http://tsak-giorgis.blogspot.com/2011/07/blog-post_9548.html
Μπάτσε, είμαι η αδερφή σου. Είμαι η μάνα σου. Η γιαγιά που σε μεγάλωσε. Είμαι το κορίτσι που ερωτεύτηκες στο δημοτικό. Η γυναίκα σου. Μπάτσε είμαι η κόρη σου κι εσύ με χτυπάς αλύπητα. Πονάω και σε παρακαλάω να σταματήσεις. Σε εκλιπαρώ να δεις το αίμα μου που τρέχει στο πρόσωπό μου γιατί εσύ με χτύπησες. Σου φωνάζω να πάψεις να με χτυπάς, σου φωνάζω ότι είμαι η κόρη σου μπάτσε αλλά εσύ δεν ακούς. Δεν ελπίζω ότι θα ακούσεις.
Ξέρω ότι απλά θα με χτυπήσεις με περισσότερη οργή. Σου αρέσει αυτό που κάνεις. Ξέρω ότι δεν είναι ούτε τα λεφτά, ούτε οι εντολές που σε σπρώχνουν πάνω μου. Αυτό που σου οπλίζει το χέρι είναι ο σαδισμός σου. Σ΄αρέσει που πονάω και που ματώνω. Γελάς και θυμώνεις όταν με βλέπεις να ελπίζω, αλλά γελάς και χαίρεσαι όταν σταματάω να ελπίζω. Χτυπάς στο ψαχνό. Πόδια, χέρια, στομάχια, κεφάλια.. Για εσένα δεν έχει σημασία ο πόνος γιατί έχεις ανοσία. Αν αύριο σε πιάσουν θα φτιάξεις ιστορίες, θα πεις ότι φοβήθηκες για τη ζωή σου, ότι είσαι εργαζόμενος, ότι είσαι κι εσύ Έλληνας. Μπάτσε όμως ξεχνάς κάτι. Με τη στολή είσαι ένα κρύο ρομπότ, και πια, χωρίς τη στολή είσαι ένα τίποτα. Δεν έχεις προσωπικότητα και μάλλον δεν έχεις πρόσωπο. Μόνο προσωπείο.
Μέχρι πριν λίγες μέρες σε δικαιολογούσα μπάτσε. Σήμερα πήρα λίγο από τη σκληράδα σου και γι’αυτό με σιχαίνομαι. Αυτή η σκληράδα σου με έκανε να δω πίσω από την μάσκα σου και ξέρεις πρώτα τρόμαξα, αλλά μετά σιχάθηκα. Θέλω να πονέσεις όσο πόνεσα. Θέλω να σε στοιχείωσει το προσωπό μου και ποτέ μα ποτέ να μη σου φύγει η εικόνα μου. Θέλω το αίμα μου να βάψει όλα σου τα όνειρα κόκκινα και να τα κάνει εφιάλτες. Δε θέλω να γεννήσεις παιδί, αλλά αν το κάνεις θέλω να μάθει ποιός είσαι και να σε μισήσει.
Αν έγινες μπάτσος γιατί είχες όνειρο να πολεμήσεις τους κακούς μπάτσε, κοίτα τον καθρέφτη και πολέμα. Όμως ξέρω, δεν είχες όνειρο. Δεν έχεις όνειρα. Δε νιώθεις τίποτα άλλο παρά ηδονή κι αυτό μόνο όταν με χτυπάς. Αλήθεια μπάτσε, θα με χτυπούσες ακόμα κι αν είχα κι εγώ όπλο; Ή τότε θα φώναζες τους φίλους σου να παίξετε όλοι μαζί πόλεμο γιατί μόνος δε μπορείς;
Κοιμάσαι το βράδυ; Πώς; Με τον αντίχειρα στο στόμα και την ντουλάπα κλειστή; Φοβάσαι τον μπαμπούλα και τον βλέπεις παντού; Γι’ αυτό με χτυπάς όπου κι αν με βρεις; Μπάτσε, δε θα σε λυπηθώ. Με έκανες να μη σε λυπάμαι, απλά να αηδιάζω στη θέα σου. Κι όταν κάτι με αηδιάζει, τώρα πια δε το αγνοώ, το αποβάλλω από το περιβάλλον μου.
Αυτοί που σε βάζουν να τα κάνεις είναι ακαλλιέργητοι και σκατόψυχοι. Εσύ που τα κάνεις είσαι ένα κομμάτι κρέας ακατέργαστο.
Κι αν πριν φοβόμουν να πολεμήσω μπάτσε, σήμερα μου σκότωσες κάθε φόβο κι ας προσπαθούσες για το αντίθετο. Γι’ αυτό, σε ευχαριστώ και τώρα είμαι απέναντί σου.
Πηγή
Ξέρω ότι απλά θα με χτυπήσεις με περισσότερη οργή. Σου αρέσει αυτό που κάνεις. Ξέρω ότι δεν είναι ούτε τα λεφτά, ούτε οι εντολές που σε σπρώχνουν πάνω μου. Αυτό που σου οπλίζει το χέρι είναι ο σαδισμός σου. Σ΄αρέσει που πονάω και που ματώνω. Γελάς και θυμώνεις όταν με βλέπεις να ελπίζω, αλλά γελάς και χαίρεσαι όταν σταματάω να ελπίζω. Χτυπάς στο ψαχνό. Πόδια, χέρια, στομάχια, κεφάλια.. Για εσένα δεν έχει σημασία ο πόνος γιατί έχεις ανοσία. Αν αύριο σε πιάσουν θα φτιάξεις ιστορίες, θα πεις ότι φοβήθηκες για τη ζωή σου, ότι είσαι εργαζόμενος, ότι είσαι κι εσύ Έλληνας. Μπάτσε όμως ξεχνάς κάτι. Με τη στολή είσαι ένα κρύο ρομπότ, και πια, χωρίς τη στολή είσαι ένα τίποτα. Δεν έχεις προσωπικότητα και μάλλον δεν έχεις πρόσωπο. Μόνο προσωπείο.
Μέχρι πριν λίγες μέρες σε δικαιολογούσα μπάτσε. Σήμερα πήρα λίγο από τη σκληράδα σου και γι’αυτό με σιχαίνομαι. Αυτή η σκληράδα σου με έκανε να δω πίσω από την μάσκα σου και ξέρεις πρώτα τρόμαξα, αλλά μετά σιχάθηκα. Θέλω να πονέσεις όσο πόνεσα. Θέλω να σε στοιχείωσει το προσωπό μου και ποτέ μα ποτέ να μη σου φύγει η εικόνα μου. Θέλω το αίμα μου να βάψει όλα σου τα όνειρα κόκκινα και να τα κάνει εφιάλτες. Δε θέλω να γεννήσεις παιδί, αλλά αν το κάνεις θέλω να μάθει ποιός είσαι και να σε μισήσει.
Αν έγινες μπάτσος γιατί είχες όνειρο να πολεμήσεις τους κακούς μπάτσε, κοίτα τον καθρέφτη και πολέμα. Όμως ξέρω, δεν είχες όνειρο. Δεν έχεις όνειρα. Δε νιώθεις τίποτα άλλο παρά ηδονή κι αυτό μόνο όταν με χτυπάς. Αλήθεια μπάτσε, θα με χτυπούσες ακόμα κι αν είχα κι εγώ όπλο; Ή τότε θα φώναζες τους φίλους σου να παίξετε όλοι μαζί πόλεμο γιατί μόνος δε μπορείς;
Κοιμάσαι το βράδυ; Πώς; Με τον αντίχειρα στο στόμα και την ντουλάπα κλειστή; Φοβάσαι τον μπαμπούλα και τον βλέπεις παντού; Γι’ αυτό με χτυπάς όπου κι αν με βρεις; Μπάτσε, δε θα σε λυπηθώ. Με έκανες να μη σε λυπάμαι, απλά να αηδιάζω στη θέα σου. Κι όταν κάτι με αηδιάζει, τώρα πια δε το αγνοώ, το αποβάλλω από το περιβάλλον μου.
Αυτοί που σε βάζουν να τα κάνεις είναι ακαλλιέργητοι και σκατόψυχοι. Εσύ που τα κάνεις είσαι ένα κομμάτι κρέας ακατέργαστο.
Κι αν πριν φοβόμουν να πολεμήσω μπάτσε, σήμερα μου σκότωσες κάθε φόβο κι ας προσπαθούσες για το αντίθετο. Γι’ αυτό, σε ευχαριστώ και τώρα είμαι απέναντί σου.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου