Συνολικές προβολές σελίδας


Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

Διαδηλώσεις στη Βραζιλία: Γιατί τώρα;

Με εκπληκτική ταχύτητα, οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στις 6 Ιουνίου στο Σάο Πάολο εξαιτίας μιας αύξησης εννέα σεντς στα εισιτήρια των λεωφορείων έχουν εξελιχθεί στις μεγαλύτερες διαδηλώσεις της Βραζιλίας εδώ και 20 χρόνια, όταν οι πολίτες βγήκαν στους δρόμους απαιτώντας να κατηγορηθεί ο πρόεδρός τους για διαφθορά. Οι πρώτες διαμαρτυρίες έγιναν από παουλιστάνος που δεν συμπαθούσαν τους διοργανωτές, το Movimento Passe Livre (Κίνημα για την Ελεύθερη Μετακίνηση), μια ριζοσπαστική ομάδα με τον ουτοπικό στόχο να καταστούν οι δημόσιες μεταφορές δωρεάν. Όσοι μετακινούνται δεν εντυπωσιάστηκαν, καθώς τα ήδη άσχημα ταξίδια τους έγιναν ακόμα χειρότερα από το κλείσιμο των δρόμων και την αγανάκτησή τους για τους βανδαλισμούς που διαπράχθηκαν από τους σκληροπυρηνικούς. Οι συντηρητικές εφημερίδες της πόλης κάλεσαν την αστυνομία να τους πατάξει.
Όλα αυτά άλλαξαν στις 13 Ιουνίου, όταν η ασύδοτη, εκπαιδευμένη με κακό τρόπο και βάρβαρη στρατιωτική αστυνομία κατέστειλε με τρομακτικό τρόπο μια κατά βάση ειρηνική διαδήλωση. Δεκάδες βίντεο, κάποια από δημοσιογράφους, άλλα από συμμετέχοντες και παρευρισκομένους, δείχνουν αξιωματικούς που έχουν αφαιρέσει τις ετικέτες των ονομάτων τους να  πετούν χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και πλαστικές σφαίρες αδιακρίτως σε διαδηλωτές και παρευρισκομένους και να κυνηγούν κάποιους στους δρόμους. Οι αυτοκινητιστές που παγιδεύτηκαν στο χάος κατέληξαν να αναπνέουν σπρέι πιπεριού και δακρυγόνα. Όσοι διαδηλωτές είχαν ξύδι (το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μειώσει την επίδραση των δακρυγόνων) συνελήφθησαν. Αρκετοί δημοσιογράφοι τραυματίστηκαν, δύο εκ των οποίων πυροβολήθηκαν στο πρόσωπο με σφαίρες από καουτσούκ σε κοντινή απόσταση. Τα άρθρα της επόμενης ημέρας είχαν έναν σημαντικά διαφορετικό τόνο.
Από τις 17 Ιουνίου, αυτό που βαφτίστηκε «Επανάσταση της σαλάτας» εξαπλώθηκε σε πρωτεύουσες πολιτειών, καθώς και στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, Μπραζίλια. Οι στόχοι διευρύνθηκαν επίσης, με τους διαδηλωτές να απαιτούν λιγότερη διαφθορά, καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες και τον έλεγχο του πληθωρισμού. Πολλά πανό διαμαρτύρονταν για το απαράδεκτο κόστος των γηπέδων που χτίστηκαν για το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου του επόμενου έτους. Η Βραζιλία έχει ήδη δαπανήσει 3,3 δις ρεάλ, τρεις φορές περισσότερα απ’ όσα η Νότια Αφρική πριν από τέσσερα χρόνια και μόνο τα μισά γήπεδα ολοκληρώθηκαν. «Γήπεδα αναπτυγμένου κόσμου- τριτοκοσμικά σχολεία και νοσοκομεία», έγραφε ένα πλακάτ.
Οι διαδηλωτές επίσης ήταν πολύ πιο πολυποίκιλοι. Υπολογίζεται ότι 65.000 συμμετείχαν στο Σάο Πάολο, με πολλές περισσότερες γυναίκες, οικογένειες και μεσήλικες απ’ ό,τι σε προηγούμενες διαδηλώσεις. Οι περισσότερες πορείες σε άλλες πόλεις έγιναν χωρίς σοβαρή βία, αν και διαδηλωτές στο Ρίο ντε Τζανέιρο συγκρούστηκαν με την αστυνομία έξω από το Στάδιο Μαρακανά, το οποίο ανακαινίστηκε με κόστος πάνω από 1 δις ρεάλ για το Παγκόσμιο Κύπελλο, έξι μόλις χρόνια μετά την τελευταία δαπανηρή ανακατασκευή του. Δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι η βία ξέσπασε στο Ρίο, όπου η αστυνομία είναι πολεμοχαρής και διεφθαρμένη ακόμη και για τα πρότυπα της Βραζιλίας. Στην Μπραζίλια μια ομάδα διαδηλωτών κατάφερε να ανέβει στην οροφή του Κογκρέσου, αλλά η αστυνομία αντέδρασε με αυτοσυγκράτηση.
Παρόμοιες κλιμακώσεις έπειτα από ασήμαντες αφορμές κατά τα τελευταία χρόνια στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Σουηδία και την Τουρκία φαίνεται να συνδέονται με κάποια ή όλα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: καταστολή της κυβέρνησης, υψηλή ανεργία των νέων, φυλετικές συγκρούσεις, πτώση του βιοτικού επιπέδου και οργή για τη μετανάστευση . Η Βραζιλία είναι μια διαφορετική ιστορία. Η δημοκρατία της είναι σταθερή. Η ανεργία των νέων βρίσκεται σε χαμηλά ρεκόρ. Ο βραζιλιάνικος ρατσισμός είναι μια εσωτερικευμένη πραγματικότητα, δεν είναι μια καθημερινή μάχη στους δρόμους -και ούτως ή άλλως, οι περισσότεροι από τους διαδηλωτές ήταν λευκοί. Την τελευταία δεκαετία έχει σημειωθεί η πιο σημαντική συνεχής άνοδος του βιοτικού επιπέδου στην ιστορία της χώρας. Όσον αφορά τους μετανάστες, αν και η Βραζιλία χτίστηκε από αυτούς, δεν έχει πλέον σχεδόν καθόλου. Μόνο το 0,5% του πληθυσμού έχει γεννηθεί στο εξωτερικό.
Όχι ότι οι Βραζιλιάνοι δεν έχουν τίποτα για να διαμαρτυρηθούν: πληρώνουν τους υψηλότερους φόρους από οποιαδήποτε χώρα εκτός του ανεπτυγμένου κόσμου (36% του ΑΕΠ) και παίρνουν ως αντάλλαγμα άθλιες δημόσιες υπηρεσίες. Το βίαιο έγκλημα είναι ενδημικό. Το κρακ πωλείται και καταναλώνεται ανοιχτά σε κάθε μεγάλο κέντρο της πόλης. Ένας εργαζόμενος με τον κατώτατο μισθό στο κέντρο του Σάο Πάολο, του οποίου ο εργοδότης δεν καλύπτει το κόστος μεταφοράς (μια υποχρέωση για τους επίσημους εργαζομένους) θα ξοδέψει το ένα πέμπτο των ακαθάριστων αποδοχών του, περνώντας ώρες μέσα στα ζεστά, υπερπλήρη λεωφορεία που πηγαινοέρχονται στην περιφέρεια της πόλης. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι νέο σε μια χώρα με χαώδη ανισότητα -και στην πραγματικότητα η οικονομική ανάπτυξη κατά την τελευταία δεκαετία έχει φέρει τα μεγαλύτερα κέρδη για εκείνους που βρίσκονται στο κάτω μέρος του σωρού.
Γιατί λοιπόν τώρα; Ένας λόγος είναι σίγουρα μια πρόσφατη άνοδος του πληθωρισμού, η οποία έχει αρχίσει να κατατρώει την αγοραστική δύναμη της μεγάλης πλειοψηφίας των Βραζιλιάνων που ζουν με χαμηλά εισοδήματα, όπως και μια μεγάλη αύξηση στην καταναλωτική πίστη κατά τα τελευταία χρόνια που τους έχει αφήσει ιδιαίτερα πιεσμένους. Τα εισιτήρια των λεωφορείων δεν έχουν αυξηθεί για 30 μήνες (οι δήμαρχοι παγώνουν συνήθως τα ναύλα στις δημοτικές εκλογές, όπως το 2012, και τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους οι δήμαρχοι του Ρίο και του Σάο Πάολο συμφώνησαν να περιμένουν μέχρι τον Ιούνιο για την αύξηση, προκειμένου να βοηθήσουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να «μαγειρέψει» τα στοιχεία για τον πληθωρισμό). Στην πραγματικότητα, η αύξηση στα εισιτήρια λεωφορείων του Σάο Πάολο και του Ρίο δεν πλησιάζει καθόλου την αντιστοίχιση με τον πληθωρισμό αυτής της 30μηνης περιόδου. Όμως, τα εισιτήρια λεωφορείων είναι υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης, σε αντίθεση με άλλες ταχέως αυξανόμενες δαπάνες, όπως εκείνες για τη στέγαση και το φαγητό. Ίσως απλά να τα επέλεξαν ως αποδιοπομπαίο τράγο.
Γενικότερα, η ίδια η μεσαία τάξη που η Βραζιλία έχει δημιουργήσει κατά την τελευταία δεκαετία -40 εκατ. άνθρωποι έχουν ξεφύγει από την απόλυτη φτώχεια, αλλά εξακολουθούν να βρίσκονται οριακά στο να επιστρέψουν σε αυτήν, ενώ το 2009 ήταν το πρώτο έτος κατά το οποίο περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού θα μπορούσε να θεωρηθεί μεσαία τάξη- αναπτύσσει μια εντελώς νέα σχέση με την κυβέρνηση. Βλέπουν την περαιτέρω βελτίωση του βιοτικού επιπέδου τους ως το δικαίωμα να παλέψουν με νύχια και με δόντια για να μην επιστρέψουν στη φτώχεια. Και αντί να είναι ευγνώμονες για τα ψίχουλα που του πετάνε περιστασιακά τα τραπέζια των πλουσίων Βραζιλιάνων, αφυπνίζονται συνειδητοποιώντας το γεγονός ότι πληρώνουν φόρους και αξίζουν κάποιο αντάλλαγμα. Ίσως η θριαμβολογία της κυβέρνησής τους για τα λαμπερά νέα γήπεδα να ήταν το τελικό χτύπημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Recent Posts

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου