Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αν θυμάμαι καλά, εγκαινιάστηκε το νοσηρό φαινόμενο των καταλήψεων. Παιδιά 13 ετών πραγματοποιούν επί εβδομάδες «καταλήψεις» σχολείων, με αίτημα κατ’ αρχάς την κατάργηση των εξετάσεων. Και υπήρξαν πολιτικοί που έσπευσαν να φωτογραφηθούν μαζί τους στα κιγκλιδώματα για να αλιεύσουν συμπάθειες. Η κοινωνία διαβρωμένη, θρυμματισμένη και σε αποσύνθεση, παρακολουθούσε – γονείς, εκπαιδευτικοί, συνδικαλιστές, Τύπος – εμβρόντητη, αλλά άφωνη και απαθής, από δειλία και καιροσκοπισμό. Με το πέρασμα του χρόνου οι καταλήψεις, απέκτησαν μορφή εθιμικού δικαίου.
Τον Ιούνιο στέλνουμε παιδιά στο γυμνάσιο και κατά τον Οκτώβριο κάθε έτους, τα βλέπουμε να περιφέρονται, σε ώρες μαθημάτων, γύρω από το δημοτικό τους σχολείο, πασιχαρή, διότι απέκτησαν τον… περίοπτο και τιμητικό τίτλο του καταληψία. Ενός μηνός φοίτηση στο γυμνάσιο, αρκεί, για να μεταμορφώσει την παιδικότητα και αγνότητα, που παραδίδουμε στην ανώτερη από μας εκπαιδευτική βαθμίδα, σε εν δυνάμει αναρχικούς και κουκουλοφόρους. Αυτό το γρήγορο μεγάλωμα, συνοδεύεται μεν από την αποβολή της αθωότητας, φυλάσσεται όμως ως κόρη οφθαλμού, η ανωριμότητα. Όπως αριστοτεχνικά το διατύπωσε ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «ώσπερ δεδοικότες μη το κακόν απολέσωσιν», δηλαδή, σαν να φοβούνται μήπως χάσουν το κακό.
Προϊόντος του χρόνου, τα αιτήματα των καταλήψεων στα γυμνάσια, καταρράκωσαν και το τελευταίο ίχνος σοβαρότητας από αυτό που κάποτε ονομάζαμε «εθνική παιδεία».