http://hellasforce.com/2015/10/28/%CE%B7-%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%80%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CF%84%CE%BF%CE%BA%CE%BF%CF%85-%CF%84%CE%BF-%CE%B5%CF%80%CE%BF%CF%83-%CF%84%CE%BF%CF%85-1940/
Αγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχερνώ και επέτειος του «ΟΧΙ»
Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι· και έτσι αυτοί να ζουν με ταπείνωση και στην αφάνεια. Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφθαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν οι Ιωάννης ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων. Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει.
Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σκεπάζει (σκέπει) και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση. Μας σκεπάζει με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.
Η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Με την ενέργεια αυτή θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της. Την εορτή της αγίας Σκέπης τη γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου.
Η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Με την ενέργεια αυτή θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της. Την εορτή της αγίας Σκέπης τη γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου.
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940
ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο σημαντικότερες εθνικές γιορτές του έθνους μας έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να συνεορτάζονται με μία γιορτή της Παναγίας. Την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την 28η Οκτωβρίου την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου.
Η γιορτή αυτή μετατέθηκε από την εκκλησία μας το 1952 από την 1η Οκτωβρίου την 28η ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τη μητέρα του Θεού για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στον αλαζονικό ιταλικό στρατό.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα, είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρώπινου αγώνα. Η θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σήμαναν δοξαστικές καμπάνες για ένα ‘’ευχαριστώ’’ στην Παναγία, σ’ εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μια ακόμα φορά ‘’τα νικητήρια’’. Τη Σκέπη των αγωνιστών. Την Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων.
Γιατί στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον αγώνα τους. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν απεγνωσμένα στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας. Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμηών γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών και το θαύμα επαναλαμβάνεται. Χάρη στην πίστη που θερμαίνει τις ψυχές τους οι μαχητές περιφρονούν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονται στις σιδερόφρακτες εχθρικές στρατιές με ηρωισμό που κινεί τον παγκόσμιο θαυμασμό.
Η γιορτή αυτή μετατέθηκε από την εκκλησία μας το 1952 από την 1η Οκτωβρίου την 28η ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τη μητέρα του Θεού για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στον αλαζονικό ιταλικό στρατό.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα, είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρώπινου αγώνα. Η θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σήμαναν δοξαστικές καμπάνες για ένα ‘’ευχαριστώ’’ στην Παναγία, σ’ εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μια ακόμα φορά ‘’τα νικητήρια’’. Τη Σκέπη των αγωνιστών. Την Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων.
Γιατί στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον αγώνα τους. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν απεγνωσμένα στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας. Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμηών γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών και το θαύμα επαναλαμβάνεται. Χάρη στην πίστη που θερμαίνει τις ψυχές τους οι μαχητές περιφρονούν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονται στις σιδερόφρακτες εχθρικές στρατιές με ηρωισμό που κινεί τον παγκόσμιο θαυμασμό.
ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ
ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940
ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940
Στὸ μέτωπο, σ᾿ ὅλη τὴ γραμμή, ἀπὸ τὴ γαλανὴ θάλασσα τοῦ Ἰονίου μέχρι ψηλὰ τὶς παγωμένες Πρέσπες, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἄρχιζε νὰ βλέπει παντοῦ τὸ ἴδιο ὅραμα: Ἔβλεπε τὶς νύχτες μία γυναικεία μορφὴ νὰ βαδίζει ψηλόλιγνη, ἄλαφροπερπατητη, μὲ τὴν καλύπτρα τῆς ἄναριγμενη ἀπὸ τὸ κεφάλι στοὺς ὤμους. Τὴν ἀναγνώριζε, τὴν ἤξερε ἀπὸ παλιά, τοῦ τὴν εἶχαν τραγουδήσει ὅταν ἦταν μωρὸ κι ὀνειρευόταν στὴν κούνια. Ἦταν ἡ μάνα ἡ μεγαλόψυχη στὸν πόνο καὶ στὴν δόξα, ἡ λαβωμένη τῆς Τήνου, ἡ ὑπέρμαχος Στρατηγός.
Γράμμα ἀπὸ τὴ Μόροβα
Ὁ Τάσος Ρηγοπούλας, στρατευμένος στὴν Ἀλβανία τὸ 1940, ἔστειλε ἀπὸ τὸ μέτωπο τὸ παρακάτω γράμμα στὸν ἀδελφό του. «Ἀδελφέ μου Νίκο.
Σοὺ γράφω ἀπὸ μία ἀετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς Πάρνηθας. Ἡ φύση τριγύρω εἶναι πάλλευκη. Σκοπός μου ὅμως δὲν εἶναι νὰ σοῦ περιγράψω τὰ θέλγητρα μίας χιονισμένης Μόροβας μὲ ὅλο τὸ ἄγριο μεγαλεῖο της. Σκοπός μου εἶναι νὰ σοῦ μεταδώσω αὐτὸ ποὺ ἔζησα, ποὺ τὸ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου καὶ ποὺ φοβᾶμαι μήπως, ἀκούγοντας τὸ ἀπὸ ἄλλους, δὲν τὸ πιστέψεις.
Λίγες στιγμὲς πρὶν ὁρμήσουμε γιὰ τὰ ὀχυρὰ τῆς Μόροβας, εἴδαμε σὲ ἀπόσταση καμιὰ δεκαριὰ μέτρων μία ψηλὴ μαυροφόρα νὰ στέκει ἀκίνητη.
– Τὶς εἶ; Μιλιά…
Ὁ σκοπὸς θυμωμένος ξαναφώναξε: -Τὶς εἰ;
Τότε, σὰν νὰ μᾶς πέρασε ὅλους ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, ψιθυρίσαμε: Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ!
Ἐκείνη ὅρμησε ἐμπρὸς σὰν νὰ εἶχε φτερὰ ἀετοῦ. Ἐμεῖς ἀπὸ πίσω της. Συνεχῶς τὴν αἰσθανόμασταν νὰ μᾶς μεταγγίζει ἀντρειοσύνη. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα παλέψαμε σκληρά, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὰ ὀχυρὰ Ἰβάν-Μόροβας.
Ὑπογραμμίζω πὼς ἡ ἐπίθεσή μας πέτυχε τοὺς Ἰταλοὺς στὴν ἀλλαγὴ τῶν μονάδων τους. Τὰ παλιὰ τμήματα εἶχαν τραβηχτεῖ πίσω καὶ τὰ καινούργια… κοιμοῦνταν! Τὸ τί ἔπαθαν δὲν περιγράφεται. Ἐκείνη ὁρμοῦσε πάντα μπροστά. Κι ὅταν πιὰ νικητὲς ροβολούσαμε πρὸς τὴν ἀνυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε ἡ Ὑπέρμαχος ἔγινε ἀτμός, νέφος ἁπαλὸ καὶ χάθηκε».
Σοὺ γράφω ἀπὸ μία ἀετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς Πάρνηθας. Ἡ φύση τριγύρω εἶναι πάλλευκη. Σκοπός μου ὅμως δὲν εἶναι νὰ σοῦ περιγράψω τὰ θέλγητρα μίας χιονισμένης Μόροβας μὲ ὅλο τὸ ἄγριο μεγαλεῖο της. Σκοπός μου εἶναι νὰ σοῦ μεταδώσω αὐτὸ ποὺ ἔζησα, ποὺ τὸ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου καὶ ποὺ φοβᾶμαι μήπως, ἀκούγοντας τὸ ἀπὸ ἄλλους, δὲν τὸ πιστέψεις.
Λίγες στιγμὲς πρὶν ὁρμήσουμε γιὰ τὰ ὀχυρὰ τῆς Μόροβας, εἴδαμε σὲ ἀπόσταση καμιὰ δεκαριὰ μέτρων μία ψηλὴ μαυροφόρα νὰ στέκει ἀκίνητη.
– Τὶς εἶ; Μιλιά…
Ὁ σκοπὸς θυμωμένος ξαναφώναξε: -Τὶς εἰ;
Τότε, σὰν νὰ μᾶς πέρασε ὅλους ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, ψιθυρίσαμε: Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ!
Ἐκείνη ὅρμησε ἐμπρὸς σὰν νὰ εἶχε φτερὰ ἀετοῦ. Ἐμεῖς ἀπὸ πίσω της. Συνεχῶς τὴν αἰσθανόμασταν νὰ μᾶς μεταγγίζει ἀντρειοσύνη. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα παλέψαμε σκληρά, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὰ ὀχυρὰ Ἰβάν-Μόροβας.
Ὑπογραμμίζω πὼς ἡ ἐπίθεσή μας πέτυχε τοὺς Ἰταλοὺς στὴν ἀλλαγὴ τῶν μονάδων τους. Τὰ παλιὰ τμήματα εἶχαν τραβηχτεῖ πίσω καὶ τὰ καινούργια… κοιμοῦνταν! Τὸ τί ἔπαθαν δὲν περιγράφεται. Ἐκείνη ὁρμοῦσε πάντα μπροστά. Κι ὅταν πιὰ νικητὲς ροβολούσαμε πρὸς τὴν ἀνυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε ἡ Ὑπέρμαχος ἔγινε ἀτμός, νέφος ἁπαλὸ καὶ χάθηκε».
Θαῦμα στὸ Μπούμπεση
Ζωντανὸ θαῦμα τῆς Παναγίας ἔζησαν στὸν ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο οἱ στρατιῶτες τοῦ 51ου ἀνεξαρτήτου τάγματος, μὲ διοικητὴ τὸν ταγματάρχη Πετράκη, στὴν κορυφογραμμὴ τοῦ Ροντένη, δεξιά της θρυλικῆς Κλεισούρας.
Κάθε βράδυ, ἀπὸ τὶς 22-1-1941 καὶ ἔπειτα, στὶς 9.20 ἀκριβῶς, τὸ βαρὺ ἰταλικὸ πυροβολικὸ ἄρχιζε βολὴ ἐναντίον τοῦ τάγματος Πετράκη καὶ τοῦ δρόμου, ἀπ᾿ ὅπου περνοῦσαν τὰ μεταγωγικά. Πέρασαν ἡμέρες καὶ τὸ κακὸ συνεχιζόταν, δημιουργώντας ἐκνευρισμὸ καὶ ἀπώλειες. Τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν καὶ ἀεροπόροι ἐξαπολύθηκαν μέχρι βαθιὰ στὶς ἰταλικὲς γραμμές, ἀλλὰ ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ ἰταλικὰ πυροβόλα, ἴσως γιατὶ οἱ Ἰταλοὶ κάθε βράδυ τὰ μετακινοῦσαν.
Ἦταν ὅμως ἀπόλυτη ἀνάγκη νὰ ἐντοπισθοῦν οἱ ἐχθρικὲς θέσεις. Ἕνα βράδυ τοῦ Φεβρουαρίου ἀκούστηκαν πάλι οἱ ὁμοβροντίες τῶν ἰταλικῶν κανονιῶν.
– Παναγία μου, φώναξε τότε ὁ ταγματάρχης ἐντελῶς αὐθόρμητα, βοήθησέ μας! Σῶσε μας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.
Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο. Σιγὰ-σιγὰ σχημάτισε κάτι σὰν φωτοστέφανο. Καὶ κάτω ἀπ᾿ αὐτὸ μερικὰ ἀσημένια συννεφάκια σχημάτισαν τὴ μορφὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ γέρνει πρὸς τὴ γῆ καὶ στάθηκε σ᾿ ἕνα φαράγγι, ἀνάμεσα σὲ δυὸ ὑψώματα τοῦ Μπούμπεση. Τὸ ὅραμα τὸ εἶδαν ὅλοι στὸ τάγμα καὶ ρίγησαν.
– Θαῦμα! βροντοφώναξε ὁ ταγματάρχης.
– Θαῦμα! Θαῦμα! ἐπανέλαβαν οἱ στρατιῶτες καὶ σταυροκοπήθηκαν.
Ἀμέσως ἔφυγε ἕνας σύνδεσμος μὲ σημείωμα τοῦ Πετράκη γιὰ τὴν πυροβολαρχία τοῦ Τζήμα. Σὲ δέκα λεπτὰ βρόντησαν τὰ ἑλληνικὰ κανόνια καὶ σὲ εἴκοσι ἐσίγησαν τὰ ἰταλικά. οἱ ὀβίδες μας εἶχαν πετύχει ἀπόλυτα τὸν στόχο.
Κάθε βράδυ, ἀπὸ τὶς 22-1-1941 καὶ ἔπειτα, στὶς 9.20 ἀκριβῶς, τὸ βαρὺ ἰταλικὸ πυροβολικὸ ἄρχιζε βολὴ ἐναντίον τοῦ τάγματος Πετράκη καὶ τοῦ δρόμου, ἀπ᾿ ὅπου περνοῦσαν τὰ μεταγωγικά. Πέρασαν ἡμέρες καὶ τὸ κακὸ συνεχιζόταν, δημιουργώντας ἐκνευρισμὸ καὶ ἀπώλειες. Τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν καὶ ἀεροπόροι ἐξαπολύθηκαν μέχρι βαθιὰ στὶς ἰταλικὲς γραμμές, ἀλλὰ ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ ἰταλικὰ πυροβόλα, ἴσως γιατὶ οἱ Ἰταλοὶ κάθε βράδυ τὰ μετακινοῦσαν.
Ἦταν ὅμως ἀπόλυτη ἀνάγκη νὰ ἐντοπισθοῦν οἱ ἐχθρικὲς θέσεις. Ἕνα βράδυ τοῦ Φεβρουαρίου ἀκούστηκαν πάλι οἱ ὁμοβροντίες τῶν ἰταλικῶν κανονιῶν.
– Παναγία μου, φώναξε τότε ὁ ταγματάρχης ἐντελῶς αὐθόρμητα, βοήθησέ μας! Σῶσε μας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.
Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο. Σιγὰ-σιγὰ σχημάτισε κάτι σὰν φωτοστέφανο. Καὶ κάτω ἀπ᾿ αὐτὸ μερικὰ ἀσημένια συννεφάκια σχημάτισαν τὴ μορφὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ γέρνει πρὸς τὴ γῆ καὶ στάθηκε σ᾿ ἕνα φαράγγι, ἀνάμεσα σὲ δυὸ ὑψώματα τοῦ Μπούμπεση. Τὸ ὅραμα τὸ εἶδαν ὅλοι στὸ τάγμα καὶ ρίγησαν.
– Θαῦμα! βροντοφώναξε ὁ ταγματάρχης.
– Θαῦμα! Θαῦμα! ἐπανέλαβαν οἱ στρατιῶτες καὶ σταυροκοπήθηκαν.
Ἀμέσως ἔφυγε ἕνας σύνδεσμος μὲ σημείωμα τοῦ Πετράκη γιὰ τὴν πυροβολαρχία τοῦ Τζήμα. Σὲ δέκα λεπτὰ βρόντησαν τὰ ἑλληνικὰ κανόνια καὶ σὲ εἴκοσι ἐσίγησαν τὰ ἰταλικά. οἱ ὀβίδες μας εἶχαν πετύχει ἀπόλυτα τὸν στόχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου