Εν αναμονή των εκλογικών αποτελεσμάτων στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο, των ευροεκλογών το 2014, των δημοτικών εκλογών στη Γαλλία, του διορισμού νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των βρετανικές εκλογών το 2015, η παρατεταμένη αναβολή οποιασδήποτε σοβαρής αλλαγής στη διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μάλλον απίθανη, υποστηρίζει ο Quentin Peel στους Financial Times.
Στις Βρυξέλλες, στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στην Ουάσιγκτον η γενική άποψη είναι πως τίποτε δεν μπορεί να αποφασιστεί πριν από τις 22 Σεπτεμβρίου, καθώς υπάρχει ο φόβος ότι θα αναστατώσει τα σχέδια επανεκλογής της Άνγκελα Μέρκελ. Το ίδιο συνέβη με οποιαδήποτε συζήτηση για αναθεώρηση του ελληνικού προγράμματος ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη ανακούφιση χρέους, αλλά και για οποιαδήποτε πρωτοβουλία θα μπορούσε να συνεπάγεται χρηματοδότηση από τους Γερμανούς φορολογούμενους. Αντικρουόμενα ζητήματα, όπως η πρόοδος προς την τραπεζική ενοποίηση της ευρωζώνης με μία κοινή αρχή εκκαθάρισης, έχουν παγώσει.
Αυτό ασφαλώς ταιριάζει στην Μέρκελ, η οποία ενστικτωδώς εξουδετερώνει κάθε σημείο πολιτικής αντιπαλότητας, έτσι ώστε η προσωπική της δημοτικότητα να κρατήσει τον κεντροδεξιό συνασπισμό της στην εξουσία. Παρά το προβάδισμα που έχει στις δημοσκοπήσεις, οι εκλογές κινούνται σε μία λεπτή ισορροπία, αν και οι πιθανότητες για καθαρή νίκη της αντιπολίτευσης είναι πολύ μικρές.
Αυτό ασφαλώς ταιριάζει στην Μέρκελ, η οποία ενστικτωδώς εξουδετερώνει κάθε σημείο πολιτικής αντιπαλότητας, έτσι ώστε η προσωπική της δημοτικότητα να κρατήσει τον κεντροδεξιό συνασπισμό της στην εξουσία. Παρά το προβάδισμα που έχει στις δημοσκοπήσεις, οι εκλογές κινούνται σε μία λεπτή ισορροπία, αν και οι πιθανότητες για καθαρή νίκη της αντιπολίτευσης είναι πολύ μικρές.
Ας δούμε για μια στιγμή, όμως, το ευρωπαϊκό σενάριο από την άλλη πλευρά. Στο Βερολίνο πιστεύουν ότι όλοι οι άλλοι διστάζουν να κινηθούν μέχρις ότου μάθουν ποιος θα είναι ο νικητής των εκλογών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη Γαλλία, τον στενότερο Ευρωπαίο εταίρο της Γερμανίας, της οποίας η στήριξη θεωρείται ουσιώδης για να πετύχει το Βερολίνο οποιαδήποτε μελλοντική πρωτοβουλία.
Ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, φαίνεται πως στοιχηματίζει ότι οι σύμμαχοί του στο γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) θα ενωθούν με τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ σε μία κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού». Έτσι θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη στήριξη για μια πιο αναπτυξιακή ατζέντα στην ευρωζώνη.
Πριν από έναν χρόνο, μία κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού ήταν το πιθανότερο σενάριο γα το Βερολίνο. Έκτοτε όμως, το SPD έχει μείνει στάσιμο στις δημοσκοπήσεις, ενώ οι αγαπημένοι εταίροι της Μέρκελ -οι φιλελεύθεροι Ελεύθεροι Δημοκράτες, με τους οποίους συνεργάζεται τώρα στην κυβέρνηση- ενισχύονται όσο χρειάζεται για να παραμείνουν στην Bundestag. Για πρώτη φορά, φαίνεται πως το παρόν καθεστώς μπορεί να συνεχιστεί.
Η κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού δεν είναι κατ’ ανάγκην η κατάλληλη συνταγή για σταθερή κυβέρνηση, ακόμη και εάν το 52% των Γερμανών προτιμά αυτό το αποτέλεσμα. Θα είναι ευρέως αντιδημοφιλής στους κόλπους του SPD, του οποίου τα μέλη μπορεί να επιμείνουν να υπάρξει εσωκομματική ψηφοφορία ώστε να δοθεί το πράσινο φως. Την προηγούμενη φορά που συμμετείχαν σε κυβέρνηση υπό την Μέρκελ -την περίοδο 2005-2009- ανταμείφθηκαν με τα χειρότερα εκλογικά τους αποτελέσματα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, φαίνεται πως στοιχηματίζει ότι οι σύμμαχοί του στο γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) θα ενωθούν με τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ σε μία κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού». Έτσι θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη στήριξη για μια πιο αναπτυξιακή ατζέντα στην ευρωζώνη.
Πριν από έναν χρόνο, μία κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού ήταν το πιθανότερο σενάριο γα το Βερολίνο. Έκτοτε όμως, το SPD έχει μείνει στάσιμο στις δημοσκοπήσεις, ενώ οι αγαπημένοι εταίροι της Μέρκελ -οι φιλελεύθεροι Ελεύθεροι Δημοκράτες, με τους οποίους συνεργάζεται τώρα στην κυβέρνηση- ενισχύονται όσο χρειάζεται για να παραμείνουν στην Bundestag. Για πρώτη φορά, φαίνεται πως το παρόν καθεστώς μπορεί να συνεχιστεί.
Η κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού δεν είναι κατ’ ανάγκην η κατάλληλη συνταγή για σταθερή κυβέρνηση, ακόμη και εάν το 52% των Γερμανών προτιμά αυτό το αποτέλεσμα. Θα είναι ευρέως αντιδημοφιλής στους κόλπους του SPD, του οποίου τα μέλη μπορεί να επιμείνουν να υπάρξει εσωκομματική ψηφοφορία ώστε να δοθεί το πράσινο φως. Την προηγούμενη φορά που συμμετείχαν σε κυβέρνηση υπό την Μέρκελ -την περίοδο 2005-2009- ανταμείφθηκαν με τα χειρότερα εκλογικά τους αποτελέσματα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τι θα άλλαζε, όμως, ο μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός στην ευρωζώνη; Όχι πολλά.
Τα στελέχη του SPD δηλώνουν ότι θα ακολουθήσουν μια «περισσότερο κεϊνσιανή» πολιτική. Σίγουρα θα παλέψουν για να πάρουν το υπουργείο Οικονομικών από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ζητώντας το ως αντίτιμο για τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση. Θα συμμερισθούν, όμως, την εχθρική του αντιμετώπιση προς οποιοδήποτε σχήμα τραπεζικών εκκαθαρίσεων που θα χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους πολίτες – χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα για γερμανικό βέτο. Θέλουν το σχήμα να χρηματοδοτείται από τις ίδιες τις τράπεζες.
Η προτεραιότητα για τους ψηφοφόρους του SPD είναι να δαπανηθούν κεφάλαια για την αντιμετώπιση των κοινωνικών πιέσεων και τις επενδύσεις υποδομών στη Γερμανία. Δεν θα υπάρξει χρηματοδότηση ελλειμμάτων. Το κόμμα στηρίζει την ελάφρυνση χρέους για την ευρωζώνη με ένα σύστημα κοινών εγγυήσεων, αλλά δεν ασπάζεται την ιδέα των ευρωομολόγων. Η αλήθεια είναι πως εάν δεν υπάρξει μεγάλη αλλαγή πολιτικής, όποιος κι αν κερδίσει τις εκλογές στο Βερολίνο δεν θα βιαστεί να προχωρήσει σε αλλαγές στην ευρωζώνη, ειδικότερα εάν αυτό σημαίνει αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών. Και η Γερμανία δεν θα αλλάξει στάση σε κάτι τόσο αντιφατικό όπως το κοινό ταμείο στήριξης των τραπεζών ή τα ευρωομολόγα, χωρίς αλλαγή των συνθηκών.
Οι ευρωεκλογές το 2014 σε συνδυασμό με τις δημοτικές εκλογές στη Γαλλία, το διορισμό νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις βρετανικές εκλογές το 2015 δείχνουν παρατεταμένη αναβολή για οποιαδήποτε σοβαρή αλλαγή στη διακυβέρνηση της ευρωζώνης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα υπάρξει μία ετήσια ανάπαυλα το 2016, προτού ξεσπάσει η τέλεια καταιγίδα στον εκλογικό κύκλο το 2017, με τις κάλπες να ανοίγουν στη Γαλλία και στη Γερμανία, ενώ πιθανώς και η Βρετανία θα διεξαγάγει εκείνη τη χρονιά το δημοψήφισμα για την παραμονή της στην Ε.Ε. Έτσι, το 2016 θα είναι η μόνη χρονιά κατά την οποία θα μπορούσε να συζητηθεί η αλλαγή των συνθηκών.
Παρ όλα αυτά, οι αγορές μπορεί να μη θέλουν να περιμένουν τον τόσο μεγάλο εκλογικό κύκλο. Εάν τις καταλάβει νέο κύμα νευρικότητας -ειδικότερα εάν μπει στο στόχαστρο μία μεγαλύτερη οικονομία όπως η Ισπανία, η Ιταλία ή ακόμη και η Γαλλία- τότε όλη η ατζέντα θα πρέπει να επιταχυνθεί. Η Μέρκελ -με την προϋπόθεση ότι θα επανεκλεγεί- μπορεί να είναι έτοιμη να κινηθεί ταχύτερα από τον Ολάντ.
Παρ όλα αυτά, οι αγορές μπορεί να μη θέλουν να περιμένουν τον τόσο μεγάλο εκλογικό κύκλο. Εάν τις καταλάβει νέο κύμα νευρικότητας -ειδικότερα εάν μπει στο στόχαστρο μία μεγαλύτερη οικονομία όπως η Ισπανία, η Ιταλία ή ακόμη και η Γαλλία- τότε όλη η ατζέντα θα πρέπει να επιταχυνθεί. Η Μέρκελ -με την προϋπόθεση ότι θα επανεκλεγεί- μπορεί να είναι έτοιμη να κινηθεί ταχύτερα από τον Ολάντ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου