http://olympia.gr/2011/08/02/%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%B8%CE%B5%CE%AF%CF%84%CE%B5-%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B5%CE%BA%CE%B4%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB/
Γράφει ο Γιώργος Φουντούκογλου
Με την λέξη «πολιτισμό» εννοούμε έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής ενός λαού ο οποίος εκφράζεται μέσα απ’ τις τέχνες, τα γράμματα και τους θεσμούς σε όλες τις εκφάνσεις του καθημερινού βίου. Ως εκ τούτου ο τρόπος που χτίζουμε τα σπίτια μας, ο τρόπος που πολιτευόμαστε στα δημόσια γεγονότα, ακόμα και ο τρόπος που φωτίζουμε το δωμάτιο μας, είναι πολιτισμός. Δίχως επιβολή από κάτι ανώτερο, ο πολιτισμός γεννάται μέσα απ’ τις ανάγκες μας να πλησιάσουμε την Αλήθεια και να αποκωδικοποιήσουμε τα ορατά και τα αόρατα αυτού του κόσμου, να τους δώσουμε μία άλλη αφή στις καθημερινές τριβές του κόσμου, να ψηλαφήσουμε ιδεατά το νόημα όσων δεν ξέρουμε αλλά πιστεύουμε απόλυτα στην ύπαρξη τους, κι έτσι να βγούμε απ’ το στερεότυπο μόρφωμα της λογικής μας και νοητά να αγγίξουμε ότι μας υπερβαίνει και μας ξεπερνά, είτε αυτό είναι το βάθος της αιωνιότητας είτε ένα απλό φύσημα του ανέμου το οποίο δεν ξέρουμε από έρχεται και πηγαίνει. Πάνω σ’ αυτήν την άξια λειτουργία της αρμονικής αναζήτησης για την Αλήθεια, οι Έλληνες δημιούργησαν τον πολιτισμό τους, έφτιαξαν έργα απαράμιλλης ομορφιάς, συνέγραψαν αριστοτεχνικού λόγου κείμενα, φιλοτέχνησαν κάθε ανώτερη κίνηση των νόμων της φύσεως, σκεπάζοντας το χάσμα ανάμεσα στα ορατά και τ’ αόρατα, άλλοτε με την μορφή ενός αγάλματος που αποκαλύπτει το κάλλος των σωμάτων που αθλήθηκαν στην έξοδο απ’ τις ανάγκες της φύσης, κι άλλοτε με την μορφή ενός ποιήματος που φανερώνει μέσα απ’ τους στίχους του όσα η λογική αδυνατεί να κατανοήσει. Έτσι αθλήθηκαν στο πνεύμα οι πρόγονοι μας, κι έτσι μεγαλούργησαν στις τέχνες και τα γράμματα. Τι γίνεται όμως, όταν ο πολιτισμός ενός λαού είναι κατασκεύασμα από φανταστικές ανάγκες που του υποβλήθηκαν, ευνουχίζοντας την ικανότητα του να διακρίνει το ψέμα απ’ την αλήθεια;Τα αποτελέσματα είναι τραγικά! Ο λαός τρομαγμένος από την στέρηση της ταυτότητας του, ζητάει κάπου ν’ ακουμπήσει. Εκεί, ακριβώς, την ανασφάλεια του έρχεται να καλύψουν τα διάφορα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, τα οποία σε πρώτο χρόνο λειτουργούν ως υποκατάστατα του πολιτισμού, και σε δεύτερο χρόνο επιδιώκουν να αφομοιώσουν τις τέχνες και τα γράμματα και να προσαρμόσουν τα πάντα στις ανάγκες τους. Διότι μπορεί ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα να μην μας μαθαίνει τον τρόπο να υπερβούμε την στερεότυπη λογική του κόσμου και να δούμε τα ορατά υπό άλλη οπτική μέσα από ένα έργο τέχνης, όμως μας μαθαίνει τον τρόπο να φτιάχνουμε νόμους και να συντάσσουμε συντάγματα τα οποία ο «καλός αθλητής» των κομμάτων μπορεί και τα υπερβαίνει. Εδώ κρύβεται όλη η πονηριά των ιδεολογικών συστημάτων, δεν αρνούνται την θεμελιώδη ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης για άσκηση ενός άλλου τρόπου ζωής που ξεπερνά την παγιωμένη λογική, αλλά έρχεται και δίνει άλλη κατεύθυνση στις ανάγκες της ανθρώπου, τις βάζει στο στόχαστρο του καθημερινού αγώνα υπό νέα μορφή, τις μετουσιώνει σε καύση για την κίνηση των ιδεολογικών δομών του λαού και τις συγκεφαλαιώνει στο ατομικό συμφέρον εξαργυρώνοντας τις τέχνες και τα γράμματα με την ρευστότητα του παρόντος κόσμου. Άρα, σου λέει και μου λέει το σύστημα: «αθλήσου, τρέξε, σκέψου, η ζωή φεύγει, βρες νέους τρόπους να πετύχεις, όμως όχι για την ουσία της ζωής που είναι η έξοδος από τις ανάγκες της φθαρτότητας, αλλά για την ρευστότητα της ύλης σου, για την κίνηση των ατομικών σου συμφερόντων». Έτσι, λοιπόν, τρέχαμε όλοι να πάρουμε δάνεια, κάρτες, να χτίσουμε σπίτια και ν’ αγοράσουμε οτιδήποτε γυαλίζει στο μάτι, για το «εγώ» μας, για τα δικά μας όνειρα, χτίσαμε τον «πολιτισμό των μηχανών» και δημιουργήσαμε τις «τέχνες και τα γράμματα των αριθμών», για την δική μας ηδονή κάναμε τρόπο ζωής την απάτη, το παράπλευρο κυνήγι των ψηφιακών οργασμών, διότι η Ακρόπολη κι η Αγιά Σοφιά δεν είχαν τίποτα να μας πουν, αυτό που μας τρέλαινε ήταν οι ουρανοξύστες των Βρυξελλών, τα μεγάλα στάδια των τελικών του ποδοσφαίρου, τα πανάκριβα και θεόρατα σκηνικά του Hollywood κι οι βίλες των stars, διότι όλα αυτά ενσαρκώνουν την δίψα μας για μέγεθος, για υπεροχή έναντι των άλλων, για ανάστημα μεγαλύτερο των προγόνων μας, γι’ αυτό και αυτοανακηρυχθήκαμε «προοδευτικοί» κατηγορώντας τους άλλους ως αναχρονιστικούς και οπισθοδρομικούς.
Κοίτα τώρα προσκυνημένε οπαδέ των κομμάτων τον πολιτισμό που έφτιαξες, και κλάψε! Διότι πέρα από νόμους και αριθμούς, δεν έχεις τίποτα να παρουσιάσεις, από τα ηχεία στο stereo σου ακούγονται κραυγές δαιμονίων (δαιμόνια είναι τα τσιριχτά μακρόσυρτα επιφωνήματα της αμερικάνικης δισκογραφίας), από την τηλεόραση σου ομιλούν οι πράκτορες των τραπεζών και το νόμισμα σου έχει την σφραγίδα των μασόνων, και δεν ευλογείται! Απ’ τη στιγμή που πετάξαμε το πεντοχίλιαρο με την μορφή του Κολοκοτρώνη και το πεντακοσάρικο με τον Καποδίστρια, το ευρώ δεν ευλογείται ούτε πρόκειται ν’ αυγατίσει στα χέρια σου, διότι όπως λέει κι ο Χριστός στο Ευαγγέλιο, «αποδώστε τα του Καίσαρα στον Καίσαρα», του καίσαρα ήταν το νόμισμα της εποχής εκείνης, και των μασόνων είναι το σημερινό! Γι’ αυτό κάτσε και κλάψε προσκυνημένε οπαδέ των κομμάτων, διότι το εργαλείο για τις εμπορικές σου συναλλαγές, το κόβουν οι μασόνοι, μασόνοι στο δίνουν και μασόνοι στο διαχειρίζονται, όμως ευτυχώς για τους πραγματικούς Έλληνες, το μασονικό εργαλείο των κομμάτων (δηλαδή το νόμισμα) δεν θα σταθεί για πολύ, θα έχει την ίδια τύχη με το εργαλείο του Καίσαρα, θ’ αφομοιωθεί κι αυτό στον πραγματικό πολιτισμό που γεννάται στην Ευρώπη.
Και είναι μεγάλη οδύνη για τους πατριώτες να βλέπουν τα αδέρφια τους να προσκυνούν τα νέα ήθη, τα επίπλαστα και τα εθνοκτόνα… Μεγάλη οδύνη κι ανυπόφορη για όλους τους Έλληνες που αγαπούν την ελευθερία! Διότι πως γίνεται να συνυπάρξει ο εξατομικευμένος νεοέλληνας που υποδουλώθηκε στο «American Dream» και το έντυσε με τα κουρέλια της μεταπολίτευσης, με τον παραδοσιακό και απλό Έλληνα που αγαπάει την πατρίδα του; Πως γίνεται να έχουμε κοινούς στόχους, όταν εσύ πιστεύεις ότι η Ελλάδα είναι σουβλάκι και συρτάκι, κι εγώ πιστεύω ότι είναι το σύμβολο της ελευθερίας των λαών με χώμα αγιασμένο από εκατοντάδες νεομάρτυρες; Πώς να ενώσουμε τις δυνάμεις μας, όταν εσύ αγωνίζεσαι για τον εκσυγχρονισμό και τον εκδυτικισμό της Ελλάδας κι εγώ για τις παραδόσεις μας, για τα ιερά και τα όσια μας που αντέχουν χιλιάδες χρόνια; Πως θα γίνει αυτό; Με ποιον τρόπο; Ίσως με αλληλοκατανόηση, θα μου πουν κάποιοι, δηλαδή με τον γνωστό τρόπο των κομμάτων. Τα «φέουδα» των υπουργών ως πυρήνας της Ελλάδας και γύρω γύρω οι «προσκυνημένοι». Μόνο έτσι! Με τους στρατευμένους πολίτες να καρπώνονται τα πάντα σ’ αυτόν τόπο και με τους απονήρευτους και απλούς πατριώτες στην απέξω. Μόνο έτσι! Πως αλλιώς; Χωρίς να θέλω να κάνω επίθεση, πραγματικά αναρωτιέμαι και πολύ προβληματίζομαι. Ας μου απαντήσει, όμως, κάποιος νοήμων άνθρωπος, κι εγώ θα το βουλώσω! Μέχρι όμως να πάρω λογική απάντηση, εγώ θα αγωνίζομαι για τον Ελληνικό πολιτισμό, όσο αντέχω και μ’ όλες μου τις δυνάμεις, διότι ήρθε η ώρα να χωριστεί η ήρα απ’ το στάχυ! Ναι, ήρθε η ώρα σ’ αυτόν τον τόπο, να χωριστεί ο Νεοέλληνας που νομίζει ότι η Ελλάδα είναι disco και καφενείο υπόδουλων ηθών, απ’ τον πραγματικό Έλληνα που γνωρίζει ότι η Ελλάδα είναι το λίκνο της δημοκρατίας κι ο πυροκρουστήρας της ελευθερίας των λαών. Ήρθε η ώρα, να πάρουνε τις τζιπάρες τους οι Νεοέλληνες μαζί με τους Ευρωπαίους και να πάνε αλλού να επενδύσουν τα όνειρα τους, σ’ άλλα στοιχήματα σ’ άλλες αυλές του καπιταλισμού, και ν’ αφήσουν ήσυχους τους Έλληνες να φτιάξουν τον πολιτισμό τους και να χτίσουν μια καλή παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.
Πλέον η Ελλάδα δεν αρέσκεται σε επενδύσεις, ούτε έχει ανάγκη από άλλα εισαγόμενα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, έναν αληθινό ηγέτη χρειάζεται που θα ξεκολλήσει τον λαό απ’ την θέα των οικονομικών αναλυτών και θα τον βάλει να ασχοληθεί με τα πραγματικά προβλήματα αυτού του τόπου. Έναν απλό και τίμιο ηγέτη χρειάζεται, που σε πρώτη φάση θα πείσει τον λαό ότι το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, είναι πολιτισμικό, και σε δεύτερη φάση με το παράδειγμα του και τον τρόπο της ζωής του θα οδηγήσει τον λαό σε ηρωικές αποφάσεις που θα ξεβράσουν από μόνες τους τα κατάλοιπα του εκδυτικισμού στην χώρα μας. Ούτε όπλα, ούτε κρεμάλες, ούτε αντάρτικο των πόλεων, γενναίες αποφάσεις να πάρει ο λαός εμπνεόμενος από έναν γενναίο ηγέτη, κι όλα θα βρουν τον δρόμο τους! Το έθνος θα αναστηθεί! Όμως μέχρι να γίνει η ανάσταση, ο νεκρός που κηδεύεται κάθε μέρα σ’ αυτόν τον τόπο, είναι το πνεύμα μας, η σκέψη μας, το χαμόγελο μας. Και επιτέλους, έλληνες, ξεκολλήστε απ’ τους οικονομικούς αναλυτές και όλους αυτούς τους απατεώνες της κατάμαυρης παραοικονομίας. Και φυσικά, δεν μιλάω για τους καταρτισμένους και μεγάλους επιστήμονες όπως ο κύριος Καζάκης που μάχεται για το καλό των Ελλήνων, μιλάω για όλους αυτούς που έπεισαν τον λαό ότι το πρόβλημα είναι οικονομικό και όχι πολιτισμικό (ούτε καν κοινωνικό). Και ρωτάω (εγώ ο αφελής και ο βλάκας που δεν είμαι τίποτα): όταν η βρύση μου στάζει νερά, τι θα κάνω, θα αγοράσω νέο νεροχύτη επειδή πλημμύρησε ή θα φτιάξω την βρύση; Το νόμισμα είναι ένα από τα πολλά εργαλεία που χρειαζόμαστε για να φτιάξουμε κοινωνίες εν ελευθερία, όμως εμείς σαν αδαείς, περιμένουμε την σωτηρία από την αναβάθμιση και την εξέλιξη του εργαλείου που χρειαζόμαστε για τις ανάγκες μας, ενώ δίπλα μας δεν λειτουργεί τίποτα κι ο «καταλύτης» της παραγωγικότητας μας έχει πιάσει φωτιά. Τι θα κάνουμε, λοιπόν, σαν σκεπτόμενοι άνθρωποι; Πρώτα θ’ ανεβάσουμε τον «γενικό» και θα ξαναβάλουμε μπρος την ενεργητικότητα μας, μετά θα σβήσουμε την φωτιά, και εν συνεχεία θα αλλάξουμε το εργαλείο (ή θα κρατήσουμε το ίδιο με κάποιες αλλαγές στα τεχνικά του χαρακτηριστικά) και θα φτιάξουμε την βλάβη. Δεν γίνεται να έχει πιάσει φωτιά ο κινητήρας του αυτοκινήτου κι εγώ να προσπαθώ να φτιάξω τον πυροσβεστήρα μου; Όχι! Είναι παραλογισμός! Πρώτα θα σβήσω την φωτιά με ότι μέσο διαθέτω, και μετά θα φτιάξω και τον πυροσβεστήρα μου. Όμως η εξήγηση για το πρόβλημα που δίνουν τα Μ.Μ.Ε, είναι κι αυτό απόρροια της καταραμένης λογικής του νεοέλληνα που όλα τα μετράει σε χρήμα, τα αξιολογεί με βάση το χρήμα και τα προσαρμόζει στις ανάγκες της τσέπης του. Ε, όχι! Δεν μπορεί το χρήμα να δώσει πολιτική συνείδηση και κοινωνική ευαισθησία, ούτε μπορεί να κατεβάσει το ρουσφέτι απ’ τα μπαλκόνια των κομμάτων και να το στραγγαλίσει στην λογική της συλλογικής ευθύνης. Αν βγει, όμως, κάποιος πατριώτης σ’ ένα δημόσιο μέσο και μιλήσει φανερά γι’ αυτά τα πράγματα, οι «προσκυνημένοι» θα βγάλουν καντήλες, θα ουρλιάζουν ότι σπέρνει την διχόνοια και το μίσος στο έθνος. Και σε αστραπιαίο χρόνο, θα του κολλήσουν την ταμπέλα του φασίστα και του εθνικιστή.
Κάπως διαφορετικά δεν μπορούν να συμπεριφερθούν, διότι είναι δούλοι των συμφερόντων τους, και γι’ αυτό δεν μ’ ενδιαφέρει τι γράφει η ταυτότητα τους, ας γράφει Έλληνας, δεν μ’ ενδιαφέρει αυτού του είδους η ελληνικότητα που προσκυνάει το κόμμα, τρώει χάμπουργκερ, διαβάζει κώδικα Da Vinci, σφάζεται για τις ομάδες και κάνει ψηφοθηρία εις το όνομα της πρόσληψης του υιού της ή της θυγατέρας της. Δεν μ’ ενδιαφέρει αυτού του είδους η ελληνικότητα, το αντίθετο μάλιστα, την φοβάμαι, διότι έχει όλα τα έννομα δικαιώματα του έλληνα πολίτη, αλλά στο βάθος της, ζει και αναπνέει για τον δυτικό τρόπο ζωής. Και γι’ αυτό, είναι επικίνδυνη. Την απορρίπτω μετά βδελυγμίας! Πιο κοντά μου είναι ο Αφρικανός που προσπαθεί να μιλήσει ελληνικά και βλέπει την ελληνική υπηκοότητα ως ταυτότητα της ύπαρξης του, παρά ο νεοέλληνας που αρνήθηκε την μητρική του γλώσσα και βλέπει στην υπηκοότητα του την ευκαιρία να γίνει μέλος στα φέουδα των κομμάτων. Ποιο κοντά μου είναι ο Αλβανός που διψά να μάθει για τους ήρωες της Ελλάδας, παρά ο εκοσμικευμένος νεοέλληνας που προσπαθεί να τους αντικαταστήσει με αντίγραφα της διεστραμμένης του φαντασίας. Πιο κοντά μου είναι ο οποιοσδήποτε προσπαθεί να διασώσει κάτι από το ελληνικό πνεύμα και να το κάνει πρόταση για όλη την οικουμένη, κι ας γράφει ότι θέλει η ταυτότητα του, ας είναι μαύρος, λευκός ή κίτρινος.