Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Υπέροχη συλλογή εικόνων της Παναγίας (Μέρος 10ο)

«ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ ΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΝ» - Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΣΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ

http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2013/10/blog-post_7191.html


Το βάπτισμα συνιστά την αφετηριακή συνάντηση του ανθρώπου με την Εκκλησία του Χριστού. Σύμφωνα με τον μακαριστό Χ. Ανδρούτσο «το βάπτισμα, αποτελούν την θύραν, δι’ ης εισέρχεται τις εις την Εκκλησίαν και εις την κοινωνίαν των άλλων μυστηρίων, είναι η θεοσύστατος τελετή, δι’ ης καταδυόμενός τις εν ύδατι αναγεννάται πνευματικώς». Είναι τελετή η οποία συστάθηκε από τον ίδιο τον Κύριο και παραδόθηκε στην Εκκλησία με πρότυπο το Βάπτισμά Του στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Όπως αναφέρει και ο Άγιος Συμεών αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, «εις εαυτόν ο Σωτήρ τα μυστήρια κατειργάσατο». Ένα από αυτά είναι και το βάπτισμα, το οποίο δέχθηκε ο Κύριος όχι για την δική του κάθαρση, ως Θεός δεν είχε αυτή την ανάγκη, αλλά για τη σωτηρία του πλάσματός Του.

baptism
 
Το βάπτισμα είναι όντως μυστήριο που αναγεννά τον άνθρωπο με την αγιοπνευματική χάρη. Η πρώτη δημιουργία του ανθρώπου αμαυρώθηκε με το προπατορικό αμάρτημα, το οποίο εισήγαγε το πάθος στην ανθρώπινη φύση. Έτσι, η σύλληψη και η γέννηση του ανθρώπου γίνεται υπό την επήρεια της προπατορικής παρακοής, ως ομολογεί και ο προφητάνακτας Δαυίδ στον Ν’ Ψαλμό (Ψαλμ. Ν’,7). Το βάπτισμα αποτελεί δεύτερη γέννηση, η μάλλον αναγέννηση του ανθρώπου με την απόταξη της μεταπτωτικής ζωής και τη σύνταξη στη χορεία του Χριστού.
 Καθοδηγητής και στηρικτικός σε αυτή την ανακαινιστική προσπάθεια του ανθρώπου είναι ο ανάδοχος η κοινώς λεγόμενος ως νονός. Η ονομασία ανάδοχος προέρχεται από την πράξη αναδοχής του βαπτιζόμενου από την κολυμβήθρα μετά την τριτή κατάδυσή του στο όνομα του Τριαδικού Θεού. Ο Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος αναφέρει τον ανάδοχο ως τον «τον λουσάμενον άγων επί του λουτρού». Πρώτη σαφή αναφορά περί υπάρξεως αναδόχου στο μυστήριο του βαπτίσματος συναντούμε τον Β’ αιώνα στο έργο του εκκλησιαστικού συγγραφέα Τερτυλλιανού. Επόμενες αναφορές βρίσκουμε στην εργογραφία του ι.  Χρυσοστόμου, του ι.  Αυγουστίνου κτλ.
 Ο ανάδοχος πρωτοεμφανίζεται στο βάπτισμα ως μάρτυρας και εγγυητής της πίστης του κατηχουμένου προς αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι ως τον Στ’ αιώνα το μυστήριο δέχονταν ενήλικες κατηχούμενοι, οι οποίοι είχαν συνείδηση της τελετής και της επιλογής τους να καταστούν μέλη του εκκλησιακού σώματος. Αυτό δεν αποκλείει και την βάπτιση νηπίων η βρεφών, ιδίως σε περιπτώσεις βαπτίσεως ολόκληρων οικογενειών η και ολόκληρων κοινοτήτων. Ο ρόλος του αναδόχου ήταν τόσο επικυρωτικός για την ορθότητα της πίστης του κατηχούμενου, όσο και στηρικτικός για την ενδυνάμωση του υποψήφιου προς το βάπτισμα.
 Με την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού από τον Στ’ αιώνα και εξής ο ανάδοχος καθίσταται αντιπρόσωπος του βαπτιζόμενου και υπεύθυνος διδάσκαλος της πίστεως για τον ακατήχητο στη χριστιανική πίστη λόγω νηπιότητας νεοφώτιστο. Αναφέρει ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ότι είναι αναγκαίο «αναδόχους ποιείσθαι φιλευσεβείς και διδασκάλους σχεδόν της πίστεως», ώστε να εξασφαλιστεί η ορθή κατά Θεό παιδαγωγία του βαπτιζόμενου. Ως εκ τούτου, ο ανάδοχος δεν μπορεί να είναι αρνητής της χριστιανικής πίστης (άθεος, ετερόθρησκος) η διαστρεβλωτής της (σχισματικός, αιρετικός) και εν γένει πρόσωπο εκτός του ευχαριστιακού σώματος, αλλά εγκρατής της πίστης και με χριστιανική βιοτή και πολιτεία. Ο ανάδοχος τελεί χρέη αναπληρωτή της φυσικής έλλειψης στη πίστη και την μετάνοια από το βρέφος.
 Ανάδοχος μπορεί να καταστεί οιοσδήποτε ευσεβής πιστός, συνειδητό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Κατά τους πρώτους αιώνες, τουλάχιστον ως την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού, η αναδοχή γινόταν από πρόσωπα του ιδίου φύλου με τον βαπτιζόμενο. Η πρακτική αυτή ατόνησε σταδιακά. Ανάδοχοι δεν μπορούν να γίνουν οι γονείς του βαπτιζόμενου, αν και μεταξύ Ε’ και Θ’ αιώνα επιτρεπόταν η αναδοχή από τους γονείς στη Δύση, πρακτική που απαγορεύθηκε για την επίτευξη καταλληλότερης και αρτιότερης χριστιανικής αγωγής του βρέφους, αλλά και για την αποφυγή σύγχυσης μεταξύ πνευματικής και σαρκικής συγγένειας. Επίσης, ανάδοχος δεν μπορεί να γίνει ο σύζυγος, κληρικός η μοναχός (εκτός από περιπτώσεις έκτακτης και απόλυτης ανάγκης), άνθρωπος αιρετικός η σχισματικός λόγω πλανεμένης τοποθέτησής του έναντί της Εκκλησίας, μη χριστιανοί και, τέλος, πρόσωπα που δεν έχουν συναίσθηση των πράξεών τους , όπως ψυχικά ασθενείς η νήπια.
 Σε αντίθεση με τον αποκλεισμό των κληρικών και των γονέων από την αναδοχή, ο ιερέας μπορεί ακώλυτα να τελέσει το βάπτισμα του τέκνου του, αλλά φυσικά με άλλον ανάδοχο. Επίσης, η πνευματική πατρότητα θέτει κώλυμα γάμου ανάμεσα στον ανάδοχο και τον αναδεκτό η τους στενούς συγγενείς του αναδεκτού, σύμφωνα και με τον ΝΓ’ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, λόγω ανάπτυξης πνευματικής συγγένειας.
 Η παρουσία του αναδόχου στο μυστήριο του βαπτίσματος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εγγυητική, καθώς δηλώνει την εκούσια και συνειδητή προσέλευση του βαπτιζόμενου στο μυστήριο. Κατά την ακολουθία της κατήχησης, η οποία προηγείται του βαπτίσματος, ο ανάδοχος προβαίνει στην απόταξη των δαιμονικών δυνάμεων, αποδέχεται τη σύνταξη με τον Χριστό και ομολογεί την αρτιότητα της πίστης με την απαγγελία του Συμβόλου της Πίστεως, εκπροσωπώντας τον κατηχούμενο, εφόσον αυτός είναι βρέφος.
 Μετά το βάπτισμα, ο ανάδοχος αναλαμβάνει στην αγκαλιά του το βρέφος η από το χέρι τον ενήλικα νεοφώτιστο από τα χέρια του κληρικού. Η πράξη αυτή δηλώνει κατά τον Συμεών Θεσσαλονίκης ότι ο ανάδοχος παρέλαβε τον βαπτιζόμενο από τον Χριστό και καθίσταται ο πνευματικός του πατέρας. Ταυτόχρονα, η ανάληψη από τον ανάδοχο εικονίζει συμβολικά την παράδοση του βαπτιζόμενου στον άγγελο φύλακα. Ακόμη, η λαμπαδηφορία του αναδόχου μετά το βάπτισμα γίνεται σε ένδειξη του θείου φωτός, με το οποίο χαριτώθηκε ο νεοφώτιστος και συνιστά δοξολογία προς τον Τριαδικό Θεό.
 Ο ανάδοχος δεν είναι μόνο εγγυητής της πίστης του πνευματικού του τέκνου. Είναι και μάρτυρας της εγκυρότητας του μυστηρίου μαζί με το υπόλοιπο πλήρωμα της εκκλησιακής σύναξης.  Η αρμοδιότητα και ευθύνη του αναδόχου δεν σταματά με την απόλυση του μυστηρίου και την έξοδο από τον ναό. Η σχέση αναδόχου και αναδεκτού ξεκινά την ημέρα του βαπτίσματος και έχει πορεία παιδαγωγική και αναγωγική. Η παρουσία του αναδόχου στιγματίζει τη ζωή του αναδεκτού.
Ο ανάδοχος είναι το πρόσωπο που θα διδάξει στο πνευματικό τέκνο του την χριστιανική πίστη και θα καταβάλλει τα μέγιστα για την κατά Θεό παίδευσή του. Αυτή η πνευματική διδαχή δεν είναι απλά διδασκαλία των χριστιανικών αληθειών, αλλά διδασκαλία βιωματική με πρότυπο την ζωή του αναδόχου. Για τον λόγο αυτό καθίσταται υποχρεωτική η αναδοχή των βαπτιζομένων από πρόσωπα ευσεβή και περιεκτικά της χριστιανικής πίστης, η οποία διαπνέει τον λόγο και τον βίο τους. Έτσι, ο ανάδοχος δεν είναι απλά μάρτυρας η εγγυητής του μυστηρίου και της πίστης του νεοφώτιστου, αλλά πατέρας, δάσκαλος και «παιδαγωγός εις Χριστόν».
pemptousia.gr

Ο Α΄ εμφύλιος πόλεμος κατά την Ελληνική επανάσταση (1823-1824)

http://online-pressblog.blogspot.gr/2013/10/1823-1824.html


Η Β' ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΣΤΟ ΑΣΤΡΟΣ (ΜΑΡΤΙΟΣ 1823) – ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΟΞΥΝΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΑΘΩΝ


Μετά την συντριβή του Δράμαλη στα τέλη του 1822, το γόητρο της Κυβέρνησης που είχε σχηματιστεί από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και ελεγχόταν από τους Πελοποννήσιους προκρίτους που δεν συμμετείχαν στην Πελοποννησιακά Γερουσία, καταβαραθρώθηκε επειδή κατέφυγε πανικόβλητη στα πλοία όταν φάνηκε ο κίνδυνος του πολυάριθμου προελαύνοντα εχθρού, χωρίς να κάνει τίποτε για να αντιμετωπίσει την κρισιμότητα της κατάστασης. Σε εκείνη την ιστορική συγκυρία οι οπλαρχηγοί (Κολοκοτρωνης, Πλαπούτας, Νικήτας Σταματελόπουλος, Τσόκρης κτλ) μαζί με τον Υψηλάντη και την Πελοποννησιακή Γερουσία[1], επειδή είχαν πρωτοστατήσει στην συντριβή του μεγάλου Τουρκικού Σώματος και στην σωτηρία των Ελλήνων και της Επανάστασης είχαν αποσπάσει την εμπιστοσύνη όλων των χωρικών και του απλού λαού και είχαν εξελιχθεί σε δυναμικό πόλο διεκδίκησης της εξουσίας. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η Κυβέρνηση, καθώς πλησίαζε το τέλος της θητείας της, με έγγραφό της στις 9 Νοεμβρίου 1822 προκήρυξε εκλογές σε όλες τις επαρχίες για την εκλογή πληρεξουσίων. Ταυτόχρονα ο τοπικός οργανισμός της Πελοποννησιακής Γερουσίας, υπό την ηγεσία του προκρίτου Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και σε στενή συνεργασία με τον στρατιωτικά παντοδύναμο πλέον Κολοκοτρώνη, προκήρυξε και αυτός εκλογές με χωριστό έγγραφο που απέστειλε στις επαρχίες. Η πολιτική αντιπαράθεση ήταν τόσο έντονη, ώστε... στις αρχές Ιανουαρίου 1823 οι πληρεξούσιοι που επηρεάζονταν από του οπλαρχηγούς και την Πελοποννησιακή Γερουσία βρίσκονταν στο Ναύπλιο και οι υπόλοιποι των προκρίτων και των νησιωτών στο Άστρος, αρνούμενοι να προσέλθουν στο Ναύπλιο που βρισκόταν υπό την στρατιωτική επιρροή του Κολοκοτρώνη. Τελικά η Συνέλευση έγινε στο Άστρος Κυνουρίας στις αρχές Μαρτίου του 1823, με τις δύο παρατάξεις ένοπλες σαν έτοιμες για πόλεμο, να έχουν στρατοπεδεύσει εναντίον αλλήλων στις γύρω τοποθεσίες από το Άστρος και με ένα μικρό ρυάκι (ο Τάνος) να τις χωρίζει.

Στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης επικράτησε πολιτικά σχετικά εύκολα η παράταξη των «Κυβερνητικών», καθώς είχαν καταφέρει να "εκλέξουν"[2]περισσότερους πληρεξουσίους από τους αντιπάλους τους. Η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε το νέο Εκτελεστικό (Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, Σωτήρης Χαραλάμπης, Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Μεταξάς)[3], διέλυσε όλους τους τοπικούς οργανισμούς (κυρίως για να απαλλαχτεί από την Πελοποννησιακή Γερουσία), κατάργησε τον βαθμό της Αρχιστρατηγίας για να θίξει τον Κολοκοτρώνη και να μειώσει την επιρροή του, ενώ ταυτόχρονα διόρισε άλλους 50 στρατηγούς, κάνοντας και άλλες αθρόες προαγωγές ασήμαντων στρατιωτικών ώστε να αυξήσει τα στρατιωτικά της ερείσματα και να διασπάσει το μέτωπο των οπλαρχηγών. Παράλληλα έγινε προσπάθεια να καταρτιστεί ο πρώτος προϋπολογισμός του νέου Κράτους, ενώ ξεκίνησαν και οι διαδικασίες για να ζητηθεί δάνειο για τις ανάγκες του Αγώνα, από Άγγλους τραπεζίτες.

Όσο συνεδρίαζε η Εθνοσυνέλευση, τα κομματικά πάθη στο Ναύπλιο οξύνονταν επικίνδυνα. Ο νεαρός γιος του Κολοκοτρώνη "Γενναίος", φανατικός αντικυβερνητικός κηρυγμένος κατά του συμβιβασμού με τους «πολιτικούς» σε συνεργασία με τον Πλαπούτα αποφάσισαν να εκκαθαρίσουν την πόλη από τους φιλοκυβερνητικούς Τακτικούς στρατιώτες που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του Φιλέλληνα Κουπερνάτι. Με αφορμή έναν από τους συνήθεις διαπληκτισμούς μεταξύ των στρατιωτών του με τους τακτικούς, ο Γενναίος τους επιτέθηκε με σφοδρότητα μέσα στους δρόμους του Ναυπλίου σκοτώνοντας τέσσερις και τραυματίζοντας επτά. Στην διαμάχη επενέβη ο Πλαπούτας ως φρούραρχος της Ακροναυπλίας διατάζοντας τον Κουπερνάτι να αποχωρίσει από το Ναύπλιο εντός 2 ωρών, κάτι που συνέβη.

Οι αποφάσεις της Εθνοσυνέλευσης θεωρήθηκαν ως ανοιχτή πρόκληση από την φατρία των Κολοκοτρωναίων[4] που είχε αγνοηθεί επιδεικτικά και είχε αποδυναμωθεί, αλλά και από τον Φαναριώτη Θεόδωρο Νέγρη, τον Δημήτριο Υψηλάντη, την οικογένεια των Δεληγιάνιδων προκρίτων της Καρύταινας και τον πρόκριτο της Ηλείας Γεωργίου Σισίνη που είχαν αποκλεισθεί από όλα τα αξιώματα και ένιωθαν να χάνουν έδαφος. Τον Απρίλιο του 1823 συναντήθηκαν στο χωριό Σίλημνα κοντά στην Τρίπολη όλοι οι δυσαρεστημένοι (Νικήτας Σταματελόπουλος, Τσόκρης, Πλαπούτας, Γενναίος Κολοκοτρώνης, Σισίνης, Δημήτριος Υψηλάντης, Οδυσσέας Ανδρούτσος) συνοδευόμενοι από ισχυρά ένοπλα τμήματα και έδωσαν όρκους να μην πειθαρχούν στην νέα Κυβέρνηση. Σε εκείνη την πολιτική συγκυρία ο Κολοκοτρώνης συμφιλιώνεται με τους προκρίτους Δεληγιαννηδες παραδοσιακούς του ανταγωνιστές στην Καρύταινα, αρραβωνιάζοντας τον εννιάχρονο γιό του Κωνσταντίνο με την συνομήλικη του, μοναχοκόρη του Κανέλου Δεληγιάννη. Αυτά τα δύο γεγονότα είχαν αποτέλεσμα την σύμπτυξη μιας ετερόκλητης συμμαχίας με σκοπό την αποσταθεροποίησης της Κυβέρνησης που προήλθε από την Εθνοσυνέλευση του Άστρους.





Αναγνώστης Δεληγιάννης
Το πρώτο αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν η αποτυχία της εκστρατείας που οργάνωσε η Κυβέρνηση για να επαναληφθεί η πολιορκία στην Πάτρα τον Απρίλιο του 1823. Η Κυβέρνηση όρισε τον ντόπιο Πατρινό προύχοντα και μέλος του Εκτελεστικού Ζαΐμη επικεφαλής του στρατοπέδου, εξοργίζοντας τον Κολοκοτρώνη και τους οπαδούς του που με διάφορες δικαιολογίες δεν ενίσχυσαν την προσπάθεια, καταδικάζοντας την σε οικτρή αποτυχία. Ο Κολοκοτρώνης παράλληλα αρνήθηκε επίμονα να παραδώσει στην Κυβέρνηση τα κάστρα του Ναυπλίου που ήλεγχε, προβάλλοντας την δικαιολογία ότι θα τα παραδώσει μόνο σε Εθνοσυνέλευση καθώς ανήκουν στο Έθνος και όχι σε κάποια «προσωρινή» Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση φοβούμενη τις σημειούμενες αντιδράσεις αποφάσισε να διασπάσει το μέτωπο που είχε συμπτυχθεί εναντίον της, δίνοντας την κενή θέση του Αντιπροέδρου στο Εκτελεστικό της στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ενώ διόρισε Φρούραρχο στο Ναύπλιο τον πρωτότοκο γιο του Πάνο, σαν ένα αντίδωρο στον Κολοκοτρώνη για την υποστήριξη του. Ο συμβιβασμός αυτός έστρεψε κατά του Κολοκοτρώνη τον Πλαπούτα τον Νικήτα Σταματελόπουλο και όλους τους υπόλοιπους σημαντικούς οπλαρχηγούς και προκρίτους που είχαν δώσει τον όρκο στην Σίλημνα και τώρα έβλεπαν να ματαιώνονται τα αντικυβερνητικά τους σχέδια από τον συμβιβασμό αυτό.


Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ Τον Ιούνιο του 1823, ο Μαυροκορδάτος διορίζεται απευθείας από το Βουλευτικό πρόεδρος του Σώματος, εξοργίζοντας τον Κολοκοτρώνη που προόριζε το αξίωμα αυτό για τον συμπέθερο και σύμμαχο του πλέον, πρόκριτο της Καρύταινας Αναγνώστη Δεληγιάννη, έτσι ώστε να ισχυροποιήσει την ισχνή επιρροή της φατρίας του στο Σώμα αυτό. Σε προσωπική συνομιλία των δύο ανδρών ο Κολοκοτρώνης επιτέθηκε φραστικά στον Φαναριώτη πολιτικό με ύβρεις και απειλές[5]. Μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες ο Μαυροκορδάτος πανικόβλητος είχε παραιτηθεί εγγράφως (χωρίς η παραίτηση του να γίνει δεκτή από το Βουλευτικό) και είχε ετοιμάσει τις αποσκευές του για να φύγει στην Ύδρα. Το Εκτελεστικό μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο και ελεγχόταν πλέον από την φατρία του Κολοκοτρώνη (παρά την κατ΄ όνομα μόνο παραίτηση του τελευταίου), ενώ το Βουλευτικό που βρισκόταν στο Άργος ελεγχόταν από τους "πολιτικούς" και σταδιακά χάρις την δραστηριότητα του Μαυροκορδάτου, προσεταιριζόταν τους Νησιώτες και τους Στερεοελλαδίτες. Τα δύο Σώματα πλέον δεν συνεργάζονταν αλλά αλληλοκατηγορούνταν ανοιχτά για όλα τα θέματα που ανέκυπταν με εμπρηστικά και προσβλητικά έγγραφα που αντάλλασσαν.









To καλοκαίρι του 1823 το Βουλευτικό κατηγόρησε τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη για διοικητικά παραπτώματα, ενώ ο υπεύθυνος Οικονομικών Περούκας κατηγορήθηκε (αδίκως) ότι προέβη σε οικονομικές και διοικητικές ατασθαλίες εισπράττοντας καταχρηστικά τις προσόδους επαρχιών. Τα μέλη του Βουλευτικού στο Άργος[6], αφού ήρθαν σε συνεννοήσεις με τους Νησιώτες εφοπλιστές και τους Στερεοελλαδίτες πολιτικούς και οπλαρχηγούς μέσω του Μαυροκορδάτου[7], αποφάσισαν να τραβήξουν το σχοινί καθαιρώντας με μονομερή απόφαση τον υπουργό των Οικονομικών. Επιπροσθέτως τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου καθαίρεσαν και το άλλο μέλος του Εκτελεστικού Ανδρέα Μεταξά ως καταλύσαντα την απαρτία του Εκτελεστικού αποχωρώντας από την Έδρα του χωρίς άδεια και ως δήθεν υποκινητή ταραχών στην επαρχία της Καρύταινας ενώ στην πραγματικότητα είχε επισκεφθεί την εν λόγω Επαρχία προσπαθώντας να διευθετήσει τον αιματηρό τοπικό ανταγωνισμό Δεληγιανναίων – Πλαπούτα που στην συγκεκριμένη συγκυρία έβλαπτε την φατρία του Κολοκοτρώνη.



Η ένταση μεταξύ των 2 σωμάτων αυξήθηκε περαιτέρω, όταν ο Κολοκοτρώνης για να πιέσει και να εξαναγκάσει το Βουλευτικό να ανακαλέσει τις καθαιρέσεις, απέστειλε στις 25 Νοεμβρίου 1823 τον Νικήτα Σταματελόπουλο και τον γιό του Πάνο με στρατό στο Άργος. Οι δύο άνδρες εισήλθαν με τον στρατό τους στον τόπο όπου συνεδρίαζε το Βουλευτικό διέκοψαν την συνεδρίαση του και αφού τους κατηγόρησαν για προδοσία, τους εξύβρισαν με βαρύτατους χαρακτηρισμούς και απείλησαν ότι θα εγκαθιδρύσουν στρατιωτική δικτατορική κυβέρνηση («γκοβέρνο μιλιτάρε») αν δεν ανακαλούσαν την καθαίρεση του Μεταξά, διέλυσαν βίαια την συνέλευση τους κατάσχοντας τα πρακτικά των συνεδριάσεων και την σφραγίδα της Γραμματείας. Όλοι οι Βουλευτές έφυγαν πανικόβλητοι από το Άργος και διασκορπίστηκαν στα γύρω χωριά.



Τον Δεκέμβριο του 1823 τα μέλη του Βουλευτικού μετά από μυστικές συνεννοήσεις μεταξύ τους, αποφάσισαν να συγκεντρωθούν στο δύσβατο αλλά και παραθαλάσσιο Κρανίδι που τους πρόσφερε μεγαλύτερη ασφάλεια από τις επιδρομές των αντιπάλων του ενώ ήταν και εγγύτερα στην Ύδρα, βασικό πυλώνα υποστήριξης τους. Εκεί επανέλαβαν τις συνεδριάσεις τους[8] αφού εκτός της υποστήριξης των Νησιωτών (το κόμμα της Μπουμπουλίνας στις Σπέτσες που συμμαχούσε με τον Κολοκοτρώνη είχε απομονωθεί) και των πολιτικών της Στερεάς Κωλλέτη και Μαυροκορδάτου είχαν ακόμη δύο πολύτιμα όπλα στα χέρια τους: την γνήσια σφραγίδα για τα πρακτικά των συνεδριάσεων και τα νόμιμα έγγραφα για την αίτηση δανείου στους Άγγλους τραπεζίτες, τα οποία είχε αποσπάσει με δόλο από τους επιδρομείς του Άργους ο οπλαρχηγός Θεόδωρος Ζαχαρόπουλος που είχε έρθει σε μυστική συνεννόηση με τους αντιπάλους του Κολοκοτρώνη.






Ανδρέας Ζαϊμης
Με απόφαση του Βουλευτικού στο Κρανίδι στις 19 Δεκεμβρίου 1823 καθαιρέθηκε το Εκτελεστικό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ως παράνομο και δύο μέρες μετά ανακοινώθηκε η σύνθεση του νέου οργάνου, με σύνθεση ευνοϊκή για τους Νησιώτες (Γεώργιος Κουντουριώτης Πρόεδρος της Κυβερνήσεως, Παναγιώτης Μπότασης, Ιωάννης Κωλλέτης, Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Λόντος). Συνάμα, με ψήφισμα του αποκήρυττε τους αντιπάλους του ως «εχθρούς της πατρίδας» και «αντάρτες» και καλούσε τον ελληνικό λαό να μην υπακούει στις εντολές τους και να τους καταδιώκει παντού. Το Εκτελεστικό που βρισκόταν στην Τριπολιτσά απάντησε καθαιρώντας με την σειρά του το Βουλευτικό και αντικαθιστώντας αυτό με άλλους Βουλευτές από την φατρία του. Η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, εν μέσω επανάστασης και πολέμου επιβίωσης του ‘Έθνους, γίνεται τραγική (η και γελοία αν την θεωρήσουμε αποστασιοποιημένα) με 2 Βουλευτικά και 2 Εκτελεστικά να ανακηρύσσουν τους αντιπάλους τους παράνομους και να οργανώνονται στρατιωτικά σε όλες τις επαρχίες τους πρώτους 2 μήνες του 1824, για να λύσουν τις διαφορές τους ενόπλως. Όσο παράλογο και να ακούγεται, η αδυναμία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να επιτεθεί κατά των Ελλήνων καθ’ όλη την διάρκεια του 1824, υποβοήθησε την ένταση της εσωτερικής τους αντιπαράθεσης.



Όταν η Κυβέρνηση του άβουλου Γεώργιου Κουντουριώτη[9] έλαβε την πρώτη δόση του Αγγλικού δανείου τον Φεβρουάριο του 1824, η πλάστιγγα έγειρε αποφασιστικά υπέρ της. Απέκτησε ένα αδιαμφισβήτητο λαϊκό έρεισμα που το συμπλήρωνε και η συστηματική πολιτική δραστηριότητα της, ενώ είχε και την ανεπίσημη αναγνώριση των Άγγλων.Αμέσως οι κυβερνητικοί ξεκίνησαν ένα όργιο κατασπατάλησης των χρημάτων του δανείου που είχε ζητηθεί από τους Άγγλους τραπεζίτες για να χρηματοδοτηθεί ο απελευθερωτικός πόλεμος, με αθρόους προβιβασμούς ασήμαντων πολιτικών και στρατιωτικών σε όλες τις επαρχίες. Δόθηκαν πάνω από 2.000 διπλώματα στρατηγίας, αντιστρατηγίας, χιλιαρχίας, υποχιλιαρχίας, εικοσιπενταρχίας κυριολεκτικά σε οποιονδήποτε παρουσιάστηκε στην Κυβέρνηση, μαζί με τους μισθούς που δήθεν αντιστοιχούσαν στα σώματα τους που βέβαια υπήρχαν μόνο στα χαρτιά[10]. Πολλοί από τους νέους αξιωματικούς, δεν είχαν πολεμήσει καν ως τότε για την απελευθέρωση, άλλοι ήταν ανήλικοι και εντελώς ανίκανοι στα στρατιωτικά, άλλοι δεν είχαν προσφέρει τίποτε η ήταν απλοί στρατιώτες χωρίς γνώσεις διοικήσεως, μας επιβεβαιώνουν ο Σπηλιάδης, ο Φωτάκος και ο Οικονόμου.



Λόγω αυτών των εξελίξεων, τα σώματα του Πάνου Κολοκοτρώνη του Χελιώτη και του Γενναίου που ήταν πιστά στο Παλαιό Εκτελεστικό και κατείχαν το Ναύπλιο και την Κόρινθο φυλλορροούσαν[11]. Σημαντικοί Πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί όπως ο Πονηρόπουλος, οι Πετμεζαίοι, οι Γιατρακαίοι και ο Κεφάλας τάχθηκαν ανοιχτά πλέον με τους Κυβερνητικούς. Άλλο μεγάλο πλήγμα για την παράταξη του Παλαιού Εκτελεστικού ήταν η αιφνιδιαστική προσχώρηση του Γρηγορίου Δίκαιου (Παπαφλέσσα), ορκισμένου εχθρού των «ολιγαρχικών», στο στρατόπεδο της κυβέρνησης του Κρανιδίου μετά από μυστικές διαπραγματεύσεις. Η Κυβέρνηση Κουντουριώτη είχε στην διάθεση της και δύο εφημερίδες που έβγαιναν στην Ύδρα και προπαγάνδιζαν τις απόψεις του νέου Εκτελεστικού.



Σύντομα και για λόγους αποτελεσματικότερης άμυνας, οι περισσότεροι οπαδοί του Παλαιού Εκτελεστικού συγκεντρώθηκαν στην Τριπολιτσά όπου καταπίεζαν κατάφωρα τον τοπικό πληθυσμό επιβάλλοντας βαρύτατη φορολογία, καταλαμβάνοντας τα σπίτια του για καταλύματα των στρατιωτών, προκαλώντας του προβλήματα στην καθημερινότητα του και ζώντας στην κυριολεξία εις βάρος του. Ήταν τέτοιες οι καταχρήσεις των οπαδών του Κολοκοτρώνη εις βάρος των κατοίκων της Τριπολιτσάς που αυτοί σε συνεργασία με τον Παπαφλέσσα που έπαιζε έναν διπλό ρόλο, συνέστησαν μια μυστική εταιρεία, την «Αδελφότητα», που σκοπό είχε να προετοιμάσει μια εξέγερση των απλών πολιτών κατά των καταπιεστών τους. Τα μέλη της οργάνωσης ήταν κυρίως μαγαζάτορες της πόλης. Το συμφωνημένο σύνθημα της εξέγερσης ήταν όταν ο αρχηγός της οργάνωσης θα πήγαινε στα μαγαζιά των μυημένων με ένα Ευαγγέλιο σε κάνιστρο λέγοντας «ο Άγιος Δημήτριος βοήθεια σου» που σήμαινε «κλείσε αμέσως και πάρε τα όπλα σου».



Αποτέλεσμα της εταιρείας αυτής αλλά και του αυταρχισμού του μόλις 20ετούς και ευέξαπτου φρούραρχου της πόλης Γενναίου ήταν το ξέσπασμα μιας εξέγερσης στις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου του 1824, με σκληρές και αιματηρές οδομαχίες για μια ολόκληρη ημέρα που είχε ως αποτέλεσμα έξι νεκρούς και αρκετούς τραυματίες. Ο Θ. Κολοκοτρώνης κατέστειλε εύκολα την εξέγερση αυτή επεμβαίνοντας με τον στρατό του και φέρθηκε με επιείκεια στους κατοίκους που εξεγέρθηκαν εξορίζοντας 120 από τους πρωταίτιους εκτός της πόλης, χωρίς να τιμωρήσει κανέναν άλλον.




Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ




Όταν ο Κολοκοτρώνης αντιλήφθηκε ότι η Κυβέρνηση του Κουντουριώτη είχε αποκτήσει πλέον ισχυρά πολιτικά και στρατιωτικά ερείσματα, προσπάθησε να έρθει σε συμβιβασμό στέλνοντας αρχικά τον μετριοπαθή Υψηλάντη στο Κρανίδι και μετά τον επαμφοτερίζοντα Πλαπούτα με ακόμα διαλλακτικότερες προτάσεις. Η Κυβέρνηση του Κρανιδίου όμως ήθελε την πλήρη συντριβή των «στασιαστών», απέρριψε όλες τις συμβιβαστικές προτάσεις του Κολοκοτρώνη και τον Μάρτιο του 1824 διέταξε τον πρόκριτο της Κορίνθου Νοταρά να πολιορκήσει τον οπλαρχηγό Χελιώτη που κρατούσε το κάστρο του Ακροκόρινθου για λογαριασμό του Κολοκοτρώνη και του παλαιού Εκτελεστικού. Ο Γέρος του Μοριά απέστειλε από την Τρίπολη τον γιο του Γενναίο με 500 άνδρες να διαλύσει την πολιορκία αυτή. Λίγο πριν εμπλακεί το σώμα του Γενναίου, ο Μακρυγιάννης που βρισκόταν στο πλευρό του Γενναίου μαζί με την πλειοψηφία των ανδρών του, αυτομόλησε στους Κυβερνητικούς μετά από μυστικές συνεννοήσεις και μεγάλα χρηματικά ανταλλάγματα, αφήνοντας τον Γενναίο μόλις με 80 άνδρες.Έτσι ο τελευταίος επέστρεψε άπραγος στην Τριπολιτσά, ενώ σύντομα ο Χελιώτης παρέδωσε το Ακροκόρινθο στα χέρια των Κυβερνητικών λόγω ελλείψεως τροφίμων. Παράλληλα οι Κυβερνητικοί υπό τον Σκούρτη, πολιόρκησαν στενά και τον Πάνο Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο που αρνήθηκε να δώσει το Παλαμήδι στους Κυβερνητικούς.

Τον ίδιο μήνα η Κυβέρνηση του Κρανιδίου θα στείλει 3000 στρατιώτες υπό τους Λόντο, Γιατράκο, Κεφάλα και Νοταρά για να πολιορκήσει την Τριπολιτσά. Εντός της πόλη υπήρχε όλο το παλαιό Εκτελεστικό μαζί με τους Θ. Κολοκοτρώνη, Νικήτα Σταματελόπουλο, Τσόκρη, Γενναίο Κολοκοτρώνη, Θοδωρή Γρίβα, Κανέλλο Δεληγιάννη και 1000 στρατιώτες. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνες αντιμετώπιζαν Έλληνες έτοιμοι πλέον να αλληλοσκοτωθούν για τα Υπουργικά αξιώματα και τα στρατιωτικά διπλώματα. Εκείνη την αποφράδα ημέρα, επιτέθηκαν δύο φορές έφιπποι με τις σωματοφυλακές τους από την πόλη, οι πιο παθιασμένοι πολιτικά Νικήτας Σταματελόπουλος και Γενναίος Κολοκοτρώνης κατά των οχυρωμένων Κυβερνητικών. Τα πυρά που ανταλλάσσονταν όμως ήταν όλα άστοχα με επιδεικτικό τρόπο[12]. Κανείς δεν ήθελε να σκοτώσει τον χθεσινό γείτονα του και συμπολεμιστή του σε αυτόν τον παραλογισμό. Οι μέρες εκείνες κύλισαν μόλις με ένα νεκρό και με κάποιους μικροτραυματισμούς.


Η Τριπολιτσά τελικά θα περάσει στα χέρια των Κυβερνητικών μετά από συμβιβασμό των αντίπαλων παρατάξεων που προέβλεπε να ουδετεροποιηθεί η πόλη και να γίνει ανακωχή αλλά και λόγω της θέλησης των κατοίκων της να μην μετατραπεί η πολύπαθος πόλη σε πεδίο μάχης, προς μεγάλη απογοήτευση του Εκτελεστικού στο Κρανίδι που ήθελε την αιματοχυσία. Ο Λόντος και ο Ζαΐμης θα παραβούν την συμφωνία που είχε γίνει και θα εγκαταστήσουν φρουρά στην πόλη από 300 Στερεοελλαδίτες. Η φρουρά αυτή θα καταλύσει κάθε έννοια νόμου στην πόλη, με αυθαιρεσίες και βασανιστήρια εις βάρος των κατοίκων. Όλο το πολύτιμο Αρχείο του παλαιού Εκτελεστικού που έπεσε στα χέρια της φρουράς καταστράφηκε καθώς το έδωσαν στους μπακάληδες για χαρτί περιτυλίγματος. Ο Παπαφλέσσας που ήρθε ως απεσταλμένος της κυβέρνησης στην πόλη για να διευθετήσει την κατάσταση, έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα αφού απειλούσε και φυλακιζε όλους τους διαμαρτυρόμενους καθώς τους θεωρούσε ως «αντικυβερνητικούς». Τις πρώτες μέρες του Μαρτίου του 1824 ένα σώμα του Καραϊσκάκη και ο ίδιος ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με την δύναμη του, πέρασαν τα στενά της Κορίνθου και κινήθηκαν προς το Άργος με διάθεση να επιτεθούν στο Κρανίδι και να συλλάβουν την Κυβέρνηση. Όταν όμως έμαθαν τα νέα για την είσοδο των Κυβερνητικών στην Τριπολιτσά επέστρεψαν αμέσως στα μέρη τους και άρχισαν να καιροσκοπούν μέχρι να δουν ποιος θα επικρατήσει.



Οι αντικυβερνητικοί θα φύγουν προς τις επαρχίες τους, κυρίως στην Καρύταινα και στην Μάνη, για να ξεσηκώσουν τους οπαδούς τους εναντίον της Κυβέρνησης. Τον Μάιο του 1824 ο Κολοκοτρώνης θα ανασυντάξει τις δυνάμεις του στην Καρύταινα και μετά από μυστικές συνεννοήσεις με τους

Ιωάννης "Γενναίος" Κολοκοτρώνης
δεινοπαθούντες κατοίκους της Τριπολιτσάς, θα αντεπιτεθεί πολιορκώντας με πάθος την πόλη που είχε ως άμυνα 3000 κυβερνητικούς με τον Ανδρέα Λόντο. Στα μέρη αυτά που οι Έλληνες μεγαλούργησαν λίγα χρόνια πριν, συνήφθησαν σκληρές αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις με πολλούς νεκρούς εκατέρωθεν και με τους «αντάρτες» να σημειώνουν κάποιες μικρές νίκες.



Με διαταγές του Κολοκοτρώνη ο γιος του Γενναίος μαζί με τον Πλαπούτα τον Τσόκρη τον Νικήτα Σταματελόπουλο και 500 άνδρες βάδισαν στο Ναύπλιο για να ανεφοδιάσουν τον Πάνο Κολοκοτρώνη που βρισκόταν υπό στενή πολιορκία από τους Κυβερνητικούς. Αρχικά θα συλλάβουν 120 άνδρες των Κυβερνητικών του Ιωάννη Νοταρά που τους αιφνιδίασαν στην Κανδύλα. Την επόμενη ημέρα θα προχωρήσουν προς το Ναύπλιο όπου θα συναντήσουν την πεισματώδη αντίσταση του Μακρυγιάννη και του Βούλγαρου Χατζηχρήστου[13], εξωμοτών οπλαρχηγών των Κυβερνητικών. Σκληρές μάχες θα γίνουν στην περιοχή των Μύλων μεταξύ τους, με 20 νεκρούς και 8 τραυματίες χωρίς οι επιτιθέμενοι να πετύχουν τον σκοπό τους[14]. Τελικά ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, αν και άρρωστος, θα συγκρουστεί με βιαιότητα στις κοντινές περιοχές του Ναυπλίου, Δαλαμανάρα και Κούτσι με τετραπλάσιες Κυβερνητικές Δυνάμεις υπό τον Ιωάννη Νοταρά και τελικά θα καταφέρει με 150 άνδρες να σπάσει τον κλοιό και να ενωθεί με τον αδερφό του.




Η τελική συντριβή της φατρίας των Κολοκοτροναίων




Μετά τις πρόσκαιρες αυτές επιτυχίες, οι αντικυβερνητικοί αναθάρρησαν και με επικεφαλής τους Νικήτα Σταματελόπουλο και τον Χατζηστεφανή, αποφάσισαν οι μισοί να κινηθούν προς τους Μύλους για να τους καταλάβουν δια αιφνιδιασμού, και οι υπόλοιποι να κινηθούν προς το Άργος για να συλλάβουν τα μέλη του Βουλευτικού. Και οι δύο προσπάθειες είχαν οικτρό αποτέλεσμα. Οι πολυάριθμοι Κυβερνητικοί στους Μύλους υπό τον Σκούρτη, με την βοήθεια των φίλιων πυρών από τα κανόνια των πλοίων του Μιαούλη, επιτέθηκαν και συνέλαβαν εύκολα τους ολιγάριθμους επίδοξους καταδρομείς, ενώ στο Άργος ο Μακρυγιάννης με τον Ιωάννη Νοταρά έτρεψαν σε άτακτη φυγή τους επιτιθέμενους, αποσπώντας τα όπλα, τα άλογα τους και την αλληλογραφία του ίδιου του Νικήτα[15], ο οποίος σώθηκε από την αιχμαλωσία την τελευταία στιγμή. Ο κυριότερος λόγος της αποτυχίας ήταν ότι τα στρατεύματα των ανταρτών είχαν στρατολογηθεί πρόχειρα ανάμεσα στους χωρικούς και ήταν εντελώς απειροπόλεμα. Στην Μάνη και στην Μεσσηνία την ίδια εποχή, η οικογένεια Μαυρομιχάλη είχε ξεσηκώσει τους οπαδούς της κατά της Κυβέρνησης και πολεμούσε τον Γιατράκο και τον Μούρτζινο που την υποστήριζαν. Στις ασήμαντες αυτές συγκρούσεις οι Μαυρομιχαλαίοι ηττήθηκαν από τους κυβερνητικούς του Γιατράκου οι οποίοι λεηλάτησαν και τον πύργο του Μαυρομιχάλη στο Μαραθωνήσι.



Όλες αυτές οι πληροφορίες της καταστροφής των σωμάτων των «ανταρτών», βρήκαν τον Κολοκοτρώνη έξω από την Τριπολιτσά να την πολιορκεί. Σύντομα μαθεύτηκε ότι ισχυρά Κυβερνητικά στρατεύματα που είχαν αποδεσμευτεί από την καταστροφή των ανταρτών στο Ναύπλιο, βάδιζαν προς την Τριπολιτσά για να ανακουφίσουν τους πολιορκούμενους. Ο Κολοκοτρώνης γνώριζε ότι ο πόλεμος είχε πλέον χαθεί. Ήρθε αμέσως σε διαπραγματεύσεις με τους Ανδρέα Λόντο και Ανδρέα Ζαΐμη και πέτυχε να αμνηστευθούν όλοι οι «αντάρτες», αφού οι δύο Πελοποννήσιοι πρόκριτοι δεν ήθελαν να ενισχυθεί υπέρμετρα η Κυβέρνηση που ελεγχόταν από τους Νησιώτες, τον Μαυροκορδάτο και τους αντιπροσώπους της Στερεάς. Ο Κολοκοτρώνης έγραψε στον γιό του Πάνο να παραδώσει το Ναύπλιο στην Κυβέρνηση, υπό τους σημαντικούς όρους να πληρωθούν οι μισθοί των στρατιωτών της φρουράς του Ναυπλίου ως εκείνη την στιγμή από την Κυβέρνηση και ο έλεγχος των κάστρων να παραμείνει στα «Πελοποννησιακά χέρια» του Ζαΐμη και του Λόντου. Ο όρος αυτός δεν τηρήθηκε από την Κυβέρνηση και αποτέλεσε την πρώτη αφορμή για τον αιματηρό και εθνοκτόνο Β’ εμφύλιο πόλεμο που θα ξεσπούσε λίγους μήνες μετά....

Ι. Β. Δ.




Σημειώσεις [1]την αποτελούσαν αποκλειστικά πρόκριτοι της Κεντρικής και Νότιας Πελοποννήσου

[2] Η ψηφοφορία στις πόλεις των επαρχιών γινόταν δια βοής με τον κόσμο να μαζεύεται στην πλατεία και να επικυρώνει αυτόν που του παρουσιάζει ο εκάστοτε ισχυρός της περιοχής. Ο «εκλογικός νόμος» δεν προέβλεπε καμία διαδικασία ψηφοφορίας με την έννοια της κάλπης η των ψηφοδελτίων, παρά ότι ο πληρεξούσιος εκλεγόταν μεομοφωνία και οι ψηφοφόροι υπέγραφαν όλοι το σχετικό έγγραφο της εκλογής του. Υπάρχουν πολλές καταγγελίες στα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας για νοθεία και άσκηση πολιτικής βίας, αλλά είναι δύσκολο να ανιχνευτεί ποιές καταγγελίες είναι έγκυρες και ποιές υποκινούμενες από την αντίπαλη φατρία. Πάντως ο πρώτος πρέσβης της Αγγλίας Ντώκινς αναφέρει σε έκθεση του το 1831 ότι καμία Ελληνική Εθνοσυνέλευση την εποχή της επανάστασης δεν ήταν αντιπροσωπευτική και προϊόν ελεύθερης λαϊκής εκλογής.
[3] Η πέμπτη θέση του Εκτελεστικού έμεινε κενή για τον αντιπρόσωπο των ναυτικών νησιών


[4] «Με λόγο και με έργον ήτον η γνώμη των να βάλουν από τους δικούς τους και να αδυνατίσω» λέει ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματα του.

[5] «….σου λέγω μην καθίσεις πρόεδρος διότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με την βελάδα που ήρθες» ήταν τα ακριβή λόγια του Γέρου όπως τα σώζει ο ίδιος στα Απομνημονεύματα του.

[6] Κατά τον Σπηλιάδη, το Βουλευτικό στο Κρανίδι συνεδρίαζε με λίγο περισσότερους από τους μισούς Βουλευτές του , άρα δεν είχε απαρτία αφού δεν πληρούσε τον σχετικό όρο του Συντάγματος περί απαρτίας που προέβλεπε την παρουσία των δύο τρίτων των Βουλευτών τουλάχιστον.

[7] Ο ρόλος του Μαυροκορδάτου ως κύριου ενορχηστρωτή των συνεννοήσεων αυτών, έχει πάρει κυριολεκτικά μυθικές διαστάσεις σε μεγάλο τμήμα της αριστερόστροφης ελληνικής ιστοριογραφίας.

[8] Ο αυτόπτης μάρτυς Βρετανός Φιλέλληνας Humphreys μας περιγράφει στις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του μια χαρακτηριστική συνεδρίαση τους. «Ήταν καθισμένοι κατάχαμα σε μια μικρή κάμαρα. Δεν σηκώνονται για να μιλήσουν ούτε παίρνουν με την σειρά τον λόγο. Έτσι η συνεδρίαση μεταβάλλεται σε χάβρα. Όταν οι αντεγκλήσεις γίνονται βίαιες ο πρόεδρος χτυπά την κουδούνα του και δημιουργείται χειρότερο πανδαιμόνιο»

[9] Ο αγαθός Γεώργιος Κουντουριώτης ανέλαβε την προεδρία παρά την θέληση του στην θέση του ικανού αδερφού του Λάζαρου και βρισκόταν υπό την πολιτική ποδηγέτηση του Μαυροκορδάτου, του Κωλλέτη και του αδερφού του με τον οποίο διατηρούσε σχεδόν καθημερινή αλληλογραφία.

[10] «Όλοι οι έλληνες γελούσαν δια τούτο, πλην και κανένας από όσους πλησίαζαν την Κυβέρνηση δεν αγανακτούσε..» Απομνημονεύματα Κασομούλη

[11] «…η εν Κρανιδίω Κυβέρνησις μούρλανε τον κόσμο από τας υποσχέσεις δίνοντας διπλώματα….» αναφέρει ο Γενναίος Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματα του.

[12] «..Έγιναν και δυο τρεις άλλαι έξοδοι εκτός της πόλεως και ούτε το ένα μέρος επροχωρούσεν ούτε το άλλο…» απομνημονεύματα Γενναίου σελ. 126. Δύο φορές βγήκαν έξω από τα τείχη ο Γενναίος και ο Νικηταράς και αντάλλαξαν πυρά με τους "κυβερνητικούς". Κανείς όμως δεν σκοτώθηκε, γιατί μάλλον οι αντίπαλοι σημάδευαν τον αέρα....(Τρικούπης σελ107)


[13] Κατά τον Κασομούλη ο Βούλγαρος Χατζηχρήστος «Έμαθε να λέγει στα Ελληνικά «Χριστός», «Παναγιά», «Κουντουριώτης» και τίποτε άλλο. Ούτε κατάλογον είχε να ιδή το στράτευμα του, ούτε επιθεώρησιν, μόνο λίραις χρυσαίς»
[14] «..Ἔπιασα τὴν κούλια μαζὶ μὲ τὸν Χατζηχρῆστο, τὴν βαστήξαμε ἕνα μερόνυχτον, πολεμούσαμε νύχτα καὶ ἡμέρα. Ἐκεῖνοι ήταν πολλοί, καὶ σκοτωθήκανε κι᾿ ἀπό τὰ δυὸ μέρη…»
[15] «…καὶ σηκώθηκαν και πήγανε ἀπ᾿ ὄξω ἀπὸ τὰ χωριὰ νὰ μποῦνε εἰς τ᾿ Ἄργος νὰ διαλύσουνε τὴν Βουλή, ὅτ᾿ ἦταν μόνοι τους ἐκεῖ οἱ βουλευταί. Ἀπὸ τὸ ῾να τὸ μέρος αὐτεῖνοι κι᾿ ἀπὸ τὴν μέση ἐγώ, καὶ μπλατζαστήκαμε ῾στὴν Παναγιὰ τοῦ Ἄργους, εἰς τὸ διάσελον – ἕτοιμοι νὰ μποῦνε μέσα. Ἐκεῖ βαρεθήκανε κι᾿ ἀπὸ τὰ δυὸ μέρη, ὅμως τοὺς τζακίσαμε καὶ τοὺς πήραμε ὀμπρός, τοὺς πιάσαμε ὅλα τους τὰ φορτώματα καὶ τοὺς κολλήσαμε εἰς τὸ πέρα βουνὸ ὅλους, ὁποῦ ῾ναι ἀντίκρυα ἀπὸ τὸ κάστρο…» Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του νέου Ελληνισμού τ. ΣΤ, εκδόσεις Σταμούλη
2. Κυριάκος Σιμόπουλος, Πως είδαν οι ξένοι το ’21
3. Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης τ. 2ος, , εκδόσεις Γιοβάνη
4. π. Γεώργιος Μεταλληνός, Οι Έλληνες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, εκδόσεις Ακρίτα
5. Νικόλαος Ροτζώκος, Επανάσταση και Εμφύλιος στο Εικοσιένα, εκδόσεις Πλέθρον
6.Απομνημονευματα Ιωάννη «Γενναίου» Κολοκοτρώνη, εκδόσεις Βεργίνα
7. Διονύσιος Κόκκινος, Η Ελληνική Επανάστασις τ. 4ος, εκδόσεις Μέλισσα
8. Τάκης Σταματόπουλος, Ο Εσωτερικός Αγώνας, εκδόσεις Κάλβος
9. Απομνημονευματα Φωτάκου, εκδόσεις Βεργίνα

istorikathemata.com

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΨΥΧΗΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΦΡΙΚΑΝΟ ΜΠΑΣΚΕΤΜΠΟΛΙΣΤΑ ΤΟΥ ΠΑΟ ΣΤΕΦΑΝ ΛΑΣΜΕ: «Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)

«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΑΣΠΡΟΥΛΙΑ
Πέρασαν επτά εβδομάδες από τότε που είδα μπροστά μου αυτή τη φωτογραφία... Τίναζα, μάλλον μηχανικά, το δάχτυλό μου πάνω στην οθόνη του κινητού μου, ασελγώντας στην αξία του ελεύθερου καλοκαιρινού χρόνου μου.
Το γαϊτανάκι των επισκέψεων από το ένα κοινωνικό δίκτυο στο άλλο έπαψε προ πολλού να είναι πια παιχνίδι, αλλά είχε μετατραπεί σε μία εξουσιαστική (πάνω μου) αδυναμία, μία κακή συνήθεια που όσο την τροφοδοτείς τόσο εντονότερα σύνδρομα στέρησης προκαλεί. Μέχρι που στο ασυνείδητο scrolling στις φωτογραφίες του instagram, ο αντίχειρας ασυναίσθητα κινήθηκε σαν τον οδηγό που αναζητά ξαφνικά να βρει το φρένο... Η κίνηση της οθόνης βίαια.
Λίγα εκατοστά πιο πάνω, λίγα εκατοστά πιο κάτω και το βλέμμα επικεντρώθηκε στην εξής φράση: «Went back to the soil... where the dream started» ήταν η λεζάντα σε μία από τις πιο σπάνιες αυτοβιογραφικές φωτογραφίες που έχω αντικρίσει. Δίπλα στη λεζάντα ένα προσωπάκι (emoticon) από τα κίτρινα μάγουλα του οποίου κυλούσε ένα δάκρυ.

Ενα ενσταντανέ, ένα παγωμένο βάδισμα που στο μυαλό μου διέσχιζε μία ολόκληρη ζωή, μία φωτογραφία που ένιωσα να ξετυλίγει μπροστά μου εκείνο το καλοκαιρινό σούρουπο, ένα μπουρδουκλωμένο κουβάρι εικόνων, ερωτημάτων, αποριών, τις οποίες ήθελα να απαντήσω.Αυτό, το ίδιο δάκρυ, που κύλησε στο πρόσωπό του επτά εβδομάδες μετά, όταν η αγαπημένη μου φωτογραφία έπαιρνε σάρκα και οστά, οι λεπτομέρειές της ζωντάνευαν όταν ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο Στεφάν Λάσμε, αφηγούνταν το ταξίδι στις (και από τις) ρίζες του (προς το σήμερα), στο λόμπι του ξενοδοχείου «Theartemis» του Ρεθύμνου.
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
Οσο την περιεργαζόμουν, σαν φιλμ από ταινία προσεχώς, ταξίδεψα σε έναν φανταστικό κόσμο, δημιουργώντας ένα αυθαίρετο σπονδυλωτό σενάριο, που στο πρώτο μέρος του κατέληγε σε αυτό το ανοιχτό γηπεδάκι απ' όπου ξεκίνησαν όλα. Στο δεύτερο μέρος του, το σενάριό μου είχε ως αφετηρία το ερημωμένο γκαμπονέζικο playground με ρότα τη σημερινή καταξίωση. Εκείνες τις ημέρες ξαναδιάβασα το διαχρονικό αριστούργημα της Κάρεν Μπλίξεν «Πέρα από την Αφρική».
Στο Ρέθυμνο, ακούγοντας τη μοναδικά συγκλονιστική αυτοβιογράφηση του Στεφάν Λάσμε, συχνά πυκνά ερχόταν στη θύμησή μου μία κουβέντα... «Από όλες τις ηπείρους, η Αφρική θα σου μάθει ότι ο Θεός και ο Διάβολος είναι ένα, το συναιώνιο μεγαλείο. Οχι δύο αυθύπαρκτοι, αλλά ένας αυθύπαρκτος Θεός».
Το δάκρυ που κύλησε στο πρόσωπό του, ανατρέχοντας στο παρελθόν, μου το επιβεβαίωσε. Ακόμα και τα... σπάνια τέρατα (Gabon Beast άλλωστε είναι το αγαπημένο του nick) λυγίζουν. Ακόμα κι αυτοί που νίκησαν το πατρικό βασανιστήριο (κυριολεκτικά), ακόμα κι αυτοί, όπως ο Στεφάν, που διεκδικώντας το όνειρό τους και την αγάπη τους για το μπάσκετ υπέμειναν ακόμα και την ασθένεια της μαλάριας.
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
Η δυσάρεστη πρώτη γνωριμία με το μπάσκετ
Η διήγηση του Στεφάν Λάσμε έχει βρει τον δικό της ρυθμό. «Η οικογένειά μου είχε 5 παιδιά. Οταν η μητέρα μου παντρεύτηκε ξανά, ο πατέρας μου, ο πατριός μου, δηλαδή, είχε άλλα πέντε παιδιά. Κι έτσι χρειάστηκε να μείνουμε 12 άνθρωποι σε ένα σπίτι. Ηταν δύσκολο. Μέχρι που έφυγαν οι τρεις αδελφές μου να σπουδάσουν και μείναμε επτά παιδιά. Η οικονομία της Γκαμπόν στηρίζεται στο πετρέλαιο. Υπάρχουν χρήματα, αλλά παραμένουν στα χέρια των λιγοστών. Καταλαβαίνεις...».
«Τρώγαμε ρίζες κασάβα»
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
«Εμείς είχαμε πολλά σκαμπανεβάσματα. Θυμάμαι στο λύκειο υπήρξαν τρεις μήνες που δεν τρώγαμε τίποτα. Μόνο το χορταρικό που είναι το σήμα κατατεθέν της Γκαμπόν. Η κασάβα. Οι άνθρωποι τρώνε τις ρίζες του. Ξέρεις κάτι, όταν επί τρεις μήνες τρως κασάβα πρωί μεσημέρι, βράδυ, σημαίνει ότι πεινάς πραγματικά. Οτι έχεις πρόβλημα. Αλλά δεν είχαμε να φάμε τίποτα άλλο. Εμείς, κάποιες φορές ήμασταν καλά και κάποιες άλλες άσχημα. Ανάλογα με τις περιόδους.
Στην Γκαμπόν όμως, όταν είσαι στα κάτω σου, φίλε μου, είσαι πραγματικά κάτω! Οπως όλα τα παιδιά του σχολείου ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο, αλλά πήρα πολύ γρήγορα μπόι και το εγκατέλειψα. Μία μέρα, ένας φίλος μου, είπε ότι με είχε δει στο δρόμο κάποιος κύριος Μάξουελ, που ήταν προπονητής μπάσκετ. Ηθελε να με συναντήσει. Ημουν ήδη 14-15 ετών».
Τον διέκοψα... «Α, ξεκίνησες αρκετά μεγάλος λοιπόν το μπάσκετ...». Με κοίταξε με νοσταλγία: «Μακάρι να το είχα αρχίσει νωρίτερα».
«Ασε, δεν είναι για σένα αυτό»
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
Συνέχισε: «Μέχρι τότε δεν είχα ακουμπήσει ποτέ την μπάλα του μπάσκετ. Εκτός από μία φορά. Οταν ήμουν, αν θυμάμαι καλά, 8 ετών. Σε εκείνο το γηπεδάκι που είδες στη φωτογραφία, μία από τις αδελφές μου έκανε προπόνηση βόλεϊ. Μία μέρα την ακολούθησα κι όσο εκείνη έκανε προπόνηση, είδα μία μπάλα του μπάσκετ και την πήρα στα χέρια μου. Επαιζα επί δύο ώρες. Ξέρεις, πότε κατάφερα να βάλω καλάθι. Λίγο πριν φύγουμε για το σπίτι... »άσε δεν είναι για σένα αυτό« είπα στον εαυτό μου». Αυτή τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Σε αυτό το γηπεδάκι, που λες, έκανα κι εγώ τις πρώτες προπονήσεις μου. Αλλά και το πρώτο κάρφωμα«. Η περιέργειά μου ήταν μεγάλη...
«Στην πρώτη προπόνηση;« τον ρώτησα. »Αστειεύεσαι; Οχι βέβαια. Μου πήρε καιρό. Ξέρεις γιατί; Διότι αν θα το επιχειρούσα, ήθελα να ήμουν σίγουρος ότι θα πετύχω και ότι δεν θα γίνω ρεζίλι στα υπόλοιπα παιδιά. Και τα κατάφερα».
Και κάπως έτσι ξεκινήσαμε...
«Υπάρχει κανείς που να ασχολείται με την Αφρική;»
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
Τον προσέγγισα με τη βοήθεια του υπεύθυνου επικοινωνίας του Παναθηναϊκού στο αεροδρόμιο του Ρεθύμνου... «Θα ήθελα να μου μιλήσει για εκείνα τα χρόνια» του είπα. «Ξέχνα το μπάσκετ, τα τρόπαια και τα καρφώματα. Μόνο για εκείνες τις ημέρες, το γηπεδάκι, το σπίτι σου στην Γκαμπόν». Ο Στεφάν Λάσμε είναι ο πιο εξωστρεφής άνθρωπος με τους φίλους του: «Μου αρέσει να τους κάνω να γελάνε». Με τους άγνωστους είναι εσωστρεφής.
«Για πες μου, υπάρχει κανείς που να ασχολείται με την Αφρική;» με ρώτησε. «Είναι ώρα» του απάντησα. Το επόμενο πρωινό καθόταν απέναντί μου. Η διήγηση άρχιζε. «Η οικογένειά μου δεν ήταν πλούσια, αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι και οι δύο γονείς μου εργάζονταν. Η μητέρα μου είχε την οικονομική διαχείριση προμηθειών σε ένα νοσοκομείο, ενώ ο πατέρας μου, ο πατριός μου δηλαδή, απασχολούνταν στη μοναδική πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας. Ζούσαμε στο Πορτ Τζεντίλ (Port Gentil) της Γκαμπόν» είπε...
H πρώτη απόδραση...
«Ρώτα με, πρέπει επιτέλους να μιλήσω...»
Η αναφορά στη λέξη πατέρας γινόταν συνεχώς με τη διόρθωση πατριός. Επιμονή, αν όχι εμμονή.
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
- «Πότε έχασες τον φυσικό πατέρα σου;» ρώτησα με... διακριτικό θράσος.
- «Ε... Πρέπει να ήμουν 3-4 ετών».
Αρπαξε το i pad. Αμέσως. Να ασχοληθεί με κάτι. Να ξεχαστεί. Δεν τα κατάφερε. Προσπάθησε να ψελλίσει μερικές λέξεις. Η φωνή του ακουγόταν σπασμένη, αλλά δεν είχα καταλάβει. Ηθελε να νικήσει τον εαυτό του. Ηττήθηκε. Γύρισε το κεφάλι του στην αντίθετη πλευρά από τη δική μου. Εβαλε τον αντίχειρα και τον δείκτη στα μάτια του, αυθόρμητα, όπως κάνουμε για σταματήσουμε μία νωπή πληγή να αιμορραγεί. Εβγαλε μία κραυγή απόγνωσης. Οχι δυνατή, κάθε άλλο. Συναισθηματική. Μάζεψε τα πράγματά του και αποχώρησε με αργό βήμα προς το σκοτάδι. Εκεί όπου τον έβλεπε μόνο ο Θεός. Φορώντας τα γυαλιά ηλίου.
Η νίκη επί της ελονοσίας
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
Το κουβάρι ξετυλιγόταν, αργά, αλλά με τεράστιο ενδιαφέρον... «Και ξεκίνησες να παίζεις μπάσκετ λοιπόν... Είχες προβλήματα από το σπίτι σου;». Δεν έχω ιδέα για ποιον λόγο τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν καταιγιστική σε συναίσθημα και ανατριχίλα. Με κοιτάει στα μάτια. «Δεν έχεις ιδέα πόσα προβλήματα είχα» απάντησε. Δεν τον διέκοψα. «Ο πατέρας μου, ο πατριός μου, σιχαινόταν το μπάσκετ. Πίστευε ότι σχολείο και αθλητισμός δεν πάνε μαζί».
- «Και...;».
- «Συνέχισα να πηγαίνω προπόνηση».
- «Χωρίς να το ξέρει ο πατέρας σου;».
- «Οχι. Οταν το καταλάβαινε όμως... Μάντεψε».
- «Τι έκανε;».
«Είδα τον θάνατο με τα μάτια μου» (pics)
- «Με άφηνε να κοιμάμαι έξω από το σπίτι. Εχω κοιμηθεί έξω από το σπίτι μέχρι τρεις συνεχόμενες ημέρες. Φίλε, το πρόβλημα δεν είναι να κοιμάσαι έξω. Το πρόβλημα στην Αφρική είναι ότι έχει κουνούπια. Μεγάλα κουνούπια. Πέντε φορές προσβλήθηκα από ελονοσία εξαιτίας αυτής της επιμονής του. Και της δικής μου. Για ένα διάστημα νοσηλεύτηκα πολλές μέρες με πολύ σημαντικό πρόβλημα εξαιτίας της μαλάριας (ελονοσίας)».
- «Κινδύνεψες;»
- «Στην Γκαμπόν κάθε χρόνο πεθαίνουν περισσότεροι άνθρωποι από μαλάρια παρά από AIDS. Ο θάνατος καιροφυλακτούσε παντού κάθε φορά που κοιμόμουν έξω. Επέζησα γιατί ήμουν τυχερός. Επειδή η μητέρα μου δούλευε στο νοσκομείο».
- «Επέμεινε και μετά από αυτό;».
- «Δεν σταμάτησε ποτέ. Αν ήθελα να πηγαίνω προπόνηση, ήξερα ότι το βράδυ θα κοιμόμουν έξω από το σπίτι».
Ο Στεφάν Λάσμε είναι πλέον μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες της Γκαμπόν κι έγινε ο πρώτος παίκτης από τη χώρα του που έπαιξε στο ΝΒΑ. Η ιστορία του είναι πια γνωστή σε όλη τη χώρα. Από την προηγούμενη Παρασκευή ο Λάσμε είναι το κεντρικό πρόσωπο στην εκστρατεία που κάνει το υπουργείο Υγείας της Γκαμπόν κατά της μαλάριας, που αφανίζει περίπου 1 εκατ. ανθρώπους ετησίως. Ο ίδιος ήταν τυχερός! Πολύ τυχερός!
Η οργή για τον πατέρα που τον εγκατέλειψε: «Δεν είσαι άνθρωπος; Δεν νιώθεις;» 
Ομολογώ ότι δεν το περίμενα. Ακόμα κι εγώ προσπαθούσα να συνέλθω από την εικόνα που είχα αντικρίσει. Πέρασαν δέκα λεπτά. Ο ήχος των παπουτσιών του ακούστηκε. Ετρεξα προς το μέρος του. «Συγγνώμη αν σε έφερα σε δύσκολη θέση» του είπα. «Οχι, όχι... Σε παρακαλώ, Ρώτα με ό,τι θες. Ο,τι θες»... Κάθισε στον καναπέ. Προσπάθησε να συνεχίσει τη διήγησή του. Αδύνατον!
Σηκώθηκε ξανά βγάζοντας μία από ακόμα πιο αισθαντική και συγκινητική κραυγή. Επέστρεψε πάλι όμως. «Ο πατέρας μου εγκατέλειψε τη μάνα μου όταν ήμουν πολύ μικρός. Μέχρι πριν από δύο χρόνια δεν το είχα συζητήσει με τη μάνα μου. Από τη στιγμή που μου εξήγησε νιώθω ακόμα μεγαλύτερη οργή για αυτόν.
Πως γίνεται να είσαι πατέρας, να έχεις παιδιά, η σύζυγός σου να είναι έγκυος και να δραπετεύεις από το σπίτι; Πώς γίνεται; Δεν είσαι άνθρωπος; Δεν νιώθεις; Εδώ και κάποιο καιρό κάνει προσπάθεια να χτίσει γέφυρες μαζί μου, αλλά δεν με απασχολεί καθόλου πια. Εγώ τον είδα, τον πρόλαβα. Ο αδελφός μου όμως, που γεννήθηκε λίγες ημέρες μετά, τι ξέρει; Τι θα του έλεγα όταν μεγάλωνε; Πού είχε πάει ο πατέρας του, τον οποίον δεν είχε δει ποτέ;». Για να προσθέσει: «Ολα αυτά τα χρόνια δεν είχα μιλήσει σε κανέναν γι' αυτό. Απέφευγα. Αλλά μάλλον είχα ανάγκη να μιλήσω, να το βγάλω από πάνω μου. Ούτε με τη γυναίκα μου δεν το έχω συζητήσει καλά καλά».
Το ταξίδι στην Αμερική
«Μία ημέρα μου είπε ο πατριός μου ότι αν του εξηγήσει κάποιος τη χρησιμότητα της ενασχόλησής μου με το μπάσκετ, μπορεί και να άλλαζε γνώμη. Την επόμενη μέρα ο προπονητής μου πήγε στο σπίτι. Τον πέταξε έξω με τις κλωτσιές. Εγώ συνέχισα όμως. Και στο τέλος της σεζόν κατακτήσαμε το πρωτάθλημα εφήβων, με εμένα να παίρνω όλους τους προσωπικούς τίτλους.
Δεν συγκινήθηκε καθόλου. Το καλοκαίρι με κάλεσαν στην εθνική ομάδα, αλλά στην περίοδο προετοιμασίας μας έστειλε για διακοπές, μακριά, πολύ μακριά από το σπίτι (γελάει). Πήρα το λεωφορείο και γύρισα. Μέσα σε ένα βράδυ η συμπεριφορά του άλλαξε. Πολύ αργότερα έμαθα ότι ένας υπουργός είχε τηλεφωνήσει στον πρόεδρο της εταιρείας που εργαζόταν ο πατέρας μου.
Μετά την εμφάνισή μου με τους έφηβους γεννήθηκε το αμερικάνικο όνειρο. Με προσέγγισαν κάποιοι και μου μίλησαν για την Αμερική. Το κράτος υποσχέθηκε ότι θα μου δίνει 3.000 δολάρια κάθε τρεις μήνες για να σπουδάσω εκεί. Αρχικά μου έδωσαν το εισιτήριο και 300 δολάρια στην τσέπη για να ταξιδέψω. Πλέον είχε σταματήσει και η βοήθεια από την Γκαμπόν.
Με τη βοήθεια του προηγούμενου προπονητή μου πήγα στο σπίτι ενός φίλου του, στη Βοστώνη. Σερτζ τον έλεγαν. Προθυμοποιήθηκε να με φιλοξενήσει, πληρώνοντας όμως 300 δολάρια τον μήνα για να μένω σε δωμάτιο που ήταν μικρότερο από WC. Ημουν όμως αποφασισμένος. Δεν είχα ιδέα τι έπρεπε να κάνω. Ενα πρωί το πήρα απόφαση... Πήγα στο Μπόστον Κόλετζ. Μπήκα στο γραφείο και είπα σε μια γραμματέα... «Γεια σας. Ηρθα να παίξω μπάσκετ στην ομάδα σας». Η γραμματέας γέλασε.
«Ξέρετε, δεν γίνεται έτσι. Υπάρχει μία ολόκληρη διαδικασία. Πρέπει να δώσετε εξετάσεις, να σας δει ο προπονητής κτλ, κτλ». Εφυγα απογοητευμένος, αλλά πεισμωωμένος. Ηξερα ότι στα αγγλικά δεν θα έπιανα μεγάλο βαθμό κι ότι είχα, όμως, μεγάλη ικανότητα στα μαθηματικά. Πέρασα από τα SAT's με 1.800 βαθμούς και άριστα στα μαθηματικά.

Πήγα στην προπόνηση του Μπόστον Κόλετζ, αλλά... Μέχρι που κάποιος μας ενημέρωσε ότι εκείνες τις ημέρες γινόταν στο Νιου Τζέρσεϊ ένα καμπ για παίκτες που διεκδικούσαν υποτροφία σε κολέγιο. Είχα στην τσέπη μου 250 δολάρια. Εδωσα τα 225 για τη συμμετοχή μου. Στο Νιου Τζέρσεϊ τα πήγα πραγματικά καλά. Επαιξα ακόμα και στο All Star Game, καρφώνοντας μάλιστα πάνω από ένα παιδί που είχε ύψος 2,13 μ. Κάπως έτσι το νερό άρχισε να μπαίνει στο αυλάκι. Αυτή είναι η ιστορία μου!».

Ο φωτογράφος που κατάφερε να «πιάσει» το πέρασμα του χρόνου

 
Με το φωτογραφικό του project "Ο χρόνος είναι μια διάσταση" (Time is a Dimension), ο Fong Qi Wei κατάφερε να φωτογραφήσει το ίδιο το πέρασμα του χρόνου.

Όλες οι συνηθισμένες φωτογραφίες αποσκοπούν στο να καταφέρουν να αποτυπώσουν όσο καλύτερα γίνεται μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο εν λόγω φωτογράφος όμως από τη Σιγκαπούρη θέλησε να αποτυπώσει τον ίδιο τον χρόνο να περνά μέσα από τα καρέ του δείχνοντας την κίνηση του σαν "διάσταση".
Ο Fong Qi Wei ανέβασε στο προσωπικό του site 20 φωτογραφίες, η κάθε μια εκ των οποίων αποτελείται από σειρά λήψεων που απέχουν χρονικά μεταξύ τους κατά 2-4 ώρες, όπως γράφει ο ίδιος στο κείμενο που τις συνοδεύει.  Επί της ουσίας πρόκειται για "συρραφή" πολλαπλών καρέ.
Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Αποτυπώνεται μεταξύ άλλων το πέταγμα αεροπλάνου στον ουρανό της Σιγκαπούρης, άνθρωποι που περπατούν στην ακροθαλασσιά την ώρα που δύει ο ήλιος, πυροτεχνήματα που φωτίζουν τον ουρανό, αλλά και η αντανάκλαση της πορείας του ήλιου πάνω στα τζάμια ενός ουρανοξύστη.
Η τεχνική του απαιτεί επιμονή και υπομονή. Ο Wei άρχισε να φωτογραφίζει κρατώντας σταθερή τη μηχανή του απέναντι σε διάφορα τοπία, περιμένοντας και κάνοντας λήψεις καρτερικά από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου.
Στη συνέχεια έκανε συρραφή των λήψεων του στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή και δημιούργησε την εντυπωσιακή σειρά φωτογραφιών, μέρος της οποίας παρουσιάζεται παρακάτω.
 

 

 

 

 

 


 



Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Recent Posts

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου