Ο κόσμος θρηνεί το θάνατο του ηγέτη της Νότιας Αφρικής, ο οποίος συμβόλιζε μια εποχή ελπίδας, όταν υπήρχε πιθανότητα για ισότητα και δικαιοσύνη, γράφει ο συγγραφέας Mark Gevisser.
Νέλσον Μαντέλα είναι νεκρός. Όλοι θα θρηνήσουμε. Πολλοί από εμάς θα κλάψουμε σα να έχουμε χάσει τον πατέρα, ή τον σωτήρα μας, ή έναν προστάτη, παρόλο που δεν τον είχαμε δει ποτέ. Μεγάλο μέρος αυτής της θλίψης είναι νοσταλγικό. Μια θλίψη για το πέρασμα μιας εποχής με πολλές ελπίδες και συναίσθημα, μιας εποχής που η ισότητα και η δικαιοσύνη φαίνονταν δυνατά. Ο Μαντέλα συμβολίζει τον Τελευταίο Καλό Άνθρωπο, αντιπροσωπεύοντας το είδος της καλοπροαίρετης πατρότητας που τόσο συχνά περιμένουμε από τους ηγέτες μας, ακόμα κι όταν ισχυριζόμαστε ότι είμαστε Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι. Η ζωή του παρουσιάζει μια λυτρωτική αφήγηση που ενσωματώνει την καλοσύνη με τρόπο που δεν συναντάς, παρά μόνο με μύθους, θρύλους και στη θεολογία.
Η δύναμη της ιστορίας του δεν είναι μόνο λυτρωτική, αλλά και πάρα πολύ αναγεννητική. Ακριβώς όπως το απαρτχάιντ έγινε ένα παγκόσμιο σύμβολο του κακού, έτσι και ο Μαντέλα συμβολίζει όχι μόνο τη δύναμη της καλοσύνης, αλλά –στον ολοένα και πιο κακόβουλο κόσμο – την ώθηση για να κάνεις το καλό. Ακούστε, για παράδειγμα , ένα σχόλιο που έκανε ο φίλος του Μπιλ Κλίντον, για τις ρίζες της ιερότητας του Μαντέλα: «Ο Μαντέλα είναι ένας πολύ ευσεβής άνθρωπος, γιατί είναι η ζωντανή ενσάρκωση της σημασίας μιας δεύτερης ευκαιρίας στη ζωή: να σου δοθεί, να την πάρεις και να γίνεις σπουδαίος μέσα από τις αντιξοότητες».
Ο Μαντέλα πήρε τη δεύτερη ευκαιρία του στην ελευθερία, στην ηγεσία, ακόμα και στην αγάπη, με την Γκράσα Μασέλ. Η συγχώρεση επιτρέπει τόσο στο θύμα όσο και στον δράστη να ξεκινήσει και πάλι και ο τρόπος που ο ίδιος ο Μαντέλα βελτιώθηκε μέσα από τις αντιξοότητες χρησιμεύει ως μάθημα για όλους μας: αν μπορεί να βγαίνει από τη φυλακή μετά από 27 χρόνια, χωρίς θυμό ή επιθυμία για τιμωρία, μπορούμε και εμείς να ξεπεράσουμε τα ασήμαντα προβλήματα και τις διαφορές μας.
Έξοχα, ο Μαντέλα παρουσιάστηκε ως ενσάρκωση του έθνους και, στη συνέχεια, όταν είδε την επίδρασή του, επέτρεψε στον εαυτό του να μετατραπεί σε ένα σύμβολο για τα καλύτερα ανθρώπινα ερεθίσματα: την επιθυμία να κάνει τα πράγματα καλύτερα. Έκανε τη βιογραφία του ένα φετίχ. Όσο ήταν αλυσοδεμένος, έτσι ήταν και η Νότια Αφρική. Όταν κατάφερε να διαπραγματευτεί την ελευθερία του, το ίδιο θα μπορούσε να κάνει και η χώρα του. Επειδή συγχώρεσε τους δυνάστες του και τους αντιπάλους του, το ίδιο θα έπρεπε να κάνουν και οι συμπατριώτες του.
Αλλά ήταν τόσο αποτελεσματική η διαμόρφωση της ζωής του ως μια παραβολή για τη χώρα του (ακόμη και για την ανθρωπότητα), που η αίσθηση της βαθιάς ανησυχίας στο πέρασμα του είναι προφανής. Ακούστε, για παράδειγμα, τα μάλλον βλακώδη λόγια του επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ANC Μαθολε Μοτσέγκα, όταν ο Μαντέλα είχε εισαχθεί σε νοσοκομείο τον Ιούνιο του 2013: «η ευημερία του Μαντέλα είναι ένα βαρόμετρο για την ευημερία του έθνους». Αν η ζωή άφησε τον Μαντέλα, αυτό σημαίνει ότι θα διαλυθούμε κι εμείς; Λοιπόν, ναι, έτσι γίνεται με τους ανθρώπους. Αλλά όχι με τα έθνη ή τους πολιτισμούς. Και έτσι, ενώ η θλίψη και μια βαθιά αίσθηση της απώλειας μπορεί να είναι κατάλληλα συναισθήματα για τον θάνατο ενός 94χρονου, υπάρχει κάτι ανησυχητικό στη συζήτηση για την ασθένειά του και τώρα για τον θάνατό του.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, κάθε νοσηλεία του Μαντέλα συνοδευόταν από πανικό. Υπάρχει μεγάλη συζήτηση σχετικά με το τι μπορεί να συμβεί στη Νότια Αφρική τώρα που δεν είναι πια εδώ. Η αλήθεια είναι ότι έχει πεθάνει δημόσια εδώ και πολλά χρόνια. Η τελευταία δημόσια δήλωσή του ήταν το 2010, όταν άνοιξε το Παγκόσμιο Κύπελλο της Νότιας Αφρικής, μέσω ενός βιντεοσκοπημένου μηνύματος και η τελευταία δημόσια πράξη του ήταν δύο χρόνια πριν, το 2008, όταν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην έγκριση της προεκλογικής εκστρατείας του Τζέικομπ Ζούμα. Από τότε, πέρασε τον περισσότερο χρόνο του στην φιλική ομίχλη της πολύ προχωρημένης ηλικίας, σχεδόν προστατευμένος εξ ολοκλήρου από τη δημόσια θέα.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί, βέβαια, ότι η υποχώρηση του Μαντέλα από τη δημόσια ζωή συνέπεσε ακριβώς με την κατάρρευση των υψηλών ιδανικών του απελευθερωτικού κινήματος, στο ναδίρ της διεφθαρμένης ευνοιοκρατίας υπό τον Ζούμα.
Ότι, αν ο Μαντέλα ήταν δραστήριος τα τελευταία λίγα χρόνια θα μπορούσε να συγκρατήσει τον σημερινό πρόεδρο της Νότιας Αφρικής, όπως έκανε με τον διάδοχό του Τάμπο Μπέκι, στο θέμα της άρνησης του AIDS. Αλλά η αλήθεια είναι ότι η σήψη είχε αρχίσει εδώ και χρόνια και είχε αρχίσει απ’ όταν ακόμα ο Μαντέλα ήταν πρόεδρος στα τέλη της δεκαετίας του 1990 – για παράδειγμα, με την συμφωνία των πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για εξοπλισμό, που επρόκειτο να γίνει η λογική πλάνη της πολιτικής της Νότιας Αφρικής.
Το βάρος του να είναι ένας ζωντανός άγιος, να έχει μυθοποιηθεί στη διάρκεια της ζωής του, σημαίνει ότι ο Μαντέλα είναι συχνά παρεξηγημένος. Στη μακρά πολιτική σταδιοδρομία του ήταν πάρα πολύ δημιουργικός, αλλά σε καμία περίπτωση άγιος: υπήρξε και απατεώνας, και κομπιναδόρος και αντικομφορμιστής. Μπορεί να είχε ένα εξαιρετικό ένστικτο, αλλά ήταν προκλητικά ινστρουμενταλιστής. Δεν έκανε βήμα χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες. Και αυτές οι πιθανότητες συχνά καθορίζονταν από την ρεαλπολιτίκ και όχι από μια ηθική πυξίδα.
Το πιο σημαντικό, η αντιληπτή αγιότητα του Μαντέλα είχε μια ισχυρή επίδραση, όχι πάντα θετική, στην ανάπτυξη της δημοκρατίας στην οποία έπαιξε τόσο μεγάλο ρόλο. Βεβαίως, έθεσε στην Νότια Αφρική ένα ηθικό βάρος που επέτρεψε στη χώρα να σηκώσει το ανάστημά της στην παγκόσμια σκηνή και παρείχε στους Νοτιοαφρικανούς μια εσωτερική ηθική φωνή, ακόμη και αν δεν εισακουγόταν πάντα: «Τι θα έκανε ο Μαντίμπα;»
Αλλά η κληρονομιά του Μαντέλα έδωσε επίσης τη Νότια Αφρική μια διαστρεβλωμένη αίσθηση της μοναδικότητας. Ήμασταν, όπως είχε πιστέψει ο κόσμος, το μεγαλύτερο παραμύθι στον κόσμο. Ήμασταν, όπως μας είπε ο δικός μας αγαπημένος Αρχιεπίσκοπος Ντέσμοντ Τούτου, «τα παιδιά του ουράνιου τόξου του Θεού». Πώς θα μπορούσαμε ποτέ να ανταποκριθούμε σε αυτές τις προσδοκίες; Πώς θα μπορούσαμε να είμαστε τόσο καλοί – τόσο επιεικείς ή ευγενείς όσο ο Μαντέλα; Και πώς θα μπορούσαμε να ανταπεξέλθουμε στις προσδοκίες της παγκόσμιας κοινότητας που χρησιμοποιούσαν τον Μαντέλα ως μέτρο; Με κάθε σφαγή, κάθε εθνική απεργία, κάθε σκάνδαλο διαφθοράς, βρεθήκαμε να μη θέλουμε τίποτα λιγότερο για τους εαυτούς μας. Αν δεν ήμασταν το «μεγαλύτερο παραμύθι του κόσμου», θα πρέπει να ήμασταν απλώς άλλη μία αφρικανική αβοήθητη χώρα, μία Ζιμπάμπουε εν αναμονή.
Έτσι προχωρούσε ο κύκλος της έκρηξης της μανιοκαταθλιπτικής ψυχής της Νότιας Αφρικής, καθώς περπατούσαμε στη σκιά του Μαντίμπα: ήταν εξαντλητικό και εξουθενωτικό και απέσπασε την προσοχή από τον ρεαλισμό που απαιτείται να κατανοήσουμε τη Νότια Αφρική, μια ζωντανή και πολλά υποσχόμενη χώρα με τεράστια προβλήματα, σε μια προβληματική περιοχή.
Ο κύκλος συνεχίζεται, πέρα από τον τάφο του Μαντέλα. Τον Δεκέμβριο του 2012, ενώ ο γηραιός άντρας ήταν στο νοσοκομείο παλεύοντας για τη ζωή του, για μια ακόμη φορά, ο κάποτε αγαπημένος του, Σίριλ Ραμαφόσο, εξελέγη αναπληρωτής πρόεδρος του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου. Ο Μαντέλα ήθελε τον Ραμαφόσο – ανεξάρτητο και αουτσάιντερ – να είναι ο διάδοχός του, αλλά είχε παραγκωνιστεί λόγω των μηχανορραφιών του ανταγωνιστή του, Τάμπο Μπέκι και από τους πρεσβύτερους του κινήματος που είδαν τον Μπέκι ως πιο ασφαλή επιλογή. Το παγκόσμιο κεφάλαιο, ιδίως, επένδυσε τις ελπίδες του σε αυτόν το φιλικό προς τις επιχειρήσεις δισεκατομμυριούχο: θα είναι ο Ραμαφόσο ένας άξιος διάδοχος του Μαντέλα, ενώ δεν ήταν ο Ζούμα και ο Μπέκι; Θα μπορούσε να είναι κάποιος;
Ένας τρόπος για να ελαφρύνει το φορτίο, όχι μόνο για τον Ραμαφόσο αλλά και για όλους τους Νοτιοαφρικανούς, είναι να τον δούμε μέσα από το κοφτερό μάτι της ιστορίας και όχι μέσα από τις ροζ αποχρώσεις της μυθολογίας. Ένας από τους λόγους που ο Μαντέλα έγινε τόσο παθιασμένος ακτιβιστής του AIDS ήταν επειδή κατάλαβε πόσο ανεπαρκής ήταν στην αντιμετώπισή του ενόσω ήταν πρόεδρος. Τα έκανε θάλασσα και το ήξερε, κι έτσι προσπάθησε να επανορθώσει. Αυτό , σε τελική ανάλυση, είναι το μάθημα του Νέλσον Μαντέλα για την ανθρωπότητα: αν του επιτρέψουμε να είναι ένας άγιος, διατρέχουμε τον κίνδυνο να τον αναστήσουμε μεταμφιεσμένο σε τύραννο. Αν δεχθούμε τη θνησιμότητά του –εξάλλου πέθανε πια- μελετάμε το παράδειγμά του στο πλαίσιο της εποχής του και κατανοούμε τις δυνατότητες της αφρικανικής δημοκρατίας, κατανοώντας και τον ίδιο. Παρόλα αυτά, η θλίψη είναι πραγματική. Έδωσε τόσα πολλά σε εμάς -μια αίσθηση αισιοδοξίας και ανθρωπιάς. Αυτά είναι τα πιο σημαντικά από τις δυνάμεις της ζωής. Σε ευχαριστώ, Μαντίμπα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου