Γράφει ο Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας
Δεν είναι δυνατόν να γράφεις τέτοια πράγματα και να μην ανατριχιάζεις.
ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ – ΓΕΡΟΣ του ΜΟΡΙΑ καβαλαρία στην Αθήνα, πρωτάκουστα πράγματα και όμως αληθινά. Ζούμε αδελφοί ιστορικές στιγμές. Ο Ουρανός σημάδεψε αυτήν την ημέρα .
Κοντά στην αρχή της Ερμού εκεί που στήθηκε η εξέδρα των ομιλητών του συλλαλητηρίου σε κοντινή απόσταση στην Καραγιώργη Σερβίας και Βουλήςβρίσκεται το σπίτι της οικογενείας του Κολοκοτρώνη.
Σε αυτά τα μέρη αφήνει την τελευταία του πνοή ο ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ της ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ μας στις 4 Φεβρουαρίου του 1843 .
Και άλλα σημάδια…
Ανήμερα του συλλαλητηρίου των Αθηνών ΚΥΡΙΑΚΗ του Ασώτου και η Μακεδονία μας σώζει από την « Εθνική Ασωτία» ως σχήμα λόγου.
4 Φεβρουαρίου και ο Λόφος του Λυκαβηττού με τον γραφικό και ξακουστό εκκλησάκι –σπηλιά του ΑΓΙΟΥ ΙΣΙΔΩΡΟΥ εορτάζει, θα υποδεχτεί και θα περιβλέπει τους απανταχού της γης Έλληνες που θα βροντοφωνάξουν στην κάτωθεν αυτού πλατεία Συντάγματος ότι η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ είναι ΕΛΛΑΔΑ.
Μέσα σε αυτήν την σπηλιά ασκήτευαν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεολόγος Γρηγόριος όταν σπούδαζαν στην Αθήνα.
«Ήταν 11 η ώρα το πρωί της 4ης Φεβρουαρίου του 1843, όταν ο Γέρος του Μοριά, ο Αρχιστράτηγος της Παλιγγενεσίας, ο θρυλικός και φοβερός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης άφησε την στερνή του πνοή και πέρασε στο Πάνθεον των Ηρώων δίπλα στο Λεωνίδα, το Μέγα Αλέξανδρο, το Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στους συμπολεμιστές του Ανδρέα Μιαούλη, Οδυσσέα Ανδρούτσο, Αθανάσιο Διάκο και τόσους άλλους.
Οι οικείοι του τον έντυσαν με την επίσημη στολή του Αντιστρατήγου και τον έβαλαν ευλαβικά στο φέρετρο.
Στα πόδια του τοποθέτησαν μια Τούρκικη σημαία, λάφυρο της Εθνεγερσίας ενώ τον ίδιο τον σκέπασαν με τη Γαλανόλευκη.
Πάνω στο φέρετρο ακούμπησαν το σπαθί, τα παράσημα του, την περικεφαλαία του και τις σπαλέτες που φορούσε στα Επτάνησα σαν Ταγματάρχης. Βαρύ πένθος απλώθηκε παντού.
Οι σημαίες υπεστάλησαν αμέσως για να επαρθούν μεσίστιες. Το Συμβούλιο της Επικρατείας που συνεδρίαζε εκείνη τη στιγμή, διέκοψε τις εργασίες του και σύσσωμο αναχώρησε για το σπίτι του Στρατηγού. Τα μαγαζιά έκλεισαν και σταμάτησε κάθε εργασία. Κηρύχθηκε από το Βασιλιά τριήμερο πένθος. Οιστρατιωτικές μπάντες άρχισαν να περιφέρονται με πένθιμη μουσική.
Ήρθε και η ώρα της κηδείας. Η νεκρώσιμη πομπή ξεκίνησε από το σπίτι του, πέρασε την οδό Ερμού και κατέληξε στην Αγία Ειρήνη. Τη νεκροφόρα έσερναν τέσσερα άλογα και τη συνόδευσαν κρατώντας τις ταινίες οι Στρατηγοί Σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς (Church), Τζαβέλλας και Γιατράκος, οι Συνταγματάρχες Πλαπούτας και Μακρυγιάννης καθώς και οι Σύμβουλοι της Επικρατείας Γεώργιος Κουντουριώτης, Δεληγιάννης, Ρενιέρης, Μαύρος, Καρατζάς, Ρώμας και Παλαμήδης. Τα παράσημα του είχαν τοποθετηθεί τώρα σε μεταξωτά μαξιλάρια και εφέροντο από ανώτερους Αξιωματικούς. Ο Βασιλιάς πήρε θέση δίπλα στη σωρό. Ήταν φανερά συγκινημένος! Πάντα έτρεφε ιδιαίτερα αισθήματα αγάπης και σεβασμού σ’ αυτόν που τόσο πολέμησε για τα μεγαλύτερα ιδανικά..
Η Εκκλησία είχε γεμίσει ασφυκτικά. Πλήθος κόσμου κάθε λογής. Χρυσοποίκιλτοι Αξιωματικοί και Πρέσβεις μαζί με Ακολούθους, φραγκοντυμένοι πολιτικοί και κομψές κυρίες δίπλα σε απλούς ανθρώπους της Ελληνικής υπαίθρου. Ο πατέρας Κωνσταντίνος Οικονόμος «ο εξ Οικονόμων» εκφώνησε τον επικήδειο:
«Έπεσε λοιπόν, ω σεβασμιωτάτη και περιφανής ομήγυρις και ο γενναίος Αντιστράτηγος και Σύμβουλος της Επικρατείας και πρώην Αρχηγός της Πελοποννήσου Θεόδωρος Κολοκοτρώνης! Κείται και ούτος ο δυνατός εν πολέμοις και περικλεής εν αγαθοεργίαις, ο τοσαύτα και αυτός συνάμα μετά των λοιπών της Πατρίδος Αγωνιστών κατορθώσας … …».
Μετά την εξόδιο ακολουθία ξεκίνησαν όλοι υπό τους ήχους της πένθιμης μουσικής. Η πομπή πέρασε μπροστά από τα Ανάκτορα και κατευθύνθηκε στο νεκροταφείο όπου περίμενε ανοικτό το μνήμα. Ο ρομαντικός πεζογράφος και ποιητής Παναγιώτης Σούτσος με δακρυσμένα μάτια και με τρεμουλιασμένη φωνή ξεκίνησε να πει τα τελευταία λόγια:
«Έλληνες! Ανήρ μέγας ετελεύθησε….». Δεν μπόρεσε όμως να συνεχίσει για πολύ και ο λαλίστατος λογοτέχνης κλαίγοντας αναγκάσθηκε να ομολογήσει: «… το κυριεύσαν την ψυχήν μου πένθος παραλύει την λαλιάν μου».