Το υπερυψωμένο είδωλο
Η σημερινή Κυριακή μας εισάγει στην ιερή και κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, κατά την οποία η αγία μας Εκκλησία μας καλεί σε μετάνοια και προσευχή, ώστε να προετοιμαστούμε πνευματικά για τη μεγάλη εορτή του Πάσχα.
Ειδικότερα, η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, με την ευαγγελική περικοπή
της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου, μας βοηθεί να
συνειδητοποιήσουμε την παραφροσύνη στην οποία οδηγεί η αλαζονεία και την
ευλογία που κρύβει η ταπείνωση. Ας δούμε όμως την παραβολή όπως την
διηγήθηκε ο Κύριος.Η σημερινή Κυριακή μας εισάγει στην ιερή και κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, κατά την οποία η αγία μας Εκκλησία μας καλεί σε μετάνοια και προσευχή, ώστε να προετοιμαστούμε πνευματικά για τη μεγάλη εορτή του Πάσχα.
Κάποτε, είπε, δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ναό των Ιεροσολύμων για να προσευχηθούν. Ο ένας από αυτούς ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης.
«Φαρισαίος», εκείνη την εποχή, σήμαινε άνθρωπος που τηρούσε με σχολαστικότητα τον Μωσαικό Νόμο και τις ιουδαικές παραδόσεις και παρουσιαζόταν ως βαθιά θρησκευόμενος στα μάτια των ανθρώπων. Ένας τέτοιος λοιπόν άνθρωπος ήταν κι ο Φαρισαίος της παραβολής ο οποίος, όταν έφτασε στο Ναό, «σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο»· στάθηκε όρθιος σ’ ένα σημείο για να φαίνεται καλά και ξεκίνησε να προσεύχεται για τον εαυτό του με τα εξής λόγια: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, η και σαν αυτόν εκεί τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και προσφέρω το ένα δέκατο απ’ όλα εκείνα που αποκτώ, ακόμη κι από τα πιο μικρά και τιποτένια, για τα οποία δεν επιβάλλει ο Νόμος τη “δεκάτη”».
Αν προσέξουμε τα λόγια της προσευχης αυτής, θα καταλάβουμε ότι ο Φαρισαίος δεν ήλθε για να λατρεύσει τον Θεό, αλλά για να αποθεώσει τον εαυτό του. Δήθεν ευχαριστεί τον Θεό, ενώ στην πραγματικότητα συγχαίρει τον εαυτό του. Αποδίδει τα κατορθώματα και τις νομιζόμενες αρετές του στην προσωπική του ικανότητα, γι’ αυτό και λέει «σ’ ευχαριστώ διότι δεν είμαι άδικος» κι όχι «σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι με τη βοήθειά σου αποφεύγω την αδικία». Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι δεν παρακαλεί για τίποτε τον Θεό. Δεν πιστεύει ότι χρειάζεται κάποια βοήθεια. Μάλλον θεωρεί ότι ο Θεός τον έχει ανάγκη, αφού είναι άψογος σε όλα! Τόσο πολύ τον έχει τυφλώσει ο εγωισμός του!
Το αρνητικό παράδειγμα του Φαρισαίου πρέπει να μας προβληματίσει πολύ σοβαρά, διότι φανερώνει πόσο καταστρεπτικό είναι το μικρόβιο του εγωισμού, όταν μολύνει την καρδιά του ανθρώπου. Εγκλωβίζει τον άνθρωπο στην ιδέα ότι είναι ο πρώτος και ο μόνος καλός και τον αποξενώνει από τους συνανθρώπους του, αφού κανένα δεν παραδέχεται ως άξιο τιμής. Ζεί με την ψευδαίσθηση των αρετών του, χωρίς να βλέπει το βάθος της καρδιάς του που είναι γεμάτη εμπάθεια και μίσος. Ο Φαρισαίος καυχιέται για τις αρετές του. Τι νόημα έχουν όμως όλες αυτές οι αρετές, όταν απουσιάζει η αγάπη;... Τι αξία έχει η νηστεία και η ελεημοσύνη, όταν διατυμπανίζεται με κομπασμό και επίδειξη;... Καί οι καλύτερες αρετές, αν απουσιάζουν η αγάπη και η ταπείνωση, διαστρεβλώνονται και τελικά αποδοκιμάζονται από τον Θεό, όπως διεκήρυξε σαφώς ο Κύριος στη συνέχεια της παραβολής.
2. Η σωτήρια καταδίκη
Σε κάποιο άλλο σημείο του Ναού, μακριά από το ιερό Θυσιαστήριο, στεκόταν με φόβο Θεού και ευλάβεια ο τελώνης. Ο τελώνης αυτός δεν τολμούσε όχι μόνο τα χέρια του αλλά ούτε τα μάτια του να σηκώσει προς τον ουρανό. Κτυπούσε συνεχώς το στήθος του, δηλαδή την καρδιά του που την αισθανόταν πολύ αμαρτωλή και ακάθαρτη, και έλεγε: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Κύριε και Θεέ, σπλαχνίσου με και συγχώρησέ με τον αμαρτωλό.
Καί κλείνοντας την παραβολή ο Κύριος, είπε κατηγορηματικά: Σας βεβαιώνω ότι αυτός ο περιφρονημένος τελώνης κατέβηκε από το ιερό και πήγε στο σπίτι του αθωωμένος από τον Θεό, και όχι ο Φαρισαίος εκείνος. Δικαιώθηκε ο τελώνης και κατακρίθηκε ο Φαρισαίος, διότι «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»• όποιος υψώνει τον εαυτο του θα ταπεινωθεί από τον Θεό και θα κατακριθεί. Αντίθετα, οποιος ταπεινώνει τον εαυτο του θα υψωθεί και θα τιμηθεί από τον Θεό.
Αυτός είναι ο μόνος δρόμος σωτηρίας για τον άνθρωπο: η ταπείνωση. Να φτάσει δηλαδή ο άνθρωπος στο σημείο να αισθάνεται ότι είναι ο χειρότερος από όλους τους ανθρώπους. Πράγματι, αν εξετάσει κανείς προσεκτικά τον εαυτό του, θα βρεί όχι μόνο αμέτρητες αμαρτίες και παραβάσεις του θελήματος του Θεού, αλλά και κακές επιθυμίες, ιδιοτελή κίνητρα και ακόμη περισσότερες παραλείψεις, αμέλεια και ολιγωρία.
Γι’ αυτό τον λόγο πρέπον είναι να καταδικάζουμε τον εαυτό μας. Αυτή η καταδίκη θα γίνει η αρχή της σωτηρίας μας. Αν καταδικάζουμε εδώ τον εαυτό μας, δεν θα μας καταδικάσει ο Θεός την ημέρα της Κρίσεως. Διότι, όπως λένε οι άγιοι Πατέρες, «ο Θεός δεν κρίνει δυό φορες». Αρκεί να μην απελπιστούμε, αλλά να στραφούμε με ελπίδα στο έλεος του Θεού και να πούμε από τα βάθη της ψυχής μας όπως ο τελώνης: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».