αὐτός. Ὄχι μόνο μὲ τὸ στόμα του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ αἷμα του. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…», ποὺ ἀκοῦμε στὴ θεία λειτουργία, δὲν εἶνε γραμμένο μὲ μελάνι καὶ μὲ πέννα. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» εἶνε, ἀδελφοί μου, γραμμένο μὲ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» τὸ ὑπέγραψε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος μὲ τὸ αἷμα του.
Πῆγαν στὴ φυλακή, ποὺ βρισκόταν, βγάλανε τὰ σπαθιὰ οἱ στρατιῶτες, καὶ ὅπως τὸ Χριστὸ τὸν κέντησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἄχραντο ἐκείνη πλευρὰ βγῆκε αἷμα καὶ ὕδωρ, ἔτσι κέντησαν καὶ αὐτόν, καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Δημητρίου βγῆκε μύρο, μύρο ἀθάνατο.
* * *
Αὐτός εἶνε μὲ λίγα λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ βίος τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ὅλες οἱ χῶρες καὶ πολιτεῖες, ἀπὸ τὸ Δούναβι μέχρι τὴν Κρήτη κι ἀπὸ τὴν Κέρκυρα μέχρι τὴν Κύπρο, καὶ πέρα στὴν Αὐστραλία καὶ τὴν Ἀμερική, παντοῦ, τιμοῦν τὸ ὄνομά του. Μεγάλος ἅγιος.
Ἐκεῖ ποὺ θάψανε τὸν ἅγιο Δημήτριο στὴ Θεσσαλονίκη ―δὲν εἶνε παραμύθι― χιλιάδες κόσμος πήγαινε στὸν τάφο του, γυναῖκες καὶ ἄντρες, χῆρες καὶ ὀρφανά, φτωχοὶ καὶ ἄρρωστοι, ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εἶχαν ἀπελπίσει οἱ γιατροὶ καὶ τὰ φάρμακα τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ὅλοι ἐγίνοντο καλά. Χιλιάδες θαύματα ἔκανε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ κάνῃ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ τὸ πιὸ μεγάλο θαῦμα ἔγινε στὶς ἡμέρες μας.
Πόσα χρόνια τώρα πέρασαν; Στὴν ἐκκλησία του τὴν ἁγία εἶχαν μπῆ οἱ Τοῦρκοι καὶ τὴν εἶχαν κάνει τζαμί. Ὁ χότζας ἀνέβαινε καὶ ἔλεγε «Ἀλλάχ ἀλλάχ». Πεντακόσα χρόνια ἦταν ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι. Ἀλλὰ τὸ 1912, τέτοια ἅγια μέρα, τὴν ἡμέρα ποὺ ἑώρταζε ὁ ἅγιος, ἔφυγαν οἱ Τοῦρκοι, καὶ ἀντὶ γιὰ τὸ μισοφέγγαρο, ποὺ εἶχαν στὸ τζαμί, ὑψώθηκε ἡ γαλανὴ σημαία, ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ.
Τέτοια ἅγια μέρα ἡ Τουρκιὰ δὲν εἶχε πιὰ θέσι στὴν πόλι τὴν ἁγία, στὴ Θεσσαλονίκη. Τέτοια ἅγια μέρα τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδος μας, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Νέστορα «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μας», οἱ νέοι Νέστορες ποὺ πίστευαν στὸ Θεό, νίκησαν τὸ Λυαῖο τῆς Ἀνατολῆς. Γιατὶ Λυαῖος ἦταν ὁ Τοῦρκος, καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶνε.
Καὶ σήμερα στὰ Βαλκάνια, ὁ Λυαῖος πάλι βγῆκε. Καὶ τὸν ὑποστηρίζουν δυστυχῶς οἱ μεγάλοι. Κ᾿ ἐμεῖς; Ὦ Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει ἡμῖν! Εἴμαστε μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, περιφρονημένοι Νέστορες. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ οἱ μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, ἂν εμεθα ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι πιστοί, θὰ δώσῃ πάλι ὁ Θεὸς νὰ νικήσουμε τὸ σύγχρονο Λυαῖο, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά. Καὶ τότε καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια μας καὶ οἱ νεκροί μας καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας θὰ φωνάξουν· «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Ἀμήν.
Αὐτός εἶνε μὲ λίγα λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ βίος τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ὅλες οἱ χῶρες καὶ πολιτεῖες, ἀπὸ τὸ Δούναβι μέχρι τὴν Κρήτη κι ἀπὸ τὴν Κέρκυρα μέχρι τὴν Κύπρο, καὶ πέρα στὴν Αὐστραλία καὶ τὴν Ἀμερική, παντοῦ, τιμοῦν τὸ ὄνομά του. Μεγάλος ἅγιος.
Ἐκεῖ ποὺ θάψανε τὸν ἅγιο Δημήτριο στὴ Θεσσαλονίκη ―δὲν εἶνε παραμύθι― χιλιάδες κόσμος πήγαινε στὸν τάφο του, γυναῖκες καὶ ἄντρες, χῆρες καὶ ὀρφανά, φτωχοὶ καὶ ἄρρωστοι, ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εἶχαν ἀπελπίσει οἱ γιατροὶ καὶ τὰ φάρμακα τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ὅλοι ἐγίνοντο καλά. Χιλιάδες θαύματα ἔκανε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ κάνῃ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ τὸ πιὸ μεγάλο θαῦμα ἔγινε στὶς ἡμέρες μας.
Πόσα χρόνια τώρα πέρασαν; Στὴν ἐκκλησία του τὴν ἁγία εἶχαν μπῆ οἱ Τοῦρκοι καὶ τὴν εἶχαν κάνει τζαμί. Ὁ χότζας ἀνέβαινε καὶ ἔλεγε «Ἀλλάχ ἀλλάχ». Πεντακόσα χρόνια ἦταν ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι. Ἀλλὰ τὸ 1912, τέτοια ἅγια μέρα, τὴν ἡμέρα ποὺ ἑώρταζε ὁ ἅγιος, ἔφυγαν οἱ Τοῦρκοι, καὶ ἀντὶ γιὰ τὸ μισοφέγγαρο, ποὺ εἶχαν στὸ τζαμί, ὑψώθηκε ἡ γαλανὴ σημαία, ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ.
Τέτοια ἅγια μέρα ἡ Τουρκιὰ δὲν εἶχε πιὰ θέσι στὴν πόλι τὴν ἁγία, στὴ Θεσσαλονίκη. Τέτοια ἅγια μέρα τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδος μας, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Νέστορα «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μας», οἱ νέοι Νέστορες ποὺ πίστευαν στὸ Θεό, νίκησαν τὸ Λυαῖο τῆς Ἀνατολῆς. Γιατὶ Λυαῖος ἦταν ὁ Τοῦρκος, καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶνε.
Καὶ σήμερα στὰ Βαλκάνια, ὁ Λυαῖος πάλι βγῆκε. Καὶ τὸν ὑποστηρίζουν δυστυχῶς οἱ μεγάλοι. Κ᾿ ἐμεῖς; Ὦ Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει ἡμῖν! Εἴμαστε μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, περιφρονημένοι Νέστορες. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ οἱ μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, ἂν εμεθα ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι πιστοί, θὰ δώσῃ πάλι ὁ Θεὸς νὰ νικήσουμε τὸ σύγχρονο Λυαῖο, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά. Καὶ τότε καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια μας καὶ οἱ νεκροί μας καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας θὰ φωνάξουν· «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Δημητρίου Κ. Καλλινίκης – Φλωρίνης 26-10-1976)
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Δημητρίου Κ. Καλλινίκης – Φλωρίνης 26-10-1976)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου