Ο Μαυρογεωργίου παρουσιάζει
μια ανάποδη «Κατσαρίδα», αριστοτεχνικά δομημένη!
Από την Ηρώ
Μητρούτσικου
1.11.2014
Δεν είμαι φαν
της επιστημονικής φαντασίας, πόσω μάλλον στο θέατρο που είναι τόσο δύσκολο να
το καταφέρεις, ακόμα κι αν έχεις μεγάλο budget!
Κι όμως, ο
Βασίλης Μαυρογεωργίου το κατάφερε και, μάλιστα, με ελάχιστα μέσα...
Μια ουτοπική,
μελλοντική πόλη, με προνομιούχους και μη πολίτες, η οποία μετατρέπεται σε δυστοπία λόγω ενός ανώτερου συστήματος, που δεν
σου επιτρέπει την διαφυγή, ενώ σε βομβαρδίζει με ειδήσεις
για κάποιους -υπαρκτούς ή μη- τρομοκράτες·σας θυμίζει κάτι;
Μπετονένια παραλία
Το έτος 2088 μια μπετονένια παραλία
βρίσκεται στη θέση της πλατείας Ομονοίας, ενώ η Ακρόπολη έχει μετατραπεί νησί!
Η Αθήνα περιβάλλεται από τείχη, όπου έξω από αυτά ο κόσμος πεινάει και
δολοφονείται, ενώ μέσα επικρατεί ένα ιδιαίτερο, απρόσωπο,
απολυταρχικό, δικτατορικό καθεστώς.
Σε όσους δίνεται η
ευκαιρία να ζήσουν μέσα στην Αθήνα, παρέχεται στέγαση, περίθαλψη και
υλικά αγαθά, καθώς και το χάπι, μόνο εφ’ όσον είναι χρήσιμοι στην κοινωνία.
Όταν παύουν να είναι, κατεβαίνουν επίπεδο, ζούνε
στην βυθισμένη παλιά Αθήνα και σταματά η παροχή του χαπιού, άρα
αρχίζουν να μεταμορφώνονται στην πρωταρχική μορφή του
ανθρώπου, δηλ σε ζώο, ώστε, και πάλι
να είναι χρήσιμοι στην κοινωνία, ως ζώα!
Μια πόλη που στους
"απ’ έξω" φαντάζει σωτηρία, αλλά για "τους μέσα"
αποδεικνύεται δυστοπία....
Ο πρωταγωνιστής, με
το Ελληνικότατο όνομα Μηνάς, προέρχεται από οικογένεια με μεγάλη
κοινωνική θέση, άρα έχει μια καλή δουλειά στην κρατική υπηρεσία· μια
σαφής αναφορά στην οικογενειοκρατία της Ελλάδας και
όχι μόνο... Ολόκληρη η πόλη αποτελείται από άβουλους πολίτες που
τρέμουν το κακό που μπορεί να έρθει (μήπως μας θυμίζει τη σημερινή
κατάσταση;) και φοβούνται να ανατρέψουν τη δικτατορία.
Μια ιστορία που
παραπέμπει στο «1984» του Όργουελ, με έναν άκρως καυκικό ήρωα. Ο
Μηνάς, καταθλιπτικός και μόνος, με γονείς που τον επισκέπτονται
μόνο ως βιντεοσώματα (εκπληκτική ιδέα και άκρως κωμική σκηνή), κάποια
στιγμή "φρικάρει" και είναι ο μόνος που αντιδρά. Ενώ
είναι ερωτευμένος με μια κατεψυγμένη κοπέλα, που βρίσκεται ως έκθεμα σε μουσείο
για τον 20ο αιώνα, οι συνάδελφοί του του κάνουν δώρο, για την
πτώση του, ένα ρομπότ-βιοπουτάνα, που μπορείς να το προγραμματίσεις όπως θες
και η οποία στο τέλος τον βοηθά να αποδράσει.... και να καταλήξει στο
ειδιλιακό -όσο γίνεται- σκηνικό της μπετονένιας παραλίας!
Ο
Βασίλης Μαυρογεωργίου έγραψε ένα κείμενο εμφανώς επηρεασμένος
από τις σπουδές κόμικ που είχε κάνει (στον Ορνεράκη), πριν αποφασίσει να
γίνει ηθοποιός.
Η ιστορία έχει δομή
τραγωδίας: ξεκινά πρωί με ένα συμβάν που ανατρέπει την καθημερινότητα, ο ήρωας
κάνει κάτι που κανείς δεν περιμένει, όλο το σύμπαν είναι εναντίον του, το
παρελθόν εισβάλλει, ο ήρωας ξεπέφτει και στο τέλος, ελεύθερος πια,
λυτρώνεται! Παρ’ όλη αυτή τη
δομή, η ιστορία θα μπορούσε άνετα να είναι ένα αστυνομικό κόμικ επιστημονικής
φαντασίας ή μια περιπέτεια καταδίωξης ! Ανελκυστήρες
που κινούνται και πλαγίως, αυτοματοποιημένες ακόμα και οι καθημερινές
δουλειές, ομιλούντα αυτοκίνητα-ρομπότ, κόσμοι πάνω και κάτω από την
γη. Κι όλα αυτά παρουσιάζονται μπροστά σου!
Η σκηνή είναι χωρισμένη
σε κουτάκια, όπως τα κόμικ, οι εναλλαγές απίστευτα γρήγορες και ακόμα και στο
αυτοκίνητο βλέπουμε προβολές σε κουτάκι. Άλλες προβολές είναι εγκιβωτισμένες στα
κουτάκια-δωμάτια, ενώ ακόμα και το πάτωμα “ανοίγει” για να βγει το κατεψυγμένο
δείγμα ανθρώπου του 20ου αιώνα.
Φρενήρεις
καταδιώξεις, τρακαρίσματα, οθόνες σε σώματα ανθρώπων, ηθοποιοί εξαφανίζονται από το
ένα κουτάκι και αμέσως εμφανίζονται σε άλλο,τεράστιες κουρτίνες ανοίγουν, κλείνουν,
άνθρωποι ανεβοκατεβαίνουν σε απίστευτους ρυθμούς κι όλα αυτά σε συνδυασμό με
συναίσθημα και γλυκύτητα, συνθέτουν την εκπληκτική σκηνοθεσία του Μαυρογεωργίου. Το
χιούμορ υπάρχει σε όλο το έργο: σε ατάκες, αλλά και ρόλους, όπως η
σουρεαλιστική, βιονική γυναίκα που είναι προγραμματισμένη και
να μαγειρεύει, αλλά και “να γκρινιάζει όπως κάνουν οι γυναίκες”....
Σε όλη αυτή την
φορμαλιστική παράσταση κυριαρχεί το άσπρο, το μαύρο και το γκρι.
Χρώμα υπάρχει μόνο όταν ο ήρωας έρχεται σε επαφή με το παλιό: στην καταβύθισή του
στα έγκατα της γης, όπου και φωτίζεται ο φυσικός βράχος που υπάρχει μέσα
στο θέατρο, και στην εμφάνιση της γυναίκας του 20ου αιώνα που
φοράει χρωματιστό ρούχο! Ακόμα και η παραλία είναι τσιμεντωμένη, άρα
γκρι! Ωραία, σκουρόχρωμα κουστούμια, στενά και αυστηρά για τους υπόλοιπους
ηθοποιούς-εργάτες του συστήματος, ενώ ο πρωταγωνιστής πλέει μέσα στο κουστούμι
του: “τον φοράει, δεν το φοράει”, δείγμα τού ότι νιώθει παρείσακτος
σε αυτόν τον, γεμάτο κανόνες, κόσμο...
Υπέροχα τα extreme καπέλα, αλλά και το εντυπωσιακό κουστούμι της βιονικής γυναίκας
(Βασιλική Σύρμα). Ευφυέστατος ο
πολύπλοκος σκηνικός χώρος (Κωνσταντίνος Ζαμάνης) καθώς και οι ιδιαίτεροι
φωτισμοί, από νέον και όχι μόνο (Στέλλα Κάλτσου). Μεγάλο ρόλο στην
παράσταση παίζουν οι, πάντα ασπρόμαυρες, βιντεοπροβολές (Κώστας Αρβανίτης)
-είτε σε οθόνες, είτε μέσα σε κιβώτια-κεφάλια, είτε πάνω σε σκηνικά
αντικείμενα.
Οι τρεις
ταλαντούχοι ηθοποιοί (Κατερίνα Μαυρογεώργη, Δανάη Επιθυμιάδη,
Σεραφείμ Ράδης) εναλλάσσουν ρόλους και κουστούμια αστραπιαία,
φτιάχνοντας πότε έναν αυστηρό χαρακτήρα, πότε έναν συναισθηματικό, πότε έναν
κωμικό, αλλά μην χάνοντας τίποτα από το γέμισμα του κάθε ρόλου, ενώ ο
Βασίλης Μαυρογεωργίου χτίζει έναν πρωταγωνιστή – ο οποίος τρέχει
σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς, όπως στα θρίλερ του 1950- γεμάτο συναίσθημα
και ανασφάλεια και -παρότι ζούσε μέσα στην άγνοια- οπλισμένο μόνο με
αποφασιστικότητα!
Το εγχείρημα για
τον σκηνοθέτη ήταν πολύ δύσκολο, αλλά όχι μόνο τα κατάφερε, παρά δημιούργησε
και μια από τις πιο ενδιαφέρουσες, σκηνικά, παραστάσεις της χρονιάς, η οποία συνοδεύεται από
βάθος, σαφή σχόλια για το μέλλον της Ελλάδας και υπαρξιακές ανησυχίες για
το μέλλον του ανθρώπου...
Στην ουσία
πρόκειται για την ιστορία της «Κατσαρίδας» (την παράσταση που
έγραψε-σκηνοθέτησε και παρουσίασε ο Μαυρογεωργίου για πρώτη
φορά το 2005) από την ανάποδη! Εκεί -σε μια παράσταση γεμάτη χαρά και χρώμα-
πρωταγωνιστούσε η τελευταία των τελευταίων: μια μικρή κατσαρίδα, η Ιωάννα, που
ζει κάτω από την γη και θέλει να πάει στο φεγγάρι, όσο πιο ψηλά γίνεται δηλαδή,
ενώ ο Μηνάς ζει ψηλά, ανήκει στην προνομιούχο τάξη και με τη θέλησή του
κατεβαίνει κάτω από την γη, στις τρώγλες, και κάτω από την επιφάνεια της
θάλασσας στη μπετονένια παραλία.
Τα δυο τρέιλερ της
παράστασης:
Το Skrow theater είναι η βάση της ομάδας
του Μαυρογεωργίου.
Skrow σημαίνει «εκείνος που έχει χάσει τον
προσανατολισμό του και τον αναζητά».
ΠΣΚ, 9.00
Αρχελάου 5 και Σπ.Μερκούρη, (μετρό Ευαγγελισμός) 210-7235842
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ:
Ρωμαίος & Ιουλιέτα για 2, Θησείον
Bus και αυτοσχεδιάζουν; Π.Κ.
Κόλχαας,
Διέλευσις
Φεύγουσα
κόρη, Φούρνος
Γέρμα, Βικτώρια
Μεφίστο,
Εθνικό
Αβελάρδος και Ελοΐζα/Σταματία, Θ. Ν.Κόσμου
Το αμάρτημα της μητρός μου, Θησείον
Ρωμαϊκό Λουτρό, ΑποΜηχανής
Αστερισμοί/Ρομαντική Ιστορία, Θ. Ν.Κόσμου
Η Αρχή - Αθήνα 1895 - Υλικό Ροΐδης, Φούρνος
Ελάτε σ’ εμάς για έναν
καφέ, Φούρνος
Μπετονένια παραλία, Skrow
Πατριδογνωσία, Αλκμήνη
Η πόρνη από
πάνω, Βρετάνια
Τα λουλούδια στην κυρία, ΑποΜηχανής
Βασιλιάς
Ληρ, Ίδρυμα
Μ.Κακογιάννης
Το φιλί της γυναίκας
αράχνης, 104
Βροχή, 104
Ακόμα πιο δύσκολα τα
πράγματα, Ίδρυμα Μ.Κακογιάννης
Theatre case, Πνιγμονή Vault
Βόυτσεκ, Άττις
H εκδοχή του Μπράουνινγκ, Εμπορικόν
Ο Έλλην Βρυκόλαξ, Μουσείο Μπενάκη
Με ελεύθερη συνεισφορά :
Interview, Βικτώρια
Το βαλς των βρώμικων δρόμων, Quilombo Centro
Cultural
Μαύρη
Τσαρίνα, Δυναμό
Η Ευθύνη
προς το κοινό
Η ξενομανία των Ελλήνων (υπάρχει ακόμα;) και η (μη)
μεταδοτικότητα των ομιλητών...
Από την Ηρώ
Μητρούτσικου 3.11.2014
Μεγάλωσα τη
δεκαετία του 1980, όταν
δηλαδή ήταν δεδομένο
ότι όλα τα παιδιά στην τρίτη δημοτικού αρχίζουν αγγλικά. Αν και με μητέρα
καθηγήτρια αγγλικών, αυτό δεν ήταν αυτονόητο για την δικιά μου οικογένεια!
Ζούμε σε μια χώρα που οτιδήποτε ξένο θεωρούνταν “in” και "chic", ήδη από την
δεκαετία του ’70 μέχρι πριν λίγα χρόνια. Τα μόνα μαγαζιά που είχαν Ελληνικό
όνομα, μέχρι σχετικά πρόσφατα, ήταν οι ταβέρνες, καθότι πουλούσαν αποκλειστικά
Ελληνικό, παραδοσιακό φαγητό...
Ποιό άλλο μαγαζί είχε στην ταμπέλα του Ελληνικό
όνομα; Τα «Νεωτερισμοί η Μαρία» έγιναν «Mary» και όσο περνούσαν τα χρόνια αποκτούσαν όλο και πιο
ευφάνταστα ονόματα. Όμορφο, δεν λέω, αλλά...
Το ίδιο έγινε και με τα εστιατόρια, τα καφέ, τα προϊόντα,
τα ονόματα των κατοικιδίων μας, τους τίτλους των περιοδικών κτλ.
Οτιδήποτε θύμιζε Ελλάδα (ή ακόμα χειρότερα επαρχία), απλά, δεν είχε στον ήλιο
μοίρα!!!
Πρόσφατα, άρχισε η στροφή προς Ελληνικά ονόματα, Ελληνικά
προϊόντα, παραδοσιακά προϊόντα από το χωριό, δείγμα και της αφύπνισης της
οικολογικής συνείδησης, αλλά, ίσως, και της καθημερινής χρήσης του
ίντερνετ.
Αφορμή γι’αυτό το άρθρο στάθηκε η εμπειρία μου σε
πρόσφατη ημερίδα. Αν και είμαι άτομο με μεγάλες αντοχές, ειδικά όταν πρόκειται
για θέατρο, οι ημερίδες είναι λίγο κουραστικές. Όταν δεν σε ικανοποιούν είναι
αρκετά κουραστικές· όταν οι ομιλητές μιλάνε χωρίς να απευθύνονται στο ακροατήριο
είναι πολύ κουραστικές· αλλά όταν είναι και στα αγγλικά, τί χειρότερο
θα μπορούσε να συμβεί; Μόνο να μην σε ενδιαφέρει το αντικείμενο...
Τί σχέση, όμως, έχει η ξενομανία του Έλληνα,
που προανέφερα, με μια ημερίδα για τις «Παραστατικές Τέχνες σε ανοιχτούς χώρους»;
Δυστυχώς, συνήθως, οι ομιλητές δεν είναι άνθρωποι της
σκηνικής πράξης για να έχουν καλή απεύθυνση
στο ακροατήριο (αν και αυτό θα έπρεπε να το έχει κάθε άνθρωπος που θέλει να
μεταδώσει κάτι σε κάποιον, από μια απλή πρόταση έως ένα παραμύθι...).
Αγαπημένη δασκάλα στη θεατρολογία ανέβηκε στο βήμα και
διάβασε ένα πολύ επιστημονικό κείμενο (αν και σκηνογράφος, άρα πρακτικός) που
ήταν αδύνατον να το καταλάβεις, αν δεν το είχες μπροστά σου γραμμένο για να
μπορείς να διαβάζεις ξανά και ξανά ό,τι δεν κατανοείς. Δεν έφτανε,
όμως, μόνο η φύση του κειμένου που δεν προορίζονταν για ακρόαση, αλλά το
διάβασε "μόνο για να το διαβάσει", σαν να ήταν υποχρέωση, λόγω έλλειψης
χρόνου ελπίζω. Ο λόγος της δεν είχε καμμία απεύθυνση προς το
ακροατήριο, καμμία μεταδοτικότητα. Η μεταδοτικότητα είναι, ως ένα σημείο, θέμα
κινήτρου. Έχεις ευθύνη προς το ακροατήριο. Και εδώ θέλω να καταλήξω
και να το συνδέσω με την ξενομανία του Έλληνα...
Η ευθύνη προς
το κοινό, είναι για μένα (αλλά θα έπρεπε και για κάθε καλλιτέχνη) το πρώτιστο
πράγμα, είτε το κοινό σου είναι μαθητές, είτε ακροατές, είτε θεατές μιας παράστασης.
Έχουν έρθει για να δούνε, να ακούσουν και να κατανοήσουν κάτι· μπορεί να έχουν
πληρώσει, μπορεί και όχι, αλλά έχουν αφήσει το σπίτι τους και ήρθαν να ακούσουν
ή να δουν εσένα! Έχεις υποχρέωση και ευθύνη απέναντί τους! Όταν γράφω για
κάποια παράσταση, ένα από τα πράγματα που λαμβάνω υπ’ όψιν μου είναι οι
προθέσεις του σκηνοθέτη...
Ποιό το νόημα, λοιπόν, αυτής της παρουσίασης; Γιατί
δεν μας τη μοίραζαν σε φωτοτυπίες, να αποκομίσουμε και κάτι;
Δεν ήταν, όμως, αυτό που θύμωσε τους ακροατές στην
ημερίδα του Σαββάτου, αλλά το παρακάτω συμβάν: Συνδεθήκαμε μέσω skype με τρεις ομιλητές.
Το skype είναι
ένα ηλεκτρονικό μέσο που -όπως κάθε μέσο- δημιουργεί απόσταση μεταξύ ομιλητή
και ακροατή. Ωστόσο, ο Πάνος Αμελίδης,
συνθέτης, sound artist, μας έκανε να αισθανθούμε ότι
καθόμαστε μαζί σε κάποιο τραπέζι, ίσως μιας καφετέριας. Τόσο
ζωντανός και παραστατικός ήταν, παρ’ οτι δεν έχει σχέση με την σκηνή· ήθελε,
όμως, να καταλάβουμε και ήθελε να επικοινωνήσει και μαζί μας.
Αντίθετα, ο Πάρις Λεγάκης αποτέλεσε το
«φιάσκο» της ημέρας! Ο Πάρις είναι 33 ετών, απόφοιτος της σχολής Καλών
τεχνών, συστήνεται ως πολυτομεακός καλλιτέχνης και φέτος ξεκίνησε
μεταπτυχιακό στην περφόρμανς, σε πανεπιστήμιο
της Ν.Υόρκης. Δεν είναι, όμως, μόνο θεωρητικός, αλλά δημιουργεί και
διάφορα καλλιτεχνικά πρότζεκτ εστιάζοντας στα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα
των χωρών. Μάλιστα σε συνέντευξή του δήλωσε ότι η έννοια της κοινωνικής τέχνης
στην Ελλάδα δεν υφίσταται...
Έχει συντάξει ένα μανιφέστο (γράφονται ακόμα μανιφέστα;) όπου
υποστηρίζει ότι η πολιτική στην τέχνη πρέπει να προσδιορίζεται από το πλήθος,
την έκθεση και την ευθύνη. Στο
τελευταίο θέλω να σταθώ μια και αναφέρθηκα και πιο πάνω.
Δεν έχεις ευθύνη προς το ακροατήριό σου, και δεν έχεις
ευθύνη προς τους ανθρώπους που σε καλούν να μιλήσεις;
Ο Πάρις, λοιπόν, αφού μας καλημέρισε, μας δήλωσε ότι θα
μας διαβάσει το μανιφέστο που έχει γράψει, για το τί είναι πολιτική
τέχνη σήμερα, ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ!!!
Δεν ξέρω πότε έγραψε το μανιφέστο, αν τότε βρισκόταν στη
Γερμανία, στη Ν.Υόρκη, στη Ν.Κορέα ή στην Ελλάδα, αλλά εκείνο το
πρωινό μιλούσε αποκλειστικά σε Ελληνικό κοινό, το οποίο βρισκόταν στην Ελλάδα
και δεν είχε ενημερωθεί ότι η ημερίδα θα ήταν σε γλώσσα διαφορετική από την
επίσημη της χώρας. Ξεκινάει, λοιπόν, να διαβάζει, επί 10 περίπου λεπτά ένα
αγγλικό κείμενο, με Ελληνική προφορά(!), κομπιάζοντας πότε-πότε και
με εντελώς ανέκφραστο πρόσωπο και φωνή. Και με το που τελειώνει την ανάγνωση
μας χαιρετά και κλείνει η σύνδεση.
Και αναρωτηθήκαμε όλοι:
-Εντάξει, ας πούμε ότι το μανιφέστο του το έγραψε αρχικά
στα Αγγλικά· δεν μπορούσε να το μεταφράσει;
- Ποιά είναι η δική του ευθύνη (μια και για αυτό μιλάει
το μανιφέστο του) απέναντι στους συναδέλφους του που είχαν πάει εκεί
για να τον ακούσουν;
- Ποιά ήταν η προετοιμασία του για την ημερίδα; Να μην
κάνει ούτε μια πρόβα σε αυτό που θα διάβαζε; Ούτε να μπει στον κόπο
να το γράψει στη μητρική του γλώσσα;
- Και αν δεν προλάβαινε (που
δεν επιτρέπεται) να το μεταφράσει, δεν μπορούσε να το μεταφράζει
επί τόπου; Αυτό μάλιστα, θα έδινε και λίγη αμεσότητα στον ψυχρό, ξύλινο λόγο
του...
- Στις περφόρμανς που παρουσιάζει τόσο ανέκφραστος
και ξύλινος είναι;
- Οι διοργανωτές της ημερίδας γιατί δεν αντέδρασαν;
Εννοείται, ήταν αδύνατο να παρακολουθήσουμε· ευτυχώς,
μετά ακολούθησε δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα για καφέ και μπορέσαμε να σχολιάσουμε
τα καθέκαστα!
Τέσσερις ώρες μετά, και ενώ η ημερίδα βαίνει προς την
ολοκλήρωσή της, ανέβηκε στο βήμα γνωστή χορογράφος και μετά θα ακολουθούσε ο,
επίσης, γνωστός χορογράφος Michael Kliën. Έχει αρχίσει λοιπόν η
πρώτη να μας παρουσιάζει -με υπέροχο τρόπο- ένα πρότζεκτ που έκανε στο ιερό
νησί της Δήλου, όταν αντιλαμβάνεται ότι δίπλα της, στο πάνελ, ο Michael Kliën δεν καταλαβαίνει
τίποτα... Και πολύ αυθόρμητα του απευθύνεται στα Αγγλικά και του λέει
ότι πολύ θα ήθελε να καταλάβαινε την εμπειρία που περιγράφει και χωρίς σκέψη
ρωτάει το κοινό αν υπάρχει κάποιος στο ακροατήριο που δεν γνωρίζει
Αγγλικά, για να συνεχίσει την παρουσίαση της στα Αγγλικά, ώστε να καταλαβαίνει
και ο Kliën. Το
ακροατήριο είναι παγωμένο και ευτυχώς ένας ακροατής παίρνει το θάρρος
να πει ότι δεν γνωρίζει αγγλικά. Και τότε του απαντά, πολύ ευγενικά:
«Μπορείτε να καθίσετε δίπλα σε κάποιον που γνωρίζει, ώστε να
σας μεταφράζει στα Ελληνικά;» Δηλαδή, ένα ολόκληρο αμφιθέατρο
γεμάτο Έλληνες, στη χώρα τους, να ακούσει μια παρουσίαση για την
αρχαία Δήλο, τον Δία και την γέννα της Λητώς στα αγγλικά, μόνο και μόνο για ένα
άτομο;
Ο Michael Kliën είχε έρθει στην
ημερίδα γνωρίζοντας ότι δεν θα καταλαβαίνει τους άλλους
ομιλητές -καθώς δεν γνωρίζει Ελληνικά- και δεν είχε καμμία απαίτηση να
καταλαβαίνει.
Το θέμα είναι,
όμως, ότι η ομιλήτρια, αντί να ζητήσει το αντίθετο, δηλαδή κάποιος να
μεταφράζει στον μόνο άνθρωπο που δεν γνώριζε Ελληνικά σε ολόκληρο το τεράστιο
αμφιθέατρο, ζήτησε να καταλαβαίνουν όλοι αγγλικά και όποιος δεν
καταλάβαινε να μεταφράζουν σε αυτόν!!!!
Ευτυχώς, ο
ακροατής αντέδρασε, η χορογράφος το δέχτηκε και συνέχισε στα
Ελληνικά. Σημειωτέον ότι ο Michael Kliën έτυχε να κάθεται στο πάνελ δίπλα στην Ελληνοαμερικάνα Βαρβάρα
Δούκα, η οποία και του μετέφραζε!
Πείτε μου, θα τολμούσε ποτέ κάποιος να ξεστομίσει
τέτοια φράση στη Γαλλία; Γιατί για το μυαλό του Έλληνα ήταν
αυτονόητο να μιλήσει σε μια γλώσσα ξένη για όλους, και
να μην ζητήσει από κάποιον να μεταφράσει για αυτόν τον ένα ξένο; Ήταν ανεπίτρεπτο, κατά
την γνώμη μου, να ζητήσει από ακροατή να κάτσει δίπλα σε κάποιον για
να του μεταφράζει κάτι που ήταν προορισμένο να παρουσιαστεί στη γλώσσα
του.
Έπειτα, ανέβηκε
στο βήμα ο Michael Kliën και μίλησε με πολύ
παραστατικό τρόπο για την δουλειά του, αφού πρώτα ζήτησε συγνώμη που
θα μιλούσε Αγγλικά, καθώς η δεύτερη γλώσσα που μιλάει είναι τα Γερμανικά.
Όντας κουρασμένοι
και θυμωμένοι με όσα είχαν συμβεί πιο πριν, κάποιοι αναρωτηθήκαμε γιατί η παρουσίαση
του Kliën δεν είχε υπότιτλους. Όπως, όλοι οι
ομιλητές, έτσι κι ο τελευταίος, είχαν γραμμένες τις παρουσιάσεις τους...
Εκτός αυτού, το
πρόγραμμα της ημερίδας δεν ενημέρωνε ότι η παρουσίαση του Michael Kliën θα γίνει στα
αγγλικά χωρίς μεταφραστή ή υπότιτλους... Πόσο δύσκολο ήταν να ζητήσουν, μερικές μέρες πιο
πριν, το κείμενο της παρουσίασης, ώστε να την μεταφράσουν; Ήταν προχειρότητα/απερισκεψία
από την μεριά της οργάνωσης του Ελληνικού ινστιτούτου θεάτρου και
των υπευθύνων της ημερίδας ή η ξενομανία μας λειτούργησε για άλλη μια
φορά;
Ειλικρινά, θα προτιμούσα να σέβονται πιο πολύ το
ακροατήριο, παρά να μας προσφέρουν καναπεδάκια και καφέ στο διάλειμμα. Σε
εποχές κρίσης, κανείς δεν θα παρεξηγούσε αν αυτό έλειπε....
Υπάρχει, τελικά,
ευθύνη προς το κοινό; Κι αν ναι, υπάρχει αυτό στην Ελλάδα;
Υ.Γ.1 Επίσης, εφ’ όσον βρισκόμαστε στην
Ελλάδα και, γενικά, καθυστερούμε κατά την έναρξη, γιατί αυτή την αργοπορία δεν
την υπολογίζουν, όταν ετοιμάζουν το πρόγραμμα μιας ημερίδας ή ενός συνεδρίου;
Κι αφού δεν την υπολογίζουν, γιατί τότε η έναρξη δεν
γίνεται κανονικά, έστω και με πολύ λιγότερους ακροατές;
Είναι δηλαδή καλύτερα να κόβεις 5-8 λεπτά χρόνου, να κουτσουρεύεις την
ομιλία του κάθε εισηγητή, να μην ακούγεται κανένα συμπέρασμα,
επειδή κάποιοι ακροατές δεν ήταν στην ώρα τους;
Υ.Γ.2 Δεν μπορώ να μην εκφράσω θαυμασμό για την
θεατρικότατη και αισθαντικότατη παρουσίαση των ιδρυτών της ομάδας "Όχι
παίζουμε" (Γ.Σαχίνης, Ειρ.Αλεξίου), μετά από τόσες άνυδρες παρουσιάσεις.
Επίσης, καλές παρουσιάσεις είχαν πάλι, πρακτικοί του θεάτρου: Ευρ.Λασκαρίδης,
και Β.Μαστρογιάννη και κάπως λιγότερο οι: Τζ.Αργυρίου, Β.Δούκα. Έκπληξη
αποτέλεσε η αρχιτέκτων Αριάδνη
Βοζάνη με την μεταδοτικότητά της, παρ’ ότι, η ίδια, δεν έχει σχέση με θέατρο...
Υ.Γ.3 Την επόμενη μέρα της ημερίδας ο Στέλιος Ράμφος
δήλωσε: «Ζητάμε πίσω τα μάρμαρα από το Βρετανικό μουσείο, τη στιγμή που
αφήνουμε τη γλώσσα μας να πεθαίνει...»
Eίσοδος ελεύθερη Backstage Party ΣΗΜΕΡΑ, 7 Νοεμβρίου 2014 στο Rock Box στο Γκάζι (Δεκελέων 1Α και Κωνσταντινουπόλεως, Γκάζι)
στις 11:30 θα αρχίσει το StandUp comedy με τον Αλέξανδρος Τιτκώβ και τον Στέφανο Γιδάρης! Στην εκδήλωση θα προβάλλονται trailers θεατρικών παραστάσεων και trailers από
κινηματογραφικά έργα. Όσοι επιθυμείτε να προβάλετε και το δικό σας trailers παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας στο email που δίνετε στις πληροφορίες .
Hμερήσιο εκπαιδευτικό σεμινάριο με την πιστοποίηση του Laughter Wellness University της Αμερικής.
Στο
σεμινάριο θα μάθετε ότι έχετε πάντα την επιλογή να γελάσετε ανεξάρτητα
από τις αντιξοότητες. Πρόκειται για έναν ασφαλή, πρωτότυπο, μη
παρεμβατικό τρόπο μέσα από τον οποίο δημιουργούνται νέες νευροσυνάψεις
στον εγκέφαλο.
Η
μέθοδος Laughter Wellness δημιουργήθηκε το 2004 από τον Sebastien
Gendry, η οποία στηρίζεται στην γιόγκα γέλιου (δημιουργία του Ινδού
γιατρού Madan Kataria) , βασισμένη στην θετική ψυχολογία, τον θεατρικό
αυτοσχεδιασμό και τον Νευρογλωσσικό Προγραμματισμό (NLP).-Τι χρειάζεται: Ένα μεγάλο χαμόγελο+Χαλαρή και άνετη ενδυμασία