http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2015/08/blog-post_7.html
Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός
Στοχασμοί του Δεκαπενταύγουστου
Από το έργο Ενσαρκώσεις του Δόγματος, Εκδόσεις Δόμος
Η παραδοσιακή νηστεία του Δεκαπενταύγουστου θα ήταν μια μορφή απλού «φακιρισμού» ή κάποιο είδος κοσμικής «δίαιτας», αν δεν είχε βάση αμετακίνητη την καθημερινή ακολουθία της ιεράς Παρακλήσεως στην Παναγία, και ασφαλώς κάποιους στοχασμούς -έστω και αποσπασματικούς- Ορθοδόξου κατανύξεως και μετανοίας.
Μέσα στο πλαίσιο τέτοιων αποσπασματικών στοχασμών χαράζουμε σήμερα αυτές τις απλές γραμμές, σαν ένα ταπεινο κερί στην Παναγία, την «καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών».
Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς απαισιόδοξος, μήτε πεισιθάνατος, μήτε ολιγόπιστος, για να παραδεχθεί από την ανθρώπινη πείρα, τόσο τη δική του όσο και των γύρω του, ότι δεν υπάρχει σε τούτο τον κόσμο φαινόμενο σταθερότερο και πιο συγκεκριμένο από το βίωμα και το φαινόμενο του πόνου. Του πόνου του φυσικού και του πόνου του ψυχικού· του πόνου του περιοδικού και του πόνου του χρονίου· του πόνου του μικρού και του πόνου του μεγάλου· του πόνου του σιωπηρού και του πόνου του κραυγαλέου. Τόσο συνηθισμένη και τόσο διαδεδομένη είναι η πραγματικότητα του πόνου στην εδώ ζωή, ώστε να μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι δικαιολογημένα ίσως άλλαξε κάποιος τη γνωστή εξίσωση του Καρτεσίου από «σκέπτομαι, άρα υπάρχω», σε: «πονώ, άρα υπάρχω»! Εν τούτοις o θυμόσοφος λαός μας δεν παύει να πιστεύει και να ομολογεί καρτερικά ότι «και με τα τόσα βάσανα, πάλι η ζωή γλυκειά ‘ναι»!
Κάποιος όμως θα μπορούσε να ρωτήσει: Ποια είναι η δύναμη που μας κάνει να μη χάνουμε το κουράγιο και την αγάπη μας προς τη ζωή; Θα του απαντήσουμε: Ασφαλώς δεν είναι η φιλαυτία ή o εγωισμός. Γιατί το να ζεις -ιδίως ύστερα από ορισμένη ηλικία- δεν είναι πάντα ευχάριστο. Κάποτε είναι μια καθημερινή ταπείνωση, μια δοκιμασία, κάποτε μάλιστα κι ένας πραγματικός εξευτελισμός. Αυτή την ταπείνωση, τη δοκιμασία και τον εξευτελισμό είναι που δεν ανέχονται οι ολιγόψυχοι και ολιγόπιστοι, γι’ αυτό και κάποτε αυτοκτονούν. Οι πολλοί, αντιθέτως, άνθρωποι έχουν μια έμφυτη, θαρρείς, αισιοδοξία, ότι ύστερα από οποιαδήποτε πικρή ώρα, θ’ ακολουθήσει πάλι μιά ώρα χαρούμενη. Αυτή η σιωπηρή αισιοδοξία είναι κατά βάθος μια πίστη και μια εμπιστοσύνη στην αγαθότητα και την παντοδυναμία του Θεού. Αδιάφορο αν εκφράζεται πάντα σε προσευχή ή όχι, το βάθος αυτού του αισθήματος είναι καθαρά θρησκευτικό. Γι’ αυτό και έχει τη δύναμη να αντιμετωπίζει τόσες καταιγίδες!
Εκεί όμως που οι άλλοι άνθρωποι έχουν ένα θολό θρησκευτικο αίσθημα αισιοδοξίας, οι Χριστιανοί έχουν μια ολοφώτεινη μορφή μάνας ν’ αποθέσουν σαν αβοήθητα παιδιά τον πόνο τους: την Παναγία. Επειδή κι η ίδια πόνεσε στον ύψιστο βαθμό, κι όμως δεν ελύγισε στον πόνο, γι’ αυτό κάθε Χριστιανός μπορεί να επικαλείται το έλεός Της και τις πρεσβείες Της. Αλλ’ όπως στην περίπτωση του Χριστού οι Χριστιανοί της Δύσεως τονίζουν περισσότερο την ανθρώπινη πλευρά Του και δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στα Χριστούγεννα παρά στην Ανάσταση, έτσι και στην περίπτωση της Παναγίας. Τονίζουν περισσότερο το τι έπαθε και όχι το τι μπορεί να κάμει η Παναγία. Έτσι την ονομάζουν Mater Dolorosa (Μάνα Πονεμένη) καί Mater Lacrimosa (Μάνα Δακρυσμένη). Ενώ οι Ορθόδοξοι, ξεκινώντας ακριβώς από το τι υπέφερε και πώς το υπέφερε η Παναγία, συμπεραίνουν και αναγνωρίζουν το τι μπορεί να κάμει κάθε λεπτό με τις πρεσβείες Της. Γι’ αυτό την ονομάζουν «Ελεούσα», «Γλυκοφιλούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορήτρια», «Γοργοεπήκοο», «Ελευθερώτρια», «Παντάνασσα» κ.ά.
Υπάρχει εν τούτοις μια χώρα και μια Παναγία, όπου η λατρεία Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών πλησιάζει τόσο πολύ η μια την άλλη, ώστε να νομίσεις προς στιγμήν ότι σ’ αυτο το κεφάλαιο δεν διαφέρουν, ενώ διαφέρουν σε χίλια-δύο άλλα. Πρόκειται για την Πολωνία και την περίφημη «Μαύρη Παναγία» της, την Black Madonna στην Τσεστόχοβα. Επισκεφθήκαμε κάποτε αυτό το εθνικό προσκύνημα των Πολωνών, και όλοι οι Ορθόδοξοι, κληρικοί και λαϊκοί, είχαμε έντονη την εντύπωση ότι βρισκόμασταν στην Τήνο τη δική μας ή στο Σμολένσκ της Ρωσίας!
Ας πάρουμε όμως πρώτ’ απ’ όλα αυτή την ίδια την εικόνα. Είναι μια εικόνα καθαρά βυζαντινή, που η παράδοση την ανάγει μέχρι τον 6ο ή και τον 5ο αιώνα. Εικονίζει μιά Παναγία λεπτή και θλιμμένη, που τα χείλη Της σφίγγουν με τόση εγκαρτέρηση και θεληματικότητα τον πόνο Της, όπως ακριβώς και το μαφόριο που τυλίγει το αρχοντικό Της κεφάλι. Έχει μεγάλες εθνικές περιπέτειες αυτή η περίπυστη εικόνα. Άλλοτε την άρπαζαν από τους Πολωνούς, κι άλλοτε οι Πολωνοί την έπαιρναν πίσω. Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες έχουν αφήσει μια έντονη σκοτεινότητα πάνω σ’ ολόκληρη την επιφάνεια του ιερού εικονίσματος, γι’ αυτό φαίνεται και την λένε «Μαύρη Παναγία». Εκείνο όμως που συγκλονίζει ακόμη περισσότερο, είναι τα πλήθη των πιστών που διαρκώς συρρέουν εκεί να προσκυνήσουν και να αγιασθούν. Είδαμε χιλιάδες ανθρώπων σε ουρές ατέλειωτες να έρχονται, και μόλις έφθαναν στον περίβολο του Ναού εσέρνονταν στα γόνατα μέχρι να φθάσουν κάτω από το ιερό κουβούκλιο, όπου ψηλά είναι τοποθετημένη μέσα σε άπλετη φωτοχυσία η «Βασιλίσσα του Πολωνικού λαού», όπως την ονομάζουν. Άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και κάθε επαγγέλματος, με ρούχα της δουλειάς ή κάπως επίσημα, κοπέλλες κι αγόρια με μοντέρνα εμφάνιση, blue jeans και ταγάρια, φθάνουν καθημερινά γονυπετείς και ζητούν προστασία και ανακούφιση στις αβεβαιότητες και δυστυχίες του βίου.
Έτσι μπορούμε να πούμε ότι, πέρα και πάνω από τις διαφορές των Χριστιανών ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, η Παναγία στέκει για τους πιστούς ουράνιο τόξο που «ενώνει τα διεστώτα». Μάνα πολυεύσπλαγχνη, δέχεται τις παρακλήσεις ακόμη και από Μωαμεθανίδες Τουρκάλες όταν σταματά το γάλα από τα στήθη των και τους το δίνει πίσω με θερμή πρεσβεία προς τον Θεό. Κι όλα αυτά τα απλά ή τα θαυμαστά επιτελούνται με την ίδια αυθορμησία και φυσικότητα, αδιάφορο αν είναι στην Τήνο ή στα Κύθηρα, στην Τσεστόχοβα ή στη Φάτιμα, στη Λούρδη ή στο Σμολένσκ. Γιατί η Παναγία υπήρξε το ευγενέστερο βλάστημα που έδωσε η γη, γι’αυτό ο Θεός και πριν από τον έρχομό Της έχοντας ευαρεστηθεί από τη δική Της απόλυτη υπακοή και ταπείνωση -που την εγνώριζε εκ των προτέρων κατά την αιωνία πρόγνωσή Του- ευεργέτησε πλούσια το ανθρώπινο γένος χάριν της Παναγίας. Αυτή τη συγκλονιστική αλήθεια και διδασκαλία μας έδωσε επιγραμματικά ο μεγάλος Θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγοντας για την Παναγία ότι καλύπτει με τις πρεσβείες Της ολόκληρο τον χρόνο απ’ αρχής της Δημιουργίας, με το να είναι «των προ Αυτής αιτία, και των μετ’ Αυτήν προστάτις».
Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός
Στοχασμοί του Δεκαπενταύγουστου
Από το έργο Ενσαρκώσεις του Δόγματος, Εκδόσεις Δόμος
Η παραδοσιακή νηστεία του Δεκαπενταύγουστου θα ήταν μια μορφή απλού «φακιρισμού» ή κάποιο είδος κοσμικής «δίαιτας», αν δεν είχε βάση αμετακίνητη την καθημερινή ακολουθία της ιεράς Παρακλήσεως στην Παναγία, και ασφαλώς κάποιους στοχασμούς -έστω και αποσπασματικούς- Ορθοδόξου κατανύξεως και μετανοίας.
Μέσα στο πλαίσιο τέτοιων αποσπασματικών στοχασμών χαράζουμε σήμερα αυτές τις απλές γραμμές, σαν ένα ταπεινο κερί στην Παναγία, την «καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών».
Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς απαισιόδοξος, μήτε πεισιθάνατος, μήτε ολιγόπιστος, για να παραδεχθεί από την ανθρώπινη πείρα, τόσο τη δική του όσο και των γύρω του, ότι δεν υπάρχει σε τούτο τον κόσμο φαινόμενο σταθερότερο και πιο συγκεκριμένο από το βίωμα και το φαινόμενο του πόνου. Του πόνου του φυσικού και του πόνου του ψυχικού· του πόνου του περιοδικού και του πόνου του χρονίου· του πόνου του μικρού και του πόνου του μεγάλου· του πόνου του σιωπηρού και του πόνου του κραυγαλέου. Τόσο συνηθισμένη και τόσο διαδεδομένη είναι η πραγματικότητα του πόνου στην εδώ ζωή, ώστε να μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι δικαιολογημένα ίσως άλλαξε κάποιος τη γνωστή εξίσωση του Καρτεσίου από «σκέπτομαι, άρα υπάρχω», σε: «πονώ, άρα υπάρχω»! Εν τούτοις o θυμόσοφος λαός μας δεν παύει να πιστεύει και να ομολογεί καρτερικά ότι «και με τα τόσα βάσανα, πάλι η ζωή γλυκειά ‘ναι»!
Κάποιος όμως θα μπορούσε να ρωτήσει: Ποια είναι η δύναμη που μας κάνει να μη χάνουμε το κουράγιο και την αγάπη μας προς τη ζωή; Θα του απαντήσουμε: Ασφαλώς δεν είναι η φιλαυτία ή o εγωισμός. Γιατί το να ζεις -ιδίως ύστερα από ορισμένη ηλικία- δεν είναι πάντα ευχάριστο. Κάποτε είναι μια καθημερινή ταπείνωση, μια δοκιμασία, κάποτε μάλιστα κι ένας πραγματικός εξευτελισμός. Αυτή την ταπείνωση, τη δοκιμασία και τον εξευτελισμό είναι που δεν ανέχονται οι ολιγόψυχοι και ολιγόπιστοι, γι’ αυτό και κάποτε αυτοκτονούν. Οι πολλοί, αντιθέτως, άνθρωποι έχουν μια έμφυτη, θαρρείς, αισιοδοξία, ότι ύστερα από οποιαδήποτε πικρή ώρα, θ’ ακολουθήσει πάλι μιά ώρα χαρούμενη. Αυτή η σιωπηρή αισιοδοξία είναι κατά βάθος μια πίστη και μια εμπιστοσύνη στην αγαθότητα και την παντοδυναμία του Θεού. Αδιάφορο αν εκφράζεται πάντα σε προσευχή ή όχι, το βάθος αυτού του αισθήματος είναι καθαρά θρησκευτικό. Γι’ αυτό και έχει τη δύναμη να αντιμετωπίζει τόσες καταιγίδες!
Εκεί όμως που οι άλλοι άνθρωποι έχουν ένα θολό θρησκευτικο αίσθημα αισιοδοξίας, οι Χριστιανοί έχουν μια ολοφώτεινη μορφή μάνας ν’ αποθέσουν σαν αβοήθητα παιδιά τον πόνο τους: την Παναγία. Επειδή κι η ίδια πόνεσε στον ύψιστο βαθμό, κι όμως δεν ελύγισε στον πόνο, γι’ αυτό κάθε Χριστιανός μπορεί να επικαλείται το έλεός Της και τις πρεσβείες Της. Αλλ’ όπως στην περίπτωση του Χριστού οι Χριστιανοί της Δύσεως τονίζουν περισσότερο την ανθρώπινη πλευρά Του και δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στα Χριστούγεννα παρά στην Ανάσταση, έτσι και στην περίπτωση της Παναγίας. Τονίζουν περισσότερο το τι έπαθε και όχι το τι μπορεί να κάμει η Παναγία. Έτσι την ονομάζουν Mater Dolorosa (Μάνα Πονεμένη) καί Mater Lacrimosa (Μάνα Δακρυσμένη). Ενώ οι Ορθόδοξοι, ξεκινώντας ακριβώς από το τι υπέφερε και πώς το υπέφερε η Παναγία, συμπεραίνουν και αναγνωρίζουν το τι μπορεί να κάμει κάθε λεπτό με τις πρεσβείες Της. Γι’ αυτό την ονομάζουν «Ελεούσα», «Γλυκοφιλούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορήτρια», «Γοργοεπήκοο», «Ελευθερώτρια», «Παντάνασσα» κ.ά.
Υπάρχει εν τούτοις μια χώρα και μια Παναγία, όπου η λατρεία Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών πλησιάζει τόσο πολύ η μια την άλλη, ώστε να νομίσεις προς στιγμήν ότι σ’ αυτο το κεφάλαιο δεν διαφέρουν, ενώ διαφέρουν σε χίλια-δύο άλλα. Πρόκειται για την Πολωνία και την περίφημη «Μαύρη Παναγία» της, την Black Madonna στην Τσεστόχοβα. Επισκεφθήκαμε κάποτε αυτό το εθνικό προσκύνημα των Πολωνών, και όλοι οι Ορθόδοξοι, κληρικοί και λαϊκοί, είχαμε έντονη την εντύπωση ότι βρισκόμασταν στην Τήνο τη δική μας ή στο Σμολένσκ της Ρωσίας!
Ας πάρουμε όμως πρώτ’ απ’ όλα αυτή την ίδια την εικόνα. Είναι μια εικόνα καθαρά βυζαντινή, που η παράδοση την ανάγει μέχρι τον 6ο ή και τον 5ο αιώνα. Εικονίζει μιά Παναγία λεπτή και θλιμμένη, που τα χείλη Της σφίγγουν με τόση εγκαρτέρηση και θεληματικότητα τον πόνο Της, όπως ακριβώς και το μαφόριο που τυλίγει το αρχοντικό Της κεφάλι. Έχει μεγάλες εθνικές περιπέτειες αυτή η περίπυστη εικόνα. Άλλοτε την άρπαζαν από τους Πολωνούς, κι άλλοτε οι Πολωνοί την έπαιρναν πίσω. Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες έχουν αφήσει μια έντονη σκοτεινότητα πάνω σ’ ολόκληρη την επιφάνεια του ιερού εικονίσματος, γι’ αυτό φαίνεται και την λένε «Μαύρη Παναγία». Εκείνο όμως που συγκλονίζει ακόμη περισσότερο, είναι τα πλήθη των πιστών που διαρκώς συρρέουν εκεί να προσκυνήσουν και να αγιασθούν. Είδαμε χιλιάδες ανθρώπων σε ουρές ατέλειωτες να έρχονται, και μόλις έφθαναν στον περίβολο του Ναού εσέρνονταν στα γόνατα μέχρι να φθάσουν κάτω από το ιερό κουβούκλιο, όπου ψηλά είναι τοποθετημένη μέσα σε άπλετη φωτοχυσία η «Βασιλίσσα του Πολωνικού λαού», όπως την ονομάζουν. Άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και κάθε επαγγέλματος, με ρούχα της δουλειάς ή κάπως επίσημα, κοπέλλες κι αγόρια με μοντέρνα εμφάνιση, blue jeans και ταγάρια, φθάνουν καθημερινά γονυπετείς και ζητούν προστασία και ανακούφιση στις αβεβαιότητες και δυστυχίες του βίου.
Έτσι μπορούμε να πούμε ότι, πέρα και πάνω από τις διαφορές των Χριστιανών ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, η Παναγία στέκει για τους πιστούς ουράνιο τόξο που «ενώνει τα διεστώτα». Μάνα πολυεύσπλαγχνη, δέχεται τις παρακλήσεις ακόμη και από Μωαμεθανίδες Τουρκάλες όταν σταματά το γάλα από τα στήθη των και τους το δίνει πίσω με θερμή πρεσβεία προς τον Θεό. Κι όλα αυτά τα απλά ή τα θαυμαστά επιτελούνται με την ίδια αυθορμησία και φυσικότητα, αδιάφορο αν είναι στην Τήνο ή στα Κύθηρα, στην Τσεστόχοβα ή στη Φάτιμα, στη Λούρδη ή στο Σμολένσκ. Γιατί η Παναγία υπήρξε το ευγενέστερο βλάστημα που έδωσε η γη, γι’αυτό ο Θεός και πριν από τον έρχομό Της έχοντας ευαρεστηθεί από τη δική Της απόλυτη υπακοή και ταπείνωση -που την εγνώριζε εκ των προτέρων κατά την αιωνία πρόγνωσή Του- ευεργέτησε πλούσια το ανθρώπινο γένος χάριν της Παναγίας. Αυτή τη συγκλονιστική αλήθεια και διδασκαλία μας έδωσε επιγραμματικά ο μεγάλος Θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγοντας για την Παναγία ότι καλύπτει με τις πρεσβείες Της ολόκληρο τον χρόνο απ’ αρχής της Δημιουργίας, με το να είναι «των προ Αυτής αιτία, και των μετ’ Αυτήν προστάτις».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου