http://www.pemptousia.gr/2015/08/istorikes-anafores-stin-agia-zoni/
31 Αυγούστου 2015Α΄
Σήμερα κλείνει ο μήνας Αύγουστος με τη Θεομητορική εορτή της Αγίας Ζώνης.
Η εορτή αυτή, όπως και οι άλλες εορτές της Παναγίας μας, είναι αγαπητή στον ευσεβή λαό μας και γιορτάζεται με την ίδια πίστη και ευλάβεια σε όλη την ανά την οικουμένη ορθοδοξία. Έτσι, λοιπόν, με την ευκαιρία της εορτής της Τιμίας Ζώνης της Παναγίας, θα αναφερθούμε δι’ ολίγων σε ορισμένα από τα πολλά ιστορικά γεγονότα, με τα οποία έχει συνδεθεί, σύμφωνα με τις εγκυρότερες επικρατούσες πηγές.
Η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι το μοναδικό λείψανο ή κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της και φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Σύμφωνα με την παράδοση, η Αγία Ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια την Θεοτόκο, και μετά την Κοίμησή της, κατά την Μετάστασή της στους ουρανούς, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά.
Μετά, την Τιμία Ζώνη ανάλαβαν να διαφυλάξουν δύο πτωχές ευσεβείς γυναίκες στα Ιεροσόλυμα. Η Παναγία, λίγο πριν την Κοίμηση της, είχε δώσει εντολή στον Ευαγγελιστή Ιωάννη να μοιράσει σε αυτές και τις δύο εσθήτες της. Το έργο της διαφύλαξης από γενιά σε γενιά συνέχισε μία ευλαβής παρθένος καταγομένη από την οικογένεια αυτή. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου, γιού του Μ. Θεοδοσίου, έγινε η μεταφορά της Τιμίας Ζώνης στην Κωνσταντινούπολη. Την κατέθεσε σε μία υπέροχη λειψανοθήκη, την οποίαν ονόμασε «αγίαν σορόν». Η κατάθεση έγινε στις 31 Αυγούστου και αυτό το γεγονός εορτάζομε.
Μετά από λίγα χρόνια ή κόρη του Αρκαδίου, αυτοκράτειρα Πουλχερία, ανάγειρε τον λαμπρό ναό των Χαλκοπρατείων και κατάθεσε εκεί την Τιμία Ζώνη. Η ίδια η αυτοκράτειρα την διακόσμησε με χρυσή κλωστή, έτσι όπως σώζεται μέχρι σήμερα.
Τον επόμενο αιώνα, άγνωστο πότε και με ποιόν τρόπο, μεταφέρθηκε η Τιμία Ζώνη στην Ζήλα της Καππαδοκίας, νότια της Αμασείας. Στήν Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε ξανά στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α΄ (527-565), κτήτορα της Αγίας Σοφίας. Ο διάδοχός του Ιουστίνος Β΄ και η σύζυγός του Σοφία ανακαίνισαν τον ναό των Χαλκοπρατείων και ανήγειραν παρεκκλήσιο της Αγίας Σοροῦ. Πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα φυλασσόταν ἡ Τιμία Ζώνη.
Γύρω στο 1150 η Τιμία Ζώνη βρισκόταν στο Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντι-νουπόλεως, στο ναό του Αγίου Μιχαήλ. Μάλλον είχε τεμαχιστεί και τεμάχια είχαν μεταφερθεί στους ναούς της Πόλης. Τον 12ο αιώνα, στα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα εορταζόταν μαζί με την εορτή της Ιεράς Εσθήτος της Θεοτόκου, την 2α Ιουλίου.
Μετά την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους της Δ΄ σταυροφορίας, το 1204, κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τα στίφη των βαρβάρων και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ευτυχώς δεν χάθηκαν όλα. Είναι σίγουρο ότι ένα μέρος της Τιμίας Ζώνης παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την ανακατάληψή της το 1261 από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο φυλάσσονταν στο ναό των Βλαχερνών. Η μαρτυρία ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των ετών 1424-1453 είναι και η τελευταία σχετικά με την ύπαρξη της Αγίας Ζώνης στην Βασιλεύουσα. Είναι άγνωστο, τί απέγινε στη συνέχεια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Το μεγαλύτερο τμήμα της Τιμίας Ζώνης, που σώζεται σήμερα, φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, η οποία έφτασε στην Μονή με περιπετειώδη τρόπο.
Μία άλλη παράδοση διασώζεται την πληροφορία ότι η Τιμία Ζώνη αφιερώθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ τον Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος, στη συνέχεια, παραιτήθηκε, ντύθηκε το μοναχικό ράσο κι έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ στην ίδια Μονή.
Η σχέση της Αγίας Ζώνης με την Κρήτη.
Από τους πρώτους μήνες του 1820 η μεγαλόνησος Κρήτη και μάλιστα το Ηράκλειο εμαστίζετο απὸ φοβερὴ πανώλη, εξ αιτίας της οποίας πολλοὶ κάτοικοι είχαν βρει τον θάνατο. Προκειμένου, λοιπόν, να φύγει η λοιμική εκείνη ασθένεια, ιερωμένοι προεστώτες και λαϊκοὶ Κρήτες, ελθόντες στο Άγιον Όρος, ζήτησαν απὸ την Μονὴ Βατοπαιδίου να τους αποστείλει την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου. Η Μονή, με συνοδεία πέντε μοναχών, απέστειλε τον Ιούνιο του 1820, με ιδιαίτερο καράβι, στο Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης, το λεγόμενο «Castello di Mare» δηλ. στὸ Ἡράκλειο», τα παρακάτω ιερὰ λείψανα, με σκοπὸ η επενέργειά τους νὰ αποδιώξει το θανατικὸ απο την μεγαλόνησο:
α. Τμήμα της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου
β. Ένα Σταυρὸ με τμήμα Τιμίου Ξύλου, και
γ. Την Κάρα του Αγίου Ανδρέου, επισκόπου Κρήτης, του Ιεροσολυμίτου.
(Βλ.: Ηράκλειο, αφιέρωμα «Επταήμερο» Εφημ. «Καθημερινή» 22.9.1996 σελ. 12, όπου και σχετικὴ βιβλιογραφία).
Μετά από ταξίδι δεκαπέντε ημερών, το καράβι έφτασε στην Κρήτη. Οι πατέρες άρχισαν να τελούν αγιασμούς, ώστε να φύγει η ασθένεια με το θανατικὸ που σκόρπιζε στον λαό. Όμως, συνέβαινε, την ιδία περίοδο, οι εντόπιοι Τούρκοι που κυριαρχούσαν σ᾿ ολόκληρη την Κρήτη, να προξενούν λεηλασίες, σφαγὲς και γενικώς να επιδιώκουν την εξόντωση των χριστιανών. Οι τρεις Τούρκοι πασάδες (Ηρακλείου, Ρεθύμνου και Χανίων) δεν είχαν την ανάλογη στρατιωτικὴ δύναμη να καταστείλουν τα γεγονότα, οπότε οι χριστιανοὶ άρχισαν ένοπλον αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού (Αποστ. Βακαλοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821, Αθήναι 1971, σελ. 122).
[Συνεχίζεται]
Σήμερα κλείνει ο μήνας Αύγουστος με τη Θεομητορική εορτή της Αγίας Ζώνης.
Η εορτή αυτή, όπως και οι άλλες εορτές της Παναγίας μας, είναι αγαπητή στον ευσεβή λαό μας και γιορτάζεται με την ίδια πίστη και ευλάβεια σε όλη την ανά την οικουμένη ορθοδοξία. Έτσι, λοιπόν, με την ευκαιρία της εορτής της Τιμίας Ζώνης της Παναγίας, θα αναφερθούμε δι’ ολίγων σε ορισμένα από τα πολλά ιστορικά γεγονότα, με τα οποία έχει συνδεθεί, σύμφωνα με τις εγκυρότερες επικρατούσες πηγές.
Η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι το μοναδικό λείψανο ή κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της και φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Σύμφωνα με την παράδοση, η Αγία Ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια την Θεοτόκο, και μετά την Κοίμησή της, κατά την Μετάστασή της στους ουρανούς, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά.
Μετά, την Τιμία Ζώνη ανάλαβαν να διαφυλάξουν δύο πτωχές ευσεβείς γυναίκες στα Ιεροσόλυμα. Η Παναγία, λίγο πριν την Κοίμηση της, είχε δώσει εντολή στον Ευαγγελιστή Ιωάννη να μοιράσει σε αυτές και τις δύο εσθήτες της. Το έργο της διαφύλαξης από γενιά σε γενιά συνέχισε μία ευλαβής παρθένος καταγομένη από την οικογένεια αυτή. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Αρκαδίου, γιού του Μ. Θεοδοσίου, έγινε η μεταφορά της Τιμίας Ζώνης στην Κωνσταντινούπολη. Την κατέθεσε σε μία υπέροχη λειψανοθήκη, την οποίαν ονόμασε «αγίαν σορόν». Η κατάθεση έγινε στις 31 Αυγούστου και αυτό το γεγονός εορτάζομε.
Μετά από λίγα χρόνια ή κόρη του Αρκαδίου, αυτοκράτειρα Πουλχερία, ανάγειρε τον λαμπρό ναό των Χαλκοπρατείων και κατάθεσε εκεί την Τιμία Ζώνη. Η ίδια η αυτοκράτειρα την διακόσμησε με χρυσή κλωστή, έτσι όπως σώζεται μέχρι σήμερα.
Τον επόμενο αιώνα, άγνωστο πότε και με ποιόν τρόπο, μεταφέρθηκε η Τιμία Ζώνη στην Ζήλα της Καππαδοκίας, νότια της Αμασείας. Στήν Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε ξανά στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α΄ (527-565), κτήτορα της Αγίας Σοφίας. Ο διάδοχός του Ιουστίνος Β΄ και η σύζυγός του Σοφία ανακαίνισαν τον ναό των Χαλκοπρατείων και ανήγειραν παρεκκλήσιο της Αγίας Σοροῦ. Πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα φυλασσόταν ἡ Τιμία Ζώνη.
Γύρω στο 1150 η Τιμία Ζώνη βρισκόταν στο Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντι-νουπόλεως, στο ναό του Αγίου Μιχαήλ. Μάλλον είχε τεμαχιστεί και τεμάχια είχαν μεταφερθεί στους ναούς της Πόλης. Τον 12ο αιώνα, στα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα εορταζόταν μαζί με την εορτή της Ιεράς Εσθήτος της Θεοτόκου, την 2α Ιουλίου.
Μετά την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους της Δ΄ σταυροφορίας, το 1204, κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τα στίφη των βαρβάρων και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ευτυχώς δεν χάθηκαν όλα. Είναι σίγουρο ότι ένα μέρος της Τιμίας Ζώνης παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την ανακατάληψή της το 1261 από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο φυλάσσονταν στο ναό των Βλαχερνών. Η μαρτυρία ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των ετών 1424-1453 είναι και η τελευταία σχετικά με την ύπαρξη της Αγίας Ζώνης στην Βασιλεύουσα. Είναι άγνωστο, τί απέγινε στη συνέχεια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Το μεγαλύτερο τμήμα της Τιμίας Ζώνης, που σώζεται σήμερα, φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, η οποία έφτασε στην Μονή με περιπετειώδη τρόπο.
Μία άλλη παράδοση διασώζεται την πληροφορία ότι η Τιμία Ζώνη αφιερώθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ τον Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος, στη συνέχεια, παραιτήθηκε, ντύθηκε το μοναχικό ράσο κι έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ στην ίδια Μονή.
Η σχέση της Αγίας Ζώνης με την Κρήτη.
Από τους πρώτους μήνες του 1820 η μεγαλόνησος Κρήτη και μάλιστα το Ηράκλειο εμαστίζετο απὸ φοβερὴ πανώλη, εξ αιτίας της οποίας πολλοὶ κάτοικοι είχαν βρει τον θάνατο. Προκειμένου, λοιπόν, να φύγει η λοιμική εκείνη ασθένεια, ιερωμένοι προεστώτες και λαϊκοὶ Κρήτες, ελθόντες στο Άγιον Όρος, ζήτησαν απὸ την Μονὴ Βατοπαιδίου να τους αποστείλει την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου. Η Μονή, με συνοδεία πέντε μοναχών, απέστειλε τον Ιούνιο του 1820, με ιδιαίτερο καράβι, στο Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης, το λεγόμενο «Castello di Mare» δηλ. στὸ Ἡράκλειο», τα παρακάτω ιερὰ λείψανα, με σκοπὸ η επενέργειά τους νὰ αποδιώξει το θανατικὸ απο την μεγαλόνησο:
Από τους πρώτους μήνες του 1820 η μεγαλόνησος Κρήτη και μάλιστα το Ηράκλειο εμαστίζετο απὸ φοβερὴ πανώλη, εξ αιτίας της οποίας πολλοὶ κάτοικοι είχαν βρει τον θάνατο. Προκειμένου, λοιπόν, να φύγει η λοιμική εκείνη ασθένεια, ιερωμένοι προεστώτες και λαϊκοὶ Κρήτες, ελθόντες στο Άγιον Όρος, ζήτησαν απὸ την Μονὴ Βατοπαιδίου να τους αποστείλει την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου. Η Μονή, με συνοδεία πέντε μοναχών, απέστειλε τον Ιούνιο του 1820, με ιδιαίτερο καράβι, στο Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης, το λεγόμενο «Castello di Mare» δηλ. στὸ Ἡράκλειο», τα παρακάτω ιερὰ λείψανα, με σκοπὸ η επενέργειά τους νὰ αποδιώξει το θανατικὸ απο την μεγαλόνησο:
α. Τμήμα της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου
β. Ένα Σταυρὸ με τμήμα Τιμίου Ξύλου, και
γ. Την Κάρα του Αγίου Ανδρέου, επισκόπου Κρήτης, του Ιεροσολυμίτου.
(Βλ.: Ηράκλειο, αφιέρωμα «Επταήμερο» Εφημ. «Καθημερινή» 22.9.1996 σελ. 12, όπου και σχετικὴ βιβλιογραφία).
Μετά από ταξίδι δεκαπέντε ημερών, το καράβι έφτασε στην Κρήτη. Οι πατέρες άρχισαν να τελούν αγιασμούς, ώστε να φύγει η ασθένεια με το θανατικὸ που σκόρπιζε στον λαό. Όμως, συνέβαινε, την ιδία περίοδο, οι εντόπιοι Τούρκοι που κυριαρχούσαν σ᾿ ολόκληρη την Κρήτη, να προξενούν λεηλασίες, σφαγὲς και γενικώς να επιδιώκουν την εξόντωση των χριστιανών. Οι τρεις Τούρκοι πασάδες (Ηρακλείου, Ρεθύμνου και Χανίων) δεν είχαν την ανάλογη στρατιωτικὴ δύναμη να καταστείλουν τα γεγονότα, οπότε οι χριστιανοὶ άρχισαν ένοπλον αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού (Αποστ. Βακαλοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821, Αθήναι 1971, σελ. 122).
[Συνεχίζεται]
http://www.pemptousia.gr/2015/09/i-schesi-tis-agias-zonis-me-tin-kriti/
Β΄
Με την έναρξη της Επαναστάσεως του 1821 οι διωγμοὶ των Τούρκων έγιναν φοβερώτεροι σ᾿ όλη την μεγαλόνησο, με αποτέλεσμα τρεις από τους πατέρες της Μονής, οι ιερομόναχοι Νεόφυτος και Αμβρόσιος και ο μοναχὸς Μακάριος, μετά απο βασανιστήρια, να θανατωθούν. Την ίδια τύχη είχε ο μητροπολίτης Κρήτης Γεράσιμος (Παρδάλης) και οι Μητροπολίτες: Νεόφυτος (Φυντικάκης) Κνωσού, Ιωακείμ, Χερρονήσου, Ιερόθεος, Λάμπης, Σητείας, Ζαχαρίας – ο Διοπόλεως, Καλλίνικος και ο Αυλοποτάμου ήσαν πεθαμένοι με πανώλην εις την Μονήν Απεζανών, πρότερον. (Μεν. Παρλαμά,«Ιστορικά και βιογραφικά σημειώματα του Στεφ. Νικολαϊδου»…). Τότε, «το πρωί της 24ης Ιουνίου, έγινε η μεγαλύτερη σφαγή που γνώρισε η Κρήτη κι έμεινε στη μνήμη του λαού ως «ο μεγάλος αρμπεντές». Σε 800 υπολογίζονται οι νεκροί της ημέρας εκείνης στο Μεγάλο Κάστρο και στα περίχωρα. Ανάμεσά τους ήταν οι επισημότεροι Έλληνες, όπως ο διάσημος για τη λογιότητά του γιατρός Ιωάννης Ελευθεραίος (Θεοχ. Δετοράκη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, σελ.323,324).
Ιερά Ακολουθία των Αγίων ενδόξων νέων Ιερομαρτύρων Γερασίμου Κρήτης, Νεοφύτου Κνωσού, Ιωακείμ Χερρονήσου, Ιεροθέου Λάμπης, Ζαχαρίου Σητείας Ιωακείμ Πέτρας, Γερασίμου Ρεθύμνης, Καλλινίκου Κυδωνίας, Μελχισεδέκ Κισάμου, Καλλινίκου Διουπόλεως και των συν αυτοίς εν Κρήτη μαρτυρησάντων κατά τα έτη 1821-1822, των οποίων η μνήμη εορτάζεται την 23ηΙουνίου, συνέταξαν ο νυν Μητροπολίτης Ρόδου κύριος Κύριλλος και ο Πρωτοπρεσβύτερος Ευάγγελος Παχυγιαννάκης (ΚΡΗΤΙΚΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟΝ, τόμ. Β΄, σελ.327-341).
Οι εναπομείναντες δύο Βατοπαιδινοὶ μοναχοὶ Διονύσιος και Δωρόθεος και ο ιεροδιάκονος Παρθένιος, εν μέσω πολλαπλών κινδύνων, κρατούντες το σεντούκι με την Τιμία Ζώνη και τον Τίμιο Σταυρό, πηδήσαντες απὸ το τείχος της Μητροπόλεως Κρήτης «κατέφυγον εις εν οσπίτιον τούρκικον, απὸ τα λεγόμενα των Κουρμούληδων», κατὰ το έγγραφο, που ήσαν κρυπτοχριστιανοί. Όταν, όμως, οι Τούρκοι τους αντιλήφθησαν, τους κατεδίωξαν, τους πήραν το κιβώτιο με τα άγια κειμήλια και τα έφεραν στον βεζύρη του Ηρακλείου. Μετά τρεις μήνες έπαυσαν οι διωγμοί. Οι αγιορείτες έσπευσαν και τα εζήτησαν, αλλ᾿ «εκείνος τα παρέδωκεν εις τον Αγγλικὸν κόνσολαν κύριον Δομένικον, λαβὼν απὸ αυτὸν ιδιόχειρο ενσφράγιστο μαρτυρικὸν Γράμμα της περιλαβής των, δια ιδικήν του ασφάλειαν» (Ζαχαρία Πρακτικίδη, Συνοπτικὴ ἱστορία τοῦ κατὰ τὴν νῆσον Κρήτης… συμβὰντος πολέμου κατὰ τὸ 1821, Περιοδ. Χρυσαλλίς, τόμ. Δ´ (1866) σελ. 158).
Οι πατέρες, τότε, παρεκάλεσαν τον Άγγλον πρόξενον Κρήτης Δομήνικον Σανταντώνιον να τους προσφέρει προστασίαν. Επειδή, όμως και στο Άγγλικὸ Προξενείο εκινδύνευαν απὸ βίαιο θάνατο, ο πρόξενος, ο ἀδεφός του και η σύζυγός του Στεφανία, τους εφυγάδευσαν με σκάλες απὸ τα παράθυρα του Προξενείου και τους εμπαρκάρησαν σε καράβι με γαλλικὴ σημαία, αφού πρώτα επλήρωσαν στον πρόξενο 10.000 γρόσια, με σκοπὸ νὰ πάρει πίσω από τον ἡγεμόνα το σεντούκι με τα δύο ιερὰ λείψανα, που με κίνδυνο της ζωής τους είχαν διασώσει από την μανία των Τούρκων.
Πράγματι, ευθύς, ως αναχώρησαν οι μοναχοί, ο πρόξενος έσπευσε και παρέλαβε απὸ τον ηγεμόνα της Κρήτης το σεντούκι με τα κειμήλια. Εν τω μεταξύ, επειδὴ το καράβι συνάντησε στο ταξίδι του πολλὰ εμπόδια, αναγκάστηκε να επιστρέψει και πάλι στο Κάστρο της Κρήτης, όπου, καθὼς το είδαν οι επαναστατημένοι Τούρκοι «επήραν τους δύο καλογήρους και τους έδεσαν… και τους επήγαν δέρνοντάς τους εις τον πασάν…». Εκείνος, τον μεν Δωρόθεον εχάρισε ως δούλον σ᾿ έναν Τούρκο, τον δε Διονύσιον οι Τούρκοι εξεβίαζαν να γίνει μωαμεθανός. Μπροστά στη γενναία άρνησή του, οι Τούρκοι ετρύπησαν με πυρωμένη σούβλα τα μηνίγγια του. Μέχρι τέλους ο οσιομάρτυρας μοναχὸς παρέμεινε ανυποχώρητος… Το πρωί της Καθαράς Δευτέρας τον εκρέμασαν (Γ. Μαρτζέλου, Οι Άγιοι της Μονής Βατοπαιδίου, Ιερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου, ό. π., σελ. 112).
Βλέποντας ο πρόξενος, ότι οι τουρκικὲς ταραχὲς και οι διωγμοὶ συνεχίζοντο, αναγκάσθηκε και εκείνος να εγκαταλείψει την Κρήτη, παίρνοντας μαζὶ το σεντούκι με τα ιερά κειμήλια και επιπλέον την κάρα του αγίου Ανδρέα, χωρὶς τη θήκη της, που είχε παραμείνει προς φύλαξη στη Μητρόπολη με τα άλλα αφιερώματα των χριστιανών.
Όταν, λοιπόν, ο πρόξενος έφθασε στο λιμάνι της Δίας (Ντίας), βορείως του Ηρακλείου για να αποπλεύσει, το γράμμα της παραλαβής των «Αγίων» υπέγραψαν, εκτός απὸ τον ίδιο και τέσσερις ορθόδοξοι καπετάνιοι απὸ την Σκλαβουνία, δηλ. την Ανατολική Μακεδονία, εκ των οποίων ο ένας, όταν επεσκέφθη το Άγιον Όρος, εγνώρισε στοὺς μοναχοὺς της Μονής Βατοπαιδίου τα συμβάντα. Προορισμὸς του προξένου ήτο να φθάσει στὴ Μάλτα και από εκεί στη Σικελία. Όμως, στη διάρκεια του ταξιδίου έπνευσαν ισχυροί άνεμοι, το πλοίο άλλαξε πορεία και λόγῳ της καιρικής ανάγκης ελλιμενίστηκε στη Σαντορίνη. Μας είναι ακόμη άγνωστο αν ο ελλιμενισμός έγινε στον όρμο των Φηρών ή του Αθηνιού. Πιθανότερο είναι ότι έγινε στον Αθηνιό, επειδή την περίοδο εκείνη εξυπηρετούσε την οινεμπορικὴ κίνηση της νήσου, ύστερα απὸ τα βασικὰ λιμενικά του έργα (Ματθ. Ε. Μηνδρινού, Ο ταρσανάς του Αθηνιού, εφημ. «Θηραϊκά Νέα», Οκτώβριος 1994, σελ. 1).
Φέρνοντας μαζί του ο πρόξενος και τα τρία άγια λείψανα, ανέβηκε στα Φηρά, όπου ενημέρωσε το Αγγλικό Θηραϊκό προξενείο περὶ του σκοπού της αφίξεώς του. Αρχικώς προσφέρθηκαν να τον φιλοξενήσουν οι Καθολικοὶ των Φηρών. Στη συνέχεια, όμως, γνωρίσθηκε, ως άριστος ιατρός, με άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της πόλεως, καθὼς και με Κρητικοὺς που ήταν γνωστοὶ στὴν οικογένειά του κατὰ την διαμονή του στην Κρήτη (Βασ. Σφυρόερα, Κρητικὰ επώνυμα στις Κυκλάδες. Ανάτυπο από τα πρακτικὰ Β´ Κρητολογικού Συνεδρίου (1969), σελ. 465).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου