Συνολικές προβολές σελίδας


Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

‘Ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται να’ρθουν (ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ - ΧΘΕΣ, 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΗΚΑΝ 115 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ...)

http://www.ramnousia.com/2010/03/blog-post_27.html#.URi5RB1g_oI
Σαν ελάχιστο δείγμα τιμής στο μεγάλο αυτό καλλιτέχνη, καλό είναι να διαβάσουμε μερικά από τα ποιήματα του και να παραδειγματιστούμε από αυτά!
1 Λένε πολλοί ότι η εποχή είναι παλιά αλλά εγώ πάντα ήξερα ότι είναι καινούρια δεν ξεπετιούνται από τη γη μόνα τους τα σπίτια που είναι ψηλά σαν τα βουνά Τρέχουν πολλοί κάθε χρόνο στις πόλεις λες και τους περιμένει κάτι σπουδαίο και στις γελαστές ηπείρους. Λένε παντού: Η μεγάλη και φοβερή θάλασσα δεν είναι παρά λίγο νερό Πρώτος εγώ πετώ πάνω από τον Ατλαντικό αλλά είμαι σίγουρος ότι αύριο κιόλας θα γελάτε με αυτή την πτήση

2 Κι όμως αυτή είναι η μάχη ενάντίον του πρωτόγονου και μια προσπάθεια για να γίνει καλύτερος ο πλανήτης όμοια με τη διαλεκτική οικονομία που θέλει ν' αλλάξει τον κόσμο συθέμελα αφήστε μας λοιπόν να καταπολεμήσουμε τη φύση για να γίνουμε κι ίδιοι φυσικοί εμείς και η μέθοδός μας δεν ακολουθούμε ακόμη τη φύση είμαστε ακόμη πρωτόγονοι. Τα ατμόπλοια αντικατέστησαν τα ιστιοφόρα που κι εκείνα είχαν αφήσει πίσω τα πλοία με τα κουπιά. Εγώ πετώ αφήνοντα πίσω τα ατμόπλοια πολεμώντας ενάντια στο πρωτόγονο. Μπορεί το αεροπλάνο μου να είναι αδύνατο και να τρέμει και οι συσκευές μου να είναι γεμάτες ατέλειες μα είναι καλύτερα απ' όλα όσα υπήρξαν ως τώρα, και καθώς πετώ αγωνίζομαι ενάντια στο αεροπλάνο μου κι ενάντια στο πρωτόγονο.

3 Πολεμώ έτσι κι ενάντια στη φύση και ενάντια στον εαυτό μου ό,τι κι αν είμαι και σε όσες κουταμάρες κι αν πιστεύω όταν πετώ είμαι αληθινός θεός για δέκα χιλιάδες χρόνια εκεί που σκοτινιάζουν τα νερά φτάνοντας ως τα ουράνια ανάμεσα στο φως και το λυκόφως γεννιόταν ανεμπόδιστα ο θεός. Το ίδιο πάνω από τις οροσειρές, εκεί από όπου έρχεται ο πάγος ρύθμιζαν τον θεό όπως ήθελαν εκείνοι που διακατέχονταν από αμάθεια χωρίς να μπορούν να καθοδηγούν, και όμοια στην έρημο εμφανίζοταν εκείνος μέσα στην ανεμοθύελλα, και στις πόλεις, τον έπλαθε η αταξία των ανθρώπινων τάξεων που εξαιτίας της υπάρχουν στον κόσμο δύο κατηγορίες ανθρώπων: οι εκμεταλλευτές και οι αμαθείς αλλά αυτά τα καταργεί η επανάσταση. Αν φτιάχνετε δρόμους να διασχίζουν τις οροσειρές, θα χαθεί η αταξία. Τα ποτάμια τη διώχνουν από την έρημο και το φως δείχνει κενό και αμέσως την κάνει πέρα.

4 Γι' αυτό, μην αργείτε, κατατροπώστε κι εσείς το πρωτόγονο στον αφανισμό του Υπερπέραν και στο διωγμό όλων των θεών όπου και αν παρουσιάζονται κάθε φορά. Γκρεμίζεται κάτω απ' τα πιο δυνατά μικροσκόπια οι τελιοποιημένες συσκευές το διώχνουν από τον αέρα. Και η κάθαρση των πόλεων η απάρνηση της φτώχειας το εξαφανίζουν και αφού το κυνηγούν το ξαναστέλνουν πίσω στην πρώτη χιλιετία. 5 Γι' αυτό επικρατεί ακόμη στις πόλεις που βελτιώθηκαν, η αταξία που προκύπτει από την εκμετάλλευση γνώσης και είναι σαν θεός. Αλλά οι μηχανές και οι εργάτες θα την πολεμήσουν. Κι εσείς πρέπει να πάρετε μέρος στην κατατρόπωση του πρωτόγονου.

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γεννήθηκε το 1898 στο Άουγκσμπουργκ και πέθανε το 1956 στο Βερολίνο. Γιος διευθυντή εργοστασίου. Τελείωσε το γυμνάσιο το 1917 και μπήκε στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου για να σπουδάσει φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική, αλλά άφησε τις σπουδές για να αφοσιωθεί στο θέατρο. Το 1924 δούλεψε στο Ντόιτσες Τίατερ του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του Μαξ Ράινχαρτ. Άρχισε να φοιτά στη Μαρξιστική Εργατική Σχολή και μελέτησε διαλεκτικό υλισμό. Το 1928 παντρεύτηκε την Έλεν Βάιγκελ. Με την άνοδο του Χίτλερ, αυτοεξορίστηκε: από το 1933 – 1947 έζησε στην Ελβετία, τη Δανία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία και τις ΗΠΑ. Εξέδωσε στη Μόσχα, μαζί με άλλους Γερμανούς συγγραφείς το περιοδικό «Ντας Βορτ». Μετά τον πόλεμο εγκαταστάθηκε στη ΓΛΔ και με την Ε. Βάιγκελ ίδρυσαν (1949) το Μπερλίνερ Ανσάμπλ. Το 1950 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Τεχνών. Έργα του: Ο Θρύλος του νεκρού στρατιώτη (1918), Βάαλ (1918), Τύμπανα μέσα στη νύχτα (1922), Στη ζούγκλα των πόλεων (1924), Ποιήματα της τσέπης (1926), Οικιακή συλλογή (1927), Ο άντρας είναι άντρας, Μαχαγκόνι (1927), Όπερα της πεντάρας (1928), Η πτήση των Λίντμπεργκς (1929), Αυτός που λέει «ναι» κι αυτός που λέει «όχι» (1930), Το ανώτερο μέτρο (1930), Η εξαίρεση και ο κανόνας (1930), Η Αγία Ιωάννα των Σφαγείων (1930) Η μάνα (1933) Οι οράτιοι και οι κουριάτιοι (1934), Το μυθιστόρημα της πεντάρας (1934) Τα όπλα της κυρά – Καράρ (1937), Τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ (1938), Ποιήματα του Σβέντμποργκ (1939), Μάνα κουράγιο (1939), Η ζωή του Γαλιλέο (1939), Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν (1940), Ο κύριος Πουντίλα και ο υπηρέτης του Ματί (1940), Η άνοδος του Αρτούρο Ούι (1941), Ο καυκασιανός κύκλος με την κιμωλία (1944), Ο Σβέικ στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1944), Οι μέρες της Κομμούνας (1947). Το συνολικό του έργο εκδόθηκε σε μια τριαντάτομη έκδοση. Τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της ΓΛΔ το 1951 και με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.
Μερικά αποφθέγματα του :

Αφού τόσοι και τόσοι ζούνε από σένα και δεν μπορούν χωρίς εσένα να πεθάνουν, πες μου, τι σημασία έχει το ότι δεν υπάρχεις; (Ύμνος στο Θεό)

Τι ωφελεί, χωμένος μέχρι το λαιμό στη λάσπη, να κρατάς τα νύχια των χεριών σου καθαρά; (Πολλοί λατρεύουνε την τάξη)

Αυτοί που βρίσκονται ψηλά θεωρούνε ταπεινό να μιλάς για το φαΐ. Ο λόγος: έχουνε κιόλας φάει. (Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου)

Όταν αυτοί που βρίσκονται ψηλά μιλάνε για ειρήνη, ο απλός λαός ξέρει πως έρχεται πόλεμος.(Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου)

Εσύ, που είσαι αρχηγός, μην ξεχνάς πως έγινες ό,τι είσαι επειδή είχες αμφιβάλει για άλλους αρχηγούς. Άσε λοιπόν αυτούς που οδηγείς να αμφιβάλλουνε κι εκείνοι. (Εγκώμιο στην αμφιβολία)

Ένας ξένος ταξιδιώτης που γύριζε από το Τρίτο Ράιχ και τον ρωτήσανε ποιος κυβερνάει στ’ αλήθεια εκεί κάτω, αποκρίθηκε: Ο τρόμος. (Οι φόβοι του καθεστώτος)

Ο καθένας που γυρνά στον τόπο του δεν είναι νικητής. Αλλά κανένας δεν είναι νικητής, σαν δεν γυρνά στον τόπο του.
Τι νόημα έχουν οι πολιτείες, χτισμένες δίχως τη σοφία του λαού; (Μεγάλη εποχή, σπαταλημένη)

Όποιος μιμείται μόνο, χωρίς να έχει τίποτε να πει δικό του πάνω σε εκείνο που μιμείται, μοιάζει με τον κακόμοιρο το χιμπατζή που μαϊμουδίζει τον αφέντη του καθώς καπνίζει, μα δεν καπνίζει ο ίδιος. Γιατί ποτέ η μίμηση η αστόχαστη δεν μπορεί να είναι μίμηση αληθινή. (Για τη μίμηση)

Το δόγμα του Μπρέχτ είναι από μόνο του μια σχολή θεάτρου.

Αυτό που πίστευε ο Μπρέχτ σε ότι αφορά το θέατρο είναι ότι ο ηθοποιός έπαιζε καθαρά τον εαυτό του σε μια διαφορετική κατάσταση, (σε ένα θεατρικό έργο). Σκεφτείτε π.χ. τον εαυτό σας στα λόγια και την ζωή του Άμλετ. Ο Μπρέχτ έζησε και μεγαλούργησε σε μια κρίσιμή για την Γερμανία περίοδο. Την περίοδο εκείνη στην Γερμανία οι λίγοι είχαν τα πολλά, και ο πολύς ο κόσμος πεινούσε. Η Δημοκρατία ήταν πράγμα ξεπουλημένο και βρώμικο... αν όχι όλοι, οι περισσότεροι πολιτικοί ήταν διεφθαρμένοι και ο κόσμος πεινούσε. Ο Μπρέχτ το μισούσε, κοιμόταν και ξυπνούσε με την ίδια σκέψη στο μυαλό του... έπρεπε να κάνει κάτι. Και έτσι αποφάσισε να χτυπήσει την Αριστοκρατία εκεί που πονούσε... Την Όπερα, (η οποία στις τάξεις των πλουσίων, ήταν πολύ της μόδας), και με αυτό το σκεπτικό έγραψε την όπερα της Πεντάρας. Συγκεκριμένα το έργο λεγότανε "Όπερα για 5 δεκάρες", και ήταν μια παρωδία για την όπερα και για τα κοσμικά σαλόνια. Με μοναδικό του όπλο το γέλιο έκανε επίθεση σε αυτά που τον αηδίαζαν. Όμως ο κόσμος δεν προβληματίστηκε καθόλου και απλά γελούσαν με τα χάλια τους.

Εξοργισμένος ο Μπρέχ αφόρισε τον εαυτό του και το έργο του. Για 7 Χρόνια, βλέποντας παράλληλα και την Φασιστική απάτη να βγαίνει στην εξουσία, αγκαλιά με τον Χίτλερ Εξόρισε τον εαυτό του, και άρχισε με την πένα του, να πολεμά τους δαίμονες του γράφοντας. Μετά από 7 χρόνια έδωσε την τελική μάχη γράφοντας το λυτρωτικό γι αυτόν "Ρομάντζο της Πεντάρας". Πέθανε το 1956 σε ηλικία 58 Ετών έχοντας αφήσει ποιήματα, διηγήματα μυθιστορήματα, διδάγματα Θεάτρου, διδάγματα ζωής και μία λύπη διαχρονική που παρέα με τον ανθρώπινο πόνο περπατάει ακόμα στα καμαρίνια του Θιάσου Berliner Ensemble.

Είμαστε μαζί, εγώ το χώμα και εσύ το βήμα, άδικη μου αγάπη, Βλέπω τον κόσμο σου, μα εσένα δεν σε βλέπω.

Aν μείνουνε τα πράγματα όπως είναι, είσαστε χαμένοι. Φίλος σας είναι η αλλαγή, η αντίφαση είναι σύμμαχός σας. Aπό το Tίποτα Πρέπει κάτι να κάνετε, μα οι δυνατοί πρέπει να γινούνε τίποτα. Aυτό που έχετε, απαρνηθείτε το και πάρτε αυτό που σας αρνιούνται. Mπορεί η αλήθεια νάν’ θνητή, το ψέμα αθάνατο;» «Έτσι δείχνουν όλα». «Πού είδες, η αδικία να μη ξεμασκαρεύεται χρόνους και καιρούς;». «Eδώ». «Mα ξέρεις κάποιον που η βία να του ‘χει φέρει τύχη;» «Kαι ποιος δεν ξέρει;» «Tότε ποιος μπορεί, σ’ έναν τέτοιο κόσμο, να τσακίσει τον τύραννο;».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Recent Posts

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου