Σπάνια βλέπουμε μία ανώμαλη προσγείωση κάποιου ισχυρού κράτους, αλλά αυτό ακριβώς συνέβη πρόσφατα με την Γερμανία.
Τόσο στο ποδόσφαιρο, όσο και στην πολιτική, οι Γερμανοί είχαν αρχίσει να επιδεικνύουν μεγάλη αλαζονεία και άρνηση. Είχαν αρχίσει να θεωρούν τους εαυτούς τους ως το μέτρο κάθε ευρωπαϊκού πράγματος, τόσο στο κύπελλο ποδοσφαίρου, όσο και μέσα στα πλαίσια της ΕΕ.
Και στις δυο περιπτώσεις, οι Γερμανοί κορόιδευαν τους εαυτούς τους.
Την ίδια ώρα που οι Ιταλοί τους διέλυαν στο γήπεδο, η καγκελάριος Μέρκελ βρίσκονταν αντιμέτωπη με τα όριά της στην σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών.
Η πορεία της Γερμανίας από την αρχή της κρίσης, την έχει αφήσει απομονωμένη, άρα ανήμπορη να αντιδράσει απέναντι στην συντονισμένη αντίσταση της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας.
Και πράγματι, η Γερμανία δεν έχει πολλές επιλογές, άλλες από το να ενδώσει και να συμφωνήσει στις μεγάλες αλλαγές του δημοσιονομικού συμφώνου, που θα χαλαρώσουν την επανακεφαλαιοποίηση των χρεωμένων κρατών και των τραπεζών τους.
Έτσι, το γερμανικό δόγμα του «δεν θα δοθούν λεφτά αν δεν υπάρξουν μέτρα και έλεγχοι» βγήκε από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η τελική συμφωνία ήταν αντίθετη απ’ αυτήν που αρχικά επιδίωκε το Βερολίνο. Το δημοσιονομικό σύμφωνο άλλαξε ριζικά, ακόμη και πριν το επικυρώσει η γερμανική Βουλή λίγο αργότερα.
Η τελική συμφωνία όμως δεν βοηθά και πολύ στην επίλυση της κρίσης, κυρίως επειδή περιορίζεται και αυτή στην στενή λογική της διαχείρισης κρίσεων. Δεν προσφέρει δηλαδή κάποια μακρόπνοη στρατηγική υπέρβασης της κρίσης στην Νότια Ευρώπη, με αποτέλεσμα η απειλή για την ευρωζώνη να μην έχει απομακρυνθεί ακόμη.
Πολιτικά όμως, η συμφωνία αποτελεί μια μικρή επανάσταση. Έχει μετατοπίσει το κέντρο βάρους της πολιτικής ισχύος εντός της ευρωζώνης. Η Γερμανία είναι ισχυρή, αλλά όχι τόσο όσο να μπορεί να απομονωθεί από τους υπόλοιπους βασικούς παίκτες. Κάποιες αποφάσεις που θα είναι κόντρα στα συμφέροντα του Βερολίνου, είναι τώρα πια εφικτές.
Πολλοί χάρηκαν με αυτές τις γερμανικές ήττες, πίσω από μια καλυμμένη έκφραση αλληλεγγύης. Το μέγεθος των επιπτώσεων της πολιτικής ζημιάς που προκάλεσε η γερμανική συνταγή λιτότητας, με την ανεργία κλπ στη Νότια Ευρώπη, ακόμη δεν έχει εξεταστεί πλήρως, και απομένει να το δούμε.
Αν η Μέρκελ ήθελε την συμφωνία που επιτεύχθηκε τελικά στις Βρυξέλλες, θα είχαμε και μια ριζική αλλαγή της πολιτικής διαχείρισης της κρίσης, άρα μια πετυχημένη ένδειξη πολιτικής ηγεσίας.
Αντί για αυτό, έχουμε μια σημαντική γερμανική ήττα, που συνοδεύεται και από μια άρνηση όσον αφορά στην μειωμένη πλέον επιρροή της Γερμανίας εντός της ΕΕ.
Η γερμανική επιρροή στην ΕΚΤ μειώθηκε και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν θα είναι ο επικεφαλής του Eurogroup. Πρόκειται για μια πραγματική καταστροφή.
Η ήττα όμως της Γερμανίας, που χαροποίησε αρκετούς, πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις. Η ανάγκη για μια μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική ολοκλήρωση και για θεσμικές μεταρρυθμίσεις, για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των χωρών, δεν έχει απομακρυνθεί.
Το ίδιο σημαντική είναι και η ανάγκη μείωσης των οικονομικών ανισορροπιών και του καλύτερου δημοσιονομικού συντονισμού, για να προωθηθεί η ανάπτυξη.
Παράλληλα, έχουμε μια αύξηση της πολιτικής παράνοιας στη γερμανική δεξιά, η οποία πιστεύει ότι όλοι θέλουν τα γερμανικά χρήματα, και ότι ο πραγματικός σκοπός των εταίρων της είναι η αποδυνάμωση της Γερμανίας. Ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν θα ησυχάσουν μέχρι η Γερμανία να επενδύσει όλο της τον πλούτο, να διακινδυνέψει δηλαδή την οικονομική της επιτυχία. Η Γερμανία πουλιέται στους ξένους από την αντιπολίτευση, λένε! Το καλό παραγωγικό κεφάλαιο πολεμάει το κακό κερδοσκοπικό κεφάλαιο.
Μάλιστα, σε κάποια γερμανικά δημοσιεύματα, άρχισε να επιστρέφει η αντικαπιταλιστική ρητορική, με μια νέα μορφή. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την απομόνωση της Γερμανίας, καθώς και την καταδίκη της Δύσης και της Ευρώπης, από πλευράς της.
Η απειλή της επιστροφής του γερμανικού δεξιού εθνικισμού δεν σημαίνει πως θα επαναληφτεί η ιστορία, αφού η σημερινή Γερμανία έχει αλλάξει, όπως έχει αλλάξει και το όλο πολιτικό περιβάλλον. Όμως, μια ευρωσκεπτικιστική Γερμανία, στον πυρήνα της ΕΕ, με όλη την οικονομική ισχύ που διαθέτει, θα μπορούσε να απειλήσει το ευρωπαϊκό όραμα. Και ενώ κάτι τέτοιο μπορεί να βλάψει ακόμη και τα συμφέροντα του Βερολίνου, όμως σε περιόδους κρίσης, οι πολιτικές αποφάσεις και δράσεις δεν είναι πάντα λογικές και νηφάλιες.
Κάτι ανάλογο ισχύει και στην Γαλλία, η οποία όμως σε αντίθεση με την Γερμανία δεν θέλει επ’ ουδενί την μεταφορά εθνικής της κυριαρχίας στις Βρυξέλλες. Για τους Γερμανούς όμως, τα πάντα είναι χρήματα. Έτσι, αυτά τα εμπόδια είναι που κλείνουν τον δρόμο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Αν το μέλλον θα είναι μια κόντρα μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας, καλά κρυμμένη πίσω από ρητορικές αλληλεγγύης, τότε καλά θα κάνουμε να ξεχάσουμε την ενωμένη Ευρώπη. Χωρίς έναν λειτουργικό γαλλογερμανικό άξονα, η Ευρώπη δεν έχει ελπίδες.
Οι δυο αυτές πλευρές θα πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν την πολιτικά και οικονομικά ενωμένη Ευρώπη. Η σημερινή υβριδική κατάσταση δεν είναι βιώσιμη.
Πριν από μερικούς μήνες, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης στην Bundestag, ο Volker Kauder, παινεύτηκε πως ξαφνικά η Ευρώπη μιλάει γερμανικά. Έκανε λάθος.
Όπως η Ισπανία και όχι η Γερμανία, αποτελεί το ποδοσφαιρικό μέτρο σύγκρισης στην Ευρώπη, έτσι και η Ευρώπη μιλάει (αν μιλάει) σπαστά γερμανικά. Και όσον αφορά το καλό του ευρωπαϊκού οράματος, αυτό είναι μια θετική εξέλιξη.
S.A.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου