Συνολικές προβολές σελίδας


Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Τρίτη 6 Αυγούστου 2013

Πέντε χρόνια χωρίς τον Γιώργο Τσαγκάρη (πρώην διευθυντή του Β' και του Γ' Προγράμματος της ΕΡΑ - 1949-2008)




http://flashmes.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=152:2008-09-30-08-33-39&catid=47:magazine-flash-messinia

Λίγα λόγια για τον Γιώργη
Προσπάθησα αρκετές φορές τις τελευταίες ημέρες να πάρω μολύβι και χαρτί να γράψω λίγες γραμμές για τον Γιώργη. Δεν τα κατάφερνα. Πώς να χωρέσει σε λίγες γραμμές ο Γιώργης, πώς να εγκλωβίσω σε λίγες γραμμές το υπέροχο ταξίδι που έκανα μαζί του τα τελευταία 20 χρόνια. Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να πρωτογράψω! Βλέπετε, τα όνειρα είναι καλύτερα να τα ζεις παρά να τα περιγράφεις.Το ίδιο συνέβη και σε αρκετούς συνταξιδιώτες που τους ζήτησα να μου γράψουν λίγα λόγια για τον Γιώργη. Κάποιοι, οι πιο δυνατοί, τα κατάφεραν, κάποιοι όχι. Αρκούμαι σ' αυτά, ελπίζοντας ότι ο φθοροποιός χρόνος θα μας δώσει τη δυνατότητα να του ανταποδώσουμε τα χρωστούμενα. Στο καλό, ακριβέ φίλε, σύντροφε, αδελφέ!
Πέτρος Α. Τσώνης
Στο καλό, Γιώργο Τσαγκάρη
Ένας σπουδαίος Έλληνας, ο Γιώργος Τσαγκάρης, το πρωί της 5ης Αυγούστου βιάστηκε να μετακομίσει στη γειτονιά των αγγέλων.Ίσως είχε απηυδήσει από τα τεκταινόμενα στην πολιτική και πολιτιστική ζωή του τόπου μας και ένιωσε την ανάγκη να συναντήσει τον Μάνο Χατζηδάκι, τον Γιάννη Ρίτσο, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Μάνο Λοΐζο, τον Τάσο Λειβαδίτη, τον Νίκο Γκάτσο, τον Πάνο Γεραμάνη και τόσους άλλους ωραίους Έλληνες. Για το έργο και την προσφορά του Γιώργου Τσαγκάρη στον πολιτισμό μας θα μιλήσουν πολλοί και θα κρίνει ο χρόνος και η ιστορία.Εγώ θα εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου που με επέλεξε για το τελευταίο σπουδαίο έργο του, την "Ελλαδογραφία". Θα δώσω μια υπόσχεση στη μνήμη του, να προσπαθήσω με όλες μου τις δυνάμεις για να έχει η "Ελλαδογραφία" την πορεία και το ταξίδι που ήθελε ο Γιώργος. Και ξέρω πολύ καλά τι ήθελε και τι προσδοκούσε, γιατί επί 6 μήνες εργαζόταν για να έχουμε το αποτέλεσμα που αυτή τη στιγμή χαίρεται και απολαμβάνει ο κόσμος, αλλά, δυστυχώς, δε χαίρεται και δεν απολαμβάνει ο δημιουργός της "Ελλαδογραφία" Γιώργος Τσαγκάρης. Θα αφιερώσω στη μνήμη του ένα τραγούδι που μου βγήκε αυθόρμητα το απόγευμα της 5ης Αυγούστου:

Μυαλό μαχαίρι κοφτερό
πνεύμα ουράνιο λεύτερο
λόγος αντρίκειος καθαρός
πανάκριβος και στιβαρός.
 Στο καλό Γιώργο Τσαγκάρη
Έλληνα, και παλικάρι,
ποιος θα αντέξει για να πάρει,
φίλε, το δικό σου χνάρι.
Στο καλό Γιώργο Τσαγκάρη
του πολιτισμού φεγγάρι
το έργο σου προσκυνητάρι
λαμπερό μαργαριτάρι.

Γιάννης Λεμπέσης
Πένθος χαροποιό η Zωή Πένθος χαροποιό ο Έρωτας Πένθος χαροποιό η Γέννηση Πένθος ο Θάνατος
Είναι τα δικά σου λόγια… Κι είναι έτσι. Το πένθος διάχυτο από τη στιγμή που έφυγες. Έφυγες γρήγορα… πολύ γρήγορα… σε ήξερα μόλις 11 μήνες. Δεν αξιώθηκα καν τα γενέθλια της γνωριμίας μας. Κι όμως έμαθα τόσα πολλά δίπλα σου.Έμαθα τι σημαίνει γνήσιο, αληθινό, τίμιο. Είδα τι σημαίνει αγώνας, πείσμα, σκοπός. Έμαθα ν' ακούω και να βλέπω το όμορφο… Να κλείνω τα αυτιά και τα μάτια στο άσχημο. Εσύ έλεγες ότι τα μάτια μου σου προκαλούν εμπιστοσύνη... Εγώ έλεγα ότι η συντροφιά σου με χαλαρώνει και με ηρεμεί. Κάναμε όνειρα και σχέδια για έργα και παραστάσεις… Κι ήταν πολλά… Τόσα πολλά!!! Μου έλεγες πόσο τυχεροί είμαστε που μπορούμε να ονειρευόμαστε με θέα το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας! Μου έλεγες "διάβασε ποίηση και μη φοβάσαι τίποτα"… και λέγαμε λέγαμε … Και μετά άρχιζε η άλλη κουβέντα…
Το άλλο λεξιλόγιο που είχαμε κι οι δυο, πλούσιο… Και τότε γελάγαμε τρελά. Μια μέρα εντελώς ξαφνικά μου είπες ότι έχεις γράψει ένα γράμμα για τη μαμά μου… Μα δεν την ξέρεις, βιάστηκα να σου πω. Ε και; Ξέρω εσένα… ήταν η απάντησή σου και η αφορμή να τρέξουν τα μάτια σου και να αρχίσεις να μου μιλάς για τη μαμά σου, που τόσο λάτρευες!!! Προσπαθούσες να κόψεις το κάπνισμα και μου ζητούσες ενοχικά ένα τσιγάρο… Μου ζητούσες μόνο το πρώτο ενώ τα υπόλοιπα δέκα τα έπαιρνες ρουτινιάρικα στη ροή της κουβέντας. Φεύγαμε κι έπαιρνες από το περίπτερο ένα πακέτο για σένα και δύο για μένα!!! Σου έλεγα ότι μου άρεσε η ατάκα που έλεγες… "θα ανταμώσουμε". Ήταν κι η τελευταία σου κουβέντα που άκουσα και την έχω έντονα στα αυτιά μου… "Θα ανταμώσουμε αύριο, αγοράκι μου".
Όμως δεν έγινε. Έφυγες γρήγορα... βιαστικός για την αγκαλιά της μάνας σου. Τώρα θέλω να της στείλω εγώ ένα μήνυμα. Τι κι αν δεν την ήξερα; Ήξερα εσένα…!!! Θέλω να της πω… ότι πρέπει να νιώθει περήφανη για σένα… για τον καλλιτέχνη… για τον άνθρωπο που έφερε στον κόσμο κι ακόμη να μην σε αφήσει ποτέ ξανά από την αγκαλιά της… αυτήν την αγκαλιά… που εμείς όσοι είχαμε την τύχη να σε γνωρίσουμε, ξέρουμε καλά πόσο σου έλειπε!!!! Καλό ταξίδι, φίλε μου Γιώργο… και σε ευχαριστώ για όλα!
Κώστας Κατσουλάκης
Για τον Γιώργο Τσαγκάρη 
Ο Γιώργος Τσαγκάρης υπήρξε ένα πουλί αποδημητικό, που μας έκανε τη χάρη να μείνει για λίγο καιρό κοντά μας, για να μας χαρίσει τις σπάνιες μουσικές του, για να προωθήσει την ποίηση της χώρας, για να μας διδάξει πώς μέσα από την φαντασία γίνεται το καλό ραδιόφωνο, εκείνο που τέρπει, διασκεδάζει, ψυχαγωγεί, καλλιεργεί την αισθητική, αλλά και διεγείρει συνειδήσεις. Τον γνώρισα κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης από ένα άλλο αποδημητικό πουλί, τον Τάσο Λειβαδίτη, και πάραυτα, λόγω της αμεσότητας, της απλότητας και κυρίως της ειλικρίνειας που τον διέκρινε, γίναμε φίλοι και κάναμε παρέα στενή, γυρνώντας - συνήθως τη νύχτα στα μπαράκια - συζητώντας ασταμάτητα τα σχέδιά μας, είτε εξωτερικεύοντας ακόμη και τα πιο παράτολμα καλλιτεχνικά όνειρά μας.
Δούλεψα αρκετές φορές κοντά του, και ποτέ δεν θα ξεχάσω τις μεγαλειώδεις εκδηλώσεις για τον Σεφέρη και τον Ελύτη στην Στοά του Βιβλίου, όπου, αντί για ηθοποιούς, προτίμησε να διαβάσουν τα ποιήματα μια πλειάδα ζώντες ποιητές. Τις "Τρίτες του Τρίτου" ακόμη, επίσης ποιητικές αναγνώσεις, στο "Θέατρο Εξαρχείων", που μεταδίδονταν και απευθείας μάλιστα από το "Τρίτο", την πεντάλεπτη εκείνη καθημερινή εκπομπή με τον τίτλο "Ήχοι της σιωπής", επίσης, με άλλον συγγραφέα κάθε μέρα, όπου εγώ προσωπικά, μετά το Μάνο Χατζιδάκι, ήταν η πρώτη φορά που εισέπραξα την ελευθερία εκείνη που θεωρούσα αναγκαία για να λειτουργήσω απόλυτα ποιητικά, και την πιο μαγική εκδήλωση της μέχρι τώρα ζωής μου, την εκδήλωση μουσικής και ποίησης στον Αρχαιολογικό Χώρο της Μονής Δαφνίου, μαζί με τον Γιώργο Χρονά, τον Μιχάλη Γκανά, την Δήμητρα Χριστοδούλου, τον Δημήτρη Καλοκύρη, την Νατάσα Χατζιδάκι και την Μαρία Λαϊνά. Εκεί μάλιστα τον βρήκα, καθότι πήγα λίγο νωρίτερα, μαζί με τους ηλεκτρολόγους να φτιάχνει την εγκατάσταση και τις μικροφωνικές, γιατί ο Γιώργος Τσαγκάρης τα υπολόγιζε όλα, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, αθόρυβα όμως πάντα, όπως ακριβώς αθόρυβα διάλεξε και να φύγει. Θυμάμαι μια φορά - όχι πολύ παλιά - που με συνάντησε στην οδό Αθηνάς κρατώντας στα χέρια μου μια κλειδαριά ασφαλείας, καθώς και ένα σιδερένιο κοντάρι. "Για τους κλέφτες", του είπα. "Καρδούλα μου", μου είπε όπως τρυφερά συνήθιζε να μιλάει, "μη τους φοβάσαι τους κλέφτες. Όταν ανοίξουν και μπουν στο σπίτι μας θα καταλάβουν αμέσως ότι έπεσαν σε φιλαράκια, θα ξανακλείσουν και θα φύγουν". "Και ο μεγάλος κλέφτης;" τον ξαναρώτησα. "Α, αυτός είναι μέσα στο σπίτι ήδη.Μας τον έκανε δώρο ο μπαμπάς και η μαμά μας από την κούνια". "Γεια σου, ρε Γιωργάκη μάγκα, γεια σου, ρε Γιωργάκη, σε όλα σου απρόβλεπτε" του είπα τότε, και ήμουν σίγουρος πως δεν έπεφτα έξω, γιατί πράγματι απρόβλεπτος σε όλα του ήταν ο Γιώργος Τσαγκάρης. Το ξυπνητήρι ήταν που, ενώ το περιεργάζεσαι αμέριμνος, νομίζοντας ότι έχει αδρανήσει, αυτό ξάφνου αρχίζει να χτυπά και πάλι, αφυπνίζοντας περίοικους, εφησυχασμένους και φίλους, αλλά και το κλειδί ήταν, που θα το βρούνε κάποτε κάποιοι, νεότεροι, αλλά δεν θα ξέρουνε δυστυχώς, αλλά ούτε και θα υπάρχει πλέον κανείς και από όσους τον έζησαν, για να τους δείξει, για να τους δείξει την πόρτα του.
Γιώργος Μαρκόπουλος

Τρίτη 5 Αυγούστου 2008 ώρα 08:00: Έφυγε από τη ζωή πρόωρα ο Συνθέτης και Μουσικολόγος Γιώργος Τσαγκάρης. Είχα την τιμή να είμαι φίλος του από το 1971, όταν για πρώτη φορά διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας, στο θεατρικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, στα πλαίσια του θεατρικού έργου "Παπαφλέσσας". Εκείνος, ένας συνθέτης στα πρώτα του βήματα και εγώ 5ετής φοιτητής Ιατρικής. Η μουσική που έγραψε για αυτό το έργο ήταν ένας ύμνος προς την ελευθερία! Από τότε και λίγες ώρες πριν την ώρα που έφυγε από τη ζωή, πέραν της φιλίας που μας συνέδεε, έπαιζα και το ρόλο του προσωπικού του γιατρού.
Ο Γιώργος Τσαγκάρης γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε μουσική στο Εθνικό Ωδείο και νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Υπήρξε μεγάλος μουσικός δημιουργός. Οι γνωστές μουσικές του συνθέσεις αναφέρονται σε περισσότερες από 350 παραστάσεις έργων, από το αρχαίο δράμα έως και το σύγχρονο δραματολόγιο. Συνεργάστηκε με τα κρατικά και τα δημοτικά περιφερειακά θέατρα. Συμμετέσχε επανειλημμένα στα Φεστιβάλ Επιδαύρου, Αθηνών, Φιλίππων, Θάσου, Δωδώνης. Ήταν πάντα στο πλευρό των νέων καλλιτεχνών. Πόσες φορές δεν έγραψε μουσική για θεατρικά έργα με μόνη ανταμοιβή το ευχαριστώ των καλλιτεχνών; Συνοδεύοντας τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, σε πολλές επίσημες επισκέψεις του στο εξωτερικό, παρουσίασε έργα Ελλήνων συνθετών και δικά του, ως διευθυντής ορχήστρας. Θυμάμαι ακόμη τη στιγμή που μου τηλεφώνησε από την Περσέπολη για να μου αναγγείλει εμφατικά: "Γιώργο, περπατώ εκεί που περπάτησε ο Μέγας Αλέξανδρος!". Είχε διευθύνει κονσέρτα, πλην της Ελλάδας, σε Ουζμπεκιστάν, Ιράν, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Ρωσία, Ισραήλ, Παλαιστίνη, Σλοβενία, Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, ΗΠΑ, Χιλή, Αργεντινή, Βραζιλία και Ουρουγουάη. Ήταν βαθύς γνώστης της ελληνικής γλώσσας, ελληνολάτρης και αρχαιολάτρης.
Με αυτά τα χαρακτηριστικά εξηγείται γιατί αφιέρωνε μεγάλο μέρος από το χρόνο του στη μελέτη των αρχαίων κειμένων και επέλεγε τόπους αρχαίας λατρείας για αρκετές από τις μουσικές διοργανώσεις του. Θυμάμαι ακόμη τον Γιώργο (στις Δελφικές Εορτές που ο ίδιος καθιέρωσε από το 1997) να διευθύνει, στην Κασταλία κρήνη, τους διάσπαρτα τοποθετημένους σε φυσικές θέσεις μουσικούς της ορχήστρας, επί βράχου καθήμενος, στις 05.30 το πρωί κάποιου Ιουλίου. Οι ήχοι των κρουστών, που τόσο αγαπούσε, αντηχούν ακόμη στα αυτιά μου. Τη δεκαετία του '90 διατέλεσε διευθυντής του Δευτέρου και στη συνέχεια του Τρίτου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Για την προσφορά του στο Ελληνικό Θέατρο τιμήθηκε με το βραβείο "Κάρολος Κουν". Υπήρξε παραγωγός και σκηνοθέτης της τηλεοπτικής σειράς "Έλληνες Δημιουργοί και Ερμηνευτές". Το 1992 απέσπασε το πρώτο βραβείο στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Σύνθεσης που πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της Ολυμπιάδας της Βαρκελώνης με το συμφωνικό ποίημα "Προμηθέας", υπό τους ήχους του οποίου η ολυμπιακή φλόγα εισήλθε στο Στάδιο. Βραβεύθηκε στο κινηματογραφικό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1997. Έχει συγγράψει το "Λεξικό της αρχαίας Ελληνικής Μουσικής και Ορχηστικής", καθώς και αρκετές ποιητικές συλλογές ("Τοπία" και "Ουκ Απέσβετο" κ.ά.), για μία από τις οποίες ("Ανένδοτος Ηλίου") ήταν υποψήφιος Του Γιώργου Ι. Μπαλτόπουλου Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών για βράβευση. Από τις τελευταίες σημαντικές εργασίες του ήταν η τελετή υποδοχήςδιανυκτέρευσης της Ολυμπιακής Φλόγας στον ιερό χώρο των Δελφών. Υπήρξε καλλιτεχνικός Διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας από τον Οκτώβριο του 2007. Στους 10 μήνες της παρουσίας του στην Καλαμάτα έδωσε μιαν άλλη πνοή στο ΔΗΠΕΘΕ.
Ανέβασε θεατρικά έργα, θεμελίωσε το θεσμό πλέον των Αλεξανδρινών Απογευματινών, διοργάνωσε τα πρώτα Πολυδούρεια, θεσμοθέτησε τις βραβεύσεις με τον τίτλο: "Μεσσηνίας Γης Τέκνα Άξια", στα πλαίσια των Πολυδουρείων, και πολλά άλλα. "Ήταν ανήσυχος, ποιητικός, φωτισμένος, όμορφος και ωραίος άνθρωπος, ωραίος Έλληνας! Είχε ιδέες. Ή- ταν δημοκράτης. Τον αγάπησαν πολλές ενδιαφέρουσες γυναίκες. Γιατί άξιζε αφοσίωσης και αγάπης. Και είχε και φίλους. Στενούς φίλους", όπως έγραψε ο Λ. Παπαδόπουλος. Καίτοι δεν ήταν από την Καλαμάτα ήταν αποφασισμένος να τα δώσει όλα για τα πολιτιστικά δρώμενα σε αυτή. Ήταν τόσο αποφασισμένος για την επιλογή του αυτή που εκμυστηρεύτηκε στον Λευτέρη Παπαδόπουλο: "Η Καλαμάτα είναι η τελευταία μου ελπίδα. Αν πετύχω, πέτυχα. Αν αποτύχω, δεν ξαναγυρίζω στην Αθήνα. Αν πεθάνω, γιατί η υγεία μου, όπως ξέρεις, είναι επισφαλής, στην Καλαμάτα θέλω να με θάψουν. Την Αθήνα, εγώ ο Καισαριανιώτης, την έχω σιχαθεί...". Η καλλιτεχνική φύση του και οι ευαισθησίες του αναδεικνύονταν σε κάθε περίπτωση, ακόμη και κάτω από άσχημες καταστάσεις. Ήταν τον Μάιο ή Ιούνιο του 2007 όταν βρισκόταν στην Καλαμάτα συζητώντας τη συνεργασία του με το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας.
Μιλήσαμε στο τηλέφωνο και αποφασίσαμε να φάμε μαζί στην αρχαία Ιθώμη, όπου θα με συναντούσε. Μου τηλεφώνησε την ώρα που ξεκινούσε από την Καλαμάτα προκειμένου να διευθετήσω τα του γεύματος. Κάποια στιγμή, επειδή αργούσε, του τηλεφώνησα για να δω πού βρίσκεται, οπότε ακούω τον Γιώργο με μια απεγνωσμένη φωνή να μου ζητά να πάρω έναν πυροσβεστήρα και να τρέξω αμέσως στο τελευταίο τμήμα του δρόμου Βαλύρας -Ιθώμης από το μοναστήρι του Βουλκάνου, προς την αρχαία Ιθώμη, γιατί το αυτοκίνητό του είχε πάρει φωτιά. Αυτό βεβαίως έκανα. Φτάνοντας εκεί συνάντησα τον Π. Τσώνη και τον Γιώργο, που έκανε εισπνοές το σπρέι του φαρμάκου του, γιατί είχε πάθει κρίση άσθματος, και το αυτοκίνητο να καίγεται. Αφού δεν καταφέραμε να σβήσουμε τη φωτιά, περιμέναμε στωικά την Πυροσβεστική βλέποντας το καιόμενο αυτοκίνητο. Κάποια στιγμή, χωρίς καμιά προειδοποίηση, το αυτοκίνητο άρχισε να αναβοσβήνει τα φώτα του και να χτυπά το κλάξον του. Μετά από λίγο αφού η φωτιά είχε καταστρέψει κάθε τι, το αυτοκίνητο σταμάτησε το αναβόσβημα των φώτων και τον ήχο του κλάξον. Τότε, ο τόσο ευαίσθητος καλλιτεχνικά Γιώργος είπε: "Είδες, ρε Γιώργο, το καημένο, ήθελε να με αποχαιρετήσει!".
Η Καλαμάτα, αναγνωρίζοντας την πολιτιστική προσφορά του στη Μεσσηνία και διαβλέποντας τη δυναμική του Γιώργου Τσαγκάρη, δια του δημάρχου της Παναγιώτη Νίκα, του παρέδωσε τιμητική πλακέτα, την Κυριακή 4 Αυγούστου 2008. Τραγική ειρωνεία, όταν κάποιοι άνθρωποι αναγνώρισαν την αξία του, ο Γιώργος έφυγε για πάντα. Βεβαίως, αυτό που αυτός άρχισε, η τοπική κοινωνία με τις σωστές επιλογές της, δια των τοπικών της αρχόντων, οφείλει να το συνεχίσει. Θα είναι η ωραιότερη εκδήλωση μνήμης σε αυτόν τον πρωτοπόρο, τον οραματιστή, τον Έλληνα. Στις 9 Μαΐου, στα πλαίσια των Πολυδούρειων 2008, μου εκμυστηρεύτηκε πώς έβλεπε το αύριο για την Καλαμάτα. Μου είπε: "Γιώργο, σκέφτομαι να εισηγηθώ τη δημιουργία Λαϊκού Πανεπιστημίου, όχι για απονομή πτυχίου, αλλά για την επιμόρφωση του κόσμου. Θα βοηθήσεις από τη θέση που κατέχεις;". Πώς μπορούσα να αρνηθώ την υλοποίηση ενός οράματος που αφορά στην Καλαμάτα, όπου κι εγώ πήρα τα πρώτα φώτα και βίωσα τη λαϊκή επιμόρφωση στην Λαϊκή Σχολή Καλαμάτας της τότε εποχής; Ο Γεώργιος Τσαγκάρης υπήρξε σπουδαίος άνθρωπος της Τέχνης και του Πολιτισμού, με μεγάλη προσφορά στην πατρίδα και τη Μεσσηνία. Εμείς οι Μεσσήνιοι, τιμώντας τη μνήμη του, θα συνεχίσουμε τις δικές του προσπάθειες για μια καλύτερη Καλαμάτα, για μια καλύτερη Μεσσηνία.
Γιώργο, ας είναι ελαφρύ το μεσσηνιακό χώμα που σε σκεπάζει.
Του Γιώργου Μπαλτόπουλου-Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μνήμη Γ.Τσαγκάρη
Έλεγα σήμερα να σας αποχαιρετήσω για τη συνηθισμένη σ' αυτή μόνο τη στήλη αγρανάπαυση, μέρα πού 'ναι, μια νέα Oλυμπιάδα αρχίζει, κι ο Χάρος δεν με άφησε. O Γιώργος Τσαγκάρης που κηδεύτηκε χθες στην Καλαμάτα, που τόσο ξαφνικά μας παράτησε σύξυλους, υπήρξε φίλος, συνεργάτης σταθερός και πολύτιμος. Πέρα από το σπουδαίο μουσικό του έργο, είχε εμπνεύσεις που τον τιμούσαν σαν σκεπτόμενο άνθρωπο. Όσα χρόνια ήταν διευθυντής του Τρίτου άνοιξε τον σταθμό στην ευρύτερη φιλόμουση κοινωνία. Συναυλίες στην Πινακοθήκη, στο Μοναστήρι της Καισαριανής, στο Δαφνί και στους Δελφούς. Θυμάμαι με συγκίνηση πώς τόλμησε να διοργανώσει μια μουσικοθεατρική εκδήλωση στις Φαιδριάδες πέτρες στις 6 η ώρα το πρωί. Ποιος θα το πίστευε πως την παρακολούθησαν χίλιοι ξένοι και Έλληνες επισκέπτες. Είπα δυο λόγια για το δελφικό ιδεώδες του Σικελιανού, τα μέλη του θιάσου του Τσακίρογλου έπαιξαν σκαρφαλωμένα στον βράχο "Προμηθέα" του Αισχύλου και η σοπράνο Μάρθα Αράπη τραγούδησε μελοποιημένο από τον Τσαγκάρη Σικελιανό.Πώς να ξεχάσω πως επί έξι ολόκληρα χρόνια από τον Oκτώβριο έως τον Απρίλιο κάθε Κυριακή πρωί 11-1 υλοποίησα την έμπνευσή του να ακουστούν ελληνικά κείμενα από τον Όμηρο έως σήμερα από τις πλέον καλλιεργημένες φωνές του ελληνικού θεάτρου και με σύντομες εισηγήσεις ειδικών πάνω στους συγκεκριμένους συγγραφείς ή σε εποχές. Ακούστηκαν Όμηρος (στο πρωτότυπο και στις έγκυρες μεταφράσεις, δίκην μεταφραστικής εποποιίας), τραγικοί, ιστορικοί, ρήτορες, Προσωκρατικοί, όλες οι φιλοσοφικές σχολές, Αλεξανδρινοί, Βυζαντινοί, Δημοτικό τραγούδι, Ακριτικά, Κρητική Λογοτεχνία έως τον Σολωμό και τον Κάλβο οπότε ο Τσαγκάρης παύτηκε από το Τρίτο. Κάθε Κυριακή η Στοά του Βιβλίου ήταν κατάμεστη, ενώ η εκπομπή μεταδιδόταν απευθείας στο Τρίτο. Παρήλασαν Παπαθανασίου, Βαλάκου, Κονιόρδου, Καζάκος, Φέρτης, Τσακίρογλου, Κ. Κωνσταντόπουλος και δεκάδες άλλοι. Επίσης Μερακλής, Γιατρομανωλάκης, Δάλλας, Μητσάκης,Πουχνέρ κ.τ.λ.Υπάρχουν αυτά τα ντοκουμέντα για να τον θυμόμαστε;
Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
Tελευταία παρτιτούρα για τον Γ. Τσαγκάρη...
Του Γιώργου Αρκουλή

Η αλήθεια είναι πως τον τελευταίο χρόνο στην Καλαμάτα, ο Γιώργος Τσαγκάρης είχε (ξανα)βρεί τον δρόμο προς τη δημιουργία. Ενα δρόμο που είχε φανεί πως 'στένευε' πολύ, όταν είχε υποχρεωθεί ν' αφήσει τη θέση του διευθυντή του Τρίτου Προγράμματος της Ραδιοφωνίας της ΕΡΤ, πριν χρόνια. Ζώντας στην Καλαμάτα με παρέα τις παρτιτούρες του, το πιάνο του, τα βιβλία του και ένα τηλέφωνο με το οποίο επικοινωνούσε με φίλους δημιουργούς και καλλιτέχνες, ο Τσαγκάρης είχε ως μότο : 'Φίλε μου, μπορεί στην άθλια Αθήνα να υπάρχει το χρήμα, όμως εδώ αναπνέεις ζωή'! Τι ειρωνία! Η ζωή έπαψε να κυλάει στις φλέβες του ανθρώπου της Τέχνης και του Πολιτισμού Τσαγκάρη, εκείνο το μοιραίο πρωϊνό, όταν στο νοσοκομείο της Καλαμάτας διαπιστώθηκε ο θάνατος από εμβολή ακριβώς στα 60 του χρόνια! Λίγες ώρες νωρίτερα, στο χωριό Αετός, είχε δοθεί η παράσταση 'Ελληνογραφία' που είχε στήσει με δικά του κείμενα, σκηνοθεσία του Κ. Κατσουλάκη και μουσικούς τον Γιάννη Λεμπέση και την κομπανία του. Οι συνεργάτες του, αποφάσισαν να συνεχίσουν την περιοδεία αυτής της παράστασης όπως είχε προγραμματίσει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕΚ, με αφιέρωση στη μνήμη τού δημιουργού και εμψυχωτή τους. Οσο για το εκκλησίασμα στην Υπαπαντή, ήταν αυτό που άξιζε στον σεμνό καλλιτέχνη. Πλήθος και δάκρυ βουβό, πένθος, ειλικρινές κατευώδιο σε ένα σεμνό φίλο από τους στενούς συγγενείς, τη σύντροφό του, τους φίλους του...Ο Γιώργος Τσαγκάρης ποτέ δεν πήρε άριστα σε θέματα επικοινωνίας, κι' αυτό γιατί έβαλε στην πορεία του σημαντικότερες προτεραιότητες. Το βιογραφικό του ο Τσαγκάρης το άφησε πλήρες: μουσική για σε σχεδόν 400 θεατρικές παραστασεις, συγγραφή βιβλίων, συνθέσεις πάνω στα περισσότερα είδη μουσικής κλπ. Συνεργάστηκε με κρατικά θέατρα αλλά και θιάσους ρεπερτορίου. Μελοποίησε ποίηση του μέγιστου Τάσου Λειβαδίτη. Δηύθυνε κονσέρτα με έργα Ελλήνων συνθετών στο εξωτερικό. Τιμήθηκε με τα βραβεία 'Κάρολος Κουν', Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ( 1997) αλλά Παγκόσμιου Διαγωνινισμού Σύνθεσης για το έργο του στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης ( 1992 ). Ολα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Τα 'άγνωστα' ήταν οι απλές ανθρώπινες συνήθειες που ο Γιώργος Τσαγκάρης ποτέ δεν άφησε παραπονεμένες. Αν και θιασώτης της κλασικής ( κυρίως ) μουσικής, έπιασε τον σφυγμό του κοινού ως διευθυντής του Β' Προγράμματος της ΕΡΑ. Λόγου χάρη, αυτός ήταν που έδωσε θάρρος σε έναν δημοσιογράφο, επειδή ένοιωσε το πάθος του για το λαϊκό και το ρεμπέτικπο τραγούδι. Ηταν ο - μακαρίτης κι' αυτός- Πάνος Γεραμάνης που του είχε προτείνει τακτικές ζωντανές εκπομπές για το λαϊκό τραγούδι, χωρίς να περιμένει πολλά πράγματα... Ο Τσαγκάρης, έκανε μόνο μία ερώτηση στον δημοσιογράφο: 'Μπορείς να μου φέρεις συνεντεύξεις για το ραδιόφωνο από τον Καζαντζίδη, τον Μπιθικώτση και τον Διονυσίου;'. Ο Γεραμάνης έκανε τρία τηλεφωνήματα και μετά από ισάριθμα λεπτά η συμφωνία είχε κλείσει, οι 'Λαϊκοί βάρδοι' μπήκαν στα ερτζιανά και διατηρήθηκαν ως την παραμονή του αιφνίδιου θανάτου του δημιουργού τους! Καλύτερός του φίλος στην Καλαμάτα, θεωρούνταν ο Πέτρος Τσώνης, ένας συνάδελφος που διευθύνει αυτό το εξαιρετικό περιοδικό ' Φλας ' και στέλνει ανταποκρίσεις σε αθηναϊκά φύλλα.Με τον Τσώνη, συνήθιζε κάπου κάπου να 'λειτουργεί' μια εκπληκτική 'ιεροτελεστία' με αντικείμενο το 'άγιο τσιπουράκι'. Κι' ας φώναζαν οι γιατροί και οι φίλοι ότι 'δεν έπρεπε να πίνει ούτε μια στάλα', ή 'κόψε το τσιγάρο, δεν το αντέχει το άσθμα σου'. Ο Τσαγκάρης, όχι ότι τους 'έγραφε' στα παλαιά του υποδήματα, όχι! Απλά, φιλοσοφώντας τη ζωή του, είχε αποφασίσει, προφανώς, να μη δίνει σημασία στις παραινέσεις, συνεχίζοντας να τροφοδοτεί με τις ανθρώπινες συνήθειες του μια καλά κρυμμένη μελαγχολία. Είναι αλήθεια, ότι ο Γιώργος Τσαγκάρης υπέφερε από άσθμα. Κι' όταν οι κρίσεις τον επισκέπτονταν - όπως πριν λίγους μήνες- τον έστελναν στο κρεββάτι του νοσοκομείου. Εκεί, ο καλλιτέχνης κοίταζε 'από πάνω του' τους γιατρούς ομοιόμορφα ντυμένους, και σκεφτόταν αν θα μπορούσαν ποτέ να στήσει με αυτούς μια συμφωνική ορχήστρα με βιολιά, ακουστικές κιθάρες, τσέλο, κοντραμπάσο και φλάουτο...Αιχμάλωτος ένοιωθε τις ώρες της κρίσης και το μόνο που τον ένοιαζε ήταν το 'πότε' θα πάρει εξιτήριο, να τρέξει να καθήσει στο σκαμπό του πιάνου του, να μιλήσει με τους στενούς του συνεργάτες, να δώσει οδηγία για 'ακόμη μία πρόβα', να στάξει στη γλώσσα του 'δυο ποτηράκια'...Κι' όσοι τον ζούσαν από κοντά, εχουν αντιληφθεί ότι ο Τσαγκάρης τον ένοιωθε 'δίπλα του' τον θάνατο αλλά ποτέ δεν έδειξε να τον φοβάται...
Θαρραλέα τον αντιμετώπισε, αφού γνώριζε καλά πως δεν θα μπορούσε να τον αφοπλίσει την κρίσιμη στιγμή της 'πικρής - και άνισης- συμφωνίας'!
ΥΓ. Γιώργο, οι φίλοι σου δεν πρόκειται να σε ξεχάσουν γιατί έμαθαν από εσένα. Ελπίζουν, εκεί που ταξίδεψες να 'περνάς καλά'. Κι' αν συναντήσεις τους 'μακρινούς' φίλους σου, δώστους ένα θερμό χαιρετισμό και μαζί ευχαριστήριο για όσα μας άφησαν.Στον Χατζιδάκι, στον Κάρολο Κουν, στον Γκάτσο, στην Κωστούλα Μητροπούλου, στον Λοϊζο, στον Μίμη Χρυσομάλλη και σε πλήθος ακόμη που φρόντισαν για τη γλυκά ψυχή μασ.
Γιώργος Τσαγκάρης
ο δεύτερος πλους
Τώρα που ο Γιώργος Τσαγκάρης έφυγε για πάντα από κοντά μας καλούμαστε να ανασυγκροτήσουμε τις σκέψεις και τις αναμνήσεις μας από εκείνον, να αναπλεύσουμε το ποτάμι της ζωής του, που ήταν πλούσιο, έστω και αν η πορεία του δεν ήταν μακρά. Μια ζωή αφιερωμένη στη μουσική τέχνη, ήδη από τα γυμνασιακά του χρόνια, του επέτρεψε στην πορεία του χρόνου να παραγάγει συνθέσεις για το θέατρο, κυρίως, αλλά και μουσικές επενδύσεις για την ποίηση, που επίσης αγαπούσε ιδιαίτερα. Υπήρξε πάντα συνθέτης, αλλά διετέλεσε και διευθυντής ορχήστρας δίνοντας συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, αλλά και στο εξωτερικό. Το ύφος της μουσικής του γραφής κατακτήθηκε σταδιακά, αν και στοιχεία του ήταν διακριτά από την αρχή. Το χαρακτήριζε μια στιβαρότητα στον ρυθμό, καθαρότητα στον ήχο, αλλά και μια διάχυτη λυρική διάσταση εμποτίζει το έργο με μια γλύκα, που ποτέ δεν έφτανε στο μελό. Διαφαινόταν καθαρά στα έργα του η προσπάθεια για μια σύνθεση του αυστηρού με το ήπιο, του απόμακρου με το οικείο, του ατομικού με το συλλογικό. Το εγχείρημα ήταν φιλόδοξο και θα τον πήγαινε ίσως ακόμα πιο μακριά, αν είχε τον χρόνο να συνεχίσει.
Πολλώ μάλλον που η φιλοσοφία της τέχνης του ήταν συνθετική και συνδυαστική και από μια άλλη άποψη. Από την αρχή τον ενθουσίαζε το χορόδραμα, διέθετε μεγάλη εξοικείωση με το θέατρο έχοντας εμβαθύνει στη λογική της δομής του, δίνοντάς μας έξοχες μουσικές συνθέσεις. Συνάμα, η καθαρή μουσική φόρμα και η ανθρώπινη φωνή έβρισκαν σ' αυτόν σπάνιες πηγές μελωδίας. Αν όλα αυτά μπορούσαν να συνδυαστούν, και συχνά συνδυάζονταν, το αποτέλεσμα ίσως ήταν ένα έργο συνθετικό επιμέρους όψεων, κάτι σαν όπερα ενός Έλληνα Βάγκνερ.
ΙΙ Το μουσικό και εν γένει καλλιτεχνικό έργο του Γιώργου Τσαγκάρη όχι μόνο δεν μπορεί να απογυμνωθεί, αλλά δεν μπορεί και να νοηθεί δίχως αναφορά στην ελληνικότητα, την ιδιάζουσα σ' εκείνον εθνική συνείδηση του σύνολου ελληνισμού. Το πάθος του για την ιστορία και η διόλου ερασιτεχνική γνώση της γι' αυτήν, συνάμα η αγάπη του για τον τόπο και τον λαό, διαμόρφωναν ένα υπόστρωμα πνευματικής ύλης, διάθεσης και νοοτροπίας που κατά καιρούς εκφραζόταν με τρόπο εκρηκτικό στα λόγια, στα γραπτά και ιδίως στις μουσικές του συνθέσεις. Ο Τσαγκάρης έδινε συχνά την εντύπωση ότι ήταν από τους καλλιτέχνες εκείνους που η δημιουργικότητά τους θα στέρευε αν βρίσκονταν μακριά από τον τόπο και τον λαό τους. Μια μυστική ένωση τον συνέδεε με τις πνευματικές ορμές, με το ήθος του ελληνισμού. Κάτι ανάλογο θαρρώ συνέβαινε και με τους Ρώσους κλασσικούς. Αυτός που ήταν "ωραίος σαν Έλληνας" δεν μπορούσε να ζήσει και να δημιουργήσει παρά μόνο στην Ελλάδα, την πνευματική, την αυθεντική Ελλάδα. Ούτε ήταν τυχαίο ότι επέλεξε μια εσχατιά του ελλαδικού ελληνισμού, την πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε κατά τον αγώνα της ανεξαρτησίας, την Καλαμάτα, για να αφιερώσει αυτό που τελικά αποδείχτηκε πως ήταν το τελευταίο διάστημα της ζωής του. Με βάση ή ορμητήριο το θέατρο (ΔΗΠΕΘΕ) λειτούργησε ως παραγωγός πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας, που ίσως κάποτε συνέπαιρνε και τον λαό της πόλης που κατέληξε.
ΙΙΙ Δεν ήταν άνθρωπος των σαλονιών ο Τσαγκάρης, αν και παντού θα μπορούσε να λάμπει και να κυριαρχεί με την ακτινοβολία της μορφής και της προσωπικότητάς του. Τα πρώτα παιδικά του χρόνια στην Καισαριανή και μετά στο Χαλάνδρι τον καθόρισαν αποφασιστικά. Όπως και το εργασιακό ήθος, η απλότητα και η εργατικότητα των γονιών του. Η ζεστασιά που απέπνεε προς τους ανθρώπους, ιδίως τους απλούς και απροσποίητους, η διάθεσή του να μοιραστεί μαζί τους τον πόνο και τον χρόνο του, έδινε την αίσθηση ενός διονυσιακού ανθρώπου που δεν δίσταζε να ξοδεύεται για τον άνθρωπο. Μην κρατώντας υπόλοιπα, μην έχοντας υστεροβουλίες. Ωριμάζοντας υπερέβαινε γαλήνια τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις τάξεις και τις παρατάξεις, τον πολιτισμό και την πολιτική, την ποίηση και τη μουσική. Συνέφαινε αργά και σταθερά τη δημιουργική του πορεία ανάμεσα στα επιμέρους, αποζητώντας το όλον ή μάλλον συνδυασμούς του όλου. Όσοι τον γνώριζαν έμεναν με την αίσθηση του ξεχωριστού, παρά το οικείο του ύφους και της επικοινωνίας του. Οι φίλοι του διέκριναν υπό τας γραμμάς μια μη αποκαλυπτόμενη εύκολα αγωνία για τον τόπο, τις προοπτικές του. Πολλοί περίμεναν από αυτόν πολλά. Με την έννοια της δημιουργικής προσφοράς και της δημιουργίας. Της έμπνευσης και του κλίματος που μπορούσε τόσο μαγικά να διαμορφώσει.Το εύθραυστο της φυσικής του κατάστασης τους ανησυχούσε. Όσο και η διάθεσή του να φτάνει ως τα όρια της αντοχής. Τελικά, il nostro fratello l' asino δεν άντεξε. Η σωματική αντοχή υπέκυψε στην ένταση της δημιουργικότητας, του πάθους του Γιώργου Τσαγκάρη. Η δυσαναλογία της ανθρώπινης κατάστασης ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα έγινε για μια ακόμα φορά αισθητή. Ο πρώτος πλους της σωματικής του ζωής τελείωσε. Όμως, ο δεύτερος πλους της πνευματικής του δημιουργίας είναι ακόμα εφικτός και ανοικτός να τον διαβούμε.
Αντώνης Μακρυδημήτρης Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
"Με λογισμό και μ' όνειρο"...
Μνημονεύοντας τον Γιώργο Τσαγκάρη
Του Δημήτρη Γκιώνη

"Λιμοκτονούμε πνευματικά, λιμοκτονεί η δημιουργικότητά μας, λιμοκτονεί όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα που εμπεριέχει τη φιλία, τον έρωτα, την αφοσίωση", έλεγε ο Γιώργος Τσαγκάρης σε μια συνέντευξη που του είχα πάρει και είχε δημοσιευθεί στο ημέτερο φύλλο στις 24 Ιανουαρίου 1994. Είχε μόλις αναλάβει τη διεύθυνση του Τρίτου Προγράμματος της Ραδιοφωνίας, που συνέπεσε με την κυκλοφορία ενός δίσκου με μελοποιημένο το γνωστό ποίημα του αγαπημένου του Τάσου Λειβαδίτη "Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου", με τη φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ο Γιώργος Τσαγκάρης, που έφυγε αναπάντεχα από τη ζωή στα 59 του, την περασμένη εβδομάδα, στην Καλαμάτα, δέκα μήνες αφότου του είχε ανατεθεί η διεύθυνση του εκεί Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου. Μια θέση που είχε αναλάβει με πολύ κέφι και πολλά σχέδια, έξι χρόνια μετά την αθέλητη απομάκρυνσή του από τη διεύθυνση του Τρίτου.
Μια ζωή μουσικές Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με κάποια σειρά. Η απαισιόδοξη αποστροφή με την οποία αρχίζω αυτό το σημείωμα αφορά μια ερώτησή μου με στίχους του Λειβαδίτη από το ποιητικό έργο που μελοποίησε: "Τόσα άστρα και 'γώ να λιμοκτονώ / Χρωματίζω χάρτινα πουλιά και περιμένω να κελαηδήσουν / γιατί χειμώνιασε". Γιατί αυτοί οι μελαγχολικοί στίχοι;". Και ο Τσαγκάρης δίνει την προαναφερόμενη απάντηση, προσθέτοντας ωστόσο: "Υπάρχουν όμως και οι στίχοι: "Χρωματίζω χάρτινα πουλιά / και περιμένω να κελαηδήσουν". Υπάρχει αυτή η απαράμιλλη δυνατότητα του ανθρώπου να ξεπεράσει τα πάντα με το όνειρο και τη δημιουργικότητα". Το όνειρο και η δημιουργικότητα ήταν το παν στη ζωή του Τσαγκάρη. Μια ζωή γεμάτη μουσικές. Όχι αυτές που γίνονται εμπορικά κατασκευάσματα, αλλά εκείνες που εμπνέονται από μεγάλα έργα με τα οποία επέλεγε να συμπορεύεται. Ξεκίνησε με τη μουσική που έγραψε για τον "Παπαφλέσσα" του Σπύρου Μελά, για το θεατρικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Ηρώδειο το 1972. Και συνέχισε γράφοντας μουσικές και τραγούδια, κυρίως για θεατρικά αλλά και κινηματογραφικά έργα και χορευτικές παραστάσεις. Από αρχαία τραγωδία - κωμωδία και Σέξπιρ, μέχρι σύγχρονη ελληνική κωμωδία -συνολικά πάνω από τριακόσιες. Ανάμεσά τους μουσικές για το μπαλέτο της Ραλλούς Μάνου, που παίχτηκαν στα Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, καθώς και σε πολλές χώρες. "Τον αγαπώ τον Γιώργο, γιατί είναι απλός, τίμιος και με θερμή καρδιά (...). Μ' άρεσε η φινέτσα και η ελληνικότητά του (...). Αλλά, εκτός από έναν άξιο συνεργάτη, απέκτησα με τον Γιώργο έναν πολύτιμο φίλο", γράφει η Μάνου (1915-1988) στο βιβλίο της "Χορός... ου των ραδίων... ούσαν των τεχνών" (εκδ. Γνώση, 1987). Στο Τρίτο Πρόγραμμα Πέρα, όμως, από τη συνθετική του ικανότητα, ο Γιώργος Τσαγκάρης αποδείχθηκε άκρως ικανός και δημιουργικός στις θέσεις που ανέλαβε -ειδικότερα στη ραδιοφωνία. Αρχικά (από το 1990) στο Δεύτερο Πρόγραμμα και στη συνέχεια στο Τρίτο, που σημάδεψε με την οχτάχρονη παρουσία του. Με μουσικές και άλλες εκδηλώσεις σε ανοιχτούς χώρους, όπως οι μονές Δαφνίου και Καισαριανής, ο Εθνικός Κήπος, το Ζάππειο, το Μπούρτζι ή σε κλειστούς, όπως η Παλαιά Βουλή, το Πανεπιστήμιο - όλες με ελεύθερη πρόσβαση. Και με ζωντανές αναμεταδόσεις από μεγάλα διεθνή φεστιβάλ. Σε αναγνώριση της δραστηριότητάς του αυτής, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος τον ήθελε μαζί του, με την ορχήστρα της Ραδιοφωνίας, για μικρές συναυλίες στις ανά τον κόσμο επισκέψεις του. "Δεν πιστεύω ότι η κρατική ραδιοφωνία και τηλεόραση έχουν λόγο ν' ανταγωνίζονται την ιδιωτική. Εκείνο που έχουν να κάνουν είναι να εκπέμπουν με τη ρήση του Σολωμού: "Με λογισμό και μ' όνειρο"", είχε πει στη συνέντευξη του 1994. Του Σολωμού, του οποίου είχε μελοποιήσει μέρος από τους "Ελεύθερους Πολιορκημένους". Είχε διαπρέψει και στον γραπτό λόγο ο Τσαγκάρης, με ποιητικές συλλογές και πεζά -ακόμα κι ένα "Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής και Ορχηστικής" (εκδ. Κάκτος).
Η Ραλλού Μάνου είχε αναφερθεί στην πολύτιμη φιλία της με τον Τσαγκάρη - τη φιλία που ήταν μία από τις σταθερές του αξίες. Όπως και ο έρωτας και η καλοζωία, τους κινδύνους της οποίας καταφρονούσε, μολονότι είχε καρδιακό και αναπνευστικό πρόβλημα, το οποίο σε συνδυασμό με τις ευαισθησίες, τον οδήγησε πιθανότατα στην πρόωρη απόδραση από τη ζωή. Κρατώ, από την πολύχρονη φιλία μας, τις μουσικές του (που ήταν ο μεγάλος του έρωτας, εξ ου και οι συχνές "κλειστές" του, και η οικογένεια που δεν έκανε), τη σεμνότητα, τον καλό του λόγο, το χιούμορ, το γέλιο, κάποια γλέντια και εξόδους. Και, μέσα στις τελευταίες, μια στη Σκιάθο, όπου κι ένα μικρό οδοιπορικό στον "Χριστό στο Κάστρο" του κοινού μας "γέροντα" Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Και πώς να του κρατήσω κακία για μια πρόσφατη απραγματοποίητη συνάντηση. Αντίο, φίλε.
- Αναδημοσίευση απο Ελευθεροτυπία
Ένας ανήσυχος και φωτισμένος άνθρωπος
Του Λευτέρη Παπαδόπουλου

O Γιώργος Τσαγκάρης μού το 'χε πει: "Η Καλαμάτα είναι η τελευταία μου ελπίδα. Αν πετύχω, πέτυχα. Αν αποτύχω, δεν ξαναγυρίζω στην Αθήνα. Αν πεθάνω, γιατί η υγεία μου, όπως ξέρεις, είναι επισφαλής, στην Καλαμάτα θέλω να με θάψουν.Την Αθήνα, εγώ ο Καισαριανιώτης, την έχω σιχαθεί…". Την είχε σιχαθεί, πράγματι, την Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια, χτυπούσε πόρτες για δουλειά, αλλά όλες τις εύρισκε κλειστές! Ποιος; Αυτός ο συνθέτης, που το ταλέντο του, το πλούσιο έργο του, η ανθρώπινη ποιότητά του έπρεπε να του έχουν εξασφαλίσει περίοπτη θέση στη βιτρίνα του τόπου μας! O μόνος που τον αγαπούσε από τους επιφανείς ήταν ο Κωστής Στεφανόπουλος. O πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Γι' αυτό και σε κάθε του, σχεδόν, επίσημο ταξίδι στο εξωτερικό τον έπαιρνε μαζί του. Για συναυλίες. Με μεγάλο ή και με μικρό σχήμα. Αρκεί ο σπουδαίος Τσαγκάρης να είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει έργο του ως συνθέτης ή μαέστρος. Πέρασε δύσκολα χρόνια ο Γιώργος Τσαγκάρης, μετά την ΕΡΤ. Δεν είχε χρήματα. Και είχε υπερηφάνεια. Υπήρχαν μέρες που δεν έβγαινε από το σπίτι του. Άκουγε μουσική, μελετούσε, έγραφε και κάπνιζε.
Τσιγάρο στο τσιγάρο. Παρά το έμφραγμα, το μπαϊπάς, τα ταλαιπωρημένα του πνευμόνια. Oι φίλοι του, τον τελευταίο καιρό, τον θυμούνται μ' ένα σπρέι στο χέρι, να προσπαθεί να τα ανακουφίσει με διάφορα φάρμακα… O Τσαγκάρης ήταν ανήσυχος άνθρωπος. Και φωτισμένος. Είχε ιδέες. Ήταν δημοκράτης. Καθιέρωσε συναυλίες για μικρά παιδιά τα πρωινά της Κυριακής στο Ζάππειο. Όλα τα μεγάλα κοντσέρτα στο εξωτερικό τα έπαιρνε, απ' ευθείας, για το Τρίτο Πρόγραμμα. Και λάτρευε το θέατρο. Εκατοντάδες τα έργα για τα οποία έχει γράψει μουσική. Και ήταν και όμορφος. Ωραίος άντρας! Και ποιητικός. Τον αγάπησαν πολλές ενδιαφέρουσες γυναίκες. Γιατί άξιζε αφοσίωσης και αγάπης. Και είχε και φίλους. Στενούς. Ένας απ' αυτούς, ίσως ο πιο κοντινός, ο καρδιοχειρουργός Άλκης Μιχάλης. Πέρασαν αρκετά υπέροχα μικροκαλόκαιρα μαζί, στην Ανάφη και την Άρτα. Τον Γιώργο, τον σημαντικό αυτό μουσικό, τον διανοούμενο, τον οραματιστή, τον σκότωσε η αδιαφορία της Πολιτείας. Η Πολιτεία, εξαιρέσει μιας μικρής, χρονικά, φάσης, τον έσπρωξε στην απελπισία, στη μοναξιά και την - σπαρακτική - ανέχεια.
-Αναδημοσίευση από τα ΝΕΑ
Του Γιώργου Τσαγκάρη* 
Πήρα τη μεγάλη απόφαση. Έκλεινα ερμητικά τις κουρτίνες ή έσβυνα το φως για ν' αποφύγω την ηλικία μου αλλά εκείνη πάντα με συναντούσε. Αγόραζα λοιπόν ρούχα για εγκύους ή παιδικές χαρές για ακαθόριστες ηλικίες - ήμαρτον, Θεέ μου, αλλά κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει - οι οιωνοί δεν είναι πάντα ευνοϊκοί αλλά και τι να τους κάνω τους οιωνούς, εγώ να μ' αγαπήσουν θέλω και μη ζητάτε εξηγήσεις, ένας αλκοολικός του πόνου και λέω αλκοολικός διότι εξόν από εφήμερος είμαι και σπάταλος και διότι όποιος πονά επιμένει με μαεστρία ή χέστηκε για τη συγχώρεση αφού έχει τη θηλιά. Τούτο προς επανόρθωσιν διότι η δοθείσα θεία οικονομία περί των προορισμένων πάσχει, βλέπε Ιούδας ή η κυρα Παναγούλα η μητέρα μου που σύρθηκε 852 μέτρα ακριβώς από νεαρό οδηγό για να συναντήσει έντρομη και καταθρυματισμένη και -ασφαλώς - νεκρή το θεό της.
Έτσι είπε ο ιερέας αλλά του διέφυγε ότι προς τούτο χρειάστηκε ένας νέος να καταστεί δολοφόνος - έχει λοιπόν τη θηλιά. Βάλτε και την ανοιξιάτικη μπόρα ή την ακαταστασία ενός παιδικού δωματίου, αφού η φαντασία τακτοποιεί καλύτερα, και πότε, αλήθεια, είναι πιο επικίνδυνος ένας άνθρωπος ή αν ξέραμε γιατί σταυρώνουν τα χέρια των νεκρών. Λόγια που δεν καταλάβαμε καθώς περνούσαν τα σύννεφα ή που άλλαζαν νόημα από κάμαρα σε κάμαρα έτσι μείναμε αναποφάσιστοι κι αυτό δεν μας ωφέλησε, ενώ το "ν" μπήκε για λόγους πένθους. Πηγαινοέρχεται η ζωή μας εκκρεμές κι άγνωστο πότε, άγνωστο πού, άγνωστο τι θα σημάνει, προσθέστε και τις μεσολαβήσεις του ακατανόητου. Η παιδική ηλικία φεύγει και σε παίρνει μαζί της, πίσω μένει ένας άλλος να διαχειρισθεί ενήλικα έργα ή τον μαρασμό των εξηγήσεων, από τότε μισώ την ευταξία, μου θυμίζει τα νεκροταφεία με την άψογη ρυμοτομία - οριζοντίως και καθέτως τέμνονται οι νεκροί με ακρίβεια χιλιοστού ενώ κανείς δεν ξέρει τι συμβαίνει εις βάθος, εννοώ τις επεκτατικές κινήσεις και τους εναγκαλισμούς. Εγώ βέβαια ήμουν προνοητικός και την ημέρα που συνοδέψαμε τη μητέρα στο κοιμητήριο - αλλά και αυτό είναι ένα θέμα προς διευκρίνισιν, πώς συνοδεύεις κάποιον που απουσιάζει - γι' αυτό κι ο πατέρας για ν' ανταπεξέλθει ξανάγινε παιδί και ζητούσε τα εμβόλιά του, αλλά ας επανέλθω. Την ημέρα που συνοδεύσαμε τη μητέρα στο κοιμητήριο είχα τα μάτια μου καρφωμένα στο κενό κι έτσι δε χαθήκαμε γιατί σήμερα θα 'μουν δύο φορές ορφανός, κι αυτό με μια ζωή δεν αντέχεται, όπως άλλοτε καλεσμένος σε δείπνο ξεχνούσα να πάρω μαζί και τις οδοντοστοιχίες μου, μικρές αφηρημάδες που σου κοστίζουν δέκα ζωές. Και συχνά ναυαγήσαμε σ' ένα κουταλάκι έρημο. Εκείνη την ημέρα πάντως, το τραίνο έφυγε σιωπηλά χωρίς να σφυρίξει, χωρίς αποχαιρετισμούς, χωρίς, σχεδόν, επιβάτες σαν το θάνατο ενός αγνοούμενου, σαν κάποια αθωότητα πάνω απ' την ηλεκτρική καρέκλα, σαν ιδιοτέλεια ντυμένη στα κόκκινα, σαν μια κηδεία χωρίς νεκρό όταν ο ίδιος πρέπει να συνοδέψεις τη σορό σου - έτσι γλυτώνεις και από τους επικήδειους.
Ή επανέρχεσαι στη ζωή σου όπως ξυπνάς από έναν εφιάλτη ή από ένα όνειρο που δε θα τέλειωνε ποτέ. Αν σε ρώταγαν. Κι οι παλιοί ξεχαρβαλωμένοι επαρχιακοί δρόμοι γνώρισαν κάποτε δόξες, σφριγηλούς έρωτες, νεκρικές πομπές, ανατολές φερέλπιδες κι απελπισμένες δύσεις και στρατούς που γύρευαν μια θέση στην Ιστορία με φαντάρους που γύρευαν μια θέση στη ζωή. Ίσως γι' αυτό διαλέγεις κάποτε ανύπαρκτους δρόμους, όχι δεν αντιδικείς με την πραγματικότητα - κι αλήθεια ποια είναι - είναι που καρφίτσα το ραγισμένο σου σώμα σε καρφιτσώνει σα πεταλούδα σε παιδικό τετράδιο - τι ωραία χρώματα - το πέταγμα που είναι αγαπητοί ή το ανεπίδοτον της γύρης, αλλά γιατί αργοπορώ. Έπρεπε να μαζέψω πάλι τα υπάρχοντά μου, κανά δυο ζευγάρια κάλτσες, λίγο τσάι του βουνού, τα τιμαλφή μ' απεστρέφοντο με ιδιάζουσα επιμονή και τούτο ήταν, προς ώρας, μια ευκολία. Κυρίως έπρεπε ν' ανακαλύψω έναν καινούριο χάρτη ή να σχεδιάσω έναν δικό μου, όμως ο πατέρας καιρό τώρα ερχόταν στον ύπνο μου σιωπηλός -Πατέρα, του λέω, γιατί τόση απρονοησία, τι έφταιξε, όμως παρέμενε σιωπηλός σαν άγγελος που ξέχασε να τραγουδά και σ' αφήνει (και πρέπει) να μαντέψεις. Ειρήσθω εν παρόδω οι ωραίες λέξεις το 'χαν σκάσει ή τα τίναξαν στους νεανικούς έρωτες επιπροσθέτως δε κι ενώ ετοιμαζόμουν πυρετωδώς, οι γυναίκες που αγκάλιασα ήλθαν γυμνές και μου ζητούσαν τα ρούχα τους - Μάρτυς μου ο Θεός, λέω, αν ξέρω κάτι, παρ' ότι δεν υπήρχε χρεία μαρτύρων καθόσον στην περίπτωσή μου άπειροι οίκοι περιθάλψεως πιστοποιούσαν πως κάθε ίχνος του βίου μου ήταν εξοφλημένο και μάλιστα εντόκως. -Μητέρα, είπα, ή γνωρίζετε κάτι περί τούτου ή δώστε μου ένα απ' τα φορέματά σας επειγόντως. Εις μάτην διότι ως γνωστόν η μητέρα πέθανε και δεν απλώς πέθανε, πεθαίνοντας έχασε την αρτιμέλειά της ώστε στο Κοιμητήριο την αποθέσαμε εν μέρη και κωφάλαλη κι αυτό δεν θα το συγχωρήσω σε κανένα. Τέλος, και χάριν συντομίας, έφτασα στο σιδηροδρομικό σταθμό και περίμενα, παρ' ότι οι ράγες είχαν ξηλωθεί - το σχέδιο πόλεως μου είπαν άλλαξε- αλλά εγώ επέμενα, όχι, βεβαίως και δε θα συμφωνήσω με τα οφθαλμοφανή.
Εν τω μεταξύ ένας ωραίος ήλιος άρχισε να συνηγορεί καθώς το τοπίο με ράγες ή χωρίς γινόταν πανέμορφο και το σφύριγμα του τραίνου ακούστηκε να πλησιάζει. Καλού - κακού έβαλα στις αποσκευές μου ένα εφημερεύον νοσοκομείο, ένα εξιτήριο χωρίς ημερομηνία και αναχώρησα.
*Από το υπό έκδοση βιβλίο του αείμνηστου Γιώργου Τσαγκάρη "Εφτά θανάσιμα διηγήματα"
Γειά σου μαέστρο, καλή αντάμωση αδερφέ μου
Οφίλος που έφυγε τόσο νωρίς από κοντά μας, ο δικός μας άνθρωπος, ο Γιώργος Τσαγκάρης, πήρε μαζί του, ανεπιστρεπτί, την αγάπη μας και μας άφησε την ανάμνησή του και το έργο του πολύτιμη συντροφιά. Είναι πολύ νωρίς ακόμη για να προσεγγίσουμε στην αποτίμηση και στην αξιολόγηση αυτού του ογκώδους και σημαντικού για τα ελληνικά γράμματα και τον πολιτισμό έργου στο χώρο της μουσικής και της λογοτεχνίας. Εργο, για το οποίο ο Γιώργος αξιώθηκε υψηλότατων τιμητικών διακρίσεων. Προικισμένος και εμπνευσμένος συνθέτης, ιερουργός της κλασσικής μουσικής από τους αξιολογότερους του τόπου, βαθύς γνώστης της ελληνικής γλώσσας και του μηχανισμού της όσο λίγοι, δεινός χειριστής του λόγου με υψηλής αξίας λογοτεχνικές προσπάθειες μύησε και δίδαξε ως ΕΛΛΗΝ πολίτης, μιλώντας στα γραπτά του για το κάλλος, το μέτρο, την αρμονία και τη Δικαιοσύνη, τη ζωή, τον ήλιο, το όνειρο και το φως, τον έρωτα, τον Απόλλωνα και το Διόνυσο, τον άνθρωπο, τον πολιτισμό. "Πολιτισμός δεν σημαίνει ακούω καλή μουσική ή διαβάζω ωραία ποιήματα αλλά βιώνω την αγωνία της εποχής μου, εμπνέω και εμπνέομαι, δημιουργώ ένα νέο όνειρο για τον άνθρωπο" (1) έλεγε ο ίδιος.
Πάντα ο χρόνος της συντροφιάς με το Γιώργο ήταν πολύ λίγος. Αλλά και πολύ μεστός. Φίλος αφοσιωμένος, τρυφερός κι εγκάρδιος, πάντοτε παρών στα προβλήματα των ανθρώπων που αγαπούσε με τρόπο που κάποιες φορές εξέπλητε, εξαιρετικά και κοφτερά μεθοδικός στη σκέψη του, μαγικός στο λόγο του, χαιρόταν με παιδικό τρόπο σε κάθε δημιουργία αγάπης αλλά και ανυποχώρητος σε θέματα αρχών. Αν δεχτούμε ότι ο Γιώργος άφησε το αποτύπωμά του, ανεξίτηλα, διαβαίνοντας από αυτή τη ζωή - αλήθεια, πόσοι από εμάς θα τύχουμε αυτού του προνομίου - αν ο Γιώργος προσπάθησε να γίνει ο κόσμος λίγο καλύτερος, πρέπει να αναρωτηθούμε, εμείς τι κάνουμε και πώς πορευόμαστε στο βίο μας. Αν πάλι θελήσουμε να αναζητήσουμε τις παρακαταθήκες του μεγάλου αυτού ανδρός, δεν χρειάζεται να κοπιάσουμε πολύ για τον εντοπισμό τους: - μελέτη και γνώση, πρωτίστως, της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, γιατί εκεί βρίσκονται όλες οι, διαρκώς και αιωνίως, αναβλύζουσες πηγές του ελληνισμού. - περιφρούρηση και προστασία της ελληνικής γλώσσας, γιατί είναι το ασφαλέστερο εργαλείο για τη διάσωση του έθνους και του πολιτισμού. - ήθος και συνέπεια στη δουλειά μας. - ενδιαφέρον για την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου όπου στη γη.
Ο ίδιος προσθέτει: "…Εμείς τα δειλινά της άνοιξης και τα βράδια του καλοκαιριού θα κοιτάμε πίσω από τον ώμο της μάνας μας. Θα κρατάμε το χέρι του φίλου. Θα χανόμαστε στον κόρφο της αγαπημένης. Θα διώχνουμε τον τρόμο απ΄ τα μάτια των παιδιών. Θα γελάμε με τους γείτονες. Θα σπάμε τους καθρέφτες των γηρατειών…" (2). Θα μπορούσε να έχει προσφέρει πολύ περισσότερα ο Γιώργος Τσαγκάρης στον τόπο. Το απόδειξε και με τις θητείες του στο Δεύτερο και επί οκταετία περίπου στο Τρίτο Πρόγραμμα της ελληνικής ραδιοφωνίας. Το απόδειξε με την εργατικότητά του, το ήθος του και την ποιότητα του έργου του. Η περιορισμένη αξιοποίηση των δυνατοτήτων σημαντικών ελλήνων δημιουργών όχι μόνον στο χώρο της τέχνης και του πολιτισμού αλλά και σε άλλους τομείς της σύγχρονης ζωής παραμένει ως κακοδαιμονία της φυλής, από την οποία δεν βλέπω να απαλλασσόμαστε ούτε καν γρήγορα. Θα μπορούσε η πολιτεία να έχει μεριμνήσει για την ανάλωση κάθε δυνατότητας δημιουργίας και κάθε εμπνεύσεως του Γιώργου Τσαγκάρη πλην όμως τα ώτα κάποιων "αρμοδίων" εκώφευαν. Περιμένουμε από τους "αρμοδίους" και θα κρίνουμε τις επιλογές τους. Ας καθαρίσουν λοιπόν αυτοί με την υποκουλτούρα που μαστίζει την εποχή μας και την πατρίδα μας, αφού οι φυσικοί πολέμιοί της, όλοι οι Τσαγκάρηδες δηλαδή, αυτοί που πονέσανε και πονάνε τον τόπο κρίθηκαν ή κρίνονται "ακατάλληλοι"… Είχε πατρίδες ο Γιώργος για να τον υποδεχτούν.
Την Καισαριανή που γεννήθηκε, το Χαλάνδρι που μεγάλωσε, την Κάσο απ΄ όπου κατάγονταν η μητέρα του, τους Δελφούς, την πόλη όπου εργάστηκε και ύμνησε τον Απόλλωνα. Προτίμησε την Καλαμάτα, την πόλη που του εμπιστεύτηκε το τιμόνι στα πολιτιστικά πράγματα, που ζούσε ευτυχισμένος ανάμεσα σε φίλους και μπορούσε να αναπνεύσει, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αλλωστε, κι ο ίδιος έλεγε "παντού στην Ελλάδα είναι η Ελλάδα". Δεν μπορεί παρά το χώμα της μεσσηνιακής γης που τώρα τον σκεπάζει να είναι ελαφρύ. Να μην βαραίνει το πονεμένο στήθος του φίλου μου… Αντε ρε Γιώργο, πάμε τώρα σ΄ ένα εκκωφαντικό κρεσέντο απ΄ αυτά τα γνωστά, τα δυναμικά που συνέθετες και έγραφες και συνέπαιρνες και μάγευες τους ακροατές και τους αναγνώστες σου: "Τι είναι ένας άνθρωπος κύριοι; Μία δύναμη αγάπης, κύριοι. Μία δύναμη ονείρου, κύριοι. Μια πιθανότητα εμπιστοσύνης, κύριοι. Μία εκκρεμότητα έρωτα, κύριοι." (3). Γιώργο, έχε γειά! Κι όπως έχουμε πει, στην αγκαλιά του Απόλλωνα τώρα πια! Να ΄σαι βέβαιος ότι κι ο Διόνυσος θα είναι εκεί μαζί σας! Τι παρέα, αλήθεια…. "…Κι εγώ είχα μόνο μια φωνή για τόσα τραγούδια ένα σώμα για τόσους έρωτες μια ζωή για τόσους θανάτους κι έναν θάνατο για τα πάντα…" (4) 
Του Αλέξανδρου Δάσκα Δικηγόρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Recent Posts

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου