«… ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός»
(Μέγας Βασίλειος)
Ανασήκωσε λίγο το μαξιλάρι του, πέρασε ελαφρά το χέρι της στα ανακατωμένα μαλλιά του, άπλωσε καλύτερα το σεντόνι πάνω του και πήρε την τσάντα της να φύγει.
- Αύριο πάλι με το καλό, έτσι, αδερφέ; Καληνύχτα και καλή δύναμη να σου δίνει ο Θεός, είπε χαμογελαστή, καθώς έβγαινε με το αεράτο βήμα της απ’ το δωμάτιο.
Έκλεισε τα μάτια του κουρασμένος κι άφησε το κεφάλι του να κυλήσει στο πλάι.
Ο Θεός! Ποιός Θεός!
Είχε κουραστεί πια! Ολόκληρο χρόνο τον κατάτρωγε η αρρώστια. Στην αρχή την πήρε για κάτι ασήμαντο, μα γρήγορα κατάλαβε πως τα πράγματα ήταν σοβαρά. Ευτυχώς που μπορούσε να γίνεται η θεραπεία στο σπίτι και δεν χρειαζόταν να μένει για πολύ στα νοσοκομεία. Μα είχε φτάσει στα όριά του.